Ο πατήρ Εύμένιος χειροτονήθηκε ιερέας τήν Κυριακή των Μυροφόρων καί είχε συνήθεια να Λειτουργεί τήν ημέρα εκείνη σέ ανάμνηση τής εύεργεσίας τού Θεού, πού έπέβλεψε επί τήν έλαχιστότητά του καί τον αξίωσε να τελεί τα άχραντα μυστήρια.
Τό 1984, Λέει τού πατρός Ιεροθέου πού ήταν τότε Διάκονος:
-Πάτερ Ιερόθεε, νά κανονίσεις σέ παρακαλώ μέ τήν ένορία σου, έτσι ώστε να μέ βοηθήσεις νά λειτουργήσω τήν Κυριακή των Μυροφόρων, διότι δεν ήμπορώ ό κακομοίρης.
Κανόνισε, Λοιπόν, ό πατήρ Ιερόθεος καί Λειτούργησε στήν ένορία του Σάββατο καί τήν Κυριακή των Μυροφόρων ήταν μαζί μέ τον πατέρα Εύμένιο. Τό έκκλησίασμα ήταν μόνο καμιά δεκαριά Λαϊκοί άπό τά Ρούστικα. Οί ύπόλοιποι πατέρες τής Μονής ήταν στις ενορίες τους. Ό πατήρ Ιερόθεος βρισκόταν πότε στο Ιερό Βήμα πότε στο ψαλτήρι πού σιγόψαλλαν δύο άδελφές. Λίγο πριν τήν στιγμή τής Θείας Λειτουργίας όπου ό ίερεύς Λέει: «Καί έσται τά ελέη τού Μεγάλου Θεού ...», ό πατήρ Ιερόθεος πήγε στο ψαλτήρι, γιά νά δείξει στις γυναίκες τί θά πούν. Ακούγοντας τον πατέρα Εύμένιο νά Λέει έκφώνως: «Καί έσται τά έλέη τού Μεγάλου Θεού ...» καί νά βγαίνει στήν Ωραία Πύλη, τον βλέπουν νά αιωρείται. Βάζει μιά φωνή ή αδελφή του ή Ιωάννα άπευθυνόμενη στον πατέρα Ιερόθεο:
-Πιάστονε, Πιάστονε.
Μπαίνει στο Ιερό ό πατήρ Ιερόθεος, τον πλησιάζει στήν Αγία Τράπεζα καί τού λέει εκείνος:
-Δεν τό θέλω, παιδί μου, δεν είναι από μένα, μην πείτε κουβέντα, δέν τό θέλω.
Έσκυψε ό πατήρ Ιερόθεος νά φιλήσει τό χέρι τού πατρός Εύμενίου καί θυμάται ότι δέν μπορεί άκόμη νά καταλάβει έάν αυτό πού φίλησε ήταν χέρι άνθρώπου ή κάτι άλλο. Είχε τήν αίσθηση ότι ακουμπούσε κάτι εξαϋλωμένο. Ή αδελφή τού πατρός Εύμενίου ρώταγε τον πατέρα Ιερόθεο τί έπαθε ό άδελφός της καί εκείνος τής εζήτησε γιά τήν Χάρη πού είχε λέγοντάς της να μήν πει τίποτε άπ' ό,τι είδε, όπως είχε διαμηνύσει ό Γέροντας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΔΡΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΜΠΟΥΣΙΑ.Ο ΧΑΡΙΣΜΑΤΟΥΧΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΤΩΝ ΡΟΥΣΤΙΚΩΝ. Π ΕΥΜΕΝΙΟΣ ΛΑΜΠΑΚΗΣ
https://apantaortodoxias.blogspot.com