Του Μανώλη Κείου
Άστραψε και βρόντηξε ο Μητροπολίτης Πειραιώς για τις “εκκλησίες” όπως βάφτισαν οι…ιθύνοντες νόες της Συνόδου του Κολυμπαρίου τα υπόλοιπα δόγματα!
Με αφορμή την επερχόμενη Κυριακή της Ορθοδοξίας ο δυναμικός Ιεράρχης σε εγκύκλιό του παιρνει το φραγγέλιο ξανά και αποστομώνει όσους τολμούν να ισοσκελίσουν την Ορθοδοξία μας με τις κάθε λογής παραδοξότητες τις οποίες εκφράζουν πλανεμένοι Χριστιανοί.
“Οι Ορθόδοξοι, μαζί με τους Αγίους Πατέρες και τις Άγιες Συνόδους, απορρίπτουμε και αναθεματίζουμε όλες τις αιρέσεις και τους αιρετικούς, που παρουσιάσθηκαν κατά την ιστορική διαδρομή της Εκκλησίας μέχρι και σήμερα. Τον Αρειανισμό με τα κατάλοιπά του τον Ιεχωβισμό και τον Χιλιασμό, την Πνευματομαχία, τον Νεστοριανισμό, τον ακραίο και μετριοπαθή Μονοφυσιτισμό, τον Μονοθελητισμό, τον Μονοενεργητισμό, την Εικονομαχία, τον Αντιησυχασμό, τον Παπισμό, τον Προτεσταντισμό με τις ποικίλες παραφυάδες του και την παναίρεση του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού συγκρητιστικού Οικουμενισμού με τις διάφορες αρχές και θεωρίες του” αναφέρει ο κ. Σεραφείμ χαρακτηριστικά μην αφήνοντας περιθώρια παρερμηνειών.
Ιδιαίτερη σημασία στη φράση αυτή έχει πως στην αρχή της περιλαμβάνει κα ιτις Άγιες Συνόδους. Με τον τρόπο αυτό ουσιαστικά αμφισβητεί την Σύνοδο του Κολυμπαρίου, οι αποφάσεις της οποίας σχετικά με τις άλλες “εκκλησίες” έρχονται σε αντιδιαστολή με όσα οι Άγιες Σύνοδοι έχουν ορίσει.
Ο Μητροπολίτης Σεραφείμ στην εγκύκλιό του ξεσπαθώνει κατά του Οικουμενισμού χαρακτηρίζοντάς τον “σατανοκίνητη και δυσώδη παναίρεση που υιοθετεί και νομιμοποιεί όλες τις αιρέσεις ως «εκκλησίες» και προσβάλλει την μοναδικότητα, την αποκλειστικότητα και το δόγμα της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας”
Ο Μητρ. Πειραιώς δεν μασαέι τα λόγια του και καταφέρεται και κατά του Φαναρίου λέγοντας πως “αναπτύσσεται, πλέον, διδάσκεται και επιβάλλεται από Οικουμενιστές νέο δόγμα περί Εκκλησίας, νέα εκκλησιολογία, σύμφωνα με την οποία καμμία αίρεση, ούτε και η Ορθόδοξη Εκκλησία, δεν δικαιούνται να διεκδικήσουν αποκλειστικά για τον εαυτό τους τον χαρακτήρα της καθολικής και αληθινής Εκκλησίας. Κάθε αίρεση, ακόμη και η Ορθόδοξη Εκκλησία, είναι ένα κομμάτι, ένα μέρος αυτής της νέας «εκκλησίας» του Οικουμενισμού, και όχι ολόκληρη η Εκκλησία. Όλες μαζί οι αιρέσεις και η Ορθόδοξη Εκκλησία αποτελούν τη νέα οικουμενιστική Εκκλησία”.
Και συνεχίζει χτυπώντας ευθέως τους μεταμοντέρνους θεολόγους του Φαναρίου: “οι αιρέσεις είναι «εκκλησίες» και θεωρούνται τώρα ως «αδελφές εκκλησίες», στις οποίες από κοινού με την Ορθόδοξη Εκκλησία ανέθεσε ο Θεός την φροντίδα για την σωτηρία των ανθρώπων. Στα πλαίσια του Οικουμενισμού διδάσκεται ότι υπάρχει και στις αιρέσεις η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος, γι” αυτό και το βάπτισμά τους, όπως και όλα τα άλλα μυστήρια είναι έγκυρα. Ισχυρίζονται εσφαλμένως οι Οικουμενιστές ότι όσοι έχουν βαπτισθεί, σε οποιαδήποτε αίρεση κι αν ανήκουν, είναι μέλη του Σώματος του Χριστού, της νέας οικουμενιστικής «εκκλησίας», και ότι οι αρές και τα αναθέματα των Συνόδων δεν ισχύουν και πρέπει να διαγραφούν από τα λειτουργικά βιβλία”.
Δεν παραλείπει συνάμα να εξαπολύσει τα πυρά του και κατά του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών. “Η συμμετοχή, και συστέγαση έστω και για την αντιμετώπιση κοινωνικοπολιτικών θεμάτων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μέσα στο λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών»-αιρέσεων μαζί με τις αιρετικές προτεσταντικές παραφυάδες και τους αιρετικούς Μονοφυσίτες-Αντιχαλκηδονίους ισοδυναμεί ουσιαστικά με απομείωση της ορθοδόξου εκκλησιολογικής μας αυτοσυνειδησίας, διότι αφαιρείται το δόγμα περί της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας και το δόγμα «εις Κύριος, μία πίστις, εν βάπτισμα»[18].και ταυτοχρόνως παρέχεται άλλοθι στους αιρετικούς να εμμένουν στην φρικώδη πλάνη τους”
Με καταγγελτικό λόγο συνεχίζει και αποδομεί την “αδελφική” επιχειρηματολογία των Φαναριωτών και των συν αυτώ.
“Όλες οι όντως Συνόδοι της Εκκλησίας, κατεδίκασαν και ανεθεμάτισαν τις αιρέσεις και τους αιρετικούς.. Και επομένως δεν μπορούμε να μιλούμε για την δήθεν ύπαρξι «ετεροδόξων Εκκλησιών» διότι είναι αντιφατικό και απαράδεκτο, διότι, αν ομιλούμε περί Εκκλησίας, αυτή δεν μπορεί να είναι ετερόδοξη, και, αν ομιλούμε περί ετεροδόξης, αυτή δεν μπορεί να είναι Εκκλησία, με την θεολογική έννοια του όρου. (…) Είναι αδύνατη η ύπαρξη ετερόδοξης Εκκλησίας, όπως είναι αδύνατη η ύπαρξη ετεροδόξου Χριστού. Είναι παραλογισμός να έχεται αληθείας ταυτόχρονα η πίστη, που το στόμα του Απ. Παύλου, ο Ιερός Χρυσόστομος, μας παραδίδει, ότι «εν τω άδει ουκ έστι μετάνοια», σχολιάζοντας την παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου, και η ύπαρξη ενός άλλου σώματος Χριστού με κεφαλή τον Ίδιο, που διδάσκει ακριβώς τα αντίθετα όπως η ψευδοεκκλησία των Ρωμαιοκαθολικών που αθεολόγητα και κακόδοξα διδάσκει για την δήθεν ύπαρξη του καθαρτηρίου πυρός και την δήθεν δυνατότητα καθαρισμού στον Άδη. Γι’αυτό και η Αγιωτάτη Εκκλησία της Ελλάδος όπως διακήρυξε με το κείμενό της ΠΡΟΣ ΤΟ ΛΑΟ πρόσφατα, αρνείται κάθε ονοματοδοσία των αιρέσεων ως Εκκλησιών.”
Τέλος καλεί “να μην μολυνθούμε και μιανθούμε κι εμείς από τις αιρέσεις του Παπισμού, του Προτεσταντισμού, του Μονοφυσιτισμού και του Οικουμενισμού, αποφεύγοντας κάθε ηθελημένη, σχεδιασμένη και προσευχητική εκκλησιαστική επικοινωνία”.
πηγή
Άστραψε και βρόντηξε ο Μητροπολίτης Πειραιώς για τις “εκκλησίες” όπως βάφτισαν οι…ιθύνοντες νόες της Συνόδου του Κολυμπαρίου τα υπόλοιπα δόγματα!
Με αφορμή την επερχόμενη Κυριακή της Ορθοδοξίας ο δυναμικός Ιεράρχης σε εγκύκλιό του παιρνει το φραγγέλιο ξανά και αποστομώνει όσους τολμούν να ισοσκελίσουν την Ορθοδοξία μας με τις κάθε λογής παραδοξότητες τις οποίες εκφράζουν πλανεμένοι Χριστιανοί.
“Οι Ορθόδοξοι, μαζί με τους Αγίους Πατέρες και τις Άγιες Συνόδους, απορρίπτουμε και αναθεματίζουμε όλες τις αιρέσεις και τους αιρετικούς, που παρουσιάσθηκαν κατά την ιστορική διαδρομή της Εκκλησίας μέχρι και σήμερα. Τον Αρειανισμό με τα κατάλοιπά του τον Ιεχωβισμό και τον Χιλιασμό, την Πνευματομαχία, τον Νεστοριανισμό, τον ακραίο και μετριοπαθή Μονοφυσιτισμό, τον Μονοθελητισμό, τον Μονοενεργητισμό, την Εικονομαχία, τον Αντιησυχασμό, τον Παπισμό, τον Προτεσταντισμό με τις ποικίλες παραφυάδες του και την παναίρεση του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού συγκρητιστικού Οικουμενισμού με τις διάφορες αρχές και θεωρίες του” αναφέρει ο κ. Σεραφείμ χαρακτηριστικά μην αφήνοντας περιθώρια παρερμηνειών.
Ιδιαίτερη σημασία στη φράση αυτή έχει πως στην αρχή της περιλαμβάνει κα ιτις Άγιες Συνόδους. Με τον τρόπο αυτό ουσιαστικά αμφισβητεί την Σύνοδο του Κολυμπαρίου, οι αποφάσεις της οποίας σχετικά με τις άλλες “εκκλησίες” έρχονται σε αντιδιαστολή με όσα οι Άγιες Σύνοδοι έχουν ορίσει.
Ο Μητροπολίτης Σεραφείμ στην εγκύκλιό του ξεσπαθώνει κατά του Οικουμενισμού χαρακτηρίζοντάς τον “σατανοκίνητη και δυσώδη παναίρεση που υιοθετεί και νομιμοποιεί όλες τις αιρέσεις ως «εκκλησίες» και προσβάλλει την μοναδικότητα, την αποκλειστικότητα και το δόγμα της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας”
Ο Μητρ. Πειραιώς δεν μασαέι τα λόγια του και καταφέρεται και κατά του Φαναρίου λέγοντας πως “αναπτύσσεται, πλέον, διδάσκεται και επιβάλλεται από Οικουμενιστές νέο δόγμα περί Εκκλησίας, νέα εκκλησιολογία, σύμφωνα με την οποία καμμία αίρεση, ούτε και η Ορθόδοξη Εκκλησία, δεν δικαιούνται να διεκδικήσουν αποκλειστικά για τον εαυτό τους τον χαρακτήρα της καθολικής και αληθινής Εκκλησίας. Κάθε αίρεση, ακόμη και η Ορθόδοξη Εκκλησία, είναι ένα κομμάτι, ένα μέρος αυτής της νέας «εκκλησίας» του Οικουμενισμού, και όχι ολόκληρη η Εκκλησία. Όλες μαζί οι αιρέσεις και η Ορθόδοξη Εκκλησία αποτελούν τη νέα οικουμενιστική Εκκλησία”.
Και συνεχίζει χτυπώντας ευθέως τους μεταμοντέρνους θεολόγους του Φαναρίου: “οι αιρέσεις είναι «εκκλησίες» και θεωρούνται τώρα ως «αδελφές εκκλησίες», στις οποίες από κοινού με την Ορθόδοξη Εκκλησία ανέθεσε ο Θεός την φροντίδα για την σωτηρία των ανθρώπων. Στα πλαίσια του Οικουμενισμού διδάσκεται ότι υπάρχει και στις αιρέσεις η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος, γι” αυτό και το βάπτισμά τους, όπως και όλα τα άλλα μυστήρια είναι έγκυρα. Ισχυρίζονται εσφαλμένως οι Οικουμενιστές ότι όσοι έχουν βαπτισθεί, σε οποιαδήποτε αίρεση κι αν ανήκουν, είναι μέλη του Σώματος του Χριστού, της νέας οικουμενιστικής «εκκλησίας», και ότι οι αρές και τα αναθέματα των Συνόδων δεν ισχύουν και πρέπει να διαγραφούν από τα λειτουργικά βιβλία”.
Δεν παραλείπει συνάμα να εξαπολύσει τα πυρά του και κατά του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών. “Η συμμετοχή, και συστέγαση έστω και για την αντιμετώπιση κοινωνικοπολιτικών θεμάτων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μέσα στο λεγόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών»-αιρέσεων μαζί με τις αιρετικές προτεσταντικές παραφυάδες και τους αιρετικούς Μονοφυσίτες-Αντιχαλκηδονίους ισοδυναμεί ουσιαστικά με απομείωση της ορθοδόξου εκκλησιολογικής μας αυτοσυνειδησίας, διότι αφαιρείται το δόγμα περί της Μιάς, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας και το δόγμα «εις Κύριος, μία πίστις, εν βάπτισμα»[18].και ταυτοχρόνως παρέχεται άλλοθι στους αιρετικούς να εμμένουν στην φρικώδη πλάνη τους”
Με καταγγελτικό λόγο συνεχίζει και αποδομεί την “αδελφική” επιχειρηματολογία των Φαναριωτών και των συν αυτώ.
“Όλες οι όντως Συνόδοι της Εκκλησίας, κατεδίκασαν και ανεθεμάτισαν τις αιρέσεις και τους αιρετικούς.. Και επομένως δεν μπορούμε να μιλούμε για την δήθεν ύπαρξι «ετεροδόξων Εκκλησιών» διότι είναι αντιφατικό και απαράδεκτο, διότι, αν ομιλούμε περί Εκκλησίας, αυτή δεν μπορεί να είναι ετερόδοξη, και, αν ομιλούμε περί ετεροδόξης, αυτή δεν μπορεί να είναι Εκκλησία, με την θεολογική έννοια του όρου. (…) Είναι αδύνατη η ύπαρξη ετερόδοξης Εκκλησίας, όπως είναι αδύνατη η ύπαρξη ετεροδόξου Χριστού. Είναι παραλογισμός να έχεται αληθείας ταυτόχρονα η πίστη, που το στόμα του Απ. Παύλου, ο Ιερός Χρυσόστομος, μας παραδίδει, ότι «εν τω άδει ουκ έστι μετάνοια», σχολιάζοντας την παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου, και η ύπαρξη ενός άλλου σώματος Χριστού με κεφαλή τον Ίδιο, που διδάσκει ακριβώς τα αντίθετα όπως η ψευδοεκκλησία των Ρωμαιοκαθολικών που αθεολόγητα και κακόδοξα διδάσκει για την δήθεν ύπαρξη του καθαρτηρίου πυρός και την δήθεν δυνατότητα καθαρισμού στον Άδη. Γι’αυτό και η Αγιωτάτη Εκκλησία της Ελλάδος όπως διακήρυξε με το κείμενό της ΠΡΟΣ ΤΟ ΛΑΟ πρόσφατα, αρνείται κάθε ονοματοδοσία των αιρέσεων ως Εκκλησιών.”
Τέλος καλεί “να μην μολυνθούμε και μιανθούμε κι εμείς από τις αιρέσεις του Παπισμού, του Προτεσταντισμού, του Μονοφυσιτισμού και του Οικουμενισμού, αποφεύγοντας κάθε ηθελημένη, σχεδιασμένη και προσευχητική εκκλησιαστική επικοινωνία”.
πηγή