Σέ ἕναν νεοχειροτονηθέντα ἱερέα συνέβηκε τό ἑξῆς:
Ἀφοῦ τελείωσε η χειροτονία του, πῆγε στό σπίτι του. Ἐκεῖ ξάπλωσε στο κρεβάτι του να ξεκουραστεῖ. Τό ἀπόγευμα πού πῆγαν οἱ δικοί του νά τόν ξυπνήσουν, διαπίστωσαν πώς ὁ ἱερέας δέν ἤθελε να σηκωθεῖ. Τύλιξε ἀκόμα καί τό κεφάλι του στα κλινοσκεπάσματα καί δέν ξεσκεπαζόταν μέ τίποτε, παρά τά παρακάλια τῶν οἰκείων του.
Αὐτό κράτησε ἐκείνη τήν ἡμέρα καί τήν ἄλλη καί τή μεθ᾿ ἑπομένη. Κανένας δέν μποροῦσε νά καταλάβει τι συμβαίνει στον παπᾶ τους.
Ζύγωνε το Σαββατοκύριακο καί ὁ ἱερεύς δέν ξεκολοῦσε ἀπό τό κρεβάτι του. Οἱ δικοί του, ὅλο αὐτό πού συνέβαινε στόν παπᾶ τό κρατοῦσαν μυστικό ἀπό τό χωριό. Ἔπρεπε, ὅμως, τήν Κυριακή ὁ παπᾶς νά λειτουργήσει καί τότε τί θά ἔλεγαν στόν κόσμο. Οὔτε στη μητρόπολη ἤθελαν να μαθευθεί το πρόβλημα.
Σκέφθηκαν τότε να ειδοποιήσουν τόν π. Βησσαρίωνα, ὁ ὁποῖος ἔφθασε τό γρηγορώτερο και πῆγε κατ' εὐθεῖαν στο δωμάτιο τοῦ ἱερέα.
«Σήκω παιδί μου, εἶμαι ὁ π. Βησσαρίων. Πρέπει να σηκωθεῖς, να φᾶς κάτι να στεριωθεῖς και να συζητήσουμε», τοῦ εἶπε.
Ὁ ἱερεύς ξεσκέπασε λίγο το κεφάλι του, χαιρέτησε τόν Γέροντα καί ξανασκεπάστηκε.
Ήταν ἡμέρα Σάββατο. Ὁ Γέροντας ὡς τό ἀπόγευμα τόν παρακαλοῦσε νά σηκωθεῖ, χωρίς ἀποτέλεσμα. Τότε, ἔδωσε ἐντολή στούς ἄνδρες τοῦ σπιτιοῦ νά τόν σηκώσουν μέ τή βία, νά τόν βάλουν στο αυτοκίνητο καί νά τόν πᾶνε στην ἐκκλησία. Ἦταν ἡ ὥρα τοῦ ἑσπερινοῦ.
Ἐκεῖ μπροστά στήν Ἁγία Τράπεζα, ὁ Γέροντας τοῦ φόρεσε μέ τό ζόρι ἕνα πετραχήλι καί τοῦ εἶ πε μέ τή βραχνή φωνούλα του: «Πές, πάτερ μου, τό Εὐλογητός ὁ Θεός...». Ἐκεῖνος ἀρνιόταν καί ὁ παπούλης ἐπέμενε επιτακτικότερα.
Κάποια στιγμή ὁ ἱερεύς, μέ τρεμάμενη φωνή, ἔβαλε «Εὐλογητός» κι' ἀμέσως μιά δυνατή βοή ἀκούστηκε σέ ὅλη τήν ἐκκλησία. Ὁ ἀρχέκακος ἔσκασε καί ὁ ἱερέας ἐλευθερώθηκε, συνῆλθε και ἔκανε κανονικά τόν ἑσπερινό. Ὁ Γέροντας παρέστεκε δίπλα του καί τόν συμβούλευε.
Ὅλοι μέ δάκρυα στα μάτια ἔβλεπαν τόν ἱερέα τους νά ἱερουργεῖ καί ἡ χαρά τους ἦταν πολύ μεγάλη. Ὁ π. Βησσαρίων ἔμεινε ἐκεῖνο τό βράδυ στο σπίτι τους. Ἐξομολόγησε τόν ἱερέα καί τούς οἰκείους του καί τήν ἄλλη ἡμέρα, Κυριακή, ἐτέλεσαν μαζί τή θεία λειτουργία, κοινώνησαν τά ἄχραντα μυστήρια καί ὅλα ἔγιναν καλά καί ευλογημένα.