Ποίημα Ιερού ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ Μοναχού Αγιορείτου
Ευλογήσαντος του Ιερέως, λέγομεν τον ΡΜΒ’ . (142) ΨΑΛΜΟΝ. «Κύριε εισάκουσον της προσευχής μου». πληρωθέντος αυτού ψάλλομεν ευθύς το, «Θεός Κύριος…», μετά των στίχων αυτού εις ήχον δ’ , το παρόν τροπάριον,
Τη Θεοτόκω εκτενώς.
Της Θεοτόκου τη εικόνι προσδράμωμεν, οι εν κινδύνοις και Αυτή νύν προσπέσωμεν, από βαθέων κράζοντες και πόνου ψυχής˙ τάχος ημών άκουσον, της δεήσεως Κόρη, ως Γοργοϋπήκοος, φερωνύμως κληθείσα˙ Σύ γαρ υπάρχεις πρόμαχος ημών, και εν ανάγκαις ετοίμη βοήθεια.
Δόξα Πατρί.
Τη Θεοτόκω εκτενώς νύν προσδράμωμεν…
Και νύν.
Ου σιωπήσωμεν ποτέ Θεοτόκε…
Ο Ν’ . (50ος ΨΑΛΜΟΣ)
Είτα αρχόμεθα του Κανόνος.
Ωδή α’. Ήχος δ’. Υγράν διοδεύσας.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Θαυμάτων των Θείων Σου την πληθύν, και των τεραστίων, ευφημήσαι επιχειρών, Σου δέομαι Κόρη εκ καρδίας, Γοργοϋπήκοε χάριν παράσχου μοι.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Τις ούκ εκπλαγείη της Σης Μορφής, τα θαύματα Κόρη, εκ γαρ ταύτης τω λειτουργώ, Τραπέζης εφώνησας τρισσάκις, Γοργοϋπήκοος όθεν ωνόμασαι.
Δόξα Πατρί.
Πώς Σου το τεράστιον εξειπείν, δυνήσομαι Κόρη; Συ γαρ πρώην τον απειθή, Μοναχόν αόμματον ειργάσω, και πάλιν τούτον κατέστησας βλέποντα.
Και νύν.
Χαίρε και ευφραίνου θεία Μονή, του Δοχειαρίου˙ Σύ γαρ έσχες την του παντός, Κυρίαν και προστάτιδα και σκέπην, καθάπερ Αύτη σαφώς επηγγείλατο.
Ωδή γ’ . Ουρανίας αψίδος.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Τους ατέκνους ευτέκνους, Σύ Μαριάμ έδειξας, και τας στειρευούσας μητέρας, Κόρη εποίησας, Γοργοϋπήκοε, ευφραινομένας εν τέκνοις˙ τις ούν ούκ εξίσταται τα μεγαλείά Σου;
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Βουλγαρία κηρύττει, της Σης Μορφής θαύματα, ώ Γοργοϋπήκοε Κόρη. Δύσις Εώα τε˙ κρήνη γαρ γέγονας, βλύζουσα χάριτος πάσι, τοις προσκαλουμένοις Σου, το Θείον Όνομα.
Δόξα Πατρί.
Του καρκίνου το πάθος, εκ της χειρός οίχεται, του σεμνού γυναίου Παρθένε, τη επισκέψει Σου˙ όθεν η πάσχουσα, εκ της οδύνης λυθείσα, χαίρουσα εκήρυττε τα χαριστήρια.
Και νύν.
Θαυμαστώς ωραιώθη, η Ση Εικών Πάναγνε, και υπέρ ακτίνας ηλίου, φωτίζει άπαντας, Γοργοϋπήκοε, τις ούν αυτήν επαινέσει, ήν περ και οι Άγγελοι, φόβω καλύπτουσιν;
Επάκουσον, Γοργοϋπήκοε Κόρη Θεογεννήτορ, τας ικεσίας Παρθένε των δούλων Σου, και λύτρωσαι εκ παντοίων κινδύνων.
Απέλασον, της αθυμίας τα νέφη εκ της ψυχής μου, και χαράν αγνή τω Σω ικέτη παράσχου μοι, ως της χαράς το δοχείον υπάρχουσα.
Ο Ιερεύς μνημονεύει ως συνήθως. Το «Κύριε ελέησον ιε’. (15). Είτα το κάθισμα.
Ήχος β’. Πρεσβεία θερμή.
Πολέμοις Αγνή, πολλοίς περικυκλούμενοι, εχθρών ορατών και αοράτων Δέσποινα˙ Σοι θερμώς κραυγάζομεν, θραύσον τα τούτων όπλα τω κράτει Σου, και ειρηναίαν δος ημίν ζωήν, τοις Σοις οικέταις, Γοργοϋπήκοε.
Ωδή δ’ . Εισακήκοα Κύριε.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Εις τα πέρατα άπαντα, η Θαυματουργός Σου Εικών τεθρύληται, και νύν πάντες εν τω στόματι, την Γοργοϋπήκοον προφέρουσι.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Και κατ’ όναρ, Παντάνασσα, αλλά και καθ’ ύπαρ, Γοργοϋπήκοε, φαινομένη τα θαυμάσια, εκτελείς εν κόσμω τα παράδοξα.
Δόξα Πατρί.
Τις Σου, Κόρη, το όνομα, εν ανάγκη πάση επεκαλέσατο, και γοργώς αυτού ούκ ήκουσας, ως Γοργοϋπήκοος υπάρχουσα,
Και νύν.
Μακαρία γεγένησαι, ως Δοχειαρίου Μονή επίσημε, την εικόνα γαρ επλούτησας, Γοργοϋπηκόου την πανσέβαστον.
Ωδή ε’. Φώτισον ημάς.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Πώς Σου την μορφήν, ο ανάξιος θεάσωμαι, Γοργοϋπήκοε Παντάνασσα, μεμολυσμένοις οφθαλμοίς μου την πανάσπιλον.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Θάλασσα και γη, της εικόνος Σου τα θαύματα, Γοργοϋπήκοε, κηρύττουσι˙ των Σων χαρίτων γαρ ταύτα άμφω απήλαυσαν.
Δόξα Πατρί.
Κλέπτην φανεροίς, τον τα χρήματα συλήσαντα, τα του πλησίον, Μητροπάρθενε, και αποδίδως δικαίως ταύτα τω έχοντι.
Και νύν.
Είδος το σεπτόν, εμφερείας Σου Πανύμνητε, ως φως λαμπρύνει πάντας βλέποντας, και προσκυνείν αυτό, πείθει και κατασπάζεσθαι.
Ωδή στ’. Την δέησιν εκχεώ.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Φιλόστοργος ώσπερ Μήτηρ Δέσποινα, οραθείσα προσεκάλεις τον παίδα, προς εαυτήν, έως ου ελυτρώσω, εκ της χειρός των ληστών Μητροπάρθενε˙ άλλ’ εύρομέν Σε και ημείς, οι Σοι δούλοι Μητέρα φιλόστοργον.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Ούκ έχομεν οι οικτροί οικέται Σου, άλλην πλην Σου προστασίαν και σκέπην˙ διο Αγνή, εκ καρδίας βοώμεν, από κινδύνου παντός ελευθέρωσον, την Μάνδραν σου την Ιεράν, και πιστούς, τους προς Σε καταφεύγοντας.
Δόξα Πατρί.
Ως έσωσας θαλαττίου κλύδωνος, τους φωνήσαντας την θείαν Σου κλήσιν, ούτως ημάς, αισθητού ναυαγίου, και νοητού, Θεοτόκε, διάσωσον, και όρμισον εις γαληνούς, σωτηρίας λιμένας τους δούλους σου.
Και νύν.
Ο κόσμος Σε σωτηρίαν κέκτηται, και θερμήν εν πειρασμοίς προστασίαν˙ όθεν Αγνή, τη σεπτή σου εικόνι, απανταχόθεν προστρέχουσιν άνθρωποι, και πάντες Σε καταφυγήν, και παράκλησιν Κόρη ευρίσκουσι.
Επάκουσον Γοργοϋπήκοε Κόρη … κ.λ.π.
Απέλασον της αθυμίας τα νέφη… κ.λ.π.
Ο Ιερεύς μνημονεύει ως συνήθως, το «Κύριε ελέησον»
ιβ’ . Μετά την εκφώνησιν το Κοντάκιον.
Ήχος β’. Τά άνω ζητών.
Πελάγει δεινώ, του βίου χειμαζόμενοι, και παντοίων παθών, τρικυμίαις ποντούμενοι, και σάλω περιπίπτοντες, Παρθένε πειρασμών, εις μορφήν Σου την σεπτήν καταφεφύγομεν θερμώς, ως εις λιμένα εύδιον, έκτεινον ημίν χείρα, ως Πέτρω ο Υιός σου, και κλυδωνίου εκ παντός ημάς Κόρη λύτρωσαι.
Ο Ιερεύς μνημονεύει, ως δεδήλωται. Και μετά την Εκφώνησιν ψάλλεται˙ Κοντάκιον.
Ήχος β’.
Προστασία των Χριστιανών ακαταίσχυντε, μεσιτεία προς τον ποιητήν αμετάθετε, μη παρίδης αμαρτωλών δεήσεων φωνάς˙ αλλά πρόφθασον ως αγαθή, εις την βοήθειαν ημών, των πιστώς κραυγαζόντων σοι. Τάχυνον εις πρεσβείαν, και σπεύσον εις ικεσίαν, η προστατεύουσα αεί, Θεοτόκε των τιμώντων σε.
Προκείμενον.
Μνησθήσομαι του ονόματός σου εν πάση γενεά και γενεά. (Δις).
Στίχος.
Άκουσον Θύγατερ, και ίδε, και κλίνον το ούς σου, και επιλάθου του λαού σου, και του οίκου του πατρός σου.
Και επιθυμήσει ο Βασιλεύς του κάλλους σου, ότι αυτός εστί Κύριός σου, και προσκυνήσεις αυτώ.
Ο Ιερεύς˙ Και υπέρ του καταξιωθήναι ημάς της ακροάσεως του Αγίου
Ευαγγελίου, Κύριον τον Θεόν ημών ικετεύσωμεν.
Σοφία Ορθοί, ακούσωμεν του Αγίου Ευαγγελίου ειρήνη πάσι.
Εκ του κατά Λουκάν Αγίου Ευαγγελίου το Ανάγνωσμα. Πρόσχωμεν.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
Κεφάλαιον α’. 39
Εν ταις ημέραις εκείναις, αναστάσα Μαριάμ επορεύθη εις την ορεινήν μετά σπουδής εις πόλιν Ιούδα, και εισήλθεν εις τον οίκον Ζαχαρίου και ησπάσατο την Ελισάβετ. Και εγένετο ως ήκουσεν η Ελισάβετ τον ασπασμόν της Μαρίας, εσκίρτησε το βρέφος εν τη κοιλία αυτής˙ και επλήσθη Πνεύματος Αγίου η Ελισάβετ και ανεφώνησε φωνή μεγάλη και είπεν˙ Ευλογημένη συ εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου. Και πόθεν μοι τούτο ίνα έλθη η μήτηρ του Κυρίου μου προς με; Ιδού γαρ ως εγένετο η φωνή του ασπασμού σου εις τα ώτα μου, εσκίρτησε το βρέφος εν αγαλλιάσει εν τη κοιλία μου. Και μακαρία η πιστεύσασα ότι έσται τελείωσις τοις λελαλημένοις αυτή παρά Κυρίου.
Και είπε Μαριάμ ˙ Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον και ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω Σωτήρι μου, ότι επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού. Ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί ˙ ότι εποίησέ μοι μεγαλεία ο δυνατός και άγιον το όνομα αυτού.
Έμεινε δε Μαριάμ συν αυτή ωσεί μήνας τρεις και υπέστρεψεν εις τον οίκον αυτής.
Δόξα Πατρί.
Πάτερ, Λόγε, Πνεύμα, Τριάς η εν Μονάδι, εξάλειψον τα πλήθη, των εμών εγκλημάτων.
Και νύν.
Γοργοϋπηκόου, ταις θείαις Ικεσίαις, εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων.
Στίχ. Ελέησόν με ο Θεός κατά το μέγα έλεός Σου, και κατά το πλήθος των οικτιρμών Σου εξάλειψον το ανόμημά μου.
Ήχος πλ. β’. Όλην αποθέμενοι.
Την Γοργοϋπήκοον, της Θεοτόκου εικόνα, πάντες ευφημήσωμεν, Σελήνην την ένδοξον, και ολόφωτον, την λαμπράν άλωνα, σφαίραν την ουράνιον, και πολύαστρον υπάρχουσαν˙ άρκτον επτάστερον, δι’ ης προς Θεόν οδηγούμεθα˙ Παρθένον αγλαόμορφον, άστροις τε πολλοίς διαυγάζουσαν, Πλειάδα ωραίαν, και ίριν ποικιλόχροον, δι’ ής , κατακλυσμού ημάς ρύεται, πάντοτε ο Κύριος.
Όμοιον.
Πάντων τα αιτήματα, Γοργοϋπήκοε Κόρη, πλήρωσον των δούλων σου , των εις Σε εκ πίστεως, προσιόντων Σοι, και την Σήν Άχραντε, επικαλουμένων, αρωγήν τε και αντίληψιν˙ εκ πάσης θλίψεως, και ασθενειών και κακώσεων, ψυχής ομού υμνώμεν, δοξάζοντες Χριστόν τον Σον Υιόν, όν εκδυσώπει Πανύμνητε, σώσαι τας ψυχάς ημών.
Ο Ιερεύς το «Σώσον ο Θεός τον λαόν Σου …» και το «Κύριε ελέησον» ιβ’ .
Μετά το «Ελέει και οικτιρμοίς…» αποπληρούμεν τας λοιπάς ωδάς του κανόνος.
Ωδή ζ’. Οι εκ της Ιουδαίας.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Τοις τυφλοίς εχαρίσω οφθαλμών την του βλέπειν, Κόρη ενέργειαν, αλλά και ψυχής τας κόρας, ημών καταφωτίσας και του σώματος Άχραντε, όπως υμνώμεν αεί τα σεπτά σου μεγαλεία.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Τοις κωφοίς το ακούειν εδωρήσω, Μαρία Γοργοϋπήκοε˙ αλλά και ημών πάντων, διάνοιξον τα ώτα της ψυχής και του σώματος, όπως υμνώμεν αεί σεπτά Σου μεγαλεία.
Δόξα Πατρί.
Της πληγής της ακρίδος, ώσπερ πάλαι ερρύσω τους προσφυγόντας Σοι, ούτως ημάς εκ ταύτης, και πάλης άλλης βλάβης απολύτρωσαι, Δέσποινα, όπως υμνώμεν αεί σεπτά Σου μεγαλεία.
Και νύν.
Ως ηνώρθωσας πρώην τον παράλυτον, Κόρη Γοργοϋπήκοε, ούτως ημάς κατ’ άμφω, θερμή σου προστασία, παρειμένους ανόρθωσον, όπως υμνώμεν αεί σεπτά Σου μεγαλεία.
Ωδή η’. Τον Βασιλέα των Ουρανών.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Από παντοίων αρρωστημάτων, Παρθένε, ημάς ρύσαι θερμή Σου προστασία, ώσπερ τούτων, Κόρη, πολλούς ερρύσω πάλαι.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Πηγή θαυμάτων, Γοργοϋπήκοε Κόρη, η Εικών σου δέδεικται τω κόσμω, εξ ής οι διψώντες αρύονται εις κόρον.
Δόξα Πατρί.
Απολωλότα Σύ φανεροίς, Θεοτόκε, και παρέχεις χαράν τοις ευρούσιν˙ ως πολλή υπάρχει Εικόνος Σου η χάρις.
Και νύν.
Τη προσταγή Σου, Γοργοϋπήκοε Κόρη, πειθαρχούσι πάντα τα στοιχεία, εξ ών πάντας ρύη τους Σε προσκαλουμένους.
Ωδή θ’. Κυρίως Θεοτόκον.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Συνάχθητε προθύμως, προ της σεπτής Εικόνος, Δοχειαριτίσσης νοσούντων τα συστήματα, ο Ιατρός γαρ εν ταύτη μένει ο άμισθος.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Εικών η Ιερά Σου, άλλη ανεδείχθη, του Σιλωάμ κολυμβήθρα, Πανύμνητε, αποκαθαίρουσα νόσους ψυχής και σώματος.
Δόξα Πατρί.
Μονής Δοχειαρίου, ως λαμπάς εξήλθε, της Θεοτόκου Εικών η πανσέβαστος, και καταλάμπει τους Ταύτην πιστώς γεραίροντας.
Και νύν.
Εικόνι τη αγία, Γοργοϋπηκόου οι εν κινδύνοις προσπεύσατε άπαντες, και των θαυμάτων την χάριν άφθονον λήψεσθε.
Και ευθύς το «Άξιόν εστιν» και την Υψηλοτέραν των Ουρανών.
Είτα τα επόμενα μεγαλυνάρια.
Γοργοϋπηκόου την θαυμαστήν, και σεπτήν Εικόνα, προσκυνήσωμεν αδελφοί, θαύματα τελούσαν, και βρύουσαν ιάσεις, και ταύτην μετά πόθου κατασπασώμεθα.
Έχοντες Εικόνα Σου την σεπτήν, ανύμφευτε Κόρη, ως προπύργιον οχυρόν, προσφεύγομεν ταύτη, καιρώ τω των κινδύνων, και επηρείας πάσης απολυτρούμεθα.
Νυν καιρός ανάγκης ήλθεν ημίν, νύν παρέστη χρεία, βοηθείας Κόρη της Σής, λύτρωσαι ούν πάσης ανάγκης και κινδύνου, και χείρα βοηθείας τάχιστα όρεξον.
Έχει με Παρθένε ο Ουρανός, Σώμα και ψυχήν Σου, εξαστράποντα φαεινώς, έχει δε μορφήν Σου Μονή Δοχειαρίου, την επικαλουμένην Γοργοϋπήκοον.
Αρόν σου τα όμματα Μαριάμ, και ίδε ευσπλάχνως, τους Εικόνι Σου τη σεπτή, παρεστώτας Κόρη, και Σε παρακαλούντας, και πλήρωσον αιτήσεις τούτων Πανύμνητε.
Ίδοιμι Παρθένε ψυχορραγών, εν καιρώ θανάτου, την Εικόνα Σου την σεπτήν, παραμυθουμένην, και ιλαρώς ορώσαν, και όψεις των δαιμόνων αποδιώκουσαν.
Τέτρωμαι τω πόθω Σου Μαριάμ, φλέγει με ο έρως, καθοράν Σου της ιεράς, Εικόνος Παρθένε, το κάλλος και την δόξαν, και κόρον ου λαμβάνω του μεγαλύνειν Σε.
Τί ανταποδώσομεν οι οικτροί, δούλοί Σου, Παρθένε, αντί χάριτος της πολλής, ήνπερ ανεδείξω, ημίν χαρισαμένη, εικόνα Σου την θείαν πλούτον ουράνιον;
Πάσαι των Αγγέλων αι στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Αποστόλων η δωδεκάς, οι Άγιοι Πάντες μετά της Θεοτόκου , ποιήσατε πρεσβείαν εις το σωθήναι ημάς.
Είτα, Τρισάγιον˙ Παναγία Τριάς˙ Πάτερ ημών.
Ο Ιερεύς Ότι σου˙ και τα Τροπάρια ταύτα.
Ελέησον ημάς, Κύριε, ελέησον ημάς ˙ πάσης γαρ απολογίας απορούντες, ταύτην σοι την ικεσίαν, ως Δεσπότη οι αμαρτωλοί προσφέρομεν ˙ ελέησον ημάς
Δόξα Πατρί…
Κύριε, ελέησον ημάς, επί σοι γαρ πεποίθαμεν ‘ μη οργισθής ημίν σφόδρα, μηδέ μνησθής των ανομιών ημών’ αλλ΄επίβλεψον και νυν, ως εύσπλαχνος, και λύτρωσαι ημάς εκ των εχθρών ημών ˙ συ γαρ ει Θεός ημών και ημείς λαός σου ˙ πάντες έργα χειρών σου και το όνομά σου επικεκλήμεθα.
Και νυν…
Της ευσπλαχνίας την πύλην άνοιξον ημίν, ευλογημένη Θεοτόκε ˙ ελπίζοντες εις σε μη αστοχήσωμεν ˙ ρυσθείημεν δια σου των περιστάσεων˙ συ γαρ ει η σωτηρία του γένους των Χριστιανών.
Ήχος πλ. β’.
Ήχος β’. Πάντων προστατεύεις αγαθή.
Πάντας τους την θείαν και σεπτήν, Σου ασπαζομένους Εικόνα, Γοργοϋπήκοε, νόσων ελευθέρωσον ψυχής και σώματος˙ εξ εθνών επιθέσεως, λιμού, λοιμού Κόρη, πυρός τε και σεισμού, ακρίδος χαλάζης τε κάμπης και άλλης πληγής˙ ίνα εκ παντοίων κινδύνων, πάντοτε λυτρούμενοι πάντες, Σου το θείον όνομα δοξάζωμεν.
Ήχος πλ. δ’.
Δέσποινα πρόσδεξαι τας δεήσεις των δούλων σου, και λύτρωσαι ημάς από πάσης ανάγκης και θλίψεως.
Ήχος β’.
Την πάσαν ελπίδα μου, εις Σε ανατίθημι, Μήτερ του Θεού, φύλαξον ημάς υπό την Σκέπην Σου.
Ευλογήσαντος του Ιερέως, λέγομεν τον ΡΜΒ’ . (142) ΨΑΛΜΟΝ. «Κύριε εισάκουσον της προσευχής μου». πληρωθέντος αυτού ψάλλομεν ευθύς το, «Θεός Κύριος…», μετά των στίχων αυτού εις ήχον δ’ , το παρόν τροπάριον,
Τη Θεοτόκω εκτενώς.
Της Θεοτόκου τη εικόνι προσδράμωμεν, οι εν κινδύνοις και Αυτή νύν προσπέσωμεν, από βαθέων κράζοντες και πόνου ψυχής˙ τάχος ημών άκουσον, της δεήσεως Κόρη, ως Γοργοϋπήκοος, φερωνύμως κληθείσα˙ Σύ γαρ υπάρχεις πρόμαχος ημών, και εν ανάγκαις ετοίμη βοήθεια.
Δόξα Πατρί.
Τη Θεοτόκω εκτενώς νύν προσδράμωμεν…
Και νύν.
Ου σιωπήσωμεν ποτέ Θεοτόκε…
Ο Ν’ . (50ος ΨΑΛΜΟΣ)
Είτα αρχόμεθα του Κανόνος.
Ωδή α’. Ήχος δ’. Υγράν διοδεύσας.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Θαυμάτων των Θείων Σου την πληθύν, και των τεραστίων, ευφημήσαι επιχειρών, Σου δέομαι Κόρη εκ καρδίας, Γοργοϋπήκοε χάριν παράσχου μοι.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Τις ούκ εκπλαγείη της Σης Μορφής, τα θαύματα Κόρη, εκ γαρ ταύτης τω λειτουργώ, Τραπέζης εφώνησας τρισσάκις, Γοργοϋπήκοος όθεν ωνόμασαι.
Δόξα Πατρί.
Πώς Σου το τεράστιον εξειπείν, δυνήσομαι Κόρη; Συ γαρ πρώην τον απειθή, Μοναχόν αόμματον ειργάσω, και πάλιν τούτον κατέστησας βλέποντα.
Και νύν.
Χαίρε και ευφραίνου θεία Μονή, του Δοχειαρίου˙ Σύ γαρ έσχες την του παντός, Κυρίαν και προστάτιδα και σκέπην, καθάπερ Αύτη σαφώς επηγγείλατο.
Ωδή γ’ . Ουρανίας αψίδος.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Τους ατέκνους ευτέκνους, Σύ Μαριάμ έδειξας, και τας στειρευούσας μητέρας, Κόρη εποίησας, Γοργοϋπήκοε, ευφραινομένας εν τέκνοις˙ τις ούν ούκ εξίσταται τα μεγαλείά Σου;
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Βουλγαρία κηρύττει, της Σης Μορφής θαύματα, ώ Γοργοϋπήκοε Κόρη. Δύσις Εώα τε˙ κρήνη γαρ γέγονας, βλύζουσα χάριτος πάσι, τοις προσκαλουμένοις Σου, το Θείον Όνομα.
Δόξα Πατρί.
Του καρκίνου το πάθος, εκ της χειρός οίχεται, του σεμνού γυναίου Παρθένε, τη επισκέψει Σου˙ όθεν η πάσχουσα, εκ της οδύνης λυθείσα, χαίρουσα εκήρυττε τα χαριστήρια.
Και νύν.
Θαυμαστώς ωραιώθη, η Ση Εικών Πάναγνε, και υπέρ ακτίνας ηλίου, φωτίζει άπαντας, Γοργοϋπήκοε, τις ούν αυτήν επαινέσει, ήν περ και οι Άγγελοι, φόβω καλύπτουσιν;
Επάκουσον, Γοργοϋπήκοε Κόρη Θεογεννήτορ, τας ικεσίας Παρθένε των δούλων Σου, και λύτρωσαι εκ παντοίων κινδύνων.
Απέλασον, της αθυμίας τα νέφη εκ της ψυχής μου, και χαράν αγνή τω Σω ικέτη παράσχου μοι, ως της χαράς το δοχείον υπάρχουσα.
Ο Ιερεύς μνημονεύει ως συνήθως. Το «Κύριε ελέησον ιε’. (15). Είτα το κάθισμα.
Ήχος β’. Πρεσβεία θερμή.
Πολέμοις Αγνή, πολλοίς περικυκλούμενοι, εχθρών ορατών και αοράτων Δέσποινα˙ Σοι θερμώς κραυγάζομεν, θραύσον τα τούτων όπλα τω κράτει Σου, και ειρηναίαν δος ημίν ζωήν, τοις Σοις οικέταις, Γοργοϋπήκοε.
Ωδή δ’ . Εισακήκοα Κύριε.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Εις τα πέρατα άπαντα, η Θαυματουργός Σου Εικών τεθρύληται, και νύν πάντες εν τω στόματι, την Γοργοϋπήκοον προφέρουσι.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Και κατ’ όναρ, Παντάνασσα, αλλά και καθ’ ύπαρ, Γοργοϋπήκοε, φαινομένη τα θαυμάσια, εκτελείς εν κόσμω τα παράδοξα.
Δόξα Πατρί.
Τις Σου, Κόρη, το όνομα, εν ανάγκη πάση επεκαλέσατο, και γοργώς αυτού ούκ ήκουσας, ως Γοργοϋπήκοος υπάρχουσα,
Και νύν.
Μακαρία γεγένησαι, ως Δοχειαρίου Μονή επίσημε, την εικόνα γαρ επλούτησας, Γοργοϋπηκόου την πανσέβαστον.
Ωδή ε’. Φώτισον ημάς.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Πώς Σου την μορφήν, ο ανάξιος θεάσωμαι, Γοργοϋπήκοε Παντάνασσα, μεμολυσμένοις οφθαλμοίς μου την πανάσπιλον.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Θάλασσα και γη, της εικόνος Σου τα θαύματα, Γοργοϋπήκοε, κηρύττουσι˙ των Σων χαρίτων γαρ ταύτα άμφω απήλαυσαν.
Δόξα Πατρί.
Κλέπτην φανεροίς, τον τα χρήματα συλήσαντα, τα του πλησίον, Μητροπάρθενε, και αποδίδως δικαίως ταύτα τω έχοντι.
Και νύν.
Είδος το σεπτόν, εμφερείας Σου Πανύμνητε, ως φως λαμπρύνει πάντας βλέποντας, και προσκυνείν αυτό, πείθει και κατασπάζεσθαι.
Ωδή στ’. Την δέησιν εκχεώ.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Φιλόστοργος ώσπερ Μήτηρ Δέσποινα, οραθείσα προσεκάλεις τον παίδα, προς εαυτήν, έως ου ελυτρώσω, εκ της χειρός των ληστών Μητροπάρθενε˙ άλλ’ εύρομέν Σε και ημείς, οι Σοι δούλοι Μητέρα φιλόστοργον.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Ούκ έχομεν οι οικτροί οικέται Σου, άλλην πλην Σου προστασίαν και σκέπην˙ διο Αγνή, εκ καρδίας βοώμεν, από κινδύνου παντός ελευθέρωσον, την Μάνδραν σου την Ιεράν, και πιστούς, τους προς Σε καταφεύγοντας.
Δόξα Πατρί.
Ως έσωσας θαλαττίου κλύδωνος, τους φωνήσαντας την θείαν Σου κλήσιν, ούτως ημάς, αισθητού ναυαγίου, και νοητού, Θεοτόκε, διάσωσον, και όρμισον εις γαληνούς, σωτηρίας λιμένας τους δούλους σου.
Και νύν.
Ο κόσμος Σε σωτηρίαν κέκτηται, και θερμήν εν πειρασμοίς προστασίαν˙ όθεν Αγνή, τη σεπτή σου εικόνι, απανταχόθεν προστρέχουσιν άνθρωποι, και πάντες Σε καταφυγήν, και παράκλησιν Κόρη ευρίσκουσι.
Επάκουσον Γοργοϋπήκοε Κόρη … κ.λ.π.
Απέλασον της αθυμίας τα νέφη… κ.λ.π.
Ο Ιερεύς μνημονεύει ως συνήθως, το «Κύριε ελέησον»
ιβ’ . Μετά την εκφώνησιν το Κοντάκιον.
Ήχος β’. Τά άνω ζητών.
Πελάγει δεινώ, του βίου χειμαζόμενοι, και παντοίων παθών, τρικυμίαις ποντούμενοι, και σάλω περιπίπτοντες, Παρθένε πειρασμών, εις μορφήν Σου την σεπτήν καταφεφύγομεν θερμώς, ως εις λιμένα εύδιον, έκτεινον ημίν χείρα, ως Πέτρω ο Υιός σου, και κλυδωνίου εκ παντός ημάς Κόρη λύτρωσαι.
Ο Ιερεύς μνημονεύει, ως δεδήλωται. Και μετά την Εκφώνησιν ψάλλεται˙ Κοντάκιον.
Ήχος β’.
Προστασία των Χριστιανών ακαταίσχυντε, μεσιτεία προς τον ποιητήν αμετάθετε, μη παρίδης αμαρτωλών δεήσεων φωνάς˙ αλλά πρόφθασον ως αγαθή, εις την βοήθειαν ημών, των πιστώς κραυγαζόντων σοι. Τάχυνον εις πρεσβείαν, και σπεύσον εις ικεσίαν, η προστατεύουσα αεί, Θεοτόκε των τιμώντων σε.
Προκείμενον.
Μνησθήσομαι του ονόματός σου εν πάση γενεά και γενεά. (Δις).
Στίχος.
Άκουσον Θύγατερ, και ίδε, και κλίνον το ούς σου, και επιλάθου του λαού σου, και του οίκου του πατρός σου.
Και επιθυμήσει ο Βασιλεύς του κάλλους σου, ότι αυτός εστί Κύριός σου, και προσκυνήσεις αυτώ.
Ο Ιερεύς˙ Και υπέρ του καταξιωθήναι ημάς της ακροάσεως του Αγίου
Ευαγγελίου, Κύριον τον Θεόν ημών ικετεύσωμεν.
Σοφία Ορθοί, ακούσωμεν του Αγίου Ευαγγελίου ειρήνη πάσι.
Εκ του κατά Λουκάν Αγίου Ευαγγελίου το Ανάγνωσμα. Πρόσχωμεν.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ
Κεφάλαιον α’. 39
Εν ταις ημέραις εκείναις, αναστάσα Μαριάμ επορεύθη εις την ορεινήν μετά σπουδής εις πόλιν Ιούδα, και εισήλθεν εις τον οίκον Ζαχαρίου και ησπάσατο την Ελισάβετ. Και εγένετο ως ήκουσεν η Ελισάβετ τον ασπασμόν της Μαρίας, εσκίρτησε το βρέφος εν τη κοιλία αυτής˙ και επλήσθη Πνεύματος Αγίου η Ελισάβετ και ανεφώνησε φωνή μεγάλη και είπεν˙ Ευλογημένη συ εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου. Και πόθεν μοι τούτο ίνα έλθη η μήτηρ του Κυρίου μου προς με; Ιδού γαρ ως εγένετο η φωνή του ασπασμού σου εις τα ώτα μου, εσκίρτησε το βρέφος εν αγαλλιάσει εν τη κοιλία μου. Και μακαρία η πιστεύσασα ότι έσται τελείωσις τοις λελαλημένοις αυτή παρά Κυρίου.
Και είπε Μαριάμ ˙ Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον και ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω Σωτήρι μου, ότι επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού. Ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί ˙ ότι εποίησέ μοι μεγαλεία ο δυνατός και άγιον το όνομα αυτού.
Έμεινε δε Μαριάμ συν αυτή ωσεί μήνας τρεις και υπέστρεψεν εις τον οίκον αυτής.
Δόξα Πατρί.
Πάτερ, Λόγε, Πνεύμα, Τριάς η εν Μονάδι, εξάλειψον τα πλήθη, των εμών εγκλημάτων.
Και νύν.
Γοργοϋπηκόου, ταις θείαις Ικεσίαις, εξάλειψον τα πλήθη των εμών εγκλημάτων.
Στίχ. Ελέησόν με ο Θεός κατά το μέγα έλεός Σου, και κατά το πλήθος των οικτιρμών Σου εξάλειψον το ανόμημά μου.
Ήχος πλ. β’. Όλην αποθέμενοι.
Την Γοργοϋπήκοον, της Θεοτόκου εικόνα, πάντες ευφημήσωμεν, Σελήνην την ένδοξον, και ολόφωτον, την λαμπράν άλωνα, σφαίραν την ουράνιον, και πολύαστρον υπάρχουσαν˙ άρκτον επτάστερον, δι’ ης προς Θεόν οδηγούμεθα˙ Παρθένον αγλαόμορφον, άστροις τε πολλοίς διαυγάζουσαν, Πλειάδα ωραίαν, και ίριν ποικιλόχροον, δι’ ής , κατακλυσμού ημάς ρύεται, πάντοτε ο Κύριος.
Όμοιον.
Πάντων τα αιτήματα, Γοργοϋπήκοε Κόρη, πλήρωσον των δούλων σου , των εις Σε εκ πίστεως, προσιόντων Σοι, και την Σήν Άχραντε, επικαλουμένων, αρωγήν τε και αντίληψιν˙ εκ πάσης θλίψεως, και ασθενειών και κακώσεων, ψυχής ομού υμνώμεν, δοξάζοντες Χριστόν τον Σον Υιόν, όν εκδυσώπει Πανύμνητε, σώσαι τας ψυχάς ημών.
Ο Ιερεύς το «Σώσον ο Θεός τον λαόν Σου …» και το «Κύριε ελέησον» ιβ’ .
Μετά το «Ελέει και οικτιρμοίς…» αποπληρούμεν τας λοιπάς ωδάς του κανόνος.
Ωδή ζ’. Οι εκ της Ιουδαίας.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Τοις τυφλοίς εχαρίσω οφθαλμών την του βλέπειν, Κόρη ενέργειαν, αλλά και ψυχής τας κόρας, ημών καταφωτίσας και του σώματος Άχραντε, όπως υμνώμεν αεί τα σεπτά σου μεγαλεία.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Τοις κωφοίς το ακούειν εδωρήσω, Μαρία Γοργοϋπήκοε˙ αλλά και ημών πάντων, διάνοιξον τα ώτα της ψυχής και του σώματος, όπως υμνώμεν αεί σεπτά Σου μεγαλεία.
Δόξα Πατρί.
Της πληγής της ακρίδος, ώσπερ πάλαι ερρύσω τους προσφυγόντας Σοι, ούτως ημάς εκ ταύτης, και πάλης άλλης βλάβης απολύτρωσαι, Δέσποινα, όπως υμνώμεν αεί σεπτά Σου μεγαλεία.
Και νύν.
Ως ηνώρθωσας πρώην τον παράλυτον, Κόρη Γοργοϋπήκοε, ούτως ημάς κατ’ άμφω, θερμή σου προστασία, παρειμένους ανόρθωσον, όπως υμνώμεν αεί σεπτά Σου μεγαλεία.
Ωδή η’. Τον Βασιλέα των Ουρανών.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Από παντοίων αρρωστημάτων, Παρθένε, ημάς ρύσαι θερμή Σου προστασία, ώσπερ τούτων, Κόρη, πολλούς ερρύσω πάλαι.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Πηγή θαυμάτων, Γοργοϋπήκοε Κόρη, η Εικών σου δέδεικται τω κόσμω, εξ ής οι διψώντες αρύονται εις κόρον.
Δόξα Πατρί.
Απολωλότα Σύ φανεροίς, Θεοτόκε, και παρέχεις χαράν τοις ευρούσιν˙ ως πολλή υπάρχει Εικόνος Σου η χάρις.
Και νύν.
Τη προσταγή Σου, Γοργοϋπήκοε Κόρη, πειθαρχούσι πάντα τα στοιχεία, εξ ών πάντας ρύη τους Σε προσκαλουμένους.
Ωδή θ’. Κυρίως Θεοτόκον.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Συνάχθητε προθύμως, προ της σεπτής Εικόνος, Δοχειαριτίσσης νοσούντων τα συστήματα, ο Ιατρός γαρ εν ταύτη μένει ο άμισθος.
Υπεραγία Θεοτόκε Γοργοϋπήκοε σώσον ημάς.
Εικών η Ιερά Σου, άλλη ανεδείχθη, του Σιλωάμ κολυμβήθρα, Πανύμνητε, αποκαθαίρουσα νόσους ψυχής και σώματος.
Δόξα Πατρί.
Μονής Δοχειαρίου, ως λαμπάς εξήλθε, της Θεοτόκου Εικών η πανσέβαστος, και καταλάμπει τους Ταύτην πιστώς γεραίροντας.
Και νύν.
Εικόνι τη αγία, Γοργοϋπηκόου οι εν κινδύνοις προσπεύσατε άπαντες, και των θαυμάτων την χάριν άφθονον λήψεσθε.
Και ευθύς το «Άξιόν εστιν» και την Υψηλοτέραν των Ουρανών.
Είτα τα επόμενα μεγαλυνάρια.
Γοργοϋπηκόου την θαυμαστήν, και σεπτήν Εικόνα, προσκυνήσωμεν αδελφοί, θαύματα τελούσαν, και βρύουσαν ιάσεις, και ταύτην μετά πόθου κατασπασώμεθα.
Έχοντες Εικόνα Σου την σεπτήν, ανύμφευτε Κόρη, ως προπύργιον οχυρόν, προσφεύγομεν ταύτη, καιρώ τω των κινδύνων, και επηρείας πάσης απολυτρούμεθα.
Νυν καιρός ανάγκης ήλθεν ημίν, νύν παρέστη χρεία, βοηθείας Κόρη της Σής, λύτρωσαι ούν πάσης ανάγκης και κινδύνου, και χείρα βοηθείας τάχιστα όρεξον.
Έχει με Παρθένε ο Ουρανός, Σώμα και ψυχήν Σου, εξαστράποντα φαεινώς, έχει δε μορφήν Σου Μονή Δοχειαρίου, την επικαλουμένην Γοργοϋπήκοον.
Αρόν σου τα όμματα Μαριάμ, και ίδε ευσπλάχνως, τους Εικόνι Σου τη σεπτή, παρεστώτας Κόρη, και Σε παρακαλούντας, και πλήρωσον αιτήσεις τούτων Πανύμνητε.
Ίδοιμι Παρθένε ψυχορραγών, εν καιρώ θανάτου, την Εικόνα Σου την σεπτήν, παραμυθουμένην, και ιλαρώς ορώσαν, και όψεις των δαιμόνων αποδιώκουσαν.
Τέτρωμαι τω πόθω Σου Μαριάμ, φλέγει με ο έρως, καθοράν Σου της ιεράς, Εικόνος Παρθένε, το κάλλος και την δόξαν, και κόρον ου λαμβάνω του μεγαλύνειν Σε.
Τί ανταποδώσομεν οι οικτροί, δούλοί Σου, Παρθένε, αντί χάριτος της πολλής, ήνπερ ανεδείξω, ημίν χαρισαμένη, εικόνα Σου την θείαν πλούτον ουράνιον;
Πάσαι των Αγγέλων αι στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Αποστόλων η δωδεκάς, οι Άγιοι Πάντες μετά της Θεοτόκου , ποιήσατε πρεσβείαν εις το σωθήναι ημάς.
Είτα, Τρισάγιον˙ Παναγία Τριάς˙ Πάτερ ημών.
Ο Ιερεύς Ότι σου˙ και τα Τροπάρια ταύτα.
Ελέησον ημάς, Κύριε, ελέησον ημάς ˙ πάσης γαρ απολογίας απορούντες, ταύτην σοι την ικεσίαν, ως Δεσπότη οι αμαρτωλοί προσφέρομεν ˙ ελέησον ημάς
Δόξα Πατρί…
Κύριε, ελέησον ημάς, επί σοι γαρ πεποίθαμεν ‘ μη οργισθής ημίν σφόδρα, μηδέ μνησθής των ανομιών ημών’ αλλ΄επίβλεψον και νυν, ως εύσπλαχνος, και λύτρωσαι ημάς εκ των εχθρών ημών ˙ συ γαρ ει Θεός ημών και ημείς λαός σου ˙ πάντες έργα χειρών σου και το όνομά σου επικεκλήμεθα.
Και νυν…
Της ευσπλαχνίας την πύλην άνοιξον ημίν, ευλογημένη Θεοτόκε ˙ ελπίζοντες εις σε μη αστοχήσωμεν ˙ ρυσθείημεν δια σου των περιστάσεων˙ συ γαρ ει η σωτηρία του γένους των Χριστιανών.
Ήχος πλ. β’.
Ήχος β’. Πάντων προστατεύεις αγαθή.
Πάντας τους την θείαν και σεπτήν, Σου ασπαζομένους Εικόνα, Γοργοϋπήκοε, νόσων ελευθέρωσον ψυχής και σώματος˙ εξ εθνών επιθέσεως, λιμού, λοιμού Κόρη, πυρός τε και σεισμού, ακρίδος χαλάζης τε κάμπης και άλλης πληγής˙ ίνα εκ παντοίων κινδύνων, πάντοτε λυτρούμενοι πάντες, Σου το θείον όνομα δοξάζωμεν.
Ήχος πλ. δ’.
Δέσποινα πρόσδεξαι τας δεήσεις των δούλων σου, και λύτρωσαι ημάς από πάσης ανάγκης και θλίψεως.
Ήχος β’.
Την πάσαν ελπίδα μου, εις Σε ανατίθημι, Μήτερ του Θεού, φύλαξον ημάς υπό την Σκέπην Σου.