Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2016

Μοναχή Μπουμπουλίνα κατά κίναιδου που πήγε σε Ι.Μονή για να προκαλέσει

Είμαι Δάσκαλος  πάνω από τριάντα χρόνια και έχω την χαρά να υπηρετώ σε ένα ορεινό χωριό της Πελοπονήσσου.


Εχθές κιόλας είχα την ευλογία να επισκεφθώ την Ιεράν Μονήν...με την σύζυγό μου και να προσκυνήσω την Θαυματουργόν Εικόνα.
Μαζί με εμάς , την ίδια ώρα, είχε καταφθάσει και ένας σοβαρός κύριος ,γύρω στα σαρανταπέντε , υψηλού αναστήματος και γεροδεμένος .
Στην Μονήν αυτή διακονεί ως   Ηγουμένη ένας υπέροχος άνθρωπος, με πραγματικά ταπεινό φρόνημα, η Γερόντισσα.. μειλίχια, ευγενής γλυκομίλητη , ειλικρινής ,ακαίρεη ηθικά και με αρκετή συστολή.
-«Εμένα  που με βλέπετε, όταν είμουν νέα φορούσα μίνι.»
Έλεγε πολλάκις αυτομεμφόμενη  και με ταπείνωση, για την νεανική της αυτή παρεκτροπή.
Αφού προσκηνήσαμε εντός του Ι.Ναού κατευθυνθήκαμε στην μικρούλα έκθεση , όπως πάντα , για να αγοράσουμε καμιά ευλογία για τα παιδιά και τα εγγονάκια μας αλλά και για να ενισχύσουμε το πτωχό Μοναστήρι.
Μαζί με εμάς έψαχνε στα ράφια της Έκθεσης  και ο αναφερόμενος υψηλός κύριος.
Τότε με περισσή ευγένια και με  καλωσύνη τον ερωτά η Ηγουμένη.
-Θέλεις να σε βοηθήσω παιδί μου; Ψάχνεις κάτι για την γυνάικα σου;
Και εκείνος απαντά αγέρωχος και με θράσος

-Όχι για την γυναίκα μου, αλλ΄για τον  άντρα μου!

Η Ηγουμένη ταρακουνήθηκε, σαν να μην άκουσε καλά και τον ξαναρωτά ,όπου   λαμβάνει και την ίδια απάντηση.

-Ρε σύ!! Και συ μ’αυτούς είσαι;
-...
Ρε δεν ντρέπεσαι!, ρε φύγε από ΄δω!!!
-...
- Τόσες γυναίκες ρε, και συ  πας με άντρες; Και το καυχιέσαι κιόλας;

Η πίεσή της θα είχε φτάσει τουλάχιστον στο εικοσιπέντε και η μαύρη κεφαλομαντήλα κόντευε να εξαερωθεί από την αγανάκτησή της.

Δεν περίμενε τούτη η Μοναχούλα να γίνει παλλικάρι και φοβισμένος με την ουρά στα σκέλια την κοπάνησε σαν βρεγμένη γάτα, δίχως να μπορεί να απολογηθεί.

Ακούγωντας , όσο μπορούσε  να αφουγκρασθεί, η γερόντισσα... 90 χρονών κατέφθασε με την μαγκουρίτσα της στην έκθεση
-Τι έγινε βρε παιδιά;
-Ήρθε ένας Τοιούτος !
-Ένας πτυχιούχος;
Εν τω μεταξύ ο περίφανος κίναιδος είχε εξαφανισθεί και τοτες πιο ήρεμη η Ηγουμένη , καθισμένη σε μία παλαιά καρέκλα μονολογούσε στεναχωρημένη.

-Βρε τον ευλογημένο! Και μεις αμαρτωλοί είμαστε, όλοι στο ίδιο καζάνι βράζουμε, ο καθείς με τα πάθη του και τα λάθη του, αλλά ας έχουμε και λίγο αυτογνωσία και μετάνοια ! και όχι  να σου ρχεται με θράσος στο Μοναστήρι και να καυχιέται κιόλας που είναι τοιούτος;

Τότε επενέβην και εγώ.

«Το αμαρτάνειν ανθρώπινον , το εμμένειν Σατανικόν».

Για στο στόμα σου παιδί μου.Τα ύστερα του κόσμου.Τί να κάνω; να τον χαϊδέψω; Στο Χριστό πάμε με αληθινές κουβέντες και όχι με παραμύθια.

Και αφού κερασθήκαμε ένα ωραίο γλυκό κουταλιού ,λάβαμε την ευλογία από την Γερόντισσα , μία σύγχρονη Μπουμπουλίνα, και με ελπίδα,διότι υπάρχουν ακόμη Λεωνίδες, πορευτήκαμε εις το  κλεινόν αστυ.

-ΔΑΣΚΑΛΟΣ-

Τα θυμάσαι τα αδέρφια σου;

Έχουμε να γράψουμε ιστορία ακόμη...