ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΜΕΤΑ ΤΟ ΠΑΣΧΑ;
Η κυβέρνηση επαναφέρει το θέμα της αλλαγής του εκλογικού νόμου...
αναζητώντας τρόπους να υπερκεράσει τα προβλήματα που αντιμετωπίζει και βεβαίως να παραμείνει στην εξουσία βλέποντας πώς τα μικρά κόμματα αποδυναμώνονται και η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν “τραβάει”. Ακόμη και στις δημοσκοπήσεις φαίνεται να έχει προβάδισμα οριακό το οποίο απέκτησε μετά την εκλογή του νέου της προέδρου και ενώ η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με σωρεία προβλημάτων.
Ο υπουργός Εσωτερικών Παναγιώτης Κουρουμπλής άνοιξε εκ νέου το θέμα της αλλαγής του εκλογικού νόμου χθες και ασφαλώς όχι τυχαία, τη στιγμή μάλιστα που από τη ΝΔ ένα έμπειρο στέλεχος, όπως ο Νικήτας Κακλαμάνης δήλωνε πώς η κυβέρνηση είναι πολύ πιθανό να προχωρήσει σε εκλογικό αιφνιδιασμό μέχρι τον Ιούνιο.
Ο κ. Κουρουμπλής χαρακτήρισε πολιτικό έκτρωμα τον υφιστάμενο εκλογικό νόμο, δηλώνοντας πώς δεν εκφράζει την κοινωνία και αναφέρθηκε στις αλλαγές που σχεδιάζει η κυβέρνηση προωθώντας έναν νέο προς το αναλογικότερο.
Βάσει αυτών, οι μεγάλες εκλογικές περιφέρειες θα “σπάσουν” σε μικρότερες, ο αριθμός των βουλευτών θα μειωθεί από τους 300 σήμερα, θα μειωθεί το μπόνους των 50 εδρών, θα υπάρξει καθορισμός ανώτατου αριθμού κοινοβουλευτικών θητειών για τους βουλευτές, θα υπάρξει ασυμβίβαστο βουλευτικής και υπουργικής ιδιότητας και ασυμβίβαστο υπουργικής ιδιότητας και υποψηφιότητας στις αμέσως επόμενες εκλογές.
“Φυσικά θα γίνει διάλογος με τα υπόλοιπα κόμματα”, δήλωσε ο κ. Κουρουμπλής. Γιατί άραγε αυτή η πρεμούρα να αλλάξει τον εκλογικό νόμο η κυβέρνηση; Κατ' αρχήν πιστεύουν στο Μέγαρο Μαξίμου πώς με ένα πιο αναλογικό σύστημα θα συμφωνήσουν και τα μικρότερα κόμματα, άρα μπορεί να συγκεντρωθεί ο αριθμός των 200 βουλευτών που απαιτούνται για να ισχύσει από τις επόμενες εκλογές.
Το πιο σημαντικό όμως είναι πώς στο Μέγαρο Μαξίμου βλέπουν ότι όπως μετασχηματίζεται το πολιτικό σύστημα, ο ΣΥΡΙΖΑ με ένα ακόμη κόμμα, όπως σήμερα οι ΑΝΕΛ, δεν θα μπορέσει και πάλι να σχηματίσει κυβέρνηση. Θα απαιτηθεί και άλλο ή άλλα κόμματα. Εκτιμούν επίσης πώς τα κόμματα που κινούνται στο χώρο της κεντροαριστεράς συγκεντρώνουν σαφώς μεγαλύτερο ποσοστό απ' ότι τα κόμματα της κεντροδεξιάς.
Άρα, ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να σχηματίσει μία κυβέρνηση με το ΠΑΣΟΚ, την Ένωση Κεντρώων και τον σημερινό συνεταίρο του, τους ΑΝΕΛ, ενώ η ΝΔ θα μπορούσε να έχει στο πλευρό της μόνο το Ποτάμι, αν τελικώς παραμείνει ως έχει και δεν διασπαστεί αφού ένα μέρος του κινείται προς τη συνεργασία με τη ΝΔ και ένα άλλο θέλει συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Με έναν νέο εκλογικό νόμο που ενδεχομένως χαμήλωνε τον πήχη εισόδου στη Βουλή (από το 3% στο 2%) θα ευνοούνταν σαφώς τα μικρότερα κόμματα που σήμερα κλυδωνίζονται, ενώ θα μπορούσε να μπει στη Βουλή και η Λαϊκή Ενότητα, οπότε ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε δυνητικά να έχει έναν ακόμη συνεταίρο.
Σε αυτό το σύστημα έρχεται να “κουμπώσει” και μία πληροφορία που θέλει το Μέγαρο Μαξίμου να εξετάζει το ενδεχόμενο το μπόνους των εδρών να μην το παίρνει απαραίτητα το πρώτο κόμμα, αλλά ακόμη και το δεύτερο αν έχει εκ των προτέρων συνασπισθεί με κόμματα τα οποία στις εκλογές θα αθροίσουν μαζί του μεγαλύτερο ποσοστό από το νικητή.
Τα “ανοίγματα” λοιπόν του Αλέξη Τσίπρα προς τους σοσιαλιστές φαίνεται πώς εξυπηρετούν συγκεκριμένες σκοπιμότητες, αφού όπως φάνηκε και στην υπόθεση του Γιάννη Μουζάλα το ΠΑΣΟΚ ήταν εκείνο που πρώτο έσπευσε να στηρίξει την κυβέρνηση.
Τώρα, όσον αφορά στο χρόνο των εκλογών σωστά ο κ. Κακλαμάνης το προσδιόρισε μέχρι τον Ιούνιο. Η κυβέρνηση θα ήθελε να έχει πετύχει την αλλαγή του εκλογικού νόμου μέσα στο επόμενο δίμηνο και όταν, όπως εκτιμούν θα βρίσκονταν μία ευνοϊκή συγκυρία γι΄αυτή να προκηρύξει εκλογές. Ποια μπορεί να είναι αυτή; Ίσως το άνοιγμα και μία καλή κατάληξη στο θέμα του δημοσίου χρέους.
Με το μεταναστευτικό να σκεπάζει την επικαιρότητα η κυβέρνηση εκτιμάται πώς μέσα στο επόμενο διάστημα θα έχει συμφωνήσει με τους δανειστές στην αξιολόγηση, με τη λήψη ασφαλώς επώδυνων μέτρων.
Οπότε αμέσως μετά θα ανοίξει η συζήτηση για το χρέος και μπορεί να υπάρξει αν όχι “κούρεμα” μία επιμήκυνση του, η οποία ωστόσο με χαμηλά ή μηδενικά επιτόκια και χάρισμα κάποιων τόκων να ελαφρύνει το δημόσιο χρέος, και να δώσει στην κυβέρνηση την ευκαιρία που θέλει να προσφύγει στις κάλπες ανανεώνοντας την θητεία της.
Πηγή
Η κυβέρνηση επαναφέρει το θέμα της αλλαγής του εκλογικού νόμου...
αναζητώντας τρόπους να υπερκεράσει τα προβλήματα που αντιμετωπίζει και βεβαίως να παραμείνει στην εξουσία βλέποντας πώς τα μικρά κόμματα αποδυναμώνονται και η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν “τραβάει”. Ακόμη και στις δημοσκοπήσεις φαίνεται να έχει προβάδισμα οριακό το οποίο απέκτησε μετά την εκλογή του νέου της προέδρου και ενώ η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με σωρεία προβλημάτων.
Ο υπουργός Εσωτερικών Παναγιώτης Κουρουμπλής άνοιξε εκ νέου το θέμα της αλλαγής του εκλογικού νόμου χθες και ασφαλώς όχι τυχαία, τη στιγμή μάλιστα που από τη ΝΔ ένα έμπειρο στέλεχος, όπως ο Νικήτας Κακλαμάνης δήλωνε πώς η κυβέρνηση είναι πολύ πιθανό να προχωρήσει σε εκλογικό αιφνιδιασμό μέχρι τον Ιούνιο.
Ο κ. Κουρουμπλής χαρακτήρισε πολιτικό έκτρωμα τον υφιστάμενο εκλογικό νόμο, δηλώνοντας πώς δεν εκφράζει την κοινωνία και αναφέρθηκε στις αλλαγές που σχεδιάζει η κυβέρνηση προωθώντας έναν νέο προς το αναλογικότερο.
Βάσει αυτών, οι μεγάλες εκλογικές περιφέρειες θα “σπάσουν” σε μικρότερες, ο αριθμός των βουλευτών θα μειωθεί από τους 300 σήμερα, θα μειωθεί το μπόνους των 50 εδρών, θα υπάρξει καθορισμός ανώτατου αριθμού κοινοβουλευτικών θητειών για τους βουλευτές, θα υπάρξει ασυμβίβαστο βουλευτικής και υπουργικής ιδιότητας και ασυμβίβαστο υπουργικής ιδιότητας και υποψηφιότητας στις αμέσως επόμενες εκλογές.
“Φυσικά θα γίνει διάλογος με τα υπόλοιπα κόμματα”, δήλωσε ο κ. Κουρουμπλής. Γιατί άραγε αυτή η πρεμούρα να αλλάξει τον εκλογικό νόμο η κυβέρνηση; Κατ' αρχήν πιστεύουν στο Μέγαρο Μαξίμου πώς με ένα πιο αναλογικό σύστημα θα συμφωνήσουν και τα μικρότερα κόμματα, άρα μπορεί να συγκεντρωθεί ο αριθμός των 200 βουλευτών που απαιτούνται για να ισχύσει από τις επόμενες εκλογές.
Το πιο σημαντικό όμως είναι πώς στο Μέγαρο Μαξίμου βλέπουν ότι όπως μετασχηματίζεται το πολιτικό σύστημα, ο ΣΥΡΙΖΑ με ένα ακόμη κόμμα, όπως σήμερα οι ΑΝΕΛ, δεν θα μπορέσει και πάλι να σχηματίσει κυβέρνηση. Θα απαιτηθεί και άλλο ή άλλα κόμματα. Εκτιμούν επίσης πώς τα κόμματα που κινούνται στο χώρο της κεντροαριστεράς συγκεντρώνουν σαφώς μεγαλύτερο ποσοστό απ' ότι τα κόμματα της κεντροδεξιάς.
Άρα, ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να σχηματίσει μία κυβέρνηση με το ΠΑΣΟΚ, την Ένωση Κεντρώων και τον σημερινό συνεταίρο του, τους ΑΝΕΛ, ενώ η ΝΔ θα μπορούσε να έχει στο πλευρό της μόνο το Ποτάμι, αν τελικώς παραμείνει ως έχει και δεν διασπαστεί αφού ένα μέρος του κινείται προς τη συνεργασία με τη ΝΔ και ένα άλλο θέλει συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Με έναν νέο εκλογικό νόμο που ενδεχομένως χαμήλωνε τον πήχη εισόδου στη Βουλή (από το 3% στο 2%) θα ευνοούνταν σαφώς τα μικρότερα κόμματα που σήμερα κλυδωνίζονται, ενώ θα μπορούσε να μπει στη Βουλή και η Λαϊκή Ενότητα, οπότε ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε δυνητικά να έχει έναν ακόμη συνεταίρο.
Σε αυτό το σύστημα έρχεται να “κουμπώσει” και μία πληροφορία που θέλει το Μέγαρο Μαξίμου να εξετάζει το ενδεχόμενο το μπόνους των εδρών να μην το παίρνει απαραίτητα το πρώτο κόμμα, αλλά ακόμη και το δεύτερο αν έχει εκ των προτέρων συνασπισθεί με κόμματα τα οποία στις εκλογές θα αθροίσουν μαζί του μεγαλύτερο ποσοστό από το νικητή.
Τα “ανοίγματα” λοιπόν του Αλέξη Τσίπρα προς τους σοσιαλιστές φαίνεται πώς εξυπηρετούν συγκεκριμένες σκοπιμότητες, αφού όπως φάνηκε και στην υπόθεση του Γιάννη Μουζάλα το ΠΑΣΟΚ ήταν εκείνο που πρώτο έσπευσε να στηρίξει την κυβέρνηση.
Τώρα, όσον αφορά στο χρόνο των εκλογών σωστά ο κ. Κακλαμάνης το προσδιόρισε μέχρι τον Ιούνιο. Η κυβέρνηση θα ήθελε να έχει πετύχει την αλλαγή του εκλογικού νόμου μέσα στο επόμενο δίμηνο και όταν, όπως εκτιμούν θα βρίσκονταν μία ευνοϊκή συγκυρία γι΄αυτή να προκηρύξει εκλογές. Ποια μπορεί να είναι αυτή; Ίσως το άνοιγμα και μία καλή κατάληξη στο θέμα του δημοσίου χρέους.
Με το μεταναστευτικό να σκεπάζει την επικαιρότητα η κυβέρνηση εκτιμάται πώς μέσα στο επόμενο διάστημα θα έχει συμφωνήσει με τους δανειστές στην αξιολόγηση, με τη λήψη ασφαλώς επώδυνων μέτρων.
Οπότε αμέσως μετά θα ανοίξει η συζήτηση για το χρέος και μπορεί να υπάρξει αν όχι “κούρεμα” μία επιμήκυνση του, η οποία ωστόσο με χαμηλά ή μηδενικά επιτόκια και χάρισμα κάποιων τόκων να ελαφρύνει το δημόσιο χρέος, και να δώσει στην κυβέρνηση την ευκαιρία που θέλει να προσφύγει στις κάλπες ανανεώνοντας την θητεία της.
Πηγή