Από τον Μάιο 2018 οι χώρες της Ε.Ε. φακελώνουν όλους τους επιβάτες πτήσεων από και προς την Ε.Ε., αποθηκεύουν τα στοιχεία τους σε γιγαντιαίες βάσεις δεδομένων και τα διαβιβάζουν στις αρχές άλλων χωρών, ακόμα και των ΗΠΑ.
Tο σύστημα PNR είναι πράγματι χρήσιμο όπλο κατά της τρομοκρατίας; Είναι νόμιμο; Ποιος πίεζε στο παρασκήνιο για την εφαρμογή του; Ποιος θα αναλάβει την υλοποίησή του στην Ελλάδα; Δεν είναι η ΕΥΠ, αλλά μοιάζει
Πρόκειται ίσως για τη μεγαλύτερη ώς τώρα επιχείρηση στην ευρωπαϊκή ιστορία μαζικού φακελώματος των Ευρωπαίων πολιτών από τις ίδιες τις κυβερνήσεις τους – αλλά και παράδοσης των στοιχείων τους στις ΗΠΑ.
Μυστική επιχείρηση; Όχι, πρόκειται για ευρωπαϊκή οδηγία που ισχύει από τις 28 Μαΐου 2018.
Φακέλωμα ύποπτων πολιτών; Όχι. Η οδηγία PNR μας ταυτοποιεί όλους, «αθώους» και μη, με μόνο κριτήριο το ότι ταξιδεύουμε με αεροπλάνο…
Πες μου ποιος κάθεται δίπλα σου, να σου πω τι σχεδιάζεις
Οι επιβάτες σε όλες τις πτήσεις από ή προς την Ε.Ε. γνωρίζουν πως στο
αεροδρόμιο θα περάσουν απανωτούς ελέγχους, θα τους κρατηθούν τα επικίνδυνα αντικείμενα ή δεν θα τους επιτραπεί να μεταφέρουν μαζί τους υγρά άνω των 100 ml. Σχεδόν κανείς τους όμως δεν συνειδητοποιεί ότι στο εξής τα στοιχεία του θα καταγράφονται και θα γίνονται αντικείμενο επεξεργασίας από τις αρχές ασφαλείας της χώρας στην οποία βρίσκεται.
Και: εάν ζητηθεί, οι πληροφορίες αυτές θα διαβιβάζονται στις αρχές όλων των χωρών της Ε.Ε. αλλά και των ΗΠΑ. Αυτό προβλέπει η οδηγία PNR που δεσμεύει πλέον όλα τα κράτη της Ε.Ε.
PNR είναι το Ονομαστικό Αρχείο Επιβάτη (Passenger Name Record). Το αρχείο αυτό περιλαμβάνει δεδομένα όπως τα στοιχεία ταυτότητας του επιβάτη, το δρομολόγιό του, τα στοιχεία πληρωμής αλλά και το ποιος κάθεται δίπλα του στο αεροπλάνο. Οι εμπνευστές της ευρωπαϊκής οδηγίας θεωρούν πως η επεξεργασία όλων αυτών των στοιχείων σε γιγαντιαίες βάσεις δεδομένων για πέντε χρόνια (τόσο επιτρέπει η οδηγία) θα συμβάλει καθοριστικά στον αγώνα κατά της (ισλαμιστικής κυρίως) τρομοκρατίας.
Το σύστημα PNR ταυτοποιεί αθώους
Η οδηγία αναφέρει χαρακτηριστικά: «[…] επιπλέον, τα κριτήρια αξιολόγησης θα πρέπει να ορίζονται κατά τρόπο ώστε το σύστημα να ταυτοποιεί όσο το δυνατόν λιγότερους αθώους». [Η υπογράμμιση δική μας]. Αυτό σημαίνει, σύμφωνα με μια εξαιρετικά οξυδερκή ανάλυση του Ιδρύματος Μαραγκοπούλου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (Αναστασία Παύλου, Αγγελική Τεντόμα, Αναστασία Τηλεμάχου και Αντωνία Χριστοπούλου, 2016), πως «το σύστημα σε κάθε περίπτωση θα ταυτοποιεί αθώους. Το ζήτημα σύμφωνα με την οδηγία είναι να περιορίζεται σε όσο το δυνατόν λιγότερους. Το τεκμήριο της αθωότητας αν ακολουθηθεί μια τέτοιου είδους λογική μπορεί να μετεξελιχθεί σιωπηρά σε τεκμήριο ενοχής».
Υπεύθυνη για το PNR στην Ελλάδα «μια δεύτερη ΕΥΠ»
Ακριβώς αυτή η λογική ακολουθήθηκε, και έτσι τον Μάρτιο 2018 ξεκίνησε στην Ελλάδα η δημόσια διαβούλευση για το σχέδιο νόμου το οποίο ενσωματώνει την ευρωπαϊκή οδηγία στην εθνική νομοθεσία. Η διαβούλευση ολοκληρώθηκε στις 23 Μαρτίου, από τότε όμως δεν ήρθε προς ψήφιση στην ελληνική Βουλή, με αποτέλεσμα να παρέλθει η προθεσμία της 25ης Μαΐου 2018 που είχε θέσει η Κομισιόν. (Στις 19 Ιουλίου 2018 η Κομισιόν έστειλε επιστολή στη χώρα μας με την οποία εκκινεί τη νομική διαδικασία παράβασης επειδή η Ελλάδα, όπως και 13 ακόμα χώρες, δεν έχει ακόμα ενσωματώσει την οδηγία.)
Παρ’ ότι η ευρωπαϊκή οδηγία δεν το απαιτεί, το ελληνικό σχέδιο νόμου επεκτείνει το δίχτυ παρακολούθησης και στις εσωτερικές πτήσεις και όχι μόνο στις πτήσεις από και προς την Ε.Ε. Το κάνει προσθέτοντας δύο αθώες λεξούλες στο άρθρο 2, «πτήσεων εντός ή εκτός της Ε.Ε.». Αυτό σημαίνει ότι εκτός από τον επιβάτη τού Ριάντ-Αθήνα, θα καταγράφεται και ο επιβάτης τού Αθήνα-Αστυπάλαια. Με άλλα λόγια, ο αριθμός των φακελωμένων Ελλήνων/Ευρωπαίων και μη πολιτών αυξάνεται γεωμετρικά χωρίς καν το φύλλο συκής των τζιχαντιστών που πάνε ή έρχονται από τη Συρία…
Το σχέδιο νόμου προβλέπει τη σύσταση Μονάδας Στοιχείων Επιβατών, η οποία θα συλλέγει από τους αερομεταφορείς (τις αεροπορικές εταιρείες) και θα επεξεργάζεται τα δεδομένα των επιβατών αλλά και θα τα διαβιβάζει στις αρχές άλλων χωρών ή την Europol. Στη Μονάδα θα αποσπαστούν στελέχη και άλλων υπηρεσιών, από την ΕΥΠ ως το ΣΔΟΕ.
Αλλά το πιο ενδιαφέρον βρίσκεται μερικές αράδες πιο πέρα: Η Μονάδα Στοιχείων Επιβατών θα υπάγεται στην άγνωστη στο πλατύ κοινό ΔΙΔΑΠ (Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών) της ΕΛ.ΑΣ. η οποία αναλαμβάνει την επιχειρησιακή ευθύνη της υπόθεσης PNR.
Σύμφωνα με όσα η αιτιολογική έκθεση για τα PNR αναφέρει, η ΔΙΔΑΠ αποτελεί έναν «διυπηρεσιακού χαρακτήρα κεντρικό κόμβο πληροφοριών (Central Intelligence Hub)». Η «Καθημερινή», σε ρεπορτάζ του 2017 άσχετο με το PNR, το κάνει πενηνταράκια: Πρόκειται για «μια νέα, δεύτερη ΕΥΠ» η οποία «διαθέτει σύστημα επισυνδέσεων και προηγμένο λογισμικό για την επεξεργασία του μεγάλου όγκου πληροφοριών που συγκεντρώνει» και προχώρησε (το 2017) σε «υπερδιπλασιασμό των επιχειρησιακών δυνατοτήτων της» (Γιάννης Σουλιώτης, «Καθημερινή», 2.9.2017).
«Πορεία μη επιστροφής»
Σε πολλούς τα στοιχεία PNR φαίνονται ακίνδυνα. Τι πειράζει αν το κράτος (το ελληνικό αλλά και το… αμερικανικό) γνωρίζει πού και με ποιον ταξίδεψες; Το ότι στην Ελλάδα τα δεδομένα αυτά θα τα επεξεργάζεται μια υπηρεσία στην οποία θα απασχολούνται στελέχη από την ΕΥΠ ώς το ΣΔΟΕ και το ότι αυτή υπάγεται στη ΔΙΔΑΠ (έναν «κεντρικό κόμβο πληροφοριών») αναδεικνύουν το βάθος του προβλήματος.
Το κλειδί εδώ είναι μια λέξη που αναφέρεται μόνο μία φορά στην οδηγία του PNR, αλλά βρίσκεται σχεδόν σε κάθε δεύτερη ομιλία του επιτρόπου Αβραμόπουλου: «Τα κράτη-μέλη θα πρέπει να ανταλλάσσουν πληροφορίες» για «την εξασφάλιση της διαλειτουργικότητας». «Διαλειτουργικότητα» ή «interoperability». Πρόκειται για τη διασύνδεση διαφορετικών βάσεων δεδομένων, αλλά και για κάτι πολύ σημαντικότερο: Οι αστυνομικές αρχές σε όλη την Ε.Ε. αποκτούν ένα δικαίωμα που δεν είχαν – αυτόματη πρόσβαση σε στοιχεία των πολιτών που δεν έχουν σχέση με την επιβολή του νόμου, όπως ακριβώς τα στοιχεία των πτήσεων.
Τον περασμένο Απρίλιο, μερικές εβδομάδες πριν από την παρέλευση της τελικής προθεσμίας για την εφαρμογή του PNR από όλες τις χώρες, ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων (η ανεξάρτητη αρχή της Ε.Ε. για την προστασία των δεδομένων) εξέδωσε γνωμοδότηση η οποία πίσω από τις προσεκτικές λέξεις μοιάζει με απειλητική προφητεία: «Η διαλειτουργικότητα δεν αποτελεί πρωτίστως τεχνική επιλογή» αλλά «κατά πρώτο και κύριο λόγο πολιτική επιλογή» η οποία «θα έχει σημαντικές νομικές και κοινωνικές συνέπειες για τα προσεχή έτη» που «δεν μπορούν να καλυφθούν με τον μανδύα υποτιθέμενων τεχνικών αλλαγών». Πρόκειται για «την αφετηρία μιας πορείας χωρίς επιστροφή».
Το Δικαστήριο ακυρώνει, η Ε.Ε. προχωρά
Και όμως αυτή «η πορεία χωρίς επιστροφή» θα μπορούσε να αναστραφεί αν η Ε.Ε. σεβόταν τις αποφάσεις του ίδιου του Δικαστηρίου της. Τον Ιούλιο του 2017 το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μια απόφαση-σταθμό έκρινε ότι η συμφωνία PNR μεταξύ Ε.Ε. και Καναδά περιέχει προβλέψεις που είναι αντίθετες προς το δίκαιο της Ε.Ε., αναγκάζοντας την Κομισιόν να την αναστείλει. Οι επικριτές του PNR θεώρησαν πως από τη στιγμή που τα ίδια προβληματικά σημεία υπάρχουν και στην οδηγία PNR αλλά και στις αντίστοιχες συμφωνίες με τις ΗΠΑ και την Αυστραλία (με τις οποίες η Ε.Ε. διαβιβάζει στοιχεία επιβατών σε αυτές τις χώρες), αναλόγως θα έπρεπε να ανασταλούν κι αυτές.
Η έκπληξη ήρθε όμως από την άλλη πλευρά (αυτή που υποστηρίζει τα PNR): έγγραφο της νομικής υπηρεσίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (των κυβερνήσεων δηλαδή της Ε.Ε.) αναγνώρισε πως «δεδομένου ότι οι δύο συμφωνίες περιέχουν τις ίδιες ή παρόμοιες ελλείψεις με αυτές που εντόπισε το Δικαστήριο στη γνωμοδότησή του [για τον Καναδά], όλες τους πρέπει να επαναδιαπραγματευθούν. Εάν η τρίτη χώρα [ΗΠΑ-Αυστραλία] δεν αποδέχεται μια τέτοια επαναδιαπραγμάτευση, η Ένωση θα πρέπει να τερματίσει αυτές τις συμφωνίες PNR».
Σήμερα τόσο η οδηγία για τα PNR όσο και οι συμφωνίες με τις ΗΠΑ και την Αυστραλία εφαρμόζονται σαν να μην υπήρξε η απόφαση του Δικαστηρίου.
Δέκα χρόνια ήττες για το PNR
Δεν ήταν πάντα έτσι τα πράγματα. Για περισσότερα από δέκα χρόνια η Κομισιόν, με την παρότρυνση (διάβαζε πίεση) ισχυρών κρατών-μελών, όπως η Γαλλία, προσπαθούσε να περάσει τα PNR, αλλά το Ευρωκοινοβούλιο καθώς και άλλοι θεσμικοί πυλώνες της Ένωσης αντιστέκονταν σθεναρά. Σταχυολογούμε μερικές μόνο από τις απορρίψεις του PNR:
Το 2011 η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (συμβουλευτικό όργανο που εκπροσωπεί οργανώσεις εργοδοτών και εργαζομένων από όλη την Ευρώπη) είχε ταχθεί εναντίον της πρότασης της Κομισιόν κρίνοντας (pdf) πως «δεν τεκμηριώνεται επαρκώς στην πρόταση η ανάγκη γενικευμένης και αδιάκριτης χρήσης των δεδομένων PNR όλων των πολιτών που πραγματοποιούν διεθνείς πτήσεις».
Το 2013, η Επιτροπή LIBE του Ευρωκοινοβουλίου απέρριψε την οδηγία PNR εκφράζοντας «επιφυλάξεις για την αναγκαιότητά του, την αναλογικότητα και τις επιπτώσεις για την προστασία των δεδομένων» (πόρισμα για τους «Ξένους Μαχητές», Ευρωκοινοβούλιο, Φεβρουάριος 2015).
To 2015 o Ευρωπαίος Επόπτης για την Προστασία των Δεδομένων, Τζιοβάνι Μπουταρέλι, στη γνωμοδότησή του προειδοποιούσε πως κινούμαστε «προς μια κοινωνία παρακολούθησης».
Προς τι όλα αυτά; Όπως λέει στο Investigate Europe ο Βοηθός του Ευρωπαίου Επόπτη, Βόιτσεκ Βιεβορκόφσκι, «κανείς ώς τώρα δεν έχει αποδείξει πώς τα PNR μπορούν να αποδειχθούν χρήσιμα».
Το κλίμα όμως άλλαξε άρδην μετά τον Ιανουάριο του 2015 και τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο περιοδικό Charlie Hebdo στο Παρίσι. Η πολιτική ηγεσία της Ευρώπης, αμήχανη και ανήμπορη απέναντι στα τραγικά γεγονότα, βρήκε στο PNR μια έτοιμη λύση που βρισκόταν ήδη από χρόνια στο συρτάρι.
Λίγο μετά τα γεγονότα του Παρισιού, ο Γάλλος τότε υπουργός Εσωτερικών Μπερνάρ Καζνέβ είπε στη Βουλή: «Είναι ανεύθυνο να καθυστερούμε στην εφαρμογή του PNR, διότι χωρίς αυτή την ψήφο δεν θα είμαστε σε θέση να προστατέψουμε την Ευρώπη απέναντι σε μια τρομοκρατική επίθεση».
Πριν από την τρομοκρατία, η γαλλική διαπλοκή
Ο τότε πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς ταξίδεψε στην Ολομέλεια του Στρασβούργου με μοναδικό σκοπό να εντείνει προσωπικά την πίεση στους ευρωβουλευτές. Λίγο μετά, τον Απρίλιο 2015, και υπό το βάρος των τρομοκρατικών επιθέσεων και του κλίματος στην κοινή γνώμη όλης της Ευρώπης, η πλειοψηφία του Ευρωκοινοβουλίου ενέδωσε στις πιέσεις. Η οδηγία έγινε νόμος της Ε.Ε. το 2016.
Όμως οι πιέσεις της Γαλλίας υπέρ του PNR είχαν αρχίσει πολύ πριν από τα γεγονότα του Charlie Hebdo. Ενας από τους κορυφαίους προμηθευτές της τεχνολογίας PNR σε όλη την Ευρώπη ήταν η γαλλική πολυεθνική Safran (μέσω της θυγατρικής της Morpho, νυν Idemia). Η Safran απασχολεί περισσότερους από 3.300 εργαζομένους στο παρισινό προάστιο του Εβρί το οποίο αποτελούσε πολιτικό προπύργιο του Βαλς (ήταν δήμαρχος στην πόλη μέχρι το 2012).
Το 2012, ένας Γάλλος νομάρχης (θέση μη αιρετού κρατικού αξιωματούχου στη Γαλλία) εντόπισε πρόβλημα σε μια κρατική σύμβαση με τη Safran και προκήρυξε νέο διαγωνισμό με σκοπό την εξοικονόμηση 30 εκατομμυρίων ευρώ. Η ξεροκεφαλιά του να αντιταχθεί στη διαπλοκή Safran-γαλλικού κράτους είχε, σύμφωνα με έρευνα των γαλλικών μέσων Marianne και Mediapart, αποτέλεσμα να πέσει ο ουρανός στο κεφάλι του: Ακολούθησαν παρεμβάσεις του υπουργείου Εσωτερικών (με υπουργό τον Βαλς) υπέρ της εταιρείας και ένα πρωτοφανές κυνηγητό εναντίον του νομάρχη με κατάληξη την αποπομπή του.
Η διαπλοκή της γαλλικής πολιτικής σκηνής σε ανώτατο επίπεδο με τη Safran πάει βαθύτερα. Μία από τις πιο συμβολικές αλλά απαρατήρητες στιγμές στο τηλεοπτικό ντιμπέιτ μεταξύ Εμανουέλ Μακρόν και Μαρίν Λεπέν στις προεδρικές εκλογές του 2017 αφορούσε την εφαρμογή του PNR. Τα εκατομμύρια των Γάλλων ψηφοφόρων παρακολούθησαν έκπληκτα τη μεν ακροδεξιά, ξενοφοβική Λεπέν να καταγγέλλει το μαζικό φακέλωμα του PNR ως παραβίαση των ατομικών δικαιωμάτων (!) την ώρα που ο ακραιφνής φιλελεύθερος Μακρόν, ο υποψήφιος των αξιών του Διαφωτισμού, υποστήριζε με ζήλο την εφαρμογή του.
Ο «αντισυστημικός» Μακρόν δεν έκανε τίποτε άλλο από το να ευθυγραμμιστεί με τα συμφέροντα των «εθνικών πρωταθλητών», όπως αποκαλούνται εταιρείες του βεληνεκούς της Safran. Αυτό που στην Ελλάδα ονομάζουμε «εθνικούς προμηθευτές».
O ίδιος ο πρόεδρος Μακρόν ήταν αυτός που ανακοίνωσε τα δύο μέγκα-ντιλ της Γαλλίας: με το Κατάρ (αξίας 12 δισ., Δεκέμβριος 2017) και την Ινδία (14 δισ. ευρώ, Μάιος 2018). Η Safran ήταν και στις δύο συμφωνίες ένας από τους βασικούς προμηθευτές.
Το κόστος για την ανάπτυξη του PNR είναι μικρότερο αλλά διόλου ευκαταφρόνητο. Το 2007 το Ευρωκοινοβούλιο είχε εκτιμήσει πως το αρχικό στήσιμο του συστήματος θα ξεπερνούσε τα 614 εκατομμύρια, χωρίς όμως σε αυτό να συνυπολογίζονται τα πρόσθετα λειτουργικά κόστη, που σύμφωνα με την οδηγία επιβαρύνουν τα κράτη-μέλη. Αλλά αυτό είναι μόνον η αρχή.
Με αεροπλάνα και βαπόρια και με τρένα και λεωφορεία
Ορισμένα κράτη-μέλη συζητούν να απλώσουν το δίχτυ της παρακολούθησης, πέρα από τις αερομεταφορές, στα πλοία, τα τρένα, τα λεωφορεία. Το Βέλγιο, αναζητώντας τρόπους αντιμετώπισης της απειλής των τζιχαντιστών, εδώ και δύο χρόνια μελετά την επέκταση του PNR και σε άλλους τρόπους μεταφορών, πλην των αεροπορικών.
Στις 25 Ιουλίου 2018, η βελγική κυβέρνηση ενέκρινε την υλοποίηση δύο πιλοτικών πρότζεκτ: Το Βέλγιο θα συμπεριλάβει στις βάσεις δεδομένων PNR τους επιβάτες στο τρένο Eurostar που συνδέει τις Βρυξέλλες με το Λονδίνο, αλλά και αυτούς που χρησιμοποιούν τη Flixbus, τη μεγαλύτερη εταιρεία μεταφοράς με λεωφορείο στην Ευρώπη.
Το μέλλον εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας. Η περιβόητη ελεύθερη κίνηση των πολιτών, που αποτέλεσε ένα από τα πιο δημοφιλή αφηγήματα της Ενωμένης Ευρώπης, μετεξελίσσεται σε ηλεκτρονικό φακέλωμα κάθε κίνησης των πολιτών με όποιο μέσο κι αν κινούνται.
Όλων των πολιτών; Όχι όλων. Όπως θα δούμε στο επόμενο μέρος της έρευνας του Investigate Europe και της «Εφ.Συν.», η Κομισιόν και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις άφησαν μια μικρή τρύπα στο δίχτυ της επιτήρησης. Από την οδηγία του PNR εξαιρούνται όσοι πετούν με ιδιωτικά αεροπλάνα… Αυτοί θα συνεχίσουν να κινούνται υπεράνω του νόμου και να πετούν κάτω από το ραντάρ.
Την έρευνα έκαναν οι: Ινγκεμποργκ Ελίασεν (Νορβηγία), Ελίζα Σιμάντκε (Γερμανία), Νικόλας Λεοντόπουλος (Ελλάδα), Μαρία Ματζόρε (Ιταλία), Λεϊλά Μινιανό (Γαλλία), Κρίνα Μπόρος (Ρουμανία/Βρετανία), Πάουλο Πένια (Πορτογαλία), Χάραλντ Σούμαν (Γερμανία), Βόιτσεκ Τσίεζλα (Πολωνία).
Συντάκτης: Νικόλας Λεοντόπουλος / Investigate Europe
eleftheroiellines.blogspot.com
https://simeiakairwn.wordpress.com
Tο σύστημα PNR είναι πράγματι χρήσιμο όπλο κατά της τρομοκρατίας; Είναι νόμιμο; Ποιος πίεζε στο παρασκήνιο για την εφαρμογή του; Ποιος θα αναλάβει την υλοποίησή του στην Ελλάδα; Δεν είναι η ΕΥΠ, αλλά μοιάζει
Πρόκειται ίσως για τη μεγαλύτερη ώς τώρα επιχείρηση στην ευρωπαϊκή ιστορία μαζικού φακελώματος των Ευρωπαίων πολιτών από τις ίδιες τις κυβερνήσεις τους – αλλά και παράδοσης των στοιχείων τους στις ΗΠΑ.
Μυστική επιχείρηση; Όχι, πρόκειται για ευρωπαϊκή οδηγία που ισχύει από τις 28 Μαΐου 2018.
Φακέλωμα ύποπτων πολιτών; Όχι. Η οδηγία PNR μας ταυτοποιεί όλους, «αθώους» και μη, με μόνο κριτήριο το ότι ταξιδεύουμε με αεροπλάνο…
Πες μου ποιος κάθεται δίπλα σου, να σου πω τι σχεδιάζεις
Οι επιβάτες σε όλες τις πτήσεις από ή προς την Ε.Ε. γνωρίζουν πως στο
αεροδρόμιο θα περάσουν απανωτούς ελέγχους, θα τους κρατηθούν τα επικίνδυνα αντικείμενα ή δεν θα τους επιτραπεί να μεταφέρουν μαζί τους υγρά άνω των 100 ml. Σχεδόν κανείς τους όμως δεν συνειδητοποιεί ότι στο εξής τα στοιχεία του θα καταγράφονται και θα γίνονται αντικείμενο επεξεργασίας από τις αρχές ασφαλείας της χώρας στην οποία βρίσκεται.
Και: εάν ζητηθεί, οι πληροφορίες αυτές θα διαβιβάζονται στις αρχές όλων των χωρών της Ε.Ε. αλλά και των ΗΠΑ. Αυτό προβλέπει η οδηγία PNR που δεσμεύει πλέον όλα τα κράτη της Ε.Ε.
PNR είναι το Ονομαστικό Αρχείο Επιβάτη (Passenger Name Record). Το αρχείο αυτό περιλαμβάνει δεδομένα όπως τα στοιχεία ταυτότητας του επιβάτη, το δρομολόγιό του, τα στοιχεία πληρωμής αλλά και το ποιος κάθεται δίπλα του στο αεροπλάνο. Οι εμπνευστές της ευρωπαϊκής οδηγίας θεωρούν πως η επεξεργασία όλων αυτών των στοιχείων σε γιγαντιαίες βάσεις δεδομένων για πέντε χρόνια (τόσο επιτρέπει η οδηγία) θα συμβάλει καθοριστικά στον αγώνα κατά της (ισλαμιστικής κυρίως) τρομοκρατίας.
Το σύστημα PNR ταυτοποιεί αθώους
Η οδηγία αναφέρει χαρακτηριστικά: «[…] επιπλέον, τα κριτήρια αξιολόγησης θα πρέπει να ορίζονται κατά τρόπο ώστε το σύστημα να ταυτοποιεί όσο το δυνατόν λιγότερους αθώους». [Η υπογράμμιση δική μας]. Αυτό σημαίνει, σύμφωνα με μια εξαιρετικά οξυδερκή ανάλυση του Ιδρύματος Μαραγκοπούλου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (Αναστασία Παύλου, Αγγελική Τεντόμα, Αναστασία Τηλεμάχου και Αντωνία Χριστοπούλου, 2016), πως «το σύστημα σε κάθε περίπτωση θα ταυτοποιεί αθώους. Το ζήτημα σύμφωνα με την οδηγία είναι να περιορίζεται σε όσο το δυνατόν λιγότερους. Το τεκμήριο της αθωότητας αν ακολουθηθεί μια τέτοιου είδους λογική μπορεί να μετεξελιχθεί σιωπηρά σε τεκμήριο ενοχής».
Υπεύθυνη για το PNR στην Ελλάδα «μια δεύτερη ΕΥΠ»
Ακριβώς αυτή η λογική ακολουθήθηκε, και έτσι τον Μάρτιο 2018 ξεκίνησε στην Ελλάδα η δημόσια διαβούλευση για το σχέδιο νόμου το οποίο ενσωματώνει την ευρωπαϊκή οδηγία στην εθνική νομοθεσία. Η διαβούλευση ολοκληρώθηκε στις 23 Μαρτίου, από τότε όμως δεν ήρθε προς ψήφιση στην ελληνική Βουλή, με αποτέλεσμα να παρέλθει η προθεσμία της 25ης Μαΐου 2018 που είχε θέσει η Κομισιόν. (Στις 19 Ιουλίου 2018 η Κομισιόν έστειλε επιστολή στη χώρα μας με την οποία εκκινεί τη νομική διαδικασία παράβασης επειδή η Ελλάδα, όπως και 13 ακόμα χώρες, δεν έχει ακόμα ενσωματώσει την οδηγία.)
Παρ’ ότι η ευρωπαϊκή οδηγία δεν το απαιτεί, το ελληνικό σχέδιο νόμου επεκτείνει το δίχτυ παρακολούθησης και στις εσωτερικές πτήσεις και όχι μόνο στις πτήσεις από και προς την Ε.Ε. Το κάνει προσθέτοντας δύο αθώες λεξούλες στο άρθρο 2, «πτήσεων εντός ή εκτός της Ε.Ε.». Αυτό σημαίνει ότι εκτός από τον επιβάτη τού Ριάντ-Αθήνα, θα καταγράφεται και ο επιβάτης τού Αθήνα-Αστυπάλαια. Με άλλα λόγια, ο αριθμός των φακελωμένων Ελλήνων/Ευρωπαίων και μη πολιτών αυξάνεται γεωμετρικά χωρίς καν το φύλλο συκής των τζιχαντιστών που πάνε ή έρχονται από τη Συρία…
Το σχέδιο νόμου προβλέπει τη σύσταση Μονάδας Στοιχείων Επιβατών, η οποία θα συλλέγει από τους αερομεταφορείς (τις αεροπορικές εταιρείες) και θα επεξεργάζεται τα δεδομένα των επιβατών αλλά και θα τα διαβιβάζει στις αρχές άλλων χωρών ή την Europol. Στη Μονάδα θα αποσπαστούν στελέχη και άλλων υπηρεσιών, από την ΕΥΠ ως το ΣΔΟΕ.
Αλλά το πιο ενδιαφέρον βρίσκεται μερικές αράδες πιο πέρα: Η Μονάδα Στοιχείων Επιβατών θα υπάγεται στην άγνωστη στο πλατύ κοινό ΔΙΔΑΠ (Διεύθυνση Διαχείρισης και Ανάλυσης Πληροφοριών) της ΕΛ.ΑΣ. η οποία αναλαμβάνει την επιχειρησιακή ευθύνη της υπόθεσης PNR.
Σύμφωνα με όσα η αιτιολογική έκθεση για τα PNR αναφέρει, η ΔΙΔΑΠ αποτελεί έναν «διυπηρεσιακού χαρακτήρα κεντρικό κόμβο πληροφοριών (Central Intelligence Hub)». Η «Καθημερινή», σε ρεπορτάζ του 2017 άσχετο με το PNR, το κάνει πενηνταράκια: Πρόκειται για «μια νέα, δεύτερη ΕΥΠ» η οποία «διαθέτει σύστημα επισυνδέσεων και προηγμένο λογισμικό για την επεξεργασία του μεγάλου όγκου πληροφοριών που συγκεντρώνει» και προχώρησε (το 2017) σε «υπερδιπλασιασμό των επιχειρησιακών δυνατοτήτων της» (Γιάννης Σουλιώτης, «Καθημερινή», 2.9.2017).
«Πορεία μη επιστροφής»
Σε πολλούς τα στοιχεία PNR φαίνονται ακίνδυνα. Τι πειράζει αν το κράτος (το ελληνικό αλλά και το… αμερικανικό) γνωρίζει πού και με ποιον ταξίδεψες; Το ότι στην Ελλάδα τα δεδομένα αυτά θα τα επεξεργάζεται μια υπηρεσία στην οποία θα απασχολούνται στελέχη από την ΕΥΠ ώς το ΣΔΟΕ και το ότι αυτή υπάγεται στη ΔΙΔΑΠ (έναν «κεντρικό κόμβο πληροφοριών») αναδεικνύουν το βάθος του προβλήματος.
Το κλειδί εδώ είναι μια λέξη που αναφέρεται μόνο μία φορά στην οδηγία του PNR, αλλά βρίσκεται σχεδόν σε κάθε δεύτερη ομιλία του επιτρόπου Αβραμόπουλου: «Τα κράτη-μέλη θα πρέπει να ανταλλάσσουν πληροφορίες» για «την εξασφάλιση της διαλειτουργικότητας». «Διαλειτουργικότητα» ή «interoperability». Πρόκειται για τη διασύνδεση διαφορετικών βάσεων δεδομένων, αλλά και για κάτι πολύ σημαντικότερο: Οι αστυνομικές αρχές σε όλη την Ε.Ε. αποκτούν ένα δικαίωμα που δεν είχαν – αυτόματη πρόσβαση σε στοιχεία των πολιτών που δεν έχουν σχέση με την επιβολή του νόμου, όπως ακριβώς τα στοιχεία των πτήσεων.
Τον περασμένο Απρίλιο, μερικές εβδομάδες πριν από την παρέλευση της τελικής προθεσμίας για την εφαρμογή του PNR από όλες τις χώρες, ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων (η ανεξάρτητη αρχή της Ε.Ε. για την προστασία των δεδομένων) εξέδωσε γνωμοδότηση η οποία πίσω από τις προσεκτικές λέξεις μοιάζει με απειλητική προφητεία: «Η διαλειτουργικότητα δεν αποτελεί πρωτίστως τεχνική επιλογή» αλλά «κατά πρώτο και κύριο λόγο πολιτική επιλογή» η οποία «θα έχει σημαντικές νομικές και κοινωνικές συνέπειες για τα προσεχή έτη» που «δεν μπορούν να καλυφθούν με τον μανδύα υποτιθέμενων τεχνικών αλλαγών». Πρόκειται για «την αφετηρία μιας πορείας χωρίς επιστροφή».
Το Δικαστήριο ακυρώνει, η Ε.Ε. προχωρά
Και όμως αυτή «η πορεία χωρίς επιστροφή» θα μπορούσε να αναστραφεί αν η Ε.Ε. σεβόταν τις αποφάσεις του ίδιου του Δικαστηρίου της. Τον Ιούλιο του 2017 το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε μια απόφαση-σταθμό έκρινε ότι η συμφωνία PNR μεταξύ Ε.Ε. και Καναδά περιέχει προβλέψεις που είναι αντίθετες προς το δίκαιο της Ε.Ε., αναγκάζοντας την Κομισιόν να την αναστείλει. Οι επικριτές του PNR θεώρησαν πως από τη στιγμή που τα ίδια προβληματικά σημεία υπάρχουν και στην οδηγία PNR αλλά και στις αντίστοιχες συμφωνίες με τις ΗΠΑ και την Αυστραλία (με τις οποίες η Ε.Ε. διαβιβάζει στοιχεία επιβατών σε αυτές τις χώρες), αναλόγως θα έπρεπε να ανασταλούν κι αυτές.
Η έκπληξη ήρθε όμως από την άλλη πλευρά (αυτή που υποστηρίζει τα PNR): έγγραφο της νομικής υπηρεσίας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (των κυβερνήσεων δηλαδή της Ε.Ε.) αναγνώρισε πως «δεδομένου ότι οι δύο συμφωνίες περιέχουν τις ίδιες ή παρόμοιες ελλείψεις με αυτές που εντόπισε το Δικαστήριο στη γνωμοδότησή του [για τον Καναδά], όλες τους πρέπει να επαναδιαπραγματευθούν. Εάν η τρίτη χώρα [ΗΠΑ-Αυστραλία] δεν αποδέχεται μια τέτοια επαναδιαπραγμάτευση, η Ένωση θα πρέπει να τερματίσει αυτές τις συμφωνίες PNR».
Σήμερα τόσο η οδηγία για τα PNR όσο και οι συμφωνίες με τις ΗΠΑ και την Αυστραλία εφαρμόζονται σαν να μην υπήρξε η απόφαση του Δικαστηρίου.
Δέκα χρόνια ήττες για το PNR
Δεν ήταν πάντα έτσι τα πράγματα. Για περισσότερα από δέκα χρόνια η Κομισιόν, με την παρότρυνση (διάβαζε πίεση) ισχυρών κρατών-μελών, όπως η Γαλλία, προσπαθούσε να περάσει τα PNR, αλλά το Ευρωκοινοβούλιο καθώς και άλλοι θεσμικοί πυλώνες της Ένωσης αντιστέκονταν σθεναρά. Σταχυολογούμε μερικές μόνο από τις απορρίψεις του PNR:
Το 2011 η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (συμβουλευτικό όργανο που εκπροσωπεί οργανώσεις εργοδοτών και εργαζομένων από όλη την Ευρώπη) είχε ταχθεί εναντίον της πρότασης της Κομισιόν κρίνοντας (pdf) πως «δεν τεκμηριώνεται επαρκώς στην πρόταση η ανάγκη γενικευμένης και αδιάκριτης χρήσης των δεδομένων PNR όλων των πολιτών που πραγματοποιούν διεθνείς πτήσεις».
Το 2013, η Επιτροπή LIBE του Ευρωκοινοβουλίου απέρριψε την οδηγία PNR εκφράζοντας «επιφυλάξεις για την αναγκαιότητά του, την αναλογικότητα και τις επιπτώσεις για την προστασία των δεδομένων» (πόρισμα για τους «Ξένους Μαχητές», Ευρωκοινοβούλιο, Φεβρουάριος 2015).
To 2015 o Ευρωπαίος Επόπτης για την Προστασία των Δεδομένων, Τζιοβάνι Μπουταρέλι, στη γνωμοδότησή του προειδοποιούσε πως κινούμαστε «προς μια κοινωνία παρακολούθησης».
Προς τι όλα αυτά; Όπως λέει στο Investigate Europe ο Βοηθός του Ευρωπαίου Επόπτη, Βόιτσεκ Βιεβορκόφσκι, «κανείς ώς τώρα δεν έχει αποδείξει πώς τα PNR μπορούν να αποδειχθούν χρήσιμα».
Το κλίμα όμως άλλαξε άρδην μετά τον Ιανουάριο του 2015 και τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο περιοδικό Charlie Hebdo στο Παρίσι. Η πολιτική ηγεσία της Ευρώπης, αμήχανη και ανήμπορη απέναντι στα τραγικά γεγονότα, βρήκε στο PNR μια έτοιμη λύση που βρισκόταν ήδη από χρόνια στο συρτάρι.
Λίγο μετά τα γεγονότα του Παρισιού, ο Γάλλος τότε υπουργός Εσωτερικών Μπερνάρ Καζνέβ είπε στη Βουλή: «Είναι ανεύθυνο να καθυστερούμε στην εφαρμογή του PNR, διότι χωρίς αυτή την ψήφο δεν θα είμαστε σε θέση να προστατέψουμε την Ευρώπη απέναντι σε μια τρομοκρατική επίθεση».
Πριν από την τρομοκρατία, η γαλλική διαπλοκή
Ο τότε πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς ταξίδεψε στην Ολομέλεια του Στρασβούργου με μοναδικό σκοπό να εντείνει προσωπικά την πίεση στους ευρωβουλευτές. Λίγο μετά, τον Απρίλιο 2015, και υπό το βάρος των τρομοκρατικών επιθέσεων και του κλίματος στην κοινή γνώμη όλης της Ευρώπης, η πλειοψηφία του Ευρωκοινοβουλίου ενέδωσε στις πιέσεις. Η οδηγία έγινε νόμος της Ε.Ε. το 2016.
Όμως οι πιέσεις της Γαλλίας υπέρ του PNR είχαν αρχίσει πολύ πριν από τα γεγονότα του Charlie Hebdo. Ενας από τους κορυφαίους προμηθευτές της τεχνολογίας PNR σε όλη την Ευρώπη ήταν η γαλλική πολυεθνική Safran (μέσω της θυγατρικής της Morpho, νυν Idemia). Η Safran απασχολεί περισσότερους από 3.300 εργαζομένους στο παρισινό προάστιο του Εβρί το οποίο αποτελούσε πολιτικό προπύργιο του Βαλς (ήταν δήμαρχος στην πόλη μέχρι το 2012).
Το 2012, ένας Γάλλος νομάρχης (θέση μη αιρετού κρατικού αξιωματούχου στη Γαλλία) εντόπισε πρόβλημα σε μια κρατική σύμβαση με τη Safran και προκήρυξε νέο διαγωνισμό με σκοπό την εξοικονόμηση 30 εκατομμυρίων ευρώ. Η ξεροκεφαλιά του να αντιταχθεί στη διαπλοκή Safran-γαλλικού κράτους είχε, σύμφωνα με έρευνα των γαλλικών μέσων Marianne και Mediapart, αποτέλεσμα να πέσει ο ουρανός στο κεφάλι του: Ακολούθησαν παρεμβάσεις του υπουργείου Εσωτερικών (με υπουργό τον Βαλς) υπέρ της εταιρείας και ένα πρωτοφανές κυνηγητό εναντίον του νομάρχη με κατάληξη την αποπομπή του.
Η διαπλοκή της γαλλικής πολιτικής σκηνής σε ανώτατο επίπεδο με τη Safran πάει βαθύτερα. Μία από τις πιο συμβολικές αλλά απαρατήρητες στιγμές στο τηλεοπτικό ντιμπέιτ μεταξύ Εμανουέλ Μακρόν και Μαρίν Λεπέν στις προεδρικές εκλογές του 2017 αφορούσε την εφαρμογή του PNR. Τα εκατομμύρια των Γάλλων ψηφοφόρων παρακολούθησαν έκπληκτα τη μεν ακροδεξιά, ξενοφοβική Λεπέν να καταγγέλλει το μαζικό φακέλωμα του PNR ως παραβίαση των ατομικών δικαιωμάτων (!) την ώρα που ο ακραιφνής φιλελεύθερος Μακρόν, ο υποψήφιος των αξιών του Διαφωτισμού, υποστήριζε με ζήλο την εφαρμογή του.
Ο «αντισυστημικός» Μακρόν δεν έκανε τίποτε άλλο από το να ευθυγραμμιστεί με τα συμφέροντα των «εθνικών πρωταθλητών», όπως αποκαλούνται εταιρείες του βεληνεκούς της Safran. Αυτό που στην Ελλάδα ονομάζουμε «εθνικούς προμηθευτές».
O ίδιος ο πρόεδρος Μακρόν ήταν αυτός που ανακοίνωσε τα δύο μέγκα-ντιλ της Γαλλίας: με το Κατάρ (αξίας 12 δισ., Δεκέμβριος 2017) και την Ινδία (14 δισ. ευρώ, Μάιος 2018). Η Safran ήταν και στις δύο συμφωνίες ένας από τους βασικούς προμηθευτές.
Το κόστος για την ανάπτυξη του PNR είναι μικρότερο αλλά διόλου ευκαταφρόνητο. Το 2007 το Ευρωκοινοβούλιο είχε εκτιμήσει πως το αρχικό στήσιμο του συστήματος θα ξεπερνούσε τα 614 εκατομμύρια, χωρίς όμως σε αυτό να συνυπολογίζονται τα πρόσθετα λειτουργικά κόστη, που σύμφωνα με την οδηγία επιβαρύνουν τα κράτη-μέλη. Αλλά αυτό είναι μόνον η αρχή.
Με αεροπλάνα και βαπόρια και με τρένα και λεωφορεία
Ορισμένα κράτη-μέλη συζητούν να απλώσουν το δίχτυ της παρακολούθησης, πέρα από τις αερομεταφορές, στα πλοία, τα τρένα, τα λεωφορεία. Το Βέλγιο, αναζητώντας τρόπους αντιμετώπισης της απειλής των τζιχαντιστών, εδώ και δύο χρόνια μελετά την επέκταση του PNR και σε άλλους τρόπους μεταφορών, πλην των αεροπορικών.
Στις 25 Ιουλίου 2018, η βελγική κυβέρνηση ενέκρινε την υλοποίηση δύο πιλοτικών πρότζεκτ: Το Βέλγιο θα συμπεριλάβει στις βάσεις δεδομένων PNR τους επιβάτες στο τρένο Eurostar που συνδέει τις Βρυξέλλες με το Λονδίνο, αλλά και αυτούς που χρησιμοποιούν τη Flixbus, τη μεγαλύτερη εταιρεία μεταφοράς με λεωφορείο στην Ευρώπη.
Το μέλλον εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας. Η περιβόητη ελεύθερη κίνηση των πολιτών, που αποτέλεσε ένα από τα πιο δημοφιλή αφηγήματα της Ενωμένης Ευρώπης, μετεξελίσσεται σε ηλεκτρονικό φακέλωμα κάθε κίνησης των πολιτών με όποιο μέσο κι αν κινούνται.
Όλων των πολιτών; Όχι όλων. Όπως θα δούμε στο επόμενο μέρος της έρευνας του Investigate Europe και της «Εφ.Συν.», η Κομισιόν και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις άφησαν μια μικρή τρύπα στο δίχτυ της επιτήρησης. Από την οδηγία του PNR εξαιρούνται όσοι πετούν με ιδιωτικά αεροπλάνα… Αυτοί θα συνεχίσουν να κινούνται υπεράνω του νόμου και να πετούν κάτω από το ραντάρ.
Την έρευνα έκαναν οι: Ινγκεμποργκ Ελίασεν (Νορβηγία), Ελίζα Σιμάντκε (Γερμανία), Νικόλας Λεοντόπουλος (Ελλάδα), Μαρία Ματζόρε (Ιταλία), Λεϊλά Μινιανό (Γαλλία), Κρίνα Μπόρος (Ρουμανία/Βρετανία), Πάουλο Πένια (Πορτογαλία), Χάραλντ Σούμαν (Γερμανία), Βόιτσεκ Τσίεζλα (Πολωνία).
Συντάκτης: Νικόλας Λεοντόπουλος / Investigate Europe
eleftheroiellines.blogspot.com
https://simeiakairwn.wordpress.com