Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2021

Το οφείλουμε στους παππούδες μας να υπερασπιστούμε μέχρις εσχάτων όσα εκείνοι κέρδισαν με το αίμα τους

σχόλιο Γ.Θ : Πίστεψέ με, πρέπει να το διαβάσεις...

Πριν λίγες μέρες ένας από τους σημαντικότερους αξιωματούχους του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, o Τσαγατάι Ερτζιγιές, διπλωμάτης και πολιτικός διευθυντής του υπουργείου, ανάρτησε στο Twitter το εξής κείμενο αναφερόμενος στο Καστελόριζο: «Το να πιστεύεις ότι ένα μικρό νησί 10 τετραγωνικών χιλιομέτρων, που βρίσκεται δύο χιλιόμετρα μακριά από την Τουρκία και 570 χιλιόμετρα μακριά από την Ελλάδα, μπορεί να δημιουργήσει θαλάσσια ζώνη 40.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων στην Ανατολική Μεσόγειο, είναι γελοίο». Φυσικά, εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ποια θα ήταν σήμερα η άποψη της Τουρκίας αν π.χ. η Γαύδος ανήκε σ’ αυτή και κατοικείτο από Τούρκους. Θα υπήρχε ποτέ περίπτωση να δεχθεί η Τουρκία πως η δική της Γαύδος δεν έχει καθόλου υφαλοκρηπίδα; Ούτε μία στο εκατομμύριο! Όχι μόνο δεν θα της φαινόταν τότε «γελοίο» το να απαιτεί όσα κυριαρχικά δικαιώματα απέρρεαν από τη θέση του νησιού της, αλλά θα είχε γυρίσει όλο το σύμπαν ανάποδα για να μην χαρίσει ούτε ένα τετραγωνικό μέτρο θάλασσας από όσα θα τις παραχωρούσε η Διεθνής Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του ΟΗΕ (UNCLOS).

Το «γελοίο» ή όχι του πράγματος όμως σχετικά με το Καστελόριζο έχει και βαθιές ιστορικές ρίζες, πέρα από τις πολιτικές και διπλωματικές. Μετά το τέλος των βαλκανικών πολέμων, η Τουρκία στάθηκε άτυχη από άποψη γεωγραφίας. Από τη μία πλευρά συνέχισε βέβαια να κατέχει τον υψηλής στρατηγικής αξίας άξονα Βόσπορος – Προποντίδα – Δαρδανέλια χάρη στη σταθερή κατοχή του οποίου το Βυζάντιο υπήρξε παγκόσμια υπερδύναμη επί 1.100 χρόνια, αλλά από την άλλη μεριά έχασε σχεδόν όλα τα νησιά του Αιγαίου. Την εποχή εκείνη (Ελευθέριος Βενιζέλος), το 1913, η απώλεια των νησιών του Αιγαίου πιθανώς να μην απασχολούσε ιδιαίτερα τους Τούρκους, αλλά σίγουρα κατάλαβαν τι έπαθαν μερικές δεκαετίες αργότερα.

Η Τουρκία είχε χάσει από το 1911-12 και τα Δωδεκάνησα όταν τα κατέλαβε η Ιταλία – η οποία είχε αποσπάσει από τον τουρκικό έλεγχο την ίδια εποχή και τη Λιβύη. Όταν ο Μουσολίνι επιτέθηκε στην Ελλάδα στις 28 Οκτωβρίου 1940, οι Τούρκοι δεν έπραξαν απολύτως τίποτα για να μας στηρίξουν παρ’ ότι είχαν υπογράψει σύμφωνο αμοιβαίας βοήθειας με τη χώρα μας σε περίπτωση που κάποια από τις δύο υποστεί εξωτερική επίθεση. Οι Τούρκοι δεν τάχθηκαν στο πλευρό της Ελλάδας κατά των Ιταλών για να έχουν αργότερα βάσιμες αξιώσεις επί ιταλικών εδαφών, όπως τα Δωδεκάνησα και το Καστελόριζο. Αντιθέτως, όταν ο Μεταξάς απέρριψε το ιταλικό τελεσίγραφο είχε κατά νου και τη μελλοντική προσάρτηση των Δωδεκανήσων, που θα δίνονταν στην Ελλάδα από τους Συμμάχους ως αντάλλαγμα για τη συμμετοχή της στον πόλεμο. Δύο μέρες μάλιστα μετά την ιταλική εισβολή, είπε στους διευθυντές των αθηναϊκών εφημερίδων πως «θα προσέξατε το τηλεγράφημα του Τσώρτσιλ το οποίο δημοσιεύτηκε σήμερα στις εφημερίδες. Εκείνοι οι οποίοι στο τηλεγράφημα αυτό δεν βλέπουν γραπτή την επιβεβαίωση άγραφης συμφωνίας για τα Δωδεκάνησα, δεν ξέρουν να διαβάζουν μέσα από τις γραμμές».

Η Τουρκία πέρασε όλο τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ως ο περίφημος «επιτήδειος ουδέτερος», φλερτάροντας διαρκώς με τη ναζιστική Γερμανία. Όταν η γερμανική πολεμική μηχανή κατέβηκε στα Βαλκάνια τον Απρίλιο του 1941 και κεραυνοβόλησε ταυτόχρονα τη Γιουγκοσλαβία και την Ελλάδα, οι Τούρκοι καραδοκώντας σαν αρπακτικά για να εκμεταλλευτούν την πτώση της Ελλάδας, πρότειναν στους Γερμανούς να αναλάβουν τη φρούρηση των ελληνικών νησιών Χίου, Σάμου και Λέσβου καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου, δήθεν για να αποδεσμευτούν γερμανικά στρατεύματα για να χρησιμοποιηθούν σε άλλα ενεργά μέτωπα. Το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών όμως απέρριψε αυτό το αίτημα και απάντησε ότι είχαν οριστεί γερμανικές μονάδες γι’ αυτόν τον σκοπό. Η τουρκική κυβέρνηση αν και δυσαρεστήθηκε, δεν δημιούργησε θέμα για το μέλλον των ελληνικών νησιών επειδή ήλπιζε να πάρει ένα ακόμη μεγαλύτερο έπαθλο: το Ιράκ και τις πετρελαιοπηγές της Μοσούλης. Βλέπετε, εκείνη την εποχή δεν είχε φανταστεί ακόμα η Τουρκία την αξία που θα είχαν τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου και επικέντρωνε την προσοχή της σε εκείνα που ήταν ήδη εκμεταλλεύσιμα.

Λίγες μέρες πριν οι Γερμανοί επιτεθούν στη Σοβιετική Ένωση υπέγραψαν με την Τουρκία Σύμφωνο Μη Επιθέσεως. Λίγους μήνες αργότερα, τον Οκτώβριο του 1941, κι ενώ κινδύνευε να πέσει στα χέρια των εισβολέων η Μόσχα, οι Γερμανοί και οι Τούρκοι υπέγραψαν εμπορική συμφωνία με βάση την οποία η Τουρκία θα εξήγαγε στη ναζιστική Γερμανία 45.000 τόνους χρωμίτη τη διετία 1941-42 και από 90.000 τόνους το 1943 και το 1944. Για τη μεταφορά του χρωμίτη μάλιστα, οι Γερμανοί διέθεσαν 117 ατμομηχανές και 1.250 βαγόνια τρένου. Χάρη σ’ αυτό το μετάλλευμα από το οποίο έβγαινε το χρώμιο, μία κρισιμότατη πρώτη ύλη, η γερμανική πολεμική βιομηχανία κατάφερε να ανεβάζει διαρκώς την παραγωγή της τα επόμενα χρόνια.

Όταν το 1942 οι Γερμανοί επιχείρησαν να καταλάβουν τις πετρελαιοπηγές του Καυκάσου, οι Τούρκοι και πάλι τους βοήθησαν εμμέσως παρατάσσοντας 28 μεραρχίες στην τουρκοσοβιετική μεθόριο και καθηλώνοντας σημαντικές σοβιετικές δυνάμεις απέναντί τους που δεν μπορούσαν να δράσουν κατά των Γερμανών. Για όσο διάστημα εξελίσσονταν οι επιχειρήσεις στο Ανατολικό Μέτωπο, η Τουρκία καραδοκούσε για να δει προς τα πού θα γείρει η πλάστιγγα ώστε να επωφεληθεί η ίδια. Οι σχέσεις ναζιστικής Γερμανίας – Τουρκίας συνέχιζαν να είναι στενές. Έως το 1943 οι Τούρκοι είχαν ήδη προμηθευτεί από τη Γερμανία 60 άρματα μάχης PzKpfw IV καθώς και καταδιωκτικά αεροσκάφη Fw190 και ενδιαφέρονταν ζωηρά για την απόκτηση βαρέων αρμάτων Τίγρις. Το γεγονός ότι ο Χίτλερ ήταν πρόθυμος να πουλήσει στους Τούρκους τα νεότατα Τίγρις, τα οποία αποτελούσαν ακόμη ένα είδος στρατιωτικού μυστικού για τη Βέρμαχτ, φανερώνει το πόσο μεγάλη σημασία απέδιδε στη στάση της Τουρκίας γενικότερα. Τα κινηματογραφικά επίκαιρα της εποχής δείχνουν τους Τούρκους στρατιωτικούς να παρακολουθούν εντυπωσιασμένοι μερικά άρματα Τίγρις να ανεβοκατεβαίνουν σε απότομες τάφρους σε στίβο μάχης στη Ρωσία, λίγο πριν τη μάχη του Κουρσκ τον Ιούνιο του 1943. Στο γεύμα που τους παρέθεσαν οι Γερμανοί στρατηγοί μετά την επίδειξη οι Τούρκοι εξέφρασαν τον θαυμασμό τους για τα γερμανικά όπλα, αλλά, όταν ρωτήθηκαν εάν η χώρα τους θα εγκατέλειπε την ουδετερότη­τά της για να συνταχθεί με τη Γερμανία, απάντησαν δι­πλωματικά πως η Βέρμαχτ ήταν αρκετά ισχυρή για να νικήσει τους Σοβιετικούς μόνη της. Δηλαδή «τρόλαραν» και τους Γερμανούς κανονικότατα.

Τον Αύγουστο του 1944, με την είσοδο του Κόκκινου Στρατού στη Ρουμανία, κόπηκαν οι χερσαίες συγκοινωνίες μεταξύ Γερμανίας και Τουρκίας με αποτέλεσμα να λάβει την απόφαση η Άγκυρα να διακόψει τις διπλωματικές της σχέσεις με τη χιτλερική Γερμανία. Και πάλι όμως οι Τούρκοι έκαναν το κορόιδο, και απέφυγαν να συνταχθούν με την πλευρά των Συμμάχων. Τελικά ο «επιτήδειος ουδέτερος» κήρυξε τον πόλεμο στη Γερμανία στις 23 Φεβρουαρίου 1945, όταν πλέον τα σοβιετικά στρατεύματα είχαν καταλάβει την Πολωνία και την Ουγγαρία και βρίσκονταν στους ποταμούς Όντερ και Νάισε, σε απόσταση λίγων δεκάδων χιλιομέτρων από το Βερολίνο. Οι Τούρκοι επεδίωξαν να καθίσουν στο τραπέζι των νικητών και να λάβουν ανταλλάγματα για τη … συμμετοχή τους στον πόλεμο κατά του Άξονα, ενώ στην πραγματικότητα η στάση τους ήταν μια σκέτη κοροϊδία σε βάρος των Συμμάχων. Καθ’ όλη τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου δεν έχασαν ούτε έναν στρατιώτη και δεν υπέστησαν απολύτως καμία ζημιά, ενώ αντιθέτως η Ελλάδα πλήρωσε βαρύτατο φόρο αίματος με 600.000 νεκρούς και αναρίθμητες ζημιές σε περιουσίες και υποδομές. Η Ελλάδα έλαβε τελικά ως αντάλλαγμα για τις θυσίες της τα Δωδεκάνησα και το νησιωτικό σύμπλεγμα του Καστελόριζου, ενώ η Τουρκία τίποτα – όπως της άξιζε.

Επομένως το να παραπονιέται σήμερα η Τουρκία για την υπερβολικά μεγάλη ΑΟΖ του Καστελόριζου αποτελεί απύθμενο θράσος. Το Καστελόριζο και ολόκληρα τα Δωδεκάνησα δεν τα χάρισε κανείς στην Ελλάδα αλλά κερδήθηκαν με ποταμούς αίματος στα πεδία των μαχών όταν άλλοι παρατηρούσαν αμέτοχοι εκ του μακρόθεν. Το ότι τα νησιά αυτά στερούν ένα μεγάλο μέρος υφαλοκρηπίδας από την Τουρκία είναι απλώς «κακοτυχία» για τους γείτονες. Έπαιξαν το παιγνίδι της ουδετερότητας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και έχασαν.

Είναι πολύ αργά τώρα να διεκδικούν μέρος των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων σε μια περιοχή που αποτελεί την ανταμοιβή της Ελλάδας για μία από τις πιο έξοχες στιγμές της Ιστορίας της. Πριν λίγο καιρό ο Τραμπ, απαντώντας στις επικρίσεις πολιτικών του αντιπάλων και δημοσιογράφων για το ότι εγκατέλειψε τους Κούρδους στις ορέξεις των Τούρκων, δικαιολογήθηκε λέγοντας πως «οι Κούρδοι δεν ήταν μαζί μας στην απόβαση της Νορμανδίας». Επομένως απέναντι σε μία ενδεχόμενη στρατιωτική σύγκρουση Ελλάδας-Τουρκίας οι Αμερικανοί πώς θα εγκαταλείψουν έναν παλιό και πιστό σύμμαχό τους για να συνταχθούν με μία ελεεινή χώρα καιροσκόπων η οποία συνεργάστηκε κρυφά με τον Χίτλερ;

Όλοι οι Έλληνες θα πρέπει να έχουμε πάντα κατά νου πως οι θαλάσσιες εκτάσεις που διεκδικεί η Τουρκία αποτελούν ουσιαστικά προέκταση των εδαφών που κερδίσαμε με αμέτρητες θυσίες το 1940-44. Αν θέλουμε να λεγόμαστε άξιοι απόγονοι εκείνων που πολέμησαν στη Βόρεια Ήπειρο, στη Γραμμή Μεταξά, στην Κρήτη, στο Ελ Αλαμέιν και στο Ρίμινι δεν μπορούμε ούτε να διανοούμαστε ότι θα χαρίσουμε κυριαρχικά μας δικαιώματα στα Δωδεκάνησα ή οπουδήποτε αλλού στους απογόνους εκείνων που απλώς χάζευαν αδιάφοροι το δράμα της Ελλάδας και αργότερα έγιναν τα στενότερα φιλαράκια των Ναζί. Το οφείλουμε στους παππούδες μας να υπερασπιστούμε μέχρις εσχάτων όσα εκείνοι κέρδισαν με το αίμα τους. Ο «επιτήδειος ουδέτερος» ας πρόσεχε και ας είχε το θάρρος και την εντιμότητα να ανταποκριθεί στο προσκλητήριο της Ιστορίας. Αφού επέλεξε να λουφάρει όταν μαινόταν η θύελλα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, δεν έχει τώρα κανένα ηθικό και νομικό δικαίωμα να απαιτεί οτιδήποτε από την Ελλάδα η οποία βρέθηκε στην πρώτη γραμμή του συμμαχικού αγώνα. Διαφορετικά, αν με οποιαδήποτε πρόφαση δεχθεί η Ελλάδα να εκχωρήσει στους Τούρκους κυριαρχικά της δικαιώματα που αναγνωρίζονται με βάση το διεθνές δίκαιο (όπως η υφαλοκρηπίδα και η ΑΟΖ), καλύτερα να καταργήσουμε τελείως την εθνική επέτειο της 28ης Οκτωβρίου και να πάψουμε να υποκρινόμαστε τους πατριώτες διότι θα έχουμε καταντήσει διεθνώς ρεντίκολα και δεν θα είμαστε άξιοι ούτε καν να πιάσουμε στο στόμα μας εκείνη τη γενιά των ηρώων.

Και σε όσους δειλούς και ριψάσπιδες παριστάνουν τάχα τους ρεαλιστές και ψάχνουν να βρουν κάθε τρόπο και αφορμή για να αποφύγουν να υπερασπιστούν τα εθνικά δίκαια, νομίζω ότι το μόνο που τους πρέπει είναι να συγκρίνουμε τη δική τους ψοφοδεή στάση με τα λόγια του Ιωάννη Μεταξά όταν κλήθηκε ως επικεφαλής της μικρής και φτωχής Ελλάδας να αντιμετωπίσει δύο από τις υπερδυνάμεις της εποχής του: «Η Ελλάδα δεν πολεμά για τη νίκη. Πολεμά για τη Δόξα. Και για την τιμή της. Έχει υποχρέωση προς τον εαυτό της να μείνει άξια της Ιστορίας της». Αν ο Μεταξάς είχε τα κότσια να πει κάτι τέτοιο όταν έβλεπε πως η αντίσταση της Ελλάδας δεν είχε καμία ελπίδα και πως η υπεροχή του εχθρού ήταν συντριπτική, εμείς σήμερα τι δικαιολογία άραγε έχουμε για να υποχωρούμε ταπεινωτικά μπροστά σε μια Τουρκία που ούτε καν πλησιάζει σε ανάλογη ισχύ τη φασιστική Ιταλία ή τη ναζιστική Γερμανία εκείνης της εποχής;

πηγή
Stirlitz

Τα θυμάσαι τα αδέρφια σου;

Έχουμε να γράψουμε ιστορία ακόμη...