σχόλιο Γ.Θ : Διαβάστε το οπωσδήποτε.
Στον 20ο αιώνα, το 1975, ο πολυδιαβασμένος και πολυδιαφημισμένος (από πολλούς «αρχαιόπληκτους» / «Εθνικούς» αλλά και «άθεους» / «προοδευτικούς») λογοτέχνης Γιάννης Σκαρίμπας είχε γράψει:
«η αγωνία του ελληνικού έθνους δεν είχε αρχίσει από την άλωση της Πόλης…. αλλά πολλούς πριν από την άλωση αιώνες, από τη συντριβή της στρατιωτικής ισχύος των Αθηνών από την Μακεδονική δυναστεία (Φίλιππο και Μεγαλέξανδρο) στη μάχη της Χαιρώνειας». Και παρακάτω: «Ο (Κων.) Παλαιολόγος ήταν Έλληνας; Ήταν ο Μέγας Αλέξανδρος «Αθηναίος»; Φυλετικά, καμιά δεν είχαμε αναμεταξύ μας, συγγένεια. Ήσαν και οι δυο κατακτητές μας» (!!!).[Γ. Σκαρίμπας, «Το 21 και η Αλήθεια», Κακτος, Αθήνα 1988, τ Α’ , σ. 35-38]
Αυτές οι απόψεις είχαν αποκτήσει την πολιτική τους έκφραση, για πρώτη φορά, κατά τον 19ο αιώνα. Σύμφωνα με τον Π. Καρολίδη, επιμελητή της “Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους” του (Εθνικού μας Ιστορικού) Παπαρρηγόπουλου:
“αι τοιαύται γελοιωδώς παράδοξοι δοξασίαι, προϊόντα αμαθείας και ακρισίας, είχον και την πολιτικήν αυτών ροπήν επί μερίδα λογίων κηρυττόντων ότι των νυν Ελλήνων αι πολιτικαί ροπαί και τάσεις και εθνικαί ιδέαι πρέπει να μη υπερβαίνωσιν τα όρια της αρχαίας Ελλάδος“. Όπως είναι φανερό, σε μια χώρα που γνώριζε ότι τα τρία-τέταρτα των ομοεθνών της εξακολουθούσαν να ζουν υποδουλωμένοι, μια τέτοια παραποίηση της Ιστορίας εγκυμονούσε σοβαρούς εθνικούς κινδύνους. Και πώς να μην εγκυμονούσε, αφού ο Κοραής είχε ανοίξει το δρόμο για την αποδοχή μιας τέτοιας θεώρησης προσπαθώντας να «φωτίσει» τους Έλληνες Ρωμηούς με λόγια όπως: “το έθνος είναι πτώμα σπαραττόμενο από κόρακας. Απέθανεν η πατρίς …. αφ’ ότου μας επάτησεν ο Φίλιππος έως το 1453“. [«Στοχασμοί Κριτωνος» σ. 5].
Ευτυχώς που δεν τους έχουν ανακαλύψει, ακόμα, οι Σκοπιανοί. Είχαν πέσει, τόσο αυτός όσο και ο Κοραής, θύματα της δυτικοθρεμμένης προπαγάνδας, που ξεκίνησε από τον Ιερώνυμο Βολφ, και πιο πριν απο τους φράγκους. Ας μην κατηγορούμε, λοιπόν, τους δυτικούς και τους Σκοπιανούς. Μόνοι μας, τους παραδίνουμε την κληρονομιά μας. Μόνοι μας, τους παραδίδουμε τον πολιτισμό της Ρωμανίας και της Μακεδονίας. Ποιος ξέρει; Όπως ακριβώς σήμερα κάποιοι υβρίζουν την Ελληνικότητα της Ρώμης και του πολιτισμού της, ίσως σε 200 χρόνια οι απόγονοί τους να θεωρούν τους Σλάβους πνευματικά παιδιά του Μ. Αλεξάνδρου. Είναι, πράγματι, μία καταθλιπτική σκέψη, αλλά όχι και απίθανη. Όπως είδαμε, το ίδιο έχει συμβεί με την Ρώμη και την αυτοκρατορία της. Αλλά, για να ακριβολογούμε, ούτε η λέξη “Έλληνας” άρεσε στον Κοραή. Στο έργο του “Διάλογος δύο Γραικών” έγραφε: “Ένα από τα δύο λοιπόν ταύτα (Έλληνας ή Γραικός) είναι το αληθινό του έθνους όνομα. Επρόκρινα το Γραικός, επειδή ούτω μας ονομάζουσι και όλα τα φωτισμένα έθνη της Ευρώπης“. [ «Διάλογος δύο Γραικών», σελ. 37].
Το “Γραικός” είναι ονομασία την οποία μας απέδωσαν τα “φωτισμένα” έθνη της Ευρώπης κατά τον 8ο αιώνα, όταν ακόμα βρίσκονταν στα βαθύτερα σκοτάδια της Ιστορίας τους, για λόγους καθαρά συμφεροντολογικούς. Έπρεπε να καπηλευθούν το όνομα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, για να νομιμοποιηθεί το Φραγκικό κράτος του Καρλομάγνου, ως η πραγματική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, με την οποία όμως οι Φράγκοι, ουδεμία σχέση είχαν. Οι λόγοι χρησιμοποίησης διαφορετικών ονομάτων ήταν καθαρά πολιτικοί. Έπρεπε με κάθε τρόπο να σβήσει από την εθνική συνείδηση των Ελλήνων η ανάμνηση του παρελθόντος τους. Κυρίως έπρεπε να πάψει να ταυτίζεται η χώρα τους με την Ελληνιστική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
Με τη λέξη “Ρωμαίοι” μας ονόμασαν, όπως ήταν φυσικό, οι βαρβαρικοί λαοί που εγκαταστάθηκαν στη Δυτική Ρωμανία. Έτσι το φραγκικό χρονικό του Φρεντεγκάρ αναφέρει τον Φωκά (602-610) ως “Ρωμαίο πατρίκιο” που ανέλαβε την εξουσία το 602. Στη συνέχεια το Χρονικό εξυμνεί με σπάνια λαμπρότητα τον Ηράκλειο, νικητή των Περσών.
Μετά τον Ηράκλειο η Αυτοκρατορία εξακολουθεί να αποκαλείται Ρωμαϊκή. Πουθενά στο «Χρονικό του Φρεντεγκάρ» ή των συνεχιστών του (που έγραψαν μέχρι το 760) δεν υπάρχει έστω και μια φορά η λέξη “Γραικοί” για τους «βυζαντινούς». Είναι φανερό ότι μέχρι το 760 οι Φράγκοι δεν είχαν ακόμη αποφασίσει να διαστρέψουν την Ιστορία, ονομάζοντας Γραικούς τους ελεύθερους Ρωμαίους της Αυτοκρατορίας. Αντίθετα, δέχονταν ότι η Αυτοκρατορία ήταν μία και ότι η Ρώμη ανήκε σ’ αυτήν. Σε όλο το Χρονικό υπάρχει ακόμη ένας σεβασμός και ένα φιλικό κλίμα στις αναφορές στην Αυτοκρατορία.
Ενώ οι συνεχιστές του Φρεντεγκάρ δεν αναφέρουν ποτέ τη λέξη Graeci, είκοσι χρόνια αργότερα, το 780, τα πράγματα αρχίζουν να αλλάζουν. Οι Φράγκοι με τον Καρλομάγνο έχουν υποτάξει τους Λογγοβάρδους και έχουν δημιουργήσει ένα βασίλειο που απλώνεται στη σημερινή Γαλλία, Γερμανία, Ελβετία, Αυστρία και Β. Ιταλία. Στην “Ιστορία των Λογγοβάρδων” του Παύλου Διακόνου, ο οποίος ζει στην αυλή του Καρλομάγνου, χρησιμοποιούνται κάποιοι περίεργοι νεολογισμοί. Οι ελεύθεροι Ρωμαίοι αρχίζουν ανεξήγητα να αποκαλούνται Γραικοί. Όσο, δηλαδή, ο ρωμαϊκός στρατός υπό τον αυτοκράτορα Κώνστα πολεμάει τους Λογγοβάρδους και ελευθερώνει τους υπόδουλους Ρωμαίους, δεν είναι (για τον Παύλο Διάκονο) ρωμαϊκός, αλλά γραικικός. Μόλις ο αυτοκράτορας επιστρέφει στην Κωνσταντινούπολη ξαναγίνεται Ρωμαίος. Όλα αυτά θα ήταν αρκετά κωμικά, αν δεν γράφονταν συνειδητά και, το χειρότερο, αν δεν γίνονταν αποδεκτά από το σύνολο σχεδόν των δυτικών ιστορικών. Επειδή όμως γράφονταν συνειδητά, και επειδή, όπως γνωρίζουμε σήμερα, η υιοθέτηση πλαστών εθνικών ονομάτων εξυπηρετεί πάντοτε βαθύτερους σκοπούς, χρειάζεται να δοθεί και κάποια ερμηνεία.
Αφού πέρασαν περίπου σαράντα χρόνια απο την εποχή του Παύλου Διακόνου, η παραποίηση έχει ολοκληρωθεί. Το έτος 830 ο βιογράφος του Καρλομάγνου Einhard αποκαλεί τον Κωνσταντίνο απλό “αυτοκράτορα των Γραικών”. Αλλά και γενικότερα η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία δεν είναι παρά γραικική για τον Einhard. Από κει και ύστερα, κάθε δυτική πηγή ονομάζει “Γραικούς” τους Έλληνες Ρωμηούς μέχρι τις μέρες μας.
Ορισμένες φορές, όμως, πέρα από την διπλωματική γλώσσα βλέπουμε και κάτι άλλο. Υπάρχουν κείμενα, στα οποία κάτω από συναισθηματική φόρτιση και απροσεξία οι Φράγκοι αποκαλύπτουν τα πραγματικά τους αισθήματα. Μας υποδεικνύουν την ιστορική απάτη. Μερικά παραδείγματα, θα δούμε αμέσως.
Η περιπετειώδης συνάντησή του Λιουτπράνδου, επίσκοπου Κρεμόνας, που το 969 μ.Χ. ήρθε στην Κωνσταντινούπολη ως απεσταλμένος του Φραγκογερμανού αυτοκράτορα Όθωνα Α΄ με τον Νικηφόρο Φωκά, ρίχνει άπλετο φως. Ο Φωκάς παρατήρησε ότι ο Όθωνας δεν έχει δικαίωμα να παντρευτεί (όπως το ζητούσε) πορφυρογέννητη βασιλοπούλα της Κωνσταντινούπολης διότι «εσείς δεν είστε Ρωμαίοι, αλλά Λογγοβάρδοι». Τότε ο Λιουτπράνδος αντί να προσπαθήσει να ενισχύσει τη θέση του με κάποια επιχειρηματολογία υπέρ της ρωμαϊκότητας των βαρβάρων ξέσπασε σε ένα αντιρωμαϊκό υβρεολόγιο που έχει μείνει ιστορικό. Ας παραθέσουμε ένα ενδεικτικό απόσπασμα της απάντησής του:
«Ο Νικηφόρος αρνήθηκε να μου δώσει την ευκαιρία να απαντήσω σε αυτόν και πρόσθεσε υβριστικά: «Σεις δεν είστε Ρωμαίοι είστε Λομβαρδοί!». Θέλησε να συνεχίσει και μου έκανε νεύμα να σιωπήσω, αλλά εγώ έχασα την υπομονή μου και έλαβα το λόγο:
…Ο αδελφοκτόνος Ρωμύλος, από τον οποίο ονομάστηκαν οι Ρωμαίοι, έγινε γνωστός από τη χρονογραφία ως πορνογέννητος, δηλαδή νόθος, και ίδρυσε άσυλο (σ.σ. τη Ρώμη) στο οποίο δέχθηκε χρεοφειλέτες, δραπέτες, δούλους, φονιάδες και κακούργους αξιοθάνατους και μάζεψε κοντά του έναν συρφετό τέτοιων ανθρώπων, τους οποίους ονόμασε Ρωμαίους. Απ’ αυτούς δε τους ευγενείς κατάγονται εκείνοι τους οποίους εσείς ονομάζετε κοσμοκράτορες, δηλαδή αυτοκράτορες. Αυτούς όμως εμείς, δηλαδή οι Λογγοβάρδοι, οι Σάξωνες, οι Φράγκοι, οι Λοθαρίγγιοι, οι Βαυαροί, οι Σουηβοί, οι Βουργούνδιοι τους περιφρονούμε τόσο πολύ, ώστε όταν οργιζόμαστε κατά των εχθρών μας δεν τους απευθύνουμε καμιά άλλη από τις ύβρεις παρά μόνο τη λέξη: Ρωμαίε! Και σ’ αυτό μόνο το όνομα των Ρωμαίων περιλαμβάνουμε κάθε είδος αγένειας, δειλία, φιλαργυρία, ασωτεία, απιστία, και γενικά κάθε είδος κακίας» [Liutprandus, «RelatiodelegationeConstantinopolitana», έκδ. Becker, Αννόβερο-Λειψία, 1915, κεφάλαιο 12ο].
Τωρα, τι δουλειά έχουν οι Φράγκοι και οι Φρακολατίνοι με τους Έλληνες Ρωμαίους της Κωνσταντινούπολης, τους οποίους βρίζουν τόσο βάναυσα, δεν γνωρίζω. Όσο και αν προσπαθούν να μας πείσουν πως είναι απόγονοι Ρωμαίων, ματαιοπονούν. Βλέπετε, όσο και να «φτιάξεις» την ιστορία, πάντοτε κάτι θα σου ξεφύγει. Είναι αναπόφευκτο.
Ανιστόρητη είναι η Φράγκικη άποψη πως κατά την “βυζαντινή” (διάβαζε: Ρωμαίικη) εποχή αυτοαποκαλούνταν «Ρωμαίοι» μόνο στην Κωνσταντινούπολη και τη Μ. Ασία, ενώ στην σημερινή Ελλάδα αυτοαποκαλούνταν «Έλληνες». Στο «Χρονικό του Μωρέος», γραμμένο τον 14ο αι. από Φράγκο (ανθέλληνα και κατακτητή) της Πελοποννήσου, παντού γίνεται λόγος για «Ρωμαίους» κι όχι για «Έλληνες», διότι έτσι αυτοαποκαλούνταν τότε οι πρόγονοί μας. π.χ. «Ποτέ Ρωμαίου μη εμπιστευτής δια όσα και σού ομνύει / όταν θέλει και βούλεται του να σε απεργώση» γράφει ο Φράγκος στο χρονικό του. Και στο ίδιο χρονικό γράφει: “Διαβόντα γαρ χρόνοι πολλοί αυτείνοι οι Ρωμαίοι / Έλληνες είχαν το όνομα, ούτως τους ωνομάζαν / -πολλά ήταν αλαζονικοί, ακόμη το κρατούσιν – / από την Ρώμη απήρασιν το όνομα των Ρωμαίων.” (στίχος 795). Δείχνει έτσι την πραγματική απέχθειά του για οτιδήποτε Ελληνικό Ρωμαίικο.
Μετά τα όσα είπα, πρέπει να έχουν γίνει σαφείς οι γεωπολιτικές σκοπιμότητες που υπαγόρευσαν την χρησιμοποίηση διάφορων ονομασιών από τους δυτικούς για τους Ρωμηούς. Τον 8ο αιώνα χρειαζόταν να αποκόψουν τους λατινόφωνους Ρωμαίους από τους ελληνόφωνους ώστε να κατακτήσουν ανενόχλητοι την Ιταλία. Την άλωσαν πολιτισμικά, και δημιούργησαν τους φραγκολατίνους. Έτσι επινόησαν το όνομα “Γραικοί”. Το 16ο με 19ο αιώνα έπρεπε να μην επιτρέψουν στους Έλληνες – Ρωμαίους να αναδημιουργήσουν το κράτος τους. Με αυτή την λογική το ονόμασαν “Βυζαντινό” πράγμα βολικό μια και δεν είμασταν σε θέση να απαιτήσουμε την ανασύστασή της. Ενώ οι δικοί μας λόγιοι μαθήτευαν στις φράγκικες σχολές και μάθαιναν την ιστορία από την δική τους πλευρά. Τα εθνικά ονόματά μας επιλέχθηκαν συνειδητά από τους ευρωπαίους «συμμάχους» μας ως ιδεολογικά εφόδια για την εξόντωση της Ρωμανίας, ως κύριο εκφραστή του Οικουμενικού Ελληνιστικού πολιτισμού.
Κάτι παρόμοιο βλέπουμε να επιχειρείται και σήμερα με τα Σκόπια και την Μακεδονία μας. Η ιστορική πλαστογραφία και η καπήλευση και διαστρέβλωση των όρων ακολουθεί το ίδιο πρότυπο. Όσο για την ταλαίπωρη Ελλάδα, μετά τα όσα είπαμε ως τώρα, γίνεται αντιληπτό ότι τα σύνορα του 1830 δεν ήταν καθόλου τυχαία: αντιστοιχούσαν ακριβώς στα όρια της αρχαίας Ελλάδας, όπως τα έβλεπαν οι ξένοι και οι εγχώριοι μιμητές τους. Αφού ο Ελληνιστικός Οικουμενισμός της Ρωμανίας σχεδόν σβήστηκε από την μνήμη μας, τώρα σειρά έχει ο Οικουμενισμός του Κράτους του Μ. Αλεξάνδρου.
Θ. Δρίτσα
http://www.enromiosini.gr