Μια νέα δημοσκόπηση ενόψει των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ τον προσεχή Νοέμβριο δίνει ξανά προβάδισμα στη Χίλαρι Κλίντον. Η υποψήφια των Δημοκρατικών προηγείται του Ρεπουμπλικάνου Ντόναλντ Τραμπ με επτά μονάδες στην Πενσυλβάνια.
Δημοσκόπηση που πραγματοποίησε το κολέγιο Franklin and
Marshall δείχνει ότι η Κλίντον προηγείται με 47% έναντι 40% του
εκκεντρικού δισεκατομμυριούχου μεταδίδει το CNN. Το αποτέλεσμα αυτό
δείχνει το ποσοστό της Κλίντον να έχει μειωθεί σε σύγκριση με το
αποτέλεσμα της δημοσκόπησης που είχε διεξαχθεί, αμέσως μετά τη διεξαγωγή
του κεντρικού συνεδρίου του Δημοκρατικού Κόμματος, τον Ιούλιο. Την
περίοδο εκείνη είχε προβάδισμα με ποσοστό 49% έναντι 38% του Τραμπ.
Ωστόσο, το αποτέλεσμα άλλης δημοσκόπησης που πραγματοποιήθηκε μέσα στην εβδομάδα (Monmouth University) και δημοσιοποιήθηκε την Τρίτη, δίνει προβάδισμα στην Κλίντον με 48% έναντι 40% του Τραμπ.
Με τη συμμετοχή υποψηφίων άλλων κομμάτων, το ποσοστό της Κλίντον μειώνεται στο 41% έναντι 38% του Τραμπ. Στη δημοσκόπηση αυτή, ο φιλελεύθερος Γκάρι Τζόνσον λαμβάνει 7% και η υποψήφια των Πρασίνων Τζιλ Στάιν 2%.
Η δημοσκόπηση έδειξε επίσης μεγάλο ποσοστό αναποφάσιστων, με το 13% των συμμετεχόντων να δηλώνει ότι δεν έχουν αποφασίσει ποιον θα ψηφίσουν στις 8 Νοεμβρίου.
Το προβάδισμα της Χίλαρι Κλίντον ενισχύει τους φόβους των Ρεπουμπλικάνων μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων για το ενδεχόμενο απώλειας της πλειοψηφίας που διαθέτουν. Από την άλλη μεριά, οι φόβοι αυτοί, ενισχύουν την υλοποίηση εναλλακτικής πολιτικής στρατηγικής, σύμφωνα με την οποία δε θα είναι λίγοι αυτοί που θα διαχωρίσουν τις πολιτικές τους τύχες, από την προεδρική υποψηφιότητα του Ντόναλντ Τραμπ, μεταδίδει το CNN.
Τα δεδομένα των δημοσκοπήσεων που πραγματοποιήθηκαν από υποψηφίους της Βουλής των Αντιπροσώπων, αλλά και την Εθνική Ρεπουμπλικανική Επιτροπή του Κογκρέσου σε έξι ανταγωνιστικές πολιτικές αναμετρήσεις τις τελευταίες εβδομάδες, δείχνουν ότι, ενώ η Κλίντον προηγείται του Τραμπ σε παναμερικανικό επίπεδο, σε ορισμένες περιοχές οι Ρεπουμπλικάνοι υποψήφιοι της Βουλής των Αντιπροσώπων έχουν καλύτερες προεκλογικές επιδόσεις από αυτές του προεδρικού τους υποψηφίου.
Από την άλλη μεριά, το μικρό ποσοστό υποστήριξης που λαμβάνει ο Τραμπ από τους ισπανόφωνους ψηφοφόρους ενισχύει τον προβληματισμό μεταξύ των υποψηφίων μελών του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος για το Κογκρέσο σχετικά με το ενδεχόμενο σοβαρών επιπτώσεων στις εκλογικές τους περιφέρειες.
Η άμεση πολιτική προσοχή των Δημοκρατικών επικεντρώνεται σε περιοχές, όπως η 3η εκλογική περιφέρεια στη Νεβάδα, όπου οι ισπανόφωνοι ψηφοφόροι αποτελούν το 15% του εκλογικού σώματος. Ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων Ντάνι Ταρκανιάν προηγείται της Τζάκι Ρόσεν, υποψηφίας των Δημοκρατικών για το Κογκρέσο, με διαφορά 12 ποσοστιαίων μονάδων, ενώ στην ίδια δημοσκόπηση (Tarrance Group / NRCC) η Κλίντον προηγείται του Τραμπ κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες.
Υπό τη λογική αυτή, οι επιλογές των τοπικών κοινωνιών είναι δυνατό να δρομολογήσουν εξελίξεις στην υλοποίηση του εναλλακτικού πολιτικού σχεδίου των ηγετικών κύκλων του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, μετατοπίζοντας το βάρος της προεκλογικής εκστρατείας από τον Ντόναλντ Τραμπ στους υποψηφίους του Κογκρέσου.
Στο επίκεντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος της κίνησης αυτής βρίσκεται η επιδίωξη για τη διατήρηση άσκησης ουσιαστικού ελέγχου στο νομοθετικό έργο της Γερουσίας και της Βουλής των Αντιπροσώπων στην περίπτωση προεδρικής εκλογής της Χίλαρι Κλίντον στις 8 Νοεμβρίου.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ
Ωστόσο, το αποτέλεσμα άλλης δημοσκόπησης που πραγματοποιήθηκε μέσα στην εβδομάδα (Monmouth University) και δημοσιοποιήθηκε την Τρίτη, δίνει προβάδισμα στην Κλίντον με 48% έναντι 40% του Τραμπ.
Με τη συμμετοχή υποψηφίων άλλων κομμάτων, το ποσοστό της Κλίντον μειώνεται στο 41% έναντι 38% του Τραμπ. Στη δημοσκόπηση αυτή, ο φιλελεύθερος Γκάρι Τζόνσον λαμβάνει 7% και η υποψήφια των Πρασίνων Τζιλ Στάιν 2%.
Η δημοσκόπηση έδειξε επίσης μεγάλο ποσοστό αναποφάσιστων, με το 13% των συμμετεχόντων να δηλώνει ότι δεν έχουν αποφασίσει ποιον θα ψηφίσουν στις 8 Νοεμβρίου.
Το προβάδισμα της Χίλαρι Κλίντον ενισχύει τους φόβους των Ρεπουμπλικάνων μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων για το ενδεχόμενο απώλειας της πλειοψηφίας που διαθέτουν. Από την άλλη μεριά, οι φόβοι αυτοί, ενισχύουν την υλοποίηση εναλλακτικής πολιτικής στρατηγικής, σύμφωνα με την οποία δε θα είναι λίγοι αυτοί που θα διαχωρίσουν τις πολιτικές τους τύχες, από την προεδρική υποψηφιότητα του Ντόναλντ Τραμπ, μεταδίδει το CNN.
Τα δεδομένα των δημοσκοπήσεων που πραγματοποιήθηκαν από υποψηφίους της Βουλής των Αντιπροσώπων, αλλά και την Εθνική Ρεπουμπλικανική Επιτροπή του Κογκρέσου σε έξι ανταγωνιστικές πολιτικές αναμετρήσεις τις τελευταίες εβδομάδες, δείχνουν ότι, ενώ η Κλίντον προηγείται του Τραμπ σε παναμερικανικό επίπεδο, σε ορισμένες περιοχές οι Ρεπουμπλικάνοι υποψήφιοι της Βουλής των Αντιπροσώπων έχουν καλύτερες προεκλογικές επιδόσεις από αυτές του προεδρικού τους υποψηφίου.
Από την άλλη μεριά, το μικρό ποσοστό υποστήριξης που λαμβάνει ο Τραμπ από τους ισπανόφωνους ψηφοφόρους ενισχύει τον προβληματισμό μεταξύ των υποψηφίων μελών του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος για το Κογκρέσο σχετικά με το ενδεχόμενο σοβαρών επιπτώσεων στις εκλογικές τους περιφέρειες.
Η άμεση πολιτική προσοχή των Δημοκρατικών επικεντρώνεται σε περιοχές, όπως η 3η εκλογική περιφέρεια στη Νεβάδα, όπου οι ισπανόφωνοι ψηφοφόροι αποτελούν το 15% του εκλογικού σώματος. Ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων Ντάνι Ταρκανιάν προηγείται της Τζάκι Ρόσεν, υποψηφίας των Δημοκρατικών για το Κογκρέσο, με διαφορά 12 ποσοστιαίων μονάδων, ενώ στην ίδια δημοσκόπηση (Tarrance Group / NRCC) η Κλίντον προηγείται του Τραμπ κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες.
Υπό τη λογική αυτή, οι επιλογές των τοπικών κοινωνιών είναι δυνατό να δρομολογήσουν εξελίξεις στην υλοποίηση του εναλλακτικού πολιτικού σχεδίου των ηγετικών κύκλων του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, μετατοπίζοντας το βάρος της προεκλογικής εκστρατείας από τον Ντόναλντ Τραμπ στους υποψηφίους του Κογκρέσου.
Στο επίκεντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος της κίνησης αυτής βρίσκεται η επιδίωξη για τη διατήρηση άσκησης ουσιαστικού ελέγχου στο νομοθετικό έργο της Γερουσίας και της Βουλής των Αντιπροσώπων στην περίπτωση προεδρικής εκλογής της Χίλαρι Κλίντον στις 8 Νοεμβρίου.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ