Ὁ Τσαρούχης δὲν ἦταν ἕνας ἁπλὸς καλλιτέχνης ἢ στοχαστής.
Τέτοιους ἔχουμε πολλούς. Ἦταν πνευματικὸς ἄνθρωπος, μὲ τὴν ἀληθινὴ σημασία τοῦ ὄρου. Καὶ σὲ μία ἁπλή του φράση περιέκλεισε καὶ ἀπεκάλυψε ὅλο τὸ πνευματικό του μεγαλεῖο καὶ τὴ δύναμη.
Ὅταν τὸν ρώτησαν ἂν εὐτύχησε στὴ ζωή του, εἶπε:
«Τώρα, μὲ τὰ γεράματα καὶ τὴν ἀρρώστια, νοιώθω εὐτυχισμένος, γιατί βρῆκα αὐτὸ ποὺ ζητοῦσα. Ὅταν ἤμουν νέος, ἤμουν δυστυχής, γιατί ἔψαχνα ὅλα αὐτὰ καὶ δὲν τὰ εὕρισκα».
Αὐτὸ εἶναι τὸ ἐπαναστατικὸ καὶ γαλήνιό του Τσαρούχη, ποὺ πῆρε ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
Γιὰ νὰ ἀπαντήσει ἔτσι, σημαίνει ὅτι εἶχε δύναμη ποὺ ἀνατρέπει τὴν καθεστηκυία τάξη τῆς φθορᾶς καὶ φέρνει τὰ πάνω κάτω.
Συνήθως λέγεται:
«Τὸ πᾶν εἶναι ἡ ὑγεία». Ἐπίσης:
“Τὸ γῆρας οὐκ ἔρχεται μόνον”, ἀλλὰ συνοδεύεται μὲ πολλὰ δεινά, ποὺ ὁδηγοῦν στὸν θάνατο.
Αὐτὸ οὐσιαστικὰ εἶναι ὑποδούλωση στὴ μοίρα καὶ ἠττοπάθεια.
Ἀλλὰ οὔτε γιὰ τὴν Ἐκκλησία οὔτε γιὰ τὸν Τσαρούχη εἶναι ἔτσι τὰ πράγματα.
Ἡ ὑγεία εἶναι σημαντικὸ ἀγαθό, ἀλλὰ δὲν εἶναι τὸ πᾶν.
Καὶ τὸ γῆρας οὐκ ἔρχεται μόνον, ἀλλὰ φέρνει μαζί του – γι’ αὐτοὺς ποὺ ζητοῦν τὰ τίμια- τὴν εὐτυχία ποὺ δὲν περιγράφεται.
Ἡ δύσις τοῦ ἡλίου λέγεται – νομίζω μόνον στὰ Ἑλληνικὰ – καὶ βιοῦται ὡς βασίλεμα. Ὁ ἥλιος βασιλεύει ὄχι ὅταν μεσουρανεῖ, ἀλλὰ ὅταν δύει καὶ σβήνει.
Καὶ ὁ ἀληθινὸς ἄνθρωπος βρίσκει τὴ δύση καὶ τὸ τέλος ὡς βασίλεμα, ἀνατολὴ νέου φωτὸς καὶ ἀκτίστου φέγγους.