Γ’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΗΝΑ
«…οἶδε γάρ ὁ πατήρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρήζετε τούτων ἀπάντων».[1]Ὁ Θεός μᾶς δημιούργησε γιά τήν ἀθανασία καί τήν αἰώνιον ζωήν. Ὁ Χριστός κατῆλθε στόν κόσμο μας, ὥστε νά μᾶς δώσει ὅλα τά ἀπαραίτητα μέσα καί τίς δυνάμεις, γιά τήν πραγματοποίηση αὐτοῦ τοῦ θείου σκοποῦ. Δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία, ὅτι ὁ Χριστός μᾶς προσέφερε ξεκάθαρα τήν ἐπίγνωση τῆς ἀληθείας, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι, μέ στόχο τήν ἐν Χριστῷ ζωή καί τά ἐν Χριστῷ ἀγαθά ἔργα, καθώς ἡ ζωή μας εἶναι «σύν τῷ Χριστῷ ἐν τῷ Θεῷ».[2]
Ἐν τούτοις χρειάζεται νά εἰσέλθουμε στήν συχνότητα τοῦ Θεοῦ. «Ζητεῖτε πρῶτον τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ…». Συνεπῶς, ἐκεῖνος πού ξεπερνᾶ τή ρευστή φύση τῶν παρόντων καί παραβλέπει τήν ἐπιθυμία τῶν προσκαίρων, δέν βλέπει κάτω, δέν ἐπιθυμεῖ τά ὡραῖα τῆς γῆς· ἀλλά τοῦ ἀνοίγονται τά ἄνω θεάματα καί κατοπτεύει τά κάλλη τῶν οὐρανῶν (τῶν ἀθεάτων τά κάλλη), καί τήν μακαριότητα τῶν ἀμόλυντων πραγμάτων. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός δέχεται τήν ταπείνωση καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, πού κατέρχεται σ’ αὐτόν ἀπό τόν οὐρανό καί γίνεται ναός τοῦ Ἀγίου Πνεύματος καί ποθεῖ τά θελήματα τοῦ Θεοῦ καί ὀδηγεῖται ἀπό τό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καί ἀξιώνεται τήν υἱοθεσία καί ἡ Ἁγία Τριάς εὐαρεστεῖται καί ἰκανοποιεῖται, ἀπό αὐτόν τόν πιστόν οἰκονόμον.
Ἐνδεχομένως, σ’ αὐτήν τήν τέλειαν πνευματικήν πορείαν, νά ἐπιτρέπει ὁ Θεός, ὥστε ἡ διάβασις νά γίνεται ἐν μέσῳ πειρασμῶν πρός δοκιμήν. Σαφῶς καί εἶναι ἀλήθεια ὅτι οἱ πειρασμοί ὅταν ἔρχονται, δέν ὡφελοῦν μόνον τούς τελείους στήν πίστη, ὅπως τόν Ἰώβ καί τόν Ἀπόστολο Πέτρο καί τόν Ἀπόστολο Παῦλο καί τόν Ἁγιο Πορφύριο τόν Καυσοκαλυβίτη καί τούς ὁμοίους, ἀλλά καί τελειοποιοῦν τούς ἀτελεῖς· «μακάριος εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού ὑπομένει πειρασμούς, διότι γινόμενος δόκιμος, θά λάβει τόν στέφανον τῆς ζωῆς».[3]
Πρακτικά, στήν περίπτωση αὐτή κερδίζεις γνώση Θεοῦ καί σοφία Λόγου καί σύνεση. Ἀπομακρύνεσαι ἀπ’ ὅλα τά αἰσθητά, τόν νόμο τῆς σαρκός καί τότε ὁ πνευματικός νόμος γράφεται στή διάνοιά σου, μέ τόν δάκτυλο τοῦ Πνεύματος. Ἐμπειρικά, γνωρίζεις ὅτι ὁ Θεός, σκέφτεται διαφορετικά ἀπό ἐμᾶς. Μπορεῖ νά μή μᾶς δίνει ὅ,τι τοῦ ζητᾶμε, ἀλλά στή πορεία τῆς ζωῆς, διαπιστώνουμε ὅτι μᾶς ἔδωσε παραπάνω ἀπ’ ὅ,τι ζητήσαμε. Συνήθως ζητᾶμε πρόσκαιρα ἀγαθά, ἐνῶ πρῶτα ἀπ’ ὅλα πρέπει νά ζητᾶμε τόν Ἴδιο. Νά ζητᾶμε μόνο Αὐτόν, ὅπως μᾶς λέγει σήμερα ἡ Εὐαγγελική περικοπή καί τότε, ὅ,τι ἄλλο χρειαζόμαστε, ὁ Θεός πού τό γνωρίζει πολύ καλύτερα ἀπό ἐμᾶς, θά μᾶς τό δώσει στήν πιό κατάλληλη στιγμή.
Καλύτερα νά προσευχόμαστε ἀληθινά ἀπό καρδίας, παρά νά σκεφτόμαστε ἀγωνιωδῶς, τή λύση τῶν προβλημάτων μας. Ἐάν ἦταν ὅλα εὔκολα καί εἴχαμε τά πάντα· ἴσως νά μή σκεφτόμασταν καθόλου τόν Θεό. Ἄς θυμηθοῦμε ἀδελφοί μου, πόσοι τήν ἔχουν πάθει ἔτσι καί ζημιώθηκαν οὐκ ὀλίγον.
Λοιπόν, ὅσο ἀναπνέεις, μήν ἀφήσεις τήν προσευχή, οὔτε μιά στιγμή, ἀκόμη καί ἐξαιτίας ἀσθένειας. «ὅταν ἀσθενῶ, τότε εἶμαι δυνατός»,[4] μᾶς λέει ὁ Ἀπόστολος καί ὅλοι οἱ Ἅγιοι. Ὅταν κάνουμε ἔτσι, θά ὡφεληθοῦμε πολύ μέ τήν βοήθεια τῆς θείας Χάριτος.Γιατί ὅπου ὑπάρχει ἡ παρηγοριά τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου, δέν ἐπιμένει ἡ ἀκηδία καί ἡ ἀπογοήτευση·«τῇ γάρ χάριτι ἐστε σεσωσμένοι, διά τῆς πίστεως», δηλαδή, μέ τήν διά τῆς πίστεως Χάρη, « καί τοῦτο οὐκ ἐξ ἡμῶν».[5]
Ἐμεῖς πιστεύουμε· ὅμως καί τῆς πίστεώς μας αἰτία, εἶναι ὁ Θεός, γιατί ἄν Αὐτός δέν ἐνσαρκωνόταν, τότε πῶς θά μπορούσαμε νά πιστέψουμε; Πλασθήκαμε γιά νά ζήσουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί μᾶς ἔδωσε τήν δυνατότητα ἐλεύθερα νά Τόν ἀκολουθήσουμε. Ὁ Τριαδικός Πατέρας μας καί ὁ Χριστός ἀδελφός μας, εἶναι Παντοδύναμος καί Πάνσοφος. Πῶς λοιπόν δέν θά προνοεῑ πάντοτε γιά τίς ἀνάγκες μας;
Ἄν ἐμεῖς, ἁμαρτωλοί ὄντες, προνοοῦμε καί πονᾶμε γιά τά παιδιά μας, ὁ Ἀγαθός Θεός καί ὁ Χριστός, θά μᾶς ἐγκαταλείψει στήν «τύχη» μας; Ποτέ! Ποτέ!
Ἐπειδή, ἡ θεία δωρεά δέν ἀποτελεῖ καί ἐπιτελεῖ μόνον τή σωτηρία μας, ἀλλά καί ἡ ἴδια ἡ ζωή μας, ἡ ἴδια ἡ ψυχή μας, τό σῶμα μας, ἡ ὕπαρξή μας, ὅλα ἀποτελοῦν δῶρα τοῦ Θεοῦ, πού Ἐκεῖνος τά συγκροτεῖ, τά διέπει καί ὡς ποιήματά Του τά ἐνδύει, τά τρέφει· δείχνει ὅτι ἀνήκουμε σ’ Αὐτόν καί ὅτι Αὐτός, ἀπεργάζεται σέ ἐμᾶς τό ἀγαθόν καί τέλειον σχέδιό Του καί ζεῖ μέσα μας ὡς ζωντανή καί δημιουργική δύναμη.[6]
Ἄν λοιπόν καθαρίσουμε τώρα τούς ἑαυτούς μας, ἀπό κάθε ἁμαρτία, μέ τήν μετάνοια, θά κατανοήσουμε διά τῆς Ἀκτίστου Χάριτος, ὅτι ὁ Χριστός μᾶς προσέφερε τήν ἐπίγνωση καί τῆς ἀληθινῆς προελεύσεως, ἀλλά καί τοῦ πραγματικοῦ στόχου τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου.Ἡ μέν προέλευση εἶναι ἐκ τοῦ Θεοῦ, ὁ δέ στόχος, εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ ζωή, τά ἐν Χριστῷ ἀγαθά ἔργα.
«Ἰδού», λοιπόν, «νῦν καιρός εὐπρόσδεκτος, ἰδού νῦν ἡμέρα σωτηρίας». Σ’ Αὐτόν τόν Κύριον Ἰησοῦν, τόν Ἀληθινόν Θεόν, ἀνήκει ἡ Δόξα, ἡ Βασιλεία καί τό Κράτος, εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν.