Η εποχή μας είναι υποτίθεται μία εποχή μετα-χριστιανική (και εν πολλοίς αντι-χριστιανική) και αυτό, σύμφωνα με τους ινστρούχτορες της νέας εποχής, είναι δείγμα «προόδου» και «εξέλιξης» της κοινωνίας μας. Σε μια τέτοια εποχή η πίστη χλευάζεται και οι άνθρωποι της πίστης (και για να είμαστε ειλικρινείς της χριστιανικής πίστης) σαρκάζονται, εξοβελίζονται από την δημόσια σφαίρα, περιθωριοποιούνται και στιγματίζονται ως «σκοταδιστές».
Κι όμως η πολιτικά ορθή / νεοταξική / αριστερή «χοντρή κυρία» που έχει κάτσει στο σβέρκο μας, μας βαράει με το καμουτσίκι και μας σέρνει στον γκρεμό, έχει συστήσει δικές της θρησκευτικές νόρμες, αλάθητα, ιερά σεβάσματα, δεισιδαιμονίες, ξόρκια και ξεματιάσματα.
Πάρτε παράδειγμα το τι ακολουθεί μετά από κάθε νέο τρομοκρατικό κτύπημα. Τα ίδια και τα ίδια χιλιοειπωμένα σλόγκαν γράφονται και ακούγονται από επώνυμους και ανώνυμους. «Δεν φοβόμαστε», «Είμαστε ενωμένοι», «Η αγάπη θα νικήσει», «Όχι στο μίσος» κλπ. Δεν ξέρω αν ξέχασα τίποτε. Φυσικά, παρακάμπτω το γεγονός ότι κάθε είδους ανάλογο σλόγκαν είναι ουδετεροποιημένο ιδεολογικά, άχρωμο και άγευστο, κάτι που δεν συμβαίνει, όταν υπάρχει (ή ακόμα και όταν δεν υπάρχει) κάποιο βίαιο επεισόδιο από τον χώρο της «ακροδεξιάς». Εκεί δεν αρκεί μια γενικόλογη, ουδέτερη αναφορά στο «μίσος», αλλά οι ταμπέλες βοούν και οι όχλοι ουρλιάζουν «όχι στους φασίστες», «όχι στους ναζί», «όχι στους λευκούς» (!) κλπ
Επανερχόμαστε στα ξόρκια. Γιατί περί ξορκιών μιλάμε. Ξόρκι είναι υποτίθεται μία λέξη ή φράση που θεωρείται ότι διώχνει το κακό πνεύμα. Στην συγκεκριμένη περίπτωση το κακό πνεύμα είναι οι «ενσωματωμένοι» τρομοκράτες της διπλανής πόρτας ή εισαγόμενοι που βρήκαν ανοιχτή την πόρτα (“open borders!”) και μπήκαν. Όλοι αυτοί που κινούνται στο σκοτάδι ετοιμάζοντας το νέο τους κτύπημα, υποτίθεται ότι εάν ακούσουν ανάλογα τρομακτικά και παντοδύναμα σλόγκαν / ξόρκια θα νεκρώσουν από τον φόβο τους (πιθανόν και να κατουρηθούν πάνω τους) και κάθε κακή τους σκέψη ή «αρνητική ενέργεια» θα διωχθεί.
Εγώ λοιπόν ο άπιστος και αιρετικός που δεν πιστεύω στα ξόρκια και στα ξεματιάσματα του νεοταξικού αριστερού νεο-σκοταδισμού, αμφισβητώ τους σοφούς του κόσμου τούτου και θέτω σε εξέταση με βάση την λογική (!) όλα τους τα κλισέ σλόγκαν – ξόρκια.
«Είμαστε ενωμένοι». Πολύ ωραία θα πει κι ο Αχμέντ της διπλανής πόρτας. Μαζευτείτε, συγκεντρωθείτε, να σας καθαρίσω καλύτερα. Δηλαδή, για να μιλήσουμε σοβαρά, ας υποθέσουμε ότι εισβάλει ένας αλαχακμπάρης κραδαίνοντας φαλτσέτα στο σπίτι μου, με σκοπό να κόψει σε φέτες εμένα, την γυναίκα μου και τα παιδιά μου. Εάν του πω «εμείς εδώ είμαστε ενωμένοι» θα γλιτώσω το πετσόκομα;
Εάν του πω «η αγάπη θα νικήσει», θα τον πείσω; Μήπως εάν τοποθετούσα στην είσοδο του σπιτιού μια κόκκινη καρδούλα, ένα ροζ κεράκι και ένα χαριτωμένο αρκουδάκι; Για να μιλήσουμε σοβαρά. Είναι υποχρεωμένος ο άλλος να δεχτεί και να συμφωνήσει ότι η αγάπη θα νικήσει; Γιατί δηλαδή, σώνει και καλά, θα νικήσει η αγάπη; Στημένο είναι το ματς; Εάν ο άλλος με την "διαφορετική κουλτούρα" (και με την φαλτσέτα), υποστηρίζει και γουστάρει το μίσος, δεν ακούγεται όλο αυτό το «η αγάπη θα νικήσει» λίγο μονοδιάστατο, απόλυτο, «φασιστικό» - και ναι! ρατσιστικό; Μην ξεχνάτε ότι είμαστε σε καιρούς εξύμνησης του σεβασμού στη "διαφορετικότητα". Σαν λες του φανατικού οπαδού μιας ποδοσφαιρικής ομάδας ότι σώνει και καλά θα νικήσει ο αιώνιος αντίπαλός του. Έχεις δικαίωμα να το κάνεις αυτό; (Βεβαίως για να μιλήσουμε ακόμα πιο σοβαρά, οι έννοιες «αγάπη» και «μίσος» είναι σχετικές και ερμηνεύονται κατά το δοκούν. Και ο άλλος θα σου πει ότι αγαπάει τον Αλλάχ και το νόμο του, ενώ εσύ ο άπιστος μισείς την Σαρία. Κάνοντάς σε φέτες λοιπόν σε κάνει να φύγεις από αυτό το «μίσος» και να έρθεις στην αληθινή «αγάπη». Μπορεί να μην ταιριάζει στην δική σου κοσμοαντίληψη, αλλά ο πιστός μιας θρησκείας θεωρεί τον εαυτό του κάτι σαν απόστολο της αγάπης…).
Τα παραπάνω ισχύουν και για το σλόγκαν / ξόρκι «Όχι στο μίσος».
Και πάμε στο «Δεν φοβόμαστε». Εδώ έχουμε, υποτίθεται, μια δήλωση θάρρους. Είναι όμως έτσι; Εάν σε σύρουν στο εκτελεστικό απόσπασμα και ετοιμάζεσαι να ακούσεις το πυρ, μπορείς να κάνεις τέτοιες δηλώσεις, εάν το λέει η καρδιά σου. Εάν όμως λάβεις μία πληροφορία ότι έρχεται ένα τσουνάμι σε λίγες ώρες και θα κτυπήσει την παραλιακή πόλη που βρίσκεσαι και παρόλα αυτά εσύ επιλέγεις να κάθεσαι ανέμελος κάτω από την ομπρελίτσα σου στην παραλία, κρατώντας σφικτά μαζί σου τα παιδιά σου, απαγγέλλοντας κάθε δυο δευτερόλεπτα, εν είδει μάντρα, το «δεν φοβόμαστε», δεν είσαι ατρόμητος, είσαι ηλίθιος και στην συγκεκριμένη περίπτωση δολοφόνος των παιδιών σου. Όχι μόνο παραμελείς να εποπτεύσεις και να προστατεύσεις τα παιδιά σου, αλλά εν γνώσει σου εκθέτεις ανθρώπινες υπάρξεις που σε εμπιστεύονται και για τις οποίες έχει απόλυτη ευθύνη, σε άμεσο κίνδυνο. Και ενώ σε νομικό επίπεδο, σε ολόκληρο τον σύγχρονο κόσμο, τέτοιες συμπεριφορές είναι ποινικά κολάσιμες, σε πολιτειακό / κοινωνικό επίπεδο, όταν ένα κράτος εκθέτει εν γνώσει του σε άμεσο κίνδυνο την ζωή των υπηκόων του, για τους οποίους υποτίθεται μεριμνά, όχι μόνο δεν δικάζεται, όχι μόνο δεν ανατρέπεται (!), όχι μόνο δεν στιγματίζεται, αλλά επαινείται (!!!) ως «δημοκρατικό», «προοδευτικό», «ανοιχτό» κλπ.
Τα δε τρομοκρατικά χτυπήματα, όλοι αυτοί οι εγκληματίες πολιτικάντηδες (σε αρραγή συνεργασία με τους κολαούζους τους καναλάρχες - mediaκράτορες και αντάμα με τους διάφορους «ακτιβιστές»), προσπαθούν να τα περάσουν ως «αναγκαίο κακό», σαν κάποιο ακραίο καιρικό φαινόμενο, κάτι σαν ένα χτύπημα της φύσης ή της «μοίρας». Εξ ου και η ανάγκη των ξορκιών.
Μόνο που στο επόμενο χτύπημα (που θα σπεύσουν να «καταδικάσουν» όλοι οι ηγέτες του «σύγχρονου κόσμου»), μπορεί να είναι το παιδί μου και το παιδί σου. Εσύ ή εγώ. Τι λες, θα έχει πιάσει το ξόρκι;
Η εγνωσμένη αποτελεσματικότητα των «φτου –φτου!», «μακριά από εμάς» και «χτύπα ξύλο» ως εγγυημένων αποτρεπτικών μέσων δυσμενών εξελίξεων στην ζωή μας εγγυάται ότι θα πιάσουν.
Τα δε τρομοκρατικά χτυπήματα, όλοι αυτοί οι εγκληματίες πολιτικάντηδες (σε αρραγή συνεργασία με τους κολαούζους τους καναλάρχες - mediaκράτορες και αντάμα με τους διάφορους «ακτιβιστές»), προσπαθούν να τα περάσουν ως «αναγκαίο κακό», σαν κάποιο ακραίο καιρικό φαινόμενο, κάτι σαν ένα χτύπημα της φύσης ή της «μοίρας». Εξ ου και η ανάγκη των ξορκιών.
Μόνο που στο επόμενο χτύπημα (που θα σπεύσουν να «καταδικάσουν» όλοι οι ηγέτες του «σύγχρονου κόσμου»), μπορεί να είναι το παιδί μου και το παιδί σου. Εσύ ή εγώ. Τι λες, θα έχει πιάσει το ξόρκι;
Η εγνωσμένη αποτελεσματικότητα των «φτου –φτου!», «μακριά από εμάς» και «χτύπα ξύλο» ως εγγυημένων αποτρεπτικών μέσων δυσμενών εξελίξεων στην ζωή μας εγγυάται ότι θα πιάσουν.