Κυριακή 8 Μαΐου 2016

Κυριακή Θωμά - Ζήτω η αμφιβολία!

[...] Έλεγαν λοιπόν οι μαθηταί στο Θωμά όταν ήρθε:
«Έχομε δει τον Κύριο, έχομε δει αυτόν που είπε· εγώ είμαι το φως του κόσμου· έχομε δει αυτόν που είπε εγώ είμαι η ανάσταση και η ζωή και η αλήθεια· και βρήκαμε την αλήθεια των λόγων να λάμπη μέσα στα πράγματα. Έχομε δει αυτόν που είπε· σε τρεις ημέρες σηκώνομαι, κι αφού είδαμε με τα μάτια μας την ανάσταση προσκυνήσαμε αυτόν που αναστήθηκε. Τον ακούσαμε να μας λέη «ειρήνη σ’ εσάς», κι αλλάξαμε το σκοτισμό της λύπης σε γαλήνια χαρά. Είδαμε τα χέρια του που δέχτηκαν τις αιχμές των καρφιών, είδαμε τα χέρια που κατηγορούν τη λύσσα των θεομάχων σκυλιών, είδαμε τα χέρια που ύφαναν την αφθαρσία μας. Είδαμε και την πλευρά που κραυγάζει καθαρώτερα από κάθε κήρυκα την καλωσύνη του πληγωμένου. Είδαμε την ίδια την πλευρά, που οι άγγελοι υμνούν και οι πιστοί σέβονται και οι δαίμονες τρέμουν.
Δεχτήκαμε και τη θεϊκή πνοή από το θεϊκό στόμα του, φύσημα πνευματικό, φύσημα που σκορπίζει κάθε χάρη. Ο εξουσιαστής έδωσε και σ’ εμάς εξουσία να συγχωρούμε τα σφάλματα. Αποκτήσαμε το δικαίωμα να κρίνωμε τους αμαρτωλούς, αφού μάς έδωσε τέτοια εντολή: Αν αφήσετε τις αμαρτίες μερικών, αφήνονται· αν μερικών τις κρατήσετε, κρατούνται.
Τέτοια βαθειά χαρά πήραμε απ’ το Σωτήρα, τέτοια δώρα απολαύσαμε. Αδύνατο να μην πλουτίσωμε, αφού μας έτυχε τέτοιος Κύριος. Έμεινε φτωχός μόνο αυτός που δε βρέθηκε μαζί μας».
Κι ο Θωμάς τι τους είπε;
«Έχετε δει τον Κύριο; Καλά. Αυτόν που είδατε λοιπόν να τον σέβεστε πιο πολύ. Αυτόν που παρατηρήσατε, να τον κηρύττετε αδιάκοπα. Εγώ όμως, αν δε δω μέσα στις παλάμες του τα ίχνη των καρφιών και δε βάλω το δάχτυλό μου στο σημάδι απ’ τα καρφιά και δε βάλω το χέρι μου στην πλευρά του, δε θα πιστέψω. Κι εσείς δε θα πιστεύατε, αν δεν βλέπατε πρώτα· έτσι κι εγώ αν δεν ιδώ δε θα πιστέψω».
Μείνε, Θωμά, σταθερός στον πόθο σου αυτόν, μείνε σταθερός με επιμονή, για να δης εσύ και να βεβαιωθή η ψυχή μου. Μείνε σταθερός, ζητώντας αυτόν που είπε, «Ζητάτε και θα βρήτε». Μην προσπεράσης απλώς, ερευνώντας, αν δεν εύρης το θησαυρό που ζητάς, χτύπα μ’ επιμονή την πόρτα της αναντίρρητης γνώσης, ώσπου να σου την ανοίξη αυτός που είπε «χτυπάτε και θα σάς ανοιχθεί».
Αγαπώ το διχασμό των λογισμών σου, γιατί κόβει κάθε διχασμό. Αγαπώ τη φιλομάθειά σου, γιατί κόβει σύρριζα κάθε φιλονεικία. Με χαρά ακούω πολλές φορές τα λόγια σου: «Αν δε δω στα χέρια του το σημάδι απ' τα καρφιά, δε θα πιστέψω». Γιατί συ απιστείς κι εγώ μαθαίνω να πιστεύω. Εσύ σκάβεις με το δικέλλι της γλώσσας το θείο σώμα, κι εγώ θερίζω άκοπα τον καρπό και τον μαζεύω για μένα. 
«Αν δεν ιδώ μ’ αυτά μου τα μάτια μέσα στ’ άγια του χέρια, τα’ αυλάκια που σαν με αλέτρι χάραξαν οι ασεβείς, με κανένα τρόπο δε θα συμφωνήσω με τα λόγιά σας. Αν δε βάλω αυτό μου το δάχτυλο στις λακκούβες των καρφιών, δε θα δεχτώ το καλό μήνυμά σας. Αν δεν κρατήσω μ’ αυτό μου το χέρι την πλευρά εκείνη, που ανύποπτη μαρτυρεί την ανάσταση, δεν μπορώ να πιστέψω τη γνώμη σας.
Γιατί κάθε λόγος είναι ισχυρός και βέβαιος, αν δεχτή τη συνηγορία όλων των πραγμάτων· και κάθε λόγος που δεν έχει τη μαρτυρία των έργων είναι χωρίς σημασία και από το στόμα στον αέρα χάνεται. Θα κηρύξω στους ανθρώπους τα θαύματα του Δασκάλου. Πώς λοιπόν με τα λόγια να πω αυτά που δεν αντιλήφθηκα με τα μάτια μου; Πώς θα κάνω τους άπιστους να πιστέψουν, αυτά που μήτε εγώ δεν τάχω παρακολουθήσει; Να πω στους Ιουδαίους και στους Έλληνες ότι έχω δει τον Κύριό μου να τον σταυρώνουν. Δεν τον είδα όμως να έχει αναστηθή αλλά μόνο άκουσα. Και ποιος δεν θα περιπαίξη τα λόγια μου; Ποιος δε θα δείξη περιφρόνηση στο κήρυγμά μου; Άλλο πράγμα είναι ν’ ακούσης κάτι και άλλο να το δης, άλλο πράγμα είναι η αφήγηση λόγων κι άλλο η θέα και η εμπειρία των πραγμάτων».
Έτσι επειδή ο Θωμάς είχε αμφίβολη γνώση, σε οχτώ μέρες ο Δεσπότης ξαναήρθε πάλι στους μαθητάς του που ήταν συγκεντρωμένοι όλοι μαζί. Άφησε πρώτα να κατηχηθή ο Θωμάς από τους συμμαθητάς του στις ενδιάμεσες μέρες. Παραχώρησε να φλογιστή από τη δίψα να τον αντικρύση. Κι όταν η ψυχή του άναψε από τον σφοδρό πόθο της θέας του, τότε στην ώρα πάνω ο ποθητός βρήκε αυτόν, που τον ποθούσε.
Όμοια, όπως και πρώτα, με κλεισμένες τις πόρτες το έκανε αυτό και ξανά, όπως και πρώτα, τους είπε· «ειρήνη σ’ εσάς», για να ταυτιστή το πράγμα με το θαύμα και για να βεβαιώση το λόγο τών αποστόλων και για να παραστήση την ακρίβεια του δεύτερου ερχομού του. Έπειτα είπε στο Θωμά: «Βάλε το δάχτυλό σου εδώ και ιδές τα χέρια μου».


Τι ύψος απέραντης φιλανθρωπίας! Τι πέλαγος αμέτρητης συγκαταβάσεως! Δεν περίμενε την προσέλευση του μαθητού, δεν περίμενε να πλησιάση αυτός που είχε ανάγκη, να παρακαλέση και να επιτύχη ό,τι ήθελε. Μήτε για λίγο δεν τον στέρησε από την επιθυμία, αλλά ο ίδιος ο αγαπημένος αυτόν που τον αγαπούσε με τη βία τραβούσε κοντά του, ο ίδιος έσυρε στην πληγή το δάχτυλο εκείνου που είχε τον πόθο, ο ίδιος με τη δεσποτική γλώσσα του, τράβηξε το δουλικό χέρι λέγοντας σ’ αυτόν: «Βάλε το δάχτυλό σου εδώ και ιδές τα χέρια μου».
«Άκουσα, Θωμά, απών σαν άνθρωπος αλλά παρών σαν Θεός, ό,τι είπες στους αδελφούς σου. Ήμουν κοντά σας με τη θεϊκότητά μου και χώρια σας με την ανθρωπίνη φύση μου. Θέλεις να σου υπενθυμίσω τα λόγια που είπες προηγουμένως; Δεν είπες, αν δε δω μέσα στα χέρια του τα σημάδια των καρφιών και δε βάλω το δάχτυλό μου στα σημάδια των καρφιών και δε βάλω το χέρι μου στην πλευρά του, δε θα πιστέψω; Δε βγήκαν από τα χείλη σου τα λόγια αυτά; Τα λόγια αυτά δε ανταποκρίνονται στους λογισμούς σου; Γι’ αυτό ξαναήλθα· για να μην αμφιβάλλης. Γι’ αυτό είμαι κοντά σας δεύτερη φορά, γι’ αυτά που επιθυμείς έχω φτάσει και τώρα ήρθα για σένα, τον ένα, εγώ που για το χαμένο πρόβατο κατέβηκα από τους ουρανούς χωρίς εν τούτοις να τους αφήσω.
Μη διστάσης λοιπόν να μάθης ό,τι ποθείς, μην ντρέπεσαι να κοιτάξης καλά ό,τι θέλεις. Μην αποφύγης να βάλης το δάχτυλό σου στα ίδια τα χέρια μου. Ανέχομαι και τα περίεργα δάχτυλα, όπως ανέχτηκα τα καρφιά. Υπομένω την περιέργεια του φίλου, όπως υπόμεινα την κακία των εχθρών. Με σταύρωσαν οι εχθροί μου και δεν αγανάκτησα και δε θα υποφέρω την δική σου εξέταση; Βάλε το δάχτυλό σου εδώ και ιδές τα χέρια μου, που τραυματίστηκαν για σάς, για να θεραπεύουν τα χτυπήματα των δικών σάς ψυχών. Ιδές τα χέρια μου και συλλογίσου αν είμαι εκείνος που θεληματικά σταυρώθηκε ή κάποιος άλλος. Ιδές τα χέρια μου, που άφησα να διατηρούν τα σύμβολα της Εβραϊκής μανίας κι όταν με τη συνηθισμένη αναίδειά τους μου πουν οι Εβραίοι κατά την ημέρα της κρίσεως ότι εμείς Κύριε, δε σε σταυρώσαμε, τότε θα δείξω σ’ αυτούς που με πολέμησαν, τα χέρια μου μ’ αυτή τη μορφή και θα ντροπιάσω τους Εβραίους μόλις τ' αντικρύσουν.
Ιδές τα χέρια μου, και το αληθινό γεγονός της αναστάσεώς μου μη νομίσης πως είναι μία φαντασία. Κράτησε αυτά τα χέρια, σαν ομήρους για τον ξαναγεννημό σας. Κράτησε αυτά τα χέρια, σαν ενέχυρα για την ανάστασή σας μέσα από τον τάφο. Κράτησε αυτά τα χέρια, σαν άγκυρα που έπεσε στο βυθό του Άδη. Καμμιά χειμωνιά της ζωής μη φοβηθής, καμμιά ζάλη του κόσμου ας μη σε ζαλίση. Μη φοβηθής το φύσημα των αντιθέτων ανέμων, ας μη σε ανησυχήσουν οι καταιγίδες κι οι σκόπελοι της θάλασσας των εχθρών. Πέρνα με θάρρος το πέλαγος της ζωής, ταξίδευε κρατώντας την άγκυρα του πνεύματος, ταξίδευε έχοντας μπροστά σου σαν λιμάνι τον ουρανό. Ταξίδευε και να φοβάσαι μόνο της αρνήσεώς μου το ναυάγιο. Περιγέλα το θάνατο σα νεκρό, περίπαιζε τη φθορά σαν ανίσχυρη. Αποδέχου για χάρη μου το τέλος της ζωής σαν αρχή μιας πιο εσωτερικής ζωής και φέρε το χέρι σου και βάλτο στην πλευρά μου.
Άντλησε με το χέρι σου από τη βρύση αυτή της ζωής το νάμα που ποθείς, τη δίψα σου ανακούφισε. Φέρε το χέρι σου και βάλτο στην πλευρά μου. Βάλε το χέρι στο ιατρείο της πλάσης και βγάλε το φάρμακο της επιθυμίας σου. Δέχομαι άγγιγμα χεριού που μ’ αγαπά εγώ που δέχτηκα την πληγή της λόγχης. Φέρε το χέρι σου και βάλτο στην πλευρά μου, για να μπορείς ν’ αγωνίζεσαι γι’ αυτήν, για να μπορείς ν’ αποκριθής σ’ αυτούς που πολεμούν την αλήθεια, ότι με είδες μετά την Ανάσταση και μ’ αναγνώρισες και με ψηλάφησες προσεκτικά. Φέρε το χέρι σου και βάλτο στην πλευρά μου.
Για σένα την άφησα έτσι εγώ που θεράπευσα τα σώματα και τις ψυχές των άλλων. Πρόβλεψα σαν Θεός ότι θα θελήσης να τη δης έτσι και βλέποντας τ’ αχνάρια του πάθους στην σάρκα μου θέλησα να θεραπεύσης το πάθος της ψυχής σου. Φέρε το χέρι σου, και βάλτο στην πλευρά μου που τη φύλαξα έτσι με κάποιο σκοπό: Όταν γυρίσω πάλι από τους ουρανούς και καθίσω σε θρόνο κριτής ζωντανών και νεκρών να ιδούν οι Εβραίοι κατάματα τα έργα της κακίας τους και μόνοι τους ν’ αυτοδικαστούν - και μη φανής άπιστος αλλά πιστός.
Κακό η απιστία, κάνει τον νου να βουλιάξη. Η πίστη τον αναρπάζει στον ουρανό. Η απιστία τυφλώνει την ψυχή. Η πίστη σκορπά το φως της στους λογισμούς. Η πίστη και τα αόρατα κατακάθαρα βλέπει, ο άπιστος είναι σ’ άγνοια ολοκληρωτική. Μη γίνης άπιστος αλλά πιστός. Παραμέρισε το νέφος της απιστίας και κοίταξε τις καθαρές ακτίνες της πίστης. Γίνου μέσα σε όλους άξιος απόστολος της θεότητάς μου. Γίνου τέτοιος όπως πρέπει να είναι αυτός που με συνάντησε και είδε τέτοια όπως εσύ.
Όμοια με τους άλλους αποστόλους σε κάλεσα, όμοια μ’ αυτούς σε τίμησα, όμοια μ’ αυτούς οπλίσου. Όμοια μ’ αυτούς είδες ό,τι είδαν, όμοια μ’ αυτούς σε εμπιστεύθηκα σα φίλο, όλο μου το μυστήριο, όμοια μ’ αυτούς κήρυξε τη δύναμή μου. Μην πεις πάλι, αφού με είδες μία φορά: «Αν δε δω πάλι στα χέρια του τα σημάδια των καρφιών δε θα πιστέψω».
Όσο είμαι μαζί σας άφησε ελεύθερη, όπως θέλεις, την περιέργειά σου. Όσο έχεις δίπλα σου το ουράνιο κλήμα όλα τα κλαδιά και τα σταφύλια του ερεύνησε. Θ’ ανεβώ στους ουρανούς, απ’ όπου ήρθα στη γη, θ’ ανεβώ, όπου είμαι. Θ’ ανεβώ με την ανθρώπινη φύση μου εκεί απ’ όπου για χάρη σας κατέβηκα με τη θεία μου φύση. Θ’ ανεβώ μ’ αυτό μου το σώμα, αν και χωρίς αυτό ήρθα από κει κι έμεινα εκεί πέρα. Θ’ ανεβώ στους κόλπους τους πατρικούς με τη δική σας φύση, αν και είμαι στους κόλπους του Πατέρα. Τελείωσα το έργο μου, για το οποίο έκανα αυτή την πορεία». [...]
http://www.oodegr.com/oode/pateres1/xrysostomos/thwmas_1.htm
http://o-nekros.blogspot.gr/2011/05/blog-post.html

Τα θυμάσαι τα αδέρφια σου;

Έχουμε να γράψουμε ιστορία ακόμη...