Η Γερόντισσα Λαμπρινή από την Άρτα μιλούσε για πράγματα πού θα γίνουν στο μέλλον:
Είπε: «Θα δεις πράγματα πού δεν μπορείς να φανταστής.
Θα δεις μεγάλα κύματα ίσα με ένα διώροφο σπίτι να καταστρέφουν πόλεις και χωριά, και λίγοι θα σωθούν». Πράγματι δυο μήνες μετά τον θάνατο της είχαμε το γνωστό τσουνάμι με χιλιάδες νεκρούς (στην Ασία). «Θα δεις παιδιά να πηγαίνουν εκδρομή με το σχολείο και να βγαίνει ο σατανάς με το δρεπάνι και να τους παίρνει τα κεφάλια». Πράγματι συνέβη το γνωστό ατύχημα (στα Τέμπη) με τα παιδιά από την Μακεδονία με τόσα θύματα. Μου έλεγε: «∆εν κάνει να σου αποκαλύψω περισσότερα γιατί αμαρτάνω. Για ό,τι σου λέω μου δίνει άδεια ο Κύριος».
Στις 7 Σεπτεμβρίου 2002 την επισκέφτηκα και έδειξε να με περιμένει. Μου είπε: «Σε λίγες μέρες εγώ θα φύγω από την ζωή. ∆εν ξέρεις με πόση χαρά περιμένω αυτήν την στιγμή». Μου έδωσε κάποιες συμβουλές, όπως να νηστεύω Τετάρτη και Παρασκευή, να μην δουλεύω στις αργίες, να πηγαίνω όσο μπορώ σε αγρυπνίες και αλλά πολλά.
Ύστερα μου είπε: «Όταν με χρειάζεσαι να έρχεσαι στον τάφο μου. Εκεί θα είναι πλέον το σπίτι μου. Θα ζητάς την βοήθειά μου για να μεσιτεύω στον Κύριο. Αρκεί αυτά που θα μου ζητάς να είναι σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου».
Η κυρία Βασιλική Τζουρμανά από το Κομμένο Άρτας μαρτυρεί: «Άκουσα σε μια Εκκλησία της Άρτας για πρώτη φορά να συζητούν για την Λαμπρινή και τα πνευματικά της χαρίσματα και ένιωσα μεγάλη επιθυμία να την γνωρίσω. Με μια συγγένισσά μου που την ήξερε πήγαμε στο φτωχικό σπιτάκι της. Από τότε για σαράντα περίπου χρόνια μέχρι πού έφυγε από την ζωή την ακολουθούσα σχεδόν πάντοτε σε προσκυνήματα, σε αγρυπνίες, σε λειτουργίες που έκανε σε Εκκλησίες και κοιμόμασταν μέσα σ’ αυτές τις νύχτες. Η θεια Λαμπρινή προσευχόταν και διάβαζε πολλές ώρες και κοιμόταν ελάχιστα.
Κάποτε ζήτησα την βοήθειά της. Ο άνδρας μου χαρτόπαιζε και παραμελούσε το σπίτι. Είχαμε φθάσει σε αδιέξοδο. «Μη φοβάσαι», μου είπε, «όλα θα τα τακτοποιήσει ο Κύριος Ιησούς Χριστός, αρκεί να δείξεις πίστη στον Κύριο». Μου ζήτησε για σαράντα μέρες να ξυπνώ στις 3 μετά τα μεσάνυχτα και να προσεύχομαι κάνοντας και 40 μετάνοιες. Μου είχε δώσει να διαβάζω κάποιες προσευχές και μου είπε ότι και αυτή θα προσεύχεται για να μας βοηθήσει ο Κύριος. «Πράγματι έκανα όπως μου είπε η θεια Λαμπρινή κρυφά από τον άνδρα μου και μετά τις σαράντα μέρες ξαφνικά όλα άλλαξαν. Ο άνδρας μου δεν ξανάπαιξε χαρτιά, ασχολούνταν με τα κτήματα και την οικογένεια και τα οικονομικά μας βελτιώθηκαν.
Κάποτε με τη θεία Λαμπρινή και άλλες γυναίκες κοιμηθήκαμε σε μια Εκκλησία. Αφού τελείωσε τις προσευχές της ξάπλωσε να κοιμηθεί. Εμένα δεν με έπαιρνε ο ύπνος. Ακούω την θεία Λαμπρινή ενώ κοιμόταν έβγαζε κάτι αναστεναγμούς, σαν να δούλευε και ήταν πολύ κουρασμένη. Αυτό κράτησε για λίγο. Σηκώθηκα και έπιασα τα χέρια της και τα πόδια της. Ήταν σαν να έπιανα έναν πεθαμένο. Κατάλαβα ότι πάλι η θεια Λαμπρινή έφυγε πνευματικά από το σώμα της. Τις πρωινές ώρες την άκουσα πάλι σαν να αγκομαχούσε. «Τώρα θα επέστρεψε», σκέφθηκα. Μόλις ξύπνησε την ρωτάω: «Το βράδυ έφυγες; Που πήγες»; Μου έδωσε την έξης απάντηση: «Πήρα την (τάδε, μια γυναίκα πού ήταν στην παρέα μας) και την παρουσίασα στον Κύριο».
Κάποια φορά αντιμετώπισα ένα μεγάλο πρόβλημα. Έμεινα για έξι μήνες στο κρεββάτι με δυνατούς πόνους στην μέση μου. ∆εν μπορούσα να κουνηθώ και πήγαινα από γιατρό σε γιατρό, αλλά η κατάσταση μου χειροτέρευε. Μια μέρα η θεια Λαμπρινή με επισκέφθηκε στο σπίτι μου.
«Μην ανησυχείς», μου είπε, «σε λίγο καιρό θα είσαι τελείως καλά». Την ίδια μέρα με πληροφόρησε κάποια γνωστή μου ότι η θεια Λαμπρινή πριν έρθει στο σπίτι μου πήγε στην Εκκλησία του χωριού μου, και γονατιστή για πολλή ώρα προσευχόταν μπροστά στην εικόνα της Κοιμήσεως της Παναγίας, που είναι αφιερωμένη η Εκκλησία.
Σε λίγες μέρες με την βοήθεια κάποιου γιατρού περπατούσα κανονικά. Από τότε μέχρι σήμερα για 18 χρόνια δεν είχα την παραμικρή ενόχληση. Και μετά την κοίμηση της σε δύσκολες στιγμές της ζωής μου την επικαλούμαι και πάντα με βοηθάει. Είχα ένα καλοκαίρι πονοκεφάλους και ζαλάδες που ίσως οφείλονταν στους καύσωνες.
Ξάπλωσα να κοιμηθώ, αφού πρώτα ζήτησα την βοήθεια της. Ήρθε στον ύπνο μου, στάθηκε από πάνω μου και με σκέπασε μ’ ένα σεντόνι. Το πρωί πού σηκώθηκα ήμουν υγιέστατη».
Ήξερε τα μελλούμενα και έλεγε ότι μας περιμένουν πολύ δύσκολα χρόνια. Λυπόταν τα μικρά παιδιά και έλεγε: «Αν ήξεραν τι θα περάσουν»! Αλλά αμέσως συμπλήρωνε: «Έχει ο Θεός. Θα οικονομήσει για τους Χριστιανούς». Περισσότερα, έλεγε, δεν την άφηνε να πει ο Χριστός. Αιωνία της η μνήμη. Αμήν.
Από το βιβλίο: «Ασκητές μέσα στον κόσμο», η 19η διήγηση.
https://simeiakairwn.wordpress.com