Παρασκευή 24 Μαρτίου 2017

Χαίρε η στήλη της παρθενίας, χαίρε η πύλη της σωτηρίας

πρωτοπρεσβύτερος Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Τα παιδιά αποτελούν για τον κόσμο μας ένα πρότυπο ιδανικό και αξεπέραστο. Η ανάγκη προστασίας τους κάνει τους μεγαλύτερους να αισθάνονται υπεύθυνοι, να τα αγαπούν, να τα φροντίζουν, να τους δίνουν ό,τι περνά από το χέρι τους. Η αθωότητα και η αφέλεια κάνουν τα παιδιά, ακόμη κι όταν στενοχωρούν τους άλλους, να μην δίνουν την εντύπωση ότι πράττουν αυτό από κακία. Η ευκολία με την οποία συγχωρούν όσους τους μαλώνουν και τους δυσκολεύουν την ζωή, η εμπιστοσύνη στους λόγους και τα πρόσωπα των μεγαλύτερων, ακόμη κι αν αρχικά αντιδρούν σ’ αυτούς, ένα αίσθημα προσωπικής επιστροφής στο παρελθόν, μνήμης της παιδικότητας των μεγαλύτερων, αποτελούν στοιχεία που καθιστούν τα παιδιά εικόνες αυθεντικής ζωής.

Αυτά τα στοιχεία θυμίζουν καρδιά παρθενική απέναντι στα προβλήματα της ζωής. Απέναντι στους λογισμούς που τυραννούν τον άνθρωπο. Τις μνήμες του παρελθόντος, τις απογοητεύσεις του παρόντος, τα άγχη του μέλλοντος. Απέναντι στο υπόστρωμα των επιθυμιών και των ηδονών, οι οποίες κάνουν τον άνθρωπο να θέτει στόχους στην προοπτική του «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Απέναντι στους άλλους ανθρώπους οι οποίοι μας βάζουν εύκολα στην λογική του συμφέροντος, του κέρδους, της εξουσίας. Γιατί τα παιδιά είναι εύπλαστα. Αν διδαχθούν την κυριαρχία του «εγώ», ότι η ζωή έχει νόημα με βάση το κέρδος, την αυτάρκεια, την εκπλήρωση του συμφέροντος, τότε αυτόν τον δρόμο θα ακολουθήσει η καρδιά τους. Αν όμως εμπνευστούν να παλέψουν για μία ζωή στην οποία κέντρο θα είναι η αγάπη, τότε ακόμη κι αν χάνουν στις ανθρώπινες σχέσεις, θα επιμένουν, σαν να μην προδόθηκαν, σαν να μην απογοητεύθηκαν ποτέ από τους άλλους.

Ο κόσμος μας επενδύει στην παρθενική ματιά και καρδιά των παιδιών. Θέλει να περάσει στις συνισταμένες του πολιτισμού μέσα από αυτά. Τον καταναλωτισμό, αλλά και την ανθρωπιά και την αλληλεγγύη. Την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά και την μετακύλιση των ευθυνών στους άλλους. Την καλοπέραση, αλλά και τον αυτοδοξασμό μέσα από την εικονική πραγματικότητα και το Διαδίκτυο. Τον εγκλωβισμό της θρησκευτικότητας στην συνήθεια και την κατάποση του ελεύθερου χρόνου με κάθε τρόπο. Την αδιαφορία για τα μεγάλα, τα υπαρξιακά, τα αιώνια και την ενασχόληση με τα ασήμαντα. Ο κόσμος μας πονηρεύει τα παιδιά από την μικρή ηλικία. Τα βομβαρδίζει με την ιδέα της φιλαρέσκειας. Τα στολίζει όχι με την χάρη της αρετής, αλλά με την επίδειξη της εξωτερικής εμφάνισης. Τα μαθαίνει να απαιτούν το «δίκιο» τους, να μην ξέρουν να χάνουν, να αισθάνονται «αιώνια μωρά» που δεν πρέπει να αναλάβουν ευθύνες. Κι έτσι, ενώ ομνύει στην παρθενική ματιά και καρδιά, στην πράξη την υπονομεύει και την εξαλείφει.

Η Εκκλησία, προβάλλοντας ως πρότυπο τόσο για την παρούσα, όσο και για την αιώνια ζωή, την Υπεραγία Θεοτόκο, μας δείχνει μίαν άλλη οδό: «Χαίρε η στήλη της παρθενίας, χαίρε η πύλη της σωτηρίας», αναφωνεί ο ιερός υμνογράφος στην ακολουθία των Χαιρετισμών.
Η στήλη δεν είναι μνημείο άψυχο, πέτρινο, νεκρό, στημένο για να θυμίζει το παρελθόν. Είναι εικόνα σάρκινη, ζωντανή, στην οποία αν ατενίσει κάποιος, θυμάται τον προορισμό του. Εμπνέεται από το πρόσωπο που απεικονίζεται, για να έχει ενώπιόν του το τι καλείται να κάνει για να αλλάξει την ζωή του. Και είναι στήλη της παρθενίας η Υπεραγία Θεοτόκος, διότι νίκησε και τους λογισμούς, και τις επιθυμίες και τα πάθη τα οποία ταλανίζουν τον κόσμο μας.


Στην πραγματικότητα άφησε τον Θεό να την βοηθήσει να μην εισέλθουν, να μην αγγίξουν την ύπαρξή της. Χωρίς να πάψει να είναι ένας κανονικός άνθρωπος, με όλες τις ανθρώπινες ανάγκες και τον τρόπο ζωής του καιρού της, αγίασε και αγιάστηκε.
Με την προσευχή και την εμπιστοσύνη στον Θεό, διαφύλαξε την παρθενία του νου. Γνώριζε τι είναι ο κόσμος, αλλά δεν νικήθηκε από το κοσμικό φρόνημα, το οποίο ζητά από τον άνθρωπο να αφήσει τον Θεό στην άκρη και να θεοποιήσει τον εαυτό του με την φράση «Μπορώ μόνος μου».
Με το άνοιγμα της καρδιάς στον ουρανό, τόσο στον ναό των Ιεροσολύμων, όσο και στην ώρα του Ευαγγελισμού της, νίκησε το θέλημα της καρδιάς που ζητά από τον άνθρωπο να χαρεί την ζωή του κατά πώς τον ευχαριστεί, μακριά από δεσμεύσεις και ευθύνες που δεν του επιτρέπουν να απολαύσει την ελευθερία του.

Κράτησε έτσι την παρθενία της καρδιάς, που σαν παιδί εμπιστεύεται τον Πατέρα τον εν ουρανοίς. Με την ταπείνωση ακολούθησε τον Υιό της μέχρι το τέλος, όντας μητέρα, αλλά και πιστή στον λόγο και το τρόπο που Εκείνος κατέθεσε στον κόσμο. Κρατά έτσι την παρθενία έναντι των επιθυμιών για δόξα, επειδή είναι η μητέρα του Θεού, για εξουσία εις βάρος των άλλων ανθρώπων, επειδή η εκ φύσεως ιδιότητα της μητέρας πρέπει να τιμάται, για να είναι αφ’ εαυτής της σημείο αναφοράς, επειδή ο Χριστός είχε έγνοια γι’ αυτήν, μέχρι τον Σταυρό. Δεν είναι αυτή η οποία θα κηρύξει το Ευαγγέλιο στον κόσμο με το δικαίωμα της μητέρας του Θεού. Είναι όμως αυτή η οποία θα δίνει ευχή και ευλογία στους αποστόλους και στον καθέναν που αγωνίζεται να πράξει το θέλημα του Θεού.

Γίνεται έτσι και πύλη της σωτηρίας. Κεκλεισμένη η οδός η οποία οδηγούσε στην επίγνωση του Θεού και στην αφιέρωση της ύπαρξης σ’ Αυτόν. Ο θάνατος νικά τον καθέναν. Το ίδιο και οι αμαρτίες μας. Ακόμη και οι δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης είχαν ενώπιον τους το μεσότοιχον του φραγμού. Έβλεπαν κάτι από τον Θεό και την παρουσία Του, αλλά τα χοϊκά μάτια, όπως και τα μάτια της ψυχής δεν μπορούσαν να να αφεθούν στην χάρη, διότι ήταν άλλης ποιότητας. Δεν ήταν μόνο η αμαρτία που εμπόδιζε.
Έπρεπε να προσλάβει ο Χριστός την ανθρώπινη φύση, για να διαλυθεί το μεσότοιχον του φραγμού, να γίνει ένας εξ ημών, για να μπορούμε να Τον δούμε ενώπιος ενωπίω, να έχουμε την δυνατότητα αφήνοντας κατά μέρος την αμαρτία και ποθώντας Τον να Τον συναντήσουμε και να Τον αναγνωρίσουμε τόσο στην παρούσα, όσο και στην αιώνια ζωή. Και αυτή η οδός περνά μέσα από την πύλη που είναι η Υπεραγία Θεοτόκος. Αυτή, με την παρθενία της ως μοναδικό δώρο στον Υιό της, γίνεται η πρώτη που αφήνεται να δει τον Θεό! Αποκτά αυτή την άλλη ποιότητα που έλειπε από τον άνθρωπο. Να αφεθεί στο έλεος και την αγάπη του Θεού, να υπακούσει απόλυτα στο θεϊκό θέλημα και να παραμείνει η ύπαρξη παρθένος, προ, κατά και μετά τον τόκον, διότι είναι ο Ίδιος ο Θεός που ευλογεί και διακρατεί την παρθενία.

Στην εορτή του Ευαγγελισμού, εκτός των άλλων, γιορτάζουμε την ευλογία να μπορούμε να ξαναβρούμε την παρθενία της παιδικότητας. Αυτήν που η Υπεραγία Θεοτόκος μας προσφέρει ως πρότυπο με την δική της ζωή. Όχι ως κατόρθωμα δικό μας, αλλά ως επιλογή αφέσεως στο θέλημα του Θεού. Δεν είναι μόνο ζήτημα σωματικότητας η παρθενία. Είναι υπαρξιακός στόχος.
Τα σωματικά μας κρατούνε στον κόσμο και στην παρούσα ζωή. Η πνευματικότητα της πίστης μας μάς κάνει να παλεύουμε για την παρθενία του νου, της καρδιάς, του θελήματος, των επιθυμιών. Την παρθενία να γίνουν τα πάντα μέσα μας Χριστός.
Κάθε φορά που μεταλαμβάνουμε το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου Τον φιλοξενούμε στην καρδιά μας, όπως η Παναγία. Ξαναγινόμαστε για λίγο παιδιά. Ξαναβρίσκουμε την χαμένη από την αμαρτία, το εγωκεντρικό μας θέλημα, το κοσμικό μας φρόνημα, παρθενία. Αυτήν της αγάπης και της εμπιστοσύνης στον Χριστό. Ας δούμε την Εκκλησία ως τον τόπο και τον τρόπο διατήρησης αυτής της παρθενίας. Με το να είναι ο Χριστός, όπως για την Παναγία, τα πάντα για μας. Και ας είναι Εκείνη, η Μητέρα όλης της ανθρωπότητας, η στήλη και για τη δική μας παρθενία, η πύλη για την δική μας σωτηρία, εις πείσμα των καιρών!

Τα θυμάσαι τα αδέρφια σου;

Έχουμε να γράψουμε ιστορία ακόμη...