Μέσα στὸν νέον ἑλληνισμὸ θὰ μποροῦσε νὰ παρακολουθήσουμε τὸ Βυζάντιο ποὺ συνεχίζει τὴν ζωή του
Κ. Θ. Δημαρᾶ
Στὴν πολιτικὴ καὶ τὴν πνευματικὴ ἱστορία ἡ ροὴ εἶναι ἀδιάκοπη, ὅμως κι ἐδῶ μπορεῖ κανεὶς νὰ συλλάβει σημεῖα τροπῆς, στιγμὲς ὅπου ἡ ἀργὴ μεταβολὴ φθάνει σὲ μορφὲς νέες· πρέπει λοιπὸν νὰ δεχθοῦμε τὴν ὕπαρξη περιόδων, ἀλλὰ χωρὶς ἀποσαφηνισμένα ὅρια: μέσα στὸ παλιὸ βρίσκονται τὰ σπέρματα τοῦ νέου, μέσα στὸ νέο βρίσκονται ἐπιβιώσεις τοῦ παλιοῦ.
Ὕστερα ὑπάρχουν καὶ πιὸ εἰδικοί, ἑλληνικοὶ ὅροι: ἡ ἀρχικὴ πανσπερμία τοῦ Βυζαντίου, ὅσο χάνονται οἱ πιὸ μακρινὲς ἐπαρχίες καὶ τείνει νὰ περιορισθεῖ ἡ αὐτοκρατορία στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο, γίνεται ὁλοένα ὁμοιογενέστερη τὸ ἑλληνικὸ στοιχεῖο ποὺ ἀπὸ νωρὶς εἶχε δώσει τὴν δική του σφραγίδα στὶς ποικίλες φυλὲς ποὺ ἀποτέλεσαν τὴν βυζαντινὴ αὐτοκρατορία, ἐπιβάλλεται τώρα πιὰ ἐντελῶς.
Μετὰ τὸ 1261 μπο ροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι τὸ Βυζάντιο καὶ ἡ Ἑλλάδα συμπίπτουν.
Ἐξάλλου ἡ κατάπτωση τῆς αὐτοκρατορίας ἐξυψώνει τὴν δύναμη τῆς ἀνατολικῆς λατρείας: μία ἐντονὴ θρησκευτικὴ ζωὴ χαρακτηρίζει τὸ τέλος τῆς βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας.
Γλῶσσα, ἤθη, πίστη τείνουν συνειδητὰ πρὸς μία ἑλληνικὴν ἑνότητα. Γύρω στὴν Ἅλωση ἡ συνείδηση τῶν διανοουμένων παρουσιάζεται κα θαρὰ ἑλληνικὴ : «ἐσμὲν γὰρ οὖν.
Ἕλληνες τὸ γένος ὡς ἥ τε φωνὴ καὶ ἡ πάτριος παιδεία μαρτυρεῖ», γρά φει ὁ Γεμιστός.
Δυὸ μέρες πρὶν ἀπὸ τὴν Ἅλωση, ὁ Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος ὀνομάζει τὴν Πόλη «ἐλπίδα καὶ χαρὰν πάντων τῶν Ἑλλήνων».
Ἡ μετάβαση ἀπὸ τὸ Βυζάντιο στὴν Ἑλλάδα πραγματοποιήθηκε: κι ὅπως μέσα στὸ Βυζάντιο εἴδαμε νὰ γεννιέται ὁ νέος ἑλληνισμός, ἔτσι καὶ μέσα στὸν νέον ἑλληνισμὸ θὰ μποροῦσε νὰ παρακολουθήσουμε τὸ Βυζάντιο ποὺ συνεχίζει τὴν ζωή του.
«Ἱστορία τῆς Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας» ἐκδ. Ἴκαρος, Ἀθήνα
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΑΝΘΟΛΟΓΗΜΑΤΑ, ΟΕΔΒ
Κ. Θ. Δημαρᾶ
Στὴν πολιτικὴ καὶ τὴν πνευματικὴ ἱστορία ἡ ροὴ εἶναι ἀδιάκοπη, ὅμως κι ἐδῶ μπορεῖ κανεὶς νὰ συλλάβει σημεῖα τροπῆς, στιγμὲς ὅπου ἡ ἀργὴ μεταβολὴ φθάνει σὲ μορφὲς νέες· πρέπει λοιπὸν νὰ δεχθοῦμε τὴν ὕπαρξη περιόδων, ἀλλὰ χωρὶς ἀποσαφηνισμένα ὅρια: μέσα στὸ παλιὸ βρίσκονται τὰ σπέρματα τοῦ νέου, μέσα στὸ νέο βρίσκονται ἐπιβιώσεις τοῦ παλιοῦ.
Ὕστερα ὑπάρχουν καὶ πιὸ εἰδικοί, ἑλληνικοὶ ὅροι: ἡ ἀρχικὴ πανσπερμία τοῦ Βυζαντίου, ὅσο χάνονται οἱ πιὸ μακρινὲς ἐπαρχίες καὶ τείνει νὰ περιορισθεῖ ἡ αὐτοκρατορία στὸν ἑλλαδικὸ χῶρο, γίνεται ὁλοένα ὁμοιογενέστερη τὸ ἑλληνικὸ στοιχεῖο ποὺ ἀπὸ νωρὶς εἶχε δώσει τὴν δική του σφραγίδα στὶς ποικίλες φυλὲς ποὺ ἀποτέλεσαν τὴν βυζαντινὴ αὐτοκρατορία, ἐπιβάλλεται τώρα πιὰ ἐντελῶς.
Μετὰ τὸ 1261 μπο ροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι τὸ Βυζάντιο καὶ ἡ Ἑλλάδα συμπίπτουν.
Ἐξάλλου ἡ κατάπτωση τῆς αὐτοκρατορίας ἐξυψώνει τὴν δύναμη τῆς ἀνατολικῆς λατρείας: μία ἐντονὴ θρησκευτικὴ ζωὴ χαρακτηρίζει τὸ τέλος τῆς βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας.
Γλῶσσα, ἤθη, πίστη τείνουν συνειδητὰ πρὸς μία ἑλληνικὴν ἑνότητα. Γύρω στὴν Ἅλωση ἡ συνείδηση τῶν διανοουμένων παρουσιάζεται κα θαρὰ ἑλληνικὴ : «ἐσμὲν γὰρ οὖν.
Ἕλληνες τὸ γένος ὡς ἥ τε φωνὴ καὶ ἡ πάτριος παιδεία μαρτυρεῖ», γρά φει ὁ Γεμιστός.
Δυὸ μέρες πρὶν ἀπὸ τὴν Ἅλωση, ὁ Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος ὀνομάζει τὴν Πόλη «ἐλπίδα καὶ χαρὰν πάντων τῶν Ἑλλήνων».
Ἡ μετάβαση ἀπὸ τὸ Βυζάντιο στὴν Ἑλλάδα πραγματοποιήθηκε: κι ὅπως μέσα στὸ Βυζάντιο εἴδαμε νὰ γεννιέται ὁ νέος ἑλληνισμός, ἔτσι καὶ μέσα στὸν νέον ἑλληνισμὸ θὰ μποροῦσε νὰ παρακολουθήσουμε τὸ Βυζάντιο ποὺ συνεχίζει τὴν ζωή του.
«Ἱστορία τῆς Νεοελληνικῆς Λογοτεχνίας» ἐκδ. Ἴκαρος, Ἀθήνα
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΑΝΘΟΛΟΓΗΜΑΤΑ, ΟΕΔΒ