Η πτώχευση του Μπέρμιγχαμ είναι μόνο η «κορυφή του παγόβουνου» στην οικονομικά ασθμαίνουσα Βρετανία
Γνωστό ως «θερμοκήπιο» της πάλαι ποτέ Βιομηχανικής Επανάστασης στη Βρετανία, το Μπέρμιγχαμ είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Αγγλίας.
Η δε τοπική αρχή του θεωρείται -από πλευράς πληθυσμού που εξυπηρετεί- η μεγαλύτερη στην Ευρώπη.
Πλέον, έχει χρεοκοπήσει.
Από τις αρχές του μήνα, το Δημοτικό Συμβούλιο του Μπέρμιγχαμ -που διαχειρίζεται τις δημόσιες υπηρεσίες για περισσότερους από ένα εκατομμύριο ανθρώπους- δήλωσε αδυναμία ισοσκελισμού του προϋπολογισμού και τέθηκε υπό την προστασία του «άρθρου 114».
Πρόκειται για το αντίστοιχο της εταιρικής πτώχευσης.
Όμως οι τοπικές αρχές δεν υπόκεινται σε δικαστική εκκαθάριση.
Για το Μπέρμιγχαμ, αυτό πρακτικά σημαίνει ότι εφεξής και μέχρι νεοτέρας θα καλύπτονται μόνο οι απολύτως απαραίτητες δαπάνες.
Οι Εργατικοί, που ελέγχουν τη δημοτική αρχή, καταγγέλλουν έλλειψη οικονομικών πόρων, κυρίως λόγω εγκατάλειψης από την κυβέρνηση του Λονδίνου.
Σκιαγραφώντας τους λόγους που οδήγησαν μέχρι εδώ, ο δήμαρχος Τζον Κότον ανέφερε έκτακτες δαπάνες, συμπεριλαμβανομένων εργοδοτικών υποχρεώσεων του δήμου κατόπιν καταδίκης του για παραβίαση της εργατικής νομοθεσίας.
Μίλησε εμφατικά για την κρίση κόστους ζωής που σαρώνει (και) τη Βρετανία.
Πάνω απ’ όλα ωστόσο τόνισε τη δραματική μείωση της κρατικής χρηματοδότησης τα τελευταία 13 χρόνια της λιτότητας, που επιβάλλουν διαδοχικές συντηρητικές κυβερνήσεις των Τόρις.
Η συντηρητική αντιπολίτευση από την πλευρά της καταγγέλλει κακοδιαχείριση.
Ωστόσο το Μπέρμιγχαμ, αν και ιδιαίτερης βαρύτητας λόγω του μεγέθους του, δεν αποτελεί καν το μοναδικό «μαύρο πρόβατο» ή μια ιδιάζουσα περίπτωση στη σύγχρονη Βρετανία.
Στο πρόσφατο παρελθόν έχουν προηγηθεί πτωχεύσεις άλλων, μικρότερων τοπικών αρχών στη Βρετανία.
Οι φόβοι εντείνονται, δε, ότι θα ακολουθήσουν κι άλλες, εν μέσω κρατικής υποχρηματοδότησης και οικονομικής κρίσης.
Ο προϋπολογισμός των δήμων στο Ηνωμένο Βασίλειο εξαρτάται από τις εισπράξεις δημοτικών φόρων που επιβάλλονται σε δημότες και επιχειρήσεις.
Εξαρτάται επίσης από μια κρατική επιχορήγηση, η οποία έχει κατά γενική ομολογία μειωθεί σημαντικά λόγω των πολιτικών λιτότητας από τις αρχές της περασμένης δεκαετίας.
Όμως οι κοινωνικές δαπάνες έχουν εκτοξευτεί, ειδικά από την εποχή της πανδημίας και τώρα με τον πληθωρισμό που ανεβάζει τα κόστη στα ύψη.
Το αποτέλεσμα είναι δήμοι, όπως αυτός του Μπέρμιγχαμ, να βρίσκονται αντιμέτωποι με πρωτόγνωρες οικονομικές προκλήσεις.
Πράγματι, μέχρι πρότινος η προσφυγή βρετανικών δήμων στο άρθρο 114 -μια κίνηση απόγνωσης και παραδοχής αποτυχίας- ήταν πολύ σπάνια, ως έσχατη λύση.
Μέσα στην τελευταία τριετία ωστόσο το έχουν πράξει οκτώ δημοτικά συμβούλια στην Αγγλία -μάλιστα δις το Κρόιντον, στο νότιο Λονδίνο.
Τώρα, ακόμη και το Κόβεντρι -ένατη μεγαλύτερη πόλη της Αγγλίας και ενδέκατη μεγαλύτερη του Ηνωμένου Βασιλείου- προειδοποιεί ότι θα αναγκαστεί να ακολουθήσει τα βήματα του Μπέρμιγχαμ.
Αυτό σημαίνει ότι όλα τα διορθωτικά μέτρα έχουν αποδειχθεί αναποτελεσματικά και ότι το δημοτικό συμβούλιο αδυνατεί πλέον να θέσει υπό έλεγχο μελλοντικές δαπάνες.
Η λίστα είναι μακρά, προειδοποιεί η Ομοσπονδία Βρετανικών Δημοτικών Αρχών «Sigoma».
Υπολογίζει ότι τουλάχιστον 26 δήμοι κινδυνεύουν να κηρύξουν χρεοκοπία μέσα στην επόμενη διετία.
«Πολλά δημοτικά συμβούλια αναφέρουν ότι αυτή είναι η πρώτη φορά που πρέπει να εξετάσουν αυτές τις δραστικές ενέργειες, λόγω έλλειψης ταμειακών αποθεμάτων», αναφέρει σε έκθεσή της.
«Τόνισαν ότι η πιο κοινή αιτία πίεσης ήταν η ζήτηση για κοινωνική φροντίδα των παιδιών», επισημαίνει.
«Ο πληθωρισμός, το κόστος ενέργειας και οι αυξήσεις μισθών ήταν επίσης σημαντικοί παράγοντες, με την κατάσταση να επιδεινώνεται καθώς τα υψηλά επιτόκια θα αρχίσουν σύντομα να επηρεάζουν δανειολήπτες, φέρνοντας μεγαλύτερη οικονομική πίεση».
Το χέρι βαθύτερα στην τσέπη
Από τον περασμένο Ιούλιο η βρετανική Εθνική Ελεγκτική Υπηρεσία (NAO) προειδοποιούσε για χρεοκοπίες δήμων.
Το δε ανεξάρτητο Γραφείο Υπευθυνότητας Προϋπολογισμού (OBR) του Ηνωμένου Βασιλείου είχε επισημάνει ότι ο δανεισμός των τοπικών αρχών είναι «σε κίνδυνο».
Για την περίοδο 2023-24, προβλέπεται να μοιραστούν σε σύνολο 61,7 δισεκατομμύρια λίρες.
Πρόκειται για αύξηση 3,2% σε ετήσια βάση, την ώρα που ο πληθωρισμός βρίσκεται στο 6,8%.
Αναλυτές εκτιμούν ότι δύσκολα θα μπορέσουν να αντισταθμιστούν οι χρόνιες δραστικές περικοπές στη κρατική χρηματοδότηση, ενόσω οι ανάγκες που καλούνται να καλύψουν οι δήμοι και η ζήτηση για τις υπηρεσίες τους όλο και μεγαλώνουν.
Στο Μπέρμιγχαμ, τα συνολικά έσοδα της πόλης μειώθηκαν κατά την περασμένη δεκαετία κατά 17%.
Εν τω μεταξύ ο πληθυσμός της -ανάμεσά τους πολλά μέλη ευάλωτων κοινωνικά ομάδων- έχει αυξηθεί κατά 7,5%.
Για να μπορέσει να τα βγάλει τώρα πέρα, το Δημοτικό Συμβούλιο καλείται να πάρει μέχρι τα τέλη του μήνα δύσκολες αποφάσεις.
Όμως «τα δημοτικά συμβούλια έχουν περιορισμένες εξουσίες άντλησης εσόδων για χρηματοδότηση των τρεχουσών δαπανών», αναφέρει πρόσφατη σχετική έρευνα.
«Βασίζονται εδώ και καιρό στα αποθεματικά τους, πουλώντας περιουσιακά στοιχεία, λαμβάνοντας εφάπαξ επιχορηγήσεις, κάνοντας επενδύσεις υψηλού ρίσκου και καταφεύγοντας στο φθηνό δανεισμό, απλώς και μόνο για να παραμείνουν στη ζωή», επισημαίνει η επιστημονική ομάδα συντακτών.
Οι φήμες πλέον οργιάζουν στο Μπέρμιγχαμ για αυξήσεις δημοτικών φόρων και αναστολή υπηρεσιών, με πολλαπλό κοινωνικό κόστος.