Πάντα υπό την προϋπόθεση ότι Γαλλία και Ιταλία 13 ή 20 Μαΐου θα αρχίσουν να αίρουν τις δικές τους απαγορεύσεις προκειμένου να διασωθούν οι σοδειές και να μην υπάρξει επισιτιστικός λιμός στις χώρες αυτές.
Και βέβαια η σταδιακή άρση των απαγορεύσεων θα έχει και εδώ ουσιαστικό και κρίσιμο ρόλο σε ότι αφορά τον αγροτικό τομέα. Αν π.χ. δεν ραντιστούν τα εσπεριδοειδή τις αμέσως επόμενες 20 ημέρες, η σοδειά θα είναι μικρότερη του 50%.
Αλλά όλα αυτά αφορούν την άρση των απαγορεύσεων.
Από εκεί και πέρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης και το επιτελείο του θέλουν να κεφαλαιοποιήσουν άμεσα «το κέρδος από την διαχείριση» της πανδημίας και αυτό που εμφανίζουν αυτή την στιγμή οι δημοσκοπήσεις, οι οποίες βέβαια, είναι «τσιμπημένες» αλλά σε γενικές γραμμές συμφωνούν με το πολιτικό κλίμα.
Οι μεγάλες ηλικίες και οι ευπαθείς ομάδες κρέμονται κάθε απόγευμα στις 18.00 από το στόμα του «καλού» και του «κακού μπάτσου», του Σ.Τσιόδρα και του Ν.Χαρδαλιά, όπου ο πρώτος αναδύει «συμπάθεια» και «εμπιστοσύνη» και ο δεύτερος «τρόμο» και «απαγορεύσεις» για τους «ανεύθυνους πολίτες», αλλά σε συνδυασμό όλα αυτά γίνονται «για το καλό μας».
Και όλοι αυτοί ψηφίσουν «μονοκούκι», πλέον Κ.Μητσοτάκη.
Αμέσως μετά την σταδιακή λήξη των μέτρων, κάτι που δεν θα γίνει πριν μηδενιστούν τα κρούσματα ή βρεθεί σίγουρο φάρμακο για την ίαση της συντριπτικής πλειοψηφίας των νοσούντων, η κυβέρνηση θα μπει σε τροχιά εθνικών εκλογών.
Γιατί;
Γιατί αυτό που έρχεται στην ελληνική οικονομία, ότι και αν αποφασιστεί σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης για οικονομικές «ενέσεις», δεν θα μπορεί να αντιμετωπιστεί σε ορίζοντα περισσότερων από 2-3 μήνες από καμία κυβέρνηση, ακόμα και με αυτή που θα έχει διαχειριστεί το κλίμα του τρόμου, τόσο αποτελεσματικά.
Η χώρα θα χρειαστεί, όχι πέντε ή δέκα ή είκοσι δισεκατομμύρια ευρώ για να ξανασταθεί στα πόδια της, αλλά μεσοπρόθεσμα τουλάχιστον εκατό δισ. ευρώ (100.000.000.000 ευρώ) τον επόμενο χρόνο.
Κάθε ημέρα από την αρχή της έναρξης των περιορισμών χάνεται από την αγορά 500 εκατ. ευρώ, συν την ήδη υπάρχουσα «τρύπα» στην οικονομία
Οταν θα ξεκινήσει η άρση των απαγορεύσεων για να επιστρέψει η κίνηση στην αγορά στα επίπεδα του τέλους Φεβρουαρίου 2020, θα χρειαστεί περισσότερο από έξι μήνες, εκτιμάται!
Αυτή είναι η πραγματικότητα μετρημένη μέχρι το τελευταίο σεντ από το οικονομικό επιτελείο.
Και αυτά τα χρήματα, τα 100 δισ. ευρώ δεν υπάρχουν, ούτε και πρόκειται να βρεθούν άμεσα.
Αρα αυτό που σταδιακά θα διαδεχθεί την «ευγνωμοσύνη» της τρίτης ηλικίας προς την κυβέρνηση γιατί «τους έσωσε την ζωή» με την πρώτη μείωση συντάξεων θα μεταβληθεί σε οργή.
Και μείωση συντάξεων να μην υπάρξει, θα υπάρξει τέτοια ανεργία που παιδιά, εγγόνια θα επιστρέφουν στο σπίτι άνεργα, θα βρίζουν καθημερινά την κυβέρνηση και θα μετατρέψουν το «ωσανά» της οικογένειας σε «άρον άρον σταύρωσον αυτόν».
Ετσι θα έρθει το 4ο Μνημόνιο με μέτρα που θα κάνουν τα Μνημόνια των 2010, 2012 και 2015 να φαντάζουν ως «μετριοπαθείς οικονομικές περικοπές».
Αυτό θέλει να αποφύγει οπωσδήποτε το κυβερνητικό επιτελείο. Ξέρει ότι μετά τον Σεπτέμβριο (αν όλα πάνα καλά, επαναλαμβάνουμε) δεν υπάρχει πολιτικός χρόνος, ειδικά από την στιγμή που πρέπει να γίνουν μέρα σε 1,5 μήνα δύο εκλογές (όπως έγιναν τον Μάϊο και τον Ιούνιο του 2012, προκειμένου να «καεί» η απλή αναλογική και αμέσως να προσφύγουν σε δεύτερη κάλπη με ενισχυμένη αναλογική προκειμένου να κυβερνήσουν εν συνεχεία αδιατάρακτα (αν και στην Ελλάδα δεν η πολιτική ιστορία δείχνει ότι δεν υπάρχει «αδιατάρακτη διακυβέρνηση») μία πλήρη τετραετία.
Ολη η ΕΕ θα έχει υποστεί οικονομική καθίζηση πολύ μεγαλύτερη ενός συμβατικού πολέμου π.χ. ενός μηνός.
Αυτό είναι και «καλό» από την άλλη. Δεν είμαστε το «μαύρο πρόβατο». Είμαστε το μέλος ενός κοπαδιού από «μαύρα πρόβατα».
Ακόμα και αν έρθει το 4ο Μημόνιο αυτή η πραγματικότητα επικοινωνιακά θα το «γλυκάνει».
Στην Ελλάδα μπορεί να τεθούν μέχρι και ζητήματα διατροφικής επάρκειας, μετά από το εξάμηνο, εκτός του ότι ελλοχεύουν (μάλλον βέβαιες αν δεν βρεθούν χρήματα) μειώσεις (προσωρινές;) στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων και στις συντάξεις.
Αυτό θέλουν να προλάβουν στην κυβέρνηση, πριν στήσουν κάλπες.
Ο αστάθμητος παράγων που λέγεται «Τουρκία»
Θα μπορούσε μια κίνηση από την Τουρκία να τα ανατρέψει όλα αυτά; Θα μπορούσε, αλλά το ζήτημα είναι κατά πόσο η Τουρκία θα είναι έτοιμη πριν τον Σεπτέμβριο να κάνει τέτοιες κινήσεις. Εχει και αυτή την κρίση του κορωνοϊού, έχει και αυτή σοβαρά οικονομικά προβλήματα και βέβαια πολλούς στο εξωτερικό που θα ήθελαν τον Ρ.Τ.Ερντογάν «στο πάτωμα».
Το ζήτημα είναι μήπως τα δύο πρώτα δημιουργήσουν στον Ρ.Τ.Ερντογάν την ανάγκη να κάνει μια εντυπωσιακή κίνηση που να αλλάξει το κλίμα και να συσπειρώσει τους Τούρκους στο πρόσωπό του (όχι ότι σήμερα τον έχουν αποκηρύξει αφού παραμένει δημοφιλέστερος μακράν).
ΟΟΣΑ: «Οι οικονομικές επιπτώσεις από την κρίση του κορωνοϊού στην Ελλάδα θα διαρκέσουν 40 χρόνια»
Οι προβλέψεις του ΟΟΣΑ για τις οικονομικές επιπτώσεις που θα υπάρξουν από την καραντίνα, μπορούν να συγκριθούν για την ελληνική, οικονομία είναι ανάλογες ή και χειρότερες με αυτές που ακολούθησαν το Κραχ, το 1929.
Για την Ελλάδα, η έκθεση του ΟΟΣΑ προβλέπει άμεσο αντίκτυπο έως και 34% του ΑΕΠ για την περίοδο διάρκειας των περιοριστικών μέτρων.
Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό στην ομάδα χωρών που εξετάζονται.
Καθώς η δημόσια υγεία έχει τεθεί ως προτεραιότητα, το εκτεταμένο κλείσιμο των επιχειρήσεων και οι περιορισμοί στις μετακινήσεις θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο επίπεδο παραγωγής, τις δαπάνες των νοικοκυριών, τις επιχειρηματικές επενδύσεις και το διεθνές εμπόριο.
Παρά τις “γκρίζες” ή μάλλον “μαύρες” προβλέψεις- η φρασεολογία της επικεφαλής του ΔΝΤ κάθε άλλο παρά καθησυχαστική μπορεί να χαρακτηριστεί- οι Ευρωπαίοι εμφανίζονται, πάντως, απρόθυμοι να δράσουν συντεταγμένα και με αλληλεγγύη. Την ανάγκη για μια Ευρωπαϊκή λύση στην κρίση τονίζει ο Zsolt Darvas του Bruegel.
Προτείνει την επιπρόσθετη εμπλοκή της ΕΚΤ, καθώς και σημαντικά αυξημένη δραστηριοποίηση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ/ESM).
Επιπλέον, υποστηρίζεται ότι η μερική αμοιβαιοποίηση θα πρέπει να γίνει δεκτή από τις χώρες του Βορρά γιατί εκτός της ηθικής ευθύνης που φέρουν για την ελλιπή αρχιτεκτονική της ευρωζώνης, επωφελήθηκαν μαζικά από την ενιαία αγορά και τα μεγάλα εξωτερικά πλεονάσματα. Άλλωστε, μια μαζική κρίση Δημόσιου Χρέους μπορεί να πυροδοτήσει εξόδους από την Ευρωζώνη, με ντόμινο αρνητικών συνεπειών για όλες τις χώρες.
Πολλοί συγκρίνουν την κατάσταση με τις ανατροπές που έχουν φέρει πολεμικές συγκρούσεις. Είναι όμως ακριβής αυτή η αναλογία; Ένα κείμενο εργασίας της Ομοσπονδιακής Τράπεζας του Σαν Φρανσίσκο, εξετάζει τις επιπτώσεις πανδημιών στην οικονομία από τον καιρό της Μαύρης Πανώλης (1348–1353) συγκρίνοντάς τις με τις οικονομικές επιπτώσεις εξίσου θανατηφόρων πολεμικών συρράξεων.
Συμπέρασμα: Η αναλογία δεν είναι ακριβής. Σε αντίθεση με τους πολέμους, όπου την καταστροφή παραγωγικού κεφαλαίου διαδέχεται μεγάλη ανάκαμψη-ανοικοδόμηση της οικονομίας, οι μακροοικονομικές συνέπειες των πανδημιών εξακολουθούν να υφίστανται για περίπου τέσσερις δεκαετίες εξαιτίας της ραγδαίας ανόδου των προληπτικών αποταμιεύσεων!
Τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες που απορρέουν από την πανδημία αναδεικνύει η ανάλυση του Enrico Bergamini στο Bruegel: η υγεία των ατόμων από οικονομικά ασθενέστερα στρώματα τίθεται περισσότερο σε κίνδυνο, αφού συχνά συνεχίζουν να εργάζονται, ενώ, όταν δεν απασχολούνται σε δουλειές “πρώτης γραμμής”, είναι λιγότερο πιθανό να τους επιτραπεί η εργασία από το σπίτι, διακινδυνεύοντας το εισόδημά τους.
Κατά μέσο όρο, κατοικούν σε μικρότερα διαμερίσματα και άρα, εκτίθενται σε μεγαλύτερους κινδύνους, ενώ συνήθως έχουν χαμηλό ποσοστό αποταμίευσης, κι έτσι στερούνται δίκτυ ασφαλείας.
Έντονη ανησυχία προκαλεί η ανάλυση του ΟΟΣΑ για τις επιπτώσεις ανά οικονομία, ανάλογα με το πλήγμα που δέχεται κάθε κλάδος, καθώς η Ελλάδα υπολογίζεται ότι έχει το σοβαρότερο πρόβλημα σε αυτήν τη φάση της “καραντίνας”.
Τουρισμός, ταξίδια αλλά και υπηρεσίες που απαιτούν στενή σχέση με τον πελάτη- όπως τα κομμωτήρια- δέχθηκαν το μεγαλύτερο πλήγμα από το lockdown, οι υπηρεσίες εστίασης διασώζονται εν μέρει από την εναλλακτική του take away, η οικοδομή “παγώνει” ΄λόγω της δυσκολίας των μετακινήσεων και της αναστολής, ενώ μικρότερος φαίνεται ο αντίκτυπος για τους μικρούς κλάδους της μεταποίησης, μικρότερης έντασης εργασίας. Συνολικά, ο ΟΟΣΑ “βλέπει” επίπτωση 20-25% στο ΑΕΠ στο αρχικό στάδιο, ωστόσο για την Ελλάδα τα πράγματα είναι χειρότερα.
πηγή