Του π. Γεωργίου Οικονόμου
- Παπανικολάου, έφυγες όπως είσαι! Μεταβολή και σφαίρα. Δυο μέρες αποβολή!
- Κυρία...
- Κεριά και λιβάνια! Σου το είχα πει, αν ξανάρθεις εδώ μέσα δεν γλιτώνεις. Όπως είσαι, ούτε να σε βλέπω.
Ο Παπανικολάου, ο Νίκος, δηλαδή, έφυγε πράγματι. Χωρίς ίχνος δυσαρέσκειας στη μορφή του.
Με μια σκληρότητα αφύσικη θα έλεγες για την ηλικία του, σαν σμιλεμένο πρόσωπο σε πάγο.
Δεν μπορούσες να καταλάβεις αν λυπόταν, αν ένοιωθε απογοητευμένος, θυμωμένος. Γενικά, δεν ήταν εύκολο να τον ψυχολογήσει κάποιος.
Είχε καλλιεργήσει άμυνες τέτοιες, που να σκαλίσεις τα συναισθήματά του ήταν σχεδόν αδύνατο.
Όχι δεν θα πούμε καμία δακρύβρεχτη ιστορία πονεμένων και τραυματικών παιδικών χρόνων. Δεν θα ήθελε την λύπησή μας.
Ήθελε μόνο το αυτονόητο, όπως νόμιζε, φυσικό δικαίωμα να έχει μάνα και πατέρα. Ο Νίκος, όμως, είχε πάντα δυο μπαμπάδες!
Είχε το "προνόμιο" να είναι το πρώτο ίσως υιοθετημένο παιδί από ομόφυλους γονείς στην Ελλάδα. Ήταν και οι δύο πλούσιοι και μάλλον διάσημοι.
Και πρωτοπόροι βρήκαν το παράθυρο του νόμου, αρκετά χρόνια, πριν μπορέσουν να συνάψουν το μεταξύ τους σύμφωνο συμβίωσης να υιοθετήσει ο ένας το παιδί και να δημιουργήσουν την δική τους "οικογένεια". Με τον δικό τους τρόπο τον αγαπούσαν πάντα τον Νίκο.
Μα το παιδί δεν έχει ανάγκη μόνο μια ψυχολογικού τύπου ανάγκη. Έχει την βαθειά ανάγκη της μάνας. Να θηλάσει την αγάπη της.
Να χαθεί στην αγκαλιά της. Να χωθεί στην κουβέρτα της. Να του κάνει "μα" το χτυπημένο χέρι και να περάσει. Να του σκουπίσει τα δάκρυα.
Όπως έχει ανάγκη και του πατέρα την ασφάλεια. Την σιγουριά. Το σφιχταγκάλιασμα. Το παιχνίδι και την βόλτα. Τις συμβουλές και τα όρια.
Οι "γονείς" του Νίκου όρια δεν του έβαλαν ποτέ. Μα δεν έβαλαν στους εαυτούς τους άλλωστε. Και με τον κουλτουρέ φιλελευθερισμό τους θεωρούσαν ότι το παιδί έπρεπε να είναι ελεύθερο να κάνει ό,τι θέλει.
Και ο Νίκος, ιδιαίτερα από τότε που αισθάνθηκε την διαφορετικότητα της "οικογένειάς" του αντιδρούσε έντονα.
Έσπαζε, ρήμαζε, έβριζε, τους χτυπούσε και πετούσε ό,τι έβρισκε μπροστά του. Αυτό επέφερε κρίση και στην σχέση των μπαμπάδων του, οι οποίοι τελικά χώρισαν, ενώ κράτησε το παιδί εκείνος, που το είχε υιοθετήσει εξ αρχής. Σύντομα, ο Νίκος χρειάστηκε ψυχολογική υποστήριξη.
Η ψυχολόγος, που τον ανέλαβε, ομολόγησε ότι τέτοια κλειστότητα και αδυναμία διείσδυσης στον ψυχικό κόσμο ενός μικρού παιδιού πρώτη φορά συναντούσε. Και, κάπως έτσι, πέρασαν τα έξι χρόνια του Δημοτικού.
Υποστηρικτικά περισσότερο από το σχολείο παρά από τον πατέρα, ο οποίος είχε ήδη αποκτήσει νέο σύντροφο, αλλά και από την ηρωΐδα ψυχολόγο, την κυρία Νένη, μάλλον τα κατάφερε αρκετά καλά.
Ενίοτε δεχόταν ρατσιστικές επιθέσεις από συμμαθητές του για την οικογενειακή του κατάσταση, καθώς τα παιδιά εκφράζουν πηγαία και αδιαχείριστη την σκληρότητά τους χωρίς να σκέφτονται τον πόνο, που μπορεί να προκαλέσουν.
Στο Γυμνάσιο, όμως, πραγματικά η κατάσταση δυσκόλεψε πάρα πολύ. Με την εφηβεία, που εκδηλώθηκε πολύ νωρίτερα από τους συμμαθητές του, και με ένα πολύ σοβαρό θέμα, που προέκυψε για τον ίδιο.
Η αναζήτηση της δικής του ταυτότητας στο θέμα του φύλου. Ένοιωθε να αντρώνεται μα και μια ιδιαίτερη τάση ενστερνισμού γυναικείων συμπεριφορών. Ο υποσυνείδητος θαυμασμός της μάνας, που ποτέ δεν είχε, η δυναμικότητα και η ωριμότητα κάποιων συμμαθητριών του, η επιπολαιότητα και ρηχότητα των άλλων αγοριών λειτουργούσαν μέσα του με έντονο συγκρουσιακό τρόπο.
Ο "μπαμπάς" του, που εδώ και πολλά χρόνια φρόντισε για την σεξουαλική αγωγή του παιδιού του με τρόπο τέτοιο, που να δικαιολογεί πλήρως τις δικές του προτιμήσεις, τον ενθάρρυνε συνεχώς να κάνει ό,τι νοιώθει.
Να αισθάνεται, όπως νοιώθει ότι γεννήθηκε και, αν ένοιωθε γυναίκα, να υπερβεί την τρανσφοβία της εποχής και να προχωρήσει σε αλλαγή φύλου.
Και ο Νίκος ασφυκτιούσε. Καιγόταν! Ένοιωθε μόνος, αν και είχε πολυπληθείς παρέες, γιατί ήταν πολύ cool το να υπάρχει ένας gay στην παρέα, που υποτίθεται ότι όλοι τον αποδέχονται χωρίς να τον κατακρίνουν.
Ένοιωθε, όμως, μόνος απόλυτα. Δεν μπορούσε να τον καταλάβει κανείς. Τις συνεδρίες τις είχε σταματήσει, γιατί ο άλλοτε ευκατάστατος "μπαμπάς" είχε αναδουλειές στο μπαρ με την οικονομική κρίση και δεν μπορούσε να καλύπτει αυτό το έξοδο πολυτελείας ενώ ο άλλος "μπαμπάς" εξαφανίστηκε για πάντα από την ζωή του ακολουθώντας και εκείνος τον δικό του δρόμο με άλλον σύντροφο.
Το σκηνικό του προοιμίου, λοιπόν, κάπως έτσι εκτυλίχτηκε. Ήταν η ώρα των Θρησκευτικών και ένας μαθητής έθεσε στον θεολόγο καθηγητή το ερώτημα αν είναι αμαρτία η αλλαγή φύλου.
Ο Νίκος με ορθάνοιχτα αυτιά και με πραγματικά καλή διάθεση περίμενε να ακούσει την απάντηση της κυρίας Ζαφειρίου, την οποία αγαπούσε και εκτιμούσε.
Πριν προλάβει, όμως, να απαντήσει, ο Νίκος έφαγε μια σπρωξιά από τον Θάνο, που καθόταν από πίσω του και τού' πε με πνιχτό κοροϊδευτικό γέλιο˙ "Παπανικολάου, για σένα θα πει".
Ο Νίκος χωρίς να απαντήσει σηκώθηκε όρθιος, βγήκε έξω από την τάξη και κατευθύνθηκε στο γραφείο της διευθύντριας.
- Παπανικολάου, έφυγες όπως είσαι! Μεταβολή και σφαίρα. Δυο μέρες αποβολή.
- Κυρία...
- Κεριά και λιβάνια! Σου το είχα πει, αν ξανάρθεις εδώ μέσα δεν γλιτώνεις. Όπως είσαι, ούτε να σε βλέπω.
Έφυγε στα αλήθεια. Και ήθελε να φύγει για πάντα. Από παντού. Και από όλους. Και ανέβασε αυτό ακριβώς το statous "θέλω να φύγω...".
Η διευθύντρια εν τω μεταξύ έμαθε όσα έγιναν στην τάξη από τον θεολόγο και άρχισε να τον αναζητά με αγωνία.
Πήρε τηλέφωνο στο σπίτι, πήρε και το αμάξι της και έκανε συνέχεια γύρους φοβισμένη για τις συνέπειες, που μπορεί να είχε για την ίδια η πράξη της.
Και ο Νίκος ήθελε μόνο να φύγει. Δεν ήξερε που πατούσε και που πήγαινε. Όλα ήταν θολά μέσα του. Και αφού τριγύρισε σε γειτονιές άγνωστες για ώρες, βρέθηκε έξω από μία εκκλησία.
Θα ήταν νωρίς το απόγευμα, γιατί δεν είχε πια ούτε κινητό. Το πέταξε σε έναν κάδο, μετά την ανάρτηση εκείνου τουstatous.
Δεν τον ένοιαζαν ούτε λάικ ούτε καρδούλες ούτε λυπάμαι... Βασικά, μάλλον δεν τον ένοιαζε τίποτα πια.
Όπως γύριζε εκεί, λοιπόν, στις δυτικές γωνιές της πόλης σαν την άδικη κατάρα, βρέθηκε κάποια στιγμή έξω από έναν όμορφο μεταβυζαντινό ναό.
Χαμηλό, πετρόκτιστο, κατανυκτικό θαρρείς. Ασυναίσθητα ή υποσυνείδητα ή από άλλη πνευματική ίσως δύναμη παρακινημένος μπήκε μέσα. Κατευθύνθηκε προς την εικόνα του Χριστού και στάθηκε ώρα πολύ παρατηρώντας το Πρόσωπο εκείνο.
Ήταν όμορφος ο Χριστός, πρώτη φορά συγκλονίστηκε από τέτοια ωραιότητα. Όπως στεκόταν εκεί, πέρασε από κοντά ο παπάς της ενορίας, με το ζωστικό ανασηκωμένο και κουβαλώντας κάποια τρόφιμα.
-Παλληκάρι, καλησπέρα. Θα είχες την καλωσύνη να με βοηθήσεις λίγο σε παρακαλώ; Ο Νίκος, που τον τελευταίο καιρό ένοιωθε άχρηστος και παντελώς αχρείαστος μάλλον χάρηκε με την πρόσκληση αυτή και προθυμοποιήθηκε να βοηθήσει.
Όπως ξεφόρτωναν το ημιφορτηγό με τις προμήθειες για το συσσίτιο των φτωχών, έπιασαν δειλά και την κουβέντα.
Αλληλοσυστήθηκαν, είπαν τα βασικά μόνο, βασικά, όμως, που ήταν αρκετά, για να παρατηρήσει ο ιερέας την βαθυτάτη θλίψη, που έκαιγε την καρδιά του Νίκου.
Όταν τελείωσαν οι δουλειές, ο ιερέας του είπε˙ αν έχεις χρόνο, έλα λίγο να κουβεντιάσουμε, να σε κεράσουμε μια πορτοκαλάδα για τον κόπο σου. Κάθησαν πράγματι και ξαφνιάζοντας τον ιερέα ο Νίκος τον κεραυνοβόλησε με την ίδια ερώτηση του συμμαθητή του προς τον θεολόγο του σχολείου˙ «πάτερ, είναι αμαρτία η αλλαγή φύλου»;
Ο ιερέας τότε με υπομονή και προσευχή, επικαλούμενος την θεία φώτιση για να απαντήσει σε αυτό το δύσκολο ερώτημα, του είπε περίπου αυτά τα λόγια˙ «άκουσε, καλό μου παιδί.
Ο καλός Θεός έχει δημιουργήσει τα πάντα με σοφία. Με αγάπη. Έτσι, δημιούργησε και τον άνθρωπο δίνοντάς του μάλιστα περισσότερα και ασύγκριτα ανώτερα χαρίσματα από κάθε άλλο δημιούργημα.
Τον δημιούργησε δική Του εικόνα. Του έδωσε αιώνια ζωή. Του έδωσε την δυνατότητα να γίνει όμοιος με Αυτόν. Και τον δημιούργησε, όπως λέει η Αγία Γραφή, άρρεν και θήλυ. Άντρα και γυναίκα. Αυτό είναι θείο δώρο.
Γνωρίζει με την σοφία και την αγάπη Του ποιο φύλο μας ταιριάζει. Ας μην αμφισβητούμε εμείς την σοφία και την αγάπη Του θεωρώντας ότι θα τα καταφέρουμε καλύτερα. Και εκείνος ο δρόμος δεν είναι εύκολος. Είναι δύσβατος. Αν αλλάξει φύλο ένας άνθρωπος και μετά το μετανοιώσει;
Αν έχει σοβαρές επιπλοκές στην υγεία του και κινδυνέψει η ζωή του; Είναι σοβαρά θέματα αυτά. Δεν είναι ότι ο Θεός θα τον τιμωρήσει ή θα πάψει να τον αγαπά. Ο Θεός πάντα αγαπά τα παιδιά Του, όσο μακριά Του και αν φύγουν.
Ποτέ δεν παύει να είναι Πατέρας. Και, αν ορίζει κάποια πράγματα ως εντολές στον νόμο Του, είναι από την άμετρη αγάπη Του, για να μην πονέσουμε περισσότερο εμείς οι ίδιοι. Θα ήθελες να σου πω μια σχετική ιστορία»; Αργοκούνησε καταφατικά ο Νίκος το κεφάλι και διηγήθηκε ο ιερέας...
«Την ιστορία αυτή μου την είπε ο πνευματικός μου πατέρας, που τώρα είναι επίσκοπος στην Κύπρο.
Πριν πολλά χρόνια ένας νέος επισκέφτηκε το Άγιο Όρος και στο μοναστήρι, που φιλοξενήθηκε, εξομολογήθηκε στον πνευματικό ότι ήταν ομοφυλόφυλος.
Ο πνευματικός ήταν πολύ αυστηρός και ούτε λίγο ούτε πολύ του είπε ότι αν δεν θεραπεύσει αυτό το πάθος δεν υπάρχει για εκείνον σωτηρία.
Βγήκε από την εκκλησία και την εξομολόγηση απογοητευμένος ολότελα. Σκεφτόταν ακόμα και να δώσει τέλος στη ζωή του στο πέλαγο, που ατένιζε απέναντι από το μοναστήρι.
Ένας μοναχός βλέποντάς τον τόσο λυπημένο τον πλησίασε και έμαθε όσα συνέβησαν και όσα τον βασάνιζαν.
Τον ρώτησε ο μοναχός τότε, θα έρθεις μαζί μου να επισκεφτούμε κάποιον; Και επισκέφτηκαν τον Άγιο Παΐσιο τον Αγιορείτη.
Ο Άγιος άκουσε με πολύ προσοχή και απέραντη αγάπη την δυσκολία του νέου και την ομολογία του ότι δεν μπορούσε να αλλάξει προτιμήσεις στο θέμα αυτό.
Ο Άγιος τότε πήρε ένα ραβδί και κάνοντάς του διάφορες ερωτήσεις άρχισε να χαράζει κύκλους στο χώμα. Οι ερωτήσεις ήταν σαν και αυτές˙
- μπορείς, παιδί μου, να πηγαίνεις κάθε Κυριακή στην Εκκλησία;
- μπορείς να νηστεύεις κάθε Τετάρτη και Παρασκευή;
- μπορείς να επισκέπτεσαι ένα γηροκομείο να κάνεις παρέα τους ηλικιωμένους;
Σε κάθε καταφατική απάντηση ζωγράφιζε έναν κύκλο. Όταν τελείωσε, το χώμα είχε γεμίσει με πολλούς μικρούς κύκλους, τους οποίους περιέγραψε με έναν μεγαλύτερο.
- Αυτός ο μεγάλος κύκλος είναι η ζωή σου, καλό μου παιδί.
Οι πολλοί μικροί κύκλοι είναι όλα αυτά τα αγαθά πράγματα, που μπορείς να κάνεις, ενώ αυτός ο μικρός κύκλος που έμεινε στην άκρη είναι το πάθος, που δυσκολεύεσαι να αντιμετωπίσεις.
Κάνε εσύ όλα αυτά, που μπορείς, και εκείνο που δεν μπορείς άσε το στην αγάπη του Θεού. Θα κάνουμε και πολύ προσευχή και δεν θα αφήσει ο Θεός».
Πράγματι, ο νέος εκείνος με την προσευχή του Αγίου, τις φωτισμένες συμβουλές, τον προσωπικό αγώνα και την βοήθεια του Θεού αντιμετώπισε και θεράπευσε οριστικά το πάθος της ψυχής του. Έκανε, μάλιστα, και μία ευλογημένη οικογένεια.
Ο Νίκος ακούγοντας την ιστορία αυτή ένοιωθε ακτίνες πνευματικές να τον διαπερνούν και να γιατρεύουν την ψυχή του.
Ένοιωθε θείο φως να πλημμυρίζει την καρδιά του. Αντί για απόρριψη ή κολακεία διδάχτηκε αλήθειες, που έσωσαν την ψυχή του όχι μόνο από διλήμματα προσωπικά αλλά και από αποφάσεις, που θα ήταν καθοριστικές για την ζωή του.
- Θα μπορούσα να εξομολογηθώ, πάτερ;
- Μετά χαράς, παιδί μου, είπε ο ιερέας και πήγαν στο εξομολογητήριο, όπου έβαλε το πετραχήλι και άκουσε με προσοχή την εξομολόγηση του Νίκου, την πιο συγκινητική ίσως σε όλη την ζωή του. Και στο ερώτημα, τί πρέπει να κάνει στην συνέχεια, ακολούθησε ευλαβικά την ποιμαντική καθοδήγηση του ιερέα.
Γύρισε στο σπίτι του να μην ανησυχούν, γύρισε και στο σχολείο του την επόμενη ημέρα. Όχι για μάθημα αλλά για αίτηση μετεγγραφής.
Και, πραγματικά, πήγε σε ένα σχολείο, όπου τόσο η διεύθυνση του σχολείου όσο και ο σύλλογος των καθηγητών αλλά και οι συμμαθητές του τον αποδέχτηκαν με χαρά. Ένοιωσε σύντομα μέλος μιας οικογένειας. Και όχι μόνο μίας. Μία ήταν η οικογένεια στο σχολείο και άλλη μία στην ενορία.
Με την Χάρη του Θεού ο Νίκος όχι μόνο δεν έλειπε Κυριακή από την εκκλησία αλλά συμμετείχε ενεργά σε όλα τα μυστήρια και τις ακολουθίες και έγινε το δεξί χέρι του ιερέα.
Το σπουδαιότερο ίσως από όλα είναι ότι κατάφερε να συγχωρέσει τον εαυτό του για τις ενοχές, που αδίκως ένοιωθε και τον βασάνιζαν, αλλά και την «οικογένειά» του, καθώς έστω και δι' αυτής της οδού, της τεθλιμμένης και δύσβατης, γνώρισε τον Πατέρα, που δεν είχε ποτέ του.
Αλλά και την μητέρα, την μάνα Παναγιά, που στέκει πάντοτε άγρυπνη κοντά στα πονεμένα παιδιά της.
Να τα σφουγγίσει τα δάκρυα. Να ακούσει τον πόνο τους. Να τα ζεστάνει στην αγκαλιά της. Να τα θηλάσει αγάπη και παραμυθία.
Γλυκειά Παντάνασσα να θεραπεύει κάθε πόνο και να εύχεται στον Υιό της αδιαλείπτως για την σωτηρία του κόσμου όλου.
http://www.aganargyroi.gr/index.php/2011-07-03-10-57-11/2797-2017-10-05-06-09-52.html
- Παπανικολάου, έφυγες όπως είσαι! Μεταβολή και σφαίρα. Δυο μέρες αποβολή!
- Κυρία...
- Κεριά και λιβάνια! Σου το είχα πει, αν ξανάρθεις εδώ μέσα δεν γλιτώνεις. Όπως είσαι, ούτε να σε βλέπω.
Ο Παπανικολάου, ο Νίκος, δηλαδή, έφυγε πράγματι. Χωρίς ίχνος δυσαρέσκειας στη μορφή του.
Με μια σκληρότητα αφύσικη θα έλεγες για την ηλικία του, σαν σμιλεμένο πρόσωπο σε πάγο.
Δεν μπορούσες να καταλάβεις αν λυπόταν, αν ένοιωθε απογοητευμένος, θυμωμένος. Γενικά, δεν ήταν εύκολο να τον ψυχολογήσει κάποιος.
Είχε καλλιεργήσει άμυνες τέτοιες, που να σκαλίσεις τα συναισθήματά του ήταν σχεδόν αδύνατο.
Όχι δεν θα πούμε καμία δακρύβρεχτη ιστορία πονεμένων και τραυματικών παιδικών χρόνων. Δεν θα ήθελε την λύπησή μας.
Ήθελε μόνο το αυτονόητο, όπως νόμιζε, φυσικό δικαίωμα να έχει μάνα και πατέρα. Ο Νίκος, όμως, είχε πάντα δυο μπαμπάδες!
Είχε το "προνόμιο" να είναι το πρώτο ίσως υιοθετημένο παιδί από ομόφυλους γονείς στην Ελλάδα. Ήταν και οι δύο πλούσιοι και μάλλον διάσημοι.
Και πρωτοπόροι βρήκαν το παράθυρο του νόμου, αρκετά χρόνια, πριν μπορέσουν να συνάψουν το μεταξύ τους σύμφωνο συμβίωσης να υιοθετήσει ο ένας το παιδί και να δημιουργήσουν την δική τους "οικογένεια". Με τον δικό τους τρόπο τον αγαπούσαν πάντα τον Νίκο.
Μα το παιδί δεν έχει ανάγκη μόνο μια ψυχολογικού τύπου ανάγκη. Έχει την βαθειά ανάγκη της μάνας. Να θηλάσει την αγάπη της.
Να χαθεί στην αγκαλιά της. Να χωθεί στην κουβέρτα της. Να του κάνει "μα" το χτυπημένο χέρι και να περάσει. Να του σκουπίσει τα δάκρυα.
Όπως έχει ανάγκη και του πατέρα την ασφάλεια. Την σιγουριά. Το σφιχταγκάλιασμα. Το παιχνίδι και την βόλτα. Τις συμβουλές και τα όρια.
Οι "γονείς" του Νίκου όρια δεν του έβαλαν ποτέ. Μα δεν έβαλαν στους εαυτούς τους άλλωστε. Και με τον κουλτουρέ φιλελευθερισμό τους θεωρούσαν ότι το παιδί έπρεπε να είναι ελεύθερο να κάνει ό,τι θέλει.
Και ο Νίκος, ιδιαίτερα από τότε που αισθάνθηκε την διαφορετικότητα της "οικογένειάς" του αντιδρούσε έντονα.
Έσπαζε, ρήμαζε, έβριζε, τους χτυπούσε και πετούσε ό,τι έβρισκε μπροστά του. Αυτό επέφερε κρίση και στην σχέση των μπαμπάδων του, οι οποίοι τελικά χώρισαν, ενώ κράτησε το παιδί εκείνος, που το είχε υιοθετήσει εξ αρχής. Σύντομα, ο Νίκος χρειάστηκε ψυχολογική υποστήριξη.
Η ψυχολόγος, που τον ανέλαβε, ομολόγησε ότι τέτοια κλειστότητα και αδυναμία διείσδυσης στον ψυχικό κόσμο ενός μικρού παιδιού πρώτη φορά συναντούσε. Και, κάπως έτσι, πέρασαν τα έξι χρόνια του Δημοτικού.
Υποστηρικτικά περισσότερο από το σχολείο παρά από τον πατέρα, ο οποίος είχε ήδη αποκτήσει νέο σύντροφο, αλλά και από την ηρωΐδα ψυχολόγο, την κυρία Νένη, μάλλον τα κατάφερε αρκετά καλά.
Ενίοτε δεχόταν ρατσιστικές επιθέσεις από συμμαθητές του για την οικογενειακή του κατάσταση, καθώς τα παιδιά εκφράζουν πηγαία και αδιαχείριστη την σκληρότητά τους χωρίς να σκέφτονται τον πόνο, που μπορεί να προκαλέσουν.
Στο Γυμνάσιο, όμως, πραγματικά η κατάσταση δυσκόλεψε πάρα πολύ. Με την εφηβεία, που εκδηλώθηκε πολύ νωρίτερα από τους συμμαθητές του, και με ένα πολύ σοβαρό θέμα, που προέκυψε για τον ίδιο.
Η αναζήτηση της δικής του ταυτότητας στο θέμα του φύλου. Ένοιωθε να αντρώνεται μα και μια ιδιαίτερη τάση ενστερνισμού γυναικείων συμπεριφορών. Ο υποσυνείδητος θαυμασμός της μάνας, που ποτέ δεν είχε, η δυναμικότητα και η ωριμότητα κάποιων συμμαθητριών του, η επιπολαιότητα και ρηχότητα των άλλων αγοριών λειτουργούσαν μέσα του με έντονο συγκρουσιακό τρόπο.
Ο "μπαμπάς" του, που εδώ και πολλά χρόνια φρόντισε για την σεξουαλική αγωγή του παιδιού του με τρόπο τέτοιο, που να δικαιολογεί πλήρως τις δικές του προτιμήσεις, τον ενθάρρυνε συνεχώς να κάνει ό,τι νοιώθει.
Να αισθάνεται, όπως νοιώθει ότι γεννήθηκε και, αν ένοιωθε γυναίκα, να υπερβεί την τρανσφοβία της εποχής και να προχωρήσει σε αλλαγή φύλου.
Και ο Νίκος ασφυκτιούσε. Καιγόταν! Ένοιωθε μόνος, αν και είχε πολυπληθείς παρέες, γιατί ήταν πολύ cool το να υπάρχει ένας gay στην παρέα, που υποτίθεται ότι όλοι τον αποδέχονται χωρίς να τον κατακρίνουν.
Ένοιωθε, όμως, μόνος απόλυτα. Δεν μπορούσε να τον καταλάβει κανείς. Τις συνεδρίες τις είχε σταματήσει, γιατί ο άλλοτε ευκατάστατος "μπαμπάς" είχε αναδουλειές στο μπαρ με την οικονομική κρίση και δεν μπορούσε να καλύπτει αυτό το έξοδο πολυτελείας ενώ ο άλλος "μπαμπάς" εξαφανίστηκε για πάντα από την ζωή του ακολουθώντας και εκείνος τον δικό του δρόμο με άλλον σύντροφο.
Το σκηνικό του προοιμίου, λοιπόν, κάπως έτσι εκτυλίχτηκε. Ήταν η ώρα των Θρησκευτικών και ένας μαθητής έθεσε στον θεολόγο καθηγητή το ερώτημα αν είναι αμαρτία η αλλαγή φύλου.
Ο Νίκος με ορθάνοιχτα αυτιά και με πραγματικά καλή διάθεση περίμενε να ακούσει την απάντηση της κυρίας Ζαφειρίου, την οποία αγαπούσε και εκτιμούσε.
Πριν προλάβει, όμως, να απαντήσει, ο Νίκος έφαγε μια σπρωξιά από τον Θάνο, που καθόταν από πίσω του και τού' πε με πνιχτό κοροϊδευτικό γέλιο˙ "Παπανικολάου, για σένα θα πει".
Ο Νίκος χωρίς να απαντήσει σηκώθηκε όρθιος, βγήκε έξω από την τάξη και κατευθύνθηκε στο γραφείο της διευθύντριας.
- Παπανικολάου, έφυγες όπως είσαι! Μεταβολή και σφαίρα. Δυο μέρες αποβολή.
- Κυρία...
- Κεριά και λιβάνια! Σου το είχα πει, αν ξανάρθεις εδώ μέσα δεν γλιτώνεις. Όπως είσαι, ούτε να σε βλέπω.
Έφυγε στα αλήθεια. Και ήθελε να φύγει για πάντα. Από παντού. Και από όλους. Και ανέβασε αυτό ακριβώς το statous "θέλω να φύγω...".
Η διευθύντρια εν τω μεταξύ έμαθε όσα έγιναν στην τάξη από τον θεολόγο και άρχισε να τον αναζητά με αγωνία.
Πήρε τηλέφωνο στο σπίτι, πήρε και το αμάξι της και έκανε συνέχεια γύρους φοβισμένη για τις συνέπειες, που μπορεί να είχε για την ίδια η πράξη της.
Και ο Νίκος ήθελε μόνο να φύγει. Δεν ήξερε που πατούσε και που πήγαινε. Όλα ήταν θολά μέσα του. Και αφού τριγύρισε σε γειτονιές άγνωστες για ώρες, βρέθηκε έξω από μία εκκλησία.
Θα ήταν νωρίς το απόγευμα, γιατί δεν είχε πια ούτε κινητό. Το πέταξε σε έναν κάδο, μετά την ανάρτηση εκείνου τουstatous.
Δεν τον ένοιαζαν ούτε λάικ ούτε καρδούλες ούτε λυπάμαι... Βασικά, μάλλον δεν τον ένοιαζε τίποτα πια.
Όπως γύριζε εκεί, λοιπόν, στις δυτικές γωνιές της πόλης σαν την άδικη κατάρα, βρέθηκε κάποια στιγμή έξω από έναν όμορφο μεταβυζαντινό ναό.
Χαμηλό, πετρόκτιστο, κατανυκτικό θαρρείς. Ασυναίσθητα ή υποσυνείδητα ή από άλλη πνευματική ίσως δύναμη παρακινημένος μπήκε μέσα. Κατευθύνθηκε προς την εικόνα του Χριστού και στάθηκε ώρα πολύ παρατηρώντας το Πρόσωπο εκείνο.
Ήταν όμορφος ο Χριστός, πρώτη φορά συγκλονίστηκε από τέτοια ωραιότητα. Όπως στεκόταν εκεί, πέρασε από κοντά ο παπάς της ενορίας, με το ζωστικό ανασηκωμένο και κουβαλώντας κάποια τρόφιμα.
-Παλληκάρι, καλησπέρα. Θα είχες την καλωσύνη να με βοηθήσεις λίγο σε παρακαλώ; Ο Νίκος, που τον τελευταίο καιρό ένοιωθε άχρηστος και παντελώς αχρείαστος μάλλον χάρηκε με την πρόσκληση αυτή και προθυμοποιήθηκε να βοηθήσει.
Όπως ξεφόρτωναν το ημιφορτηγό με τις προμήθειες για το συσσίτιο των φτωχών, έπιασαν δειλά και την κουβέντα.
Αλληλοσυστήθηκαν, είπαν τα βασικά μόνο, βασικά, όμως, που ήταν αρκετά, για να παρατηρήσει ο ιερέας την βαθυτάτη θλίψη, που έκαιγε την καρδιά του Νίκου.
Όταν τελείωσαν οι δουλειές, ο ιερέας του είπε˙ αν έχεις χρόνο, έλα λίγο να κουβεντιάσουμε, να σε κεράσουμε μια πορτοκαλάδα για τον κόπο σου. Κάθησαν πράγματι και ξαφνιάζοντας τον ιερέα ο Νίκος τον κεραυνοβόλησε με την ίδια ερώτηση του συμμαθητή του προς τον θεολόγο του σχολείου˙ «πάτερ, είναι αμαρτία η αλλαγή φύλου»;
Ο ιερέας τότε με υπομονή και προσευχή, επικαλούμενος την θεία φώτιση για να απαντήσει σε αυτό το δύσκολο ερώτημα, του είπε περίπου αυτά τα λόγια˙ «άκουσε, καλό μου παιδί.
Ο καλός Θεός έχει δημιουργήσει τα πάντα με σοφία. Με αγάπη. Έτσι, δημιούργησε και τον άνθρωπο δίνοντάς του μάλιστα περισσότερα και ασύγκριτα ανώτερα χαρίσματα από κάθε άλλο δημιούργημα.
Τον δημιούργησε δική Του εικόνα. Του έδωσε αιώνια ζωή. Του έδωσε την δυνατότητα να γίνει όμοιος με Αυτόν. Και τον δημιούργησε, όπως λέει η Αγία Γραφή, άρρεν και θήλυ. Άντρα και γυναίκα. Αυτό είναι θείο δώρο.
Γνωρίζει με την σοφία και την αγάπη Του ποιο φύλο μας ταιριάζει. Ας μην αμφισβητούμε εμείς την σοφία και την αγάπη Του θεωρώντας ότι θα τα καταφέρουμε καλύτερα. Και εκείνος ο δρόμος δεν είναι εύκολος. Είναι δύσβατος. Αν αλλάξει φύλο ένας άνθρωπος και μετά το μετανοιώσει;
Αν έχει σοβαρές επιπλοκές στην υγεία του και κινδυνέψει η ζωή του; Είναι σοβαρά θέματα αυτά. Δεν είναι ότι ο Θεός θα τον τιμωρήσει ή θα πάψει να τον αγαπά. Ο Θεός πάντα αγαπά τα παιδιά Του, όσο μακριά Του και αν φύγουν.
Ποτέ δεν παύει να είναι Πατέρας. Και, αν ορίζει κάποια πράγματα ως εντολές στον νόμο Του, είναι από την άμετρη αγάπη Του, για να μην πονέσουμε περισσότερο εμείς οι ίδιοι. Θα ήθελες να σου πω μια σχετική ιστορία»; Αργοκούνησε καταφατικά ο Νίκος το κεφάλι και διηγήθηκε ο ιερέας...
«Την ιστορία αυτή μου την είπε ο πνευματικός μου πατέρας, που τώρα είναι επίσκοπος στην Κύπρο.
Πριν πολλά χρόνια ένας νέος επισκέφτηκε το Άγιο Όρος και στο μοναστήρι, που φιλοξενήθηκε, εξομολογήθηκε στον πνευματικό ότι ήταν ομοφυλόφυλος.
Ο πνευματικός ήταν πολύ αυστηρός και ούτε λίγο ούτε πολύ του είπε ότι αν δεν θεραπεύσει αυτό το πάθος δεν υπάρχει για εκείνον σωτηρία.
Βγήκε από την εκκλησία και την εξομολόγηση απογοητευμένος ολότελα. Σκεφτόταν ακόμα και να δώσει τέλος στη ζωή του στο πέλαγο, που ατένιζε απέναντι από το μοναστήρι.
Ένας μοναχός βλέποντάς τον τόσο λυπημένο τον πλησίασε και έμαθε όσα συνέβησαν και όσα τον βασάνιζαν.
Τον ρώτησε ο μοναχός τότε, θα έρθεις μαζί μου να επισκεφτούμε κάποιον; Και επισκέφτηκαν τον Άγιο Παΐσιο τον Αγιορείτη.
Ο Άγιος άκουσε με πολύ προσοχή και απέραντη αγάπη την δυσκολία του νέου και την ομολογία του ότι δεν μπορούσε να αλλάξει προτιμήσεις στο θέμα αυτό.
Ο Άγιος τότε πήρε ένα ραβδί και κάνοντάς του διάφορες ερωτήσεις άρχισε να χαράζει κύκλους στο χώμα. Οι ερωτήσεις ήταν σαν και αυτές˙
- μπορείς, παιδί μου, να πηγαίνεις κάθε Κυριακή στην Εκκλησία;
- μπορείς να νηστεύεις κάθε Τετάρτη και Παρασκευή;
- μπορείς να επισκέπτεσαι ένα γηροκομείο να κάνεις παρέα τους ηλικιωμένους;
Σε κάθε καταφατική απάντηση ζωγράφιζε έναν κύκλο. Όταν τελείωσε, το χώμα είχε γεμίσει με πολλούς μικρούς κύκλους, τους οποίους περιέγραψε με έναν μεγαλύτερο.
- Αυτός ο μεγάλος κύκλος είναι η ζωή σου, καλό μου παιδί.
Οι πολλοί μικροί κύκλοι είναι όλα αυτά τα αγαθά πράγματα, που μπορείς να κάνεις, ενώ αυτός ο μικρός κύκλος που έμεινε στην άκρη είναι το πάθος, που δυσκολεύεσαι να αντιμετωπίσεις.
Κάνε εσύ όλα αυτά, που μπορείς, και εκείνο που δεν μπορείς άσε το στην αγάπη του Θεού. Θα κάνουμε και πολύ προσευχή και δεν θα αφήσει ο Θεός».
Πράγματι, ο νέος εκείνος με την προσευχή του Αγίου, τις φωτισμένες συμβουλές, τον προσωπικό αγώνα και την βοήθεια του Θεού αντιμετώπισε και θεράπευσε οριστικά το πάθος της ψυχής του. Έκανε, μάλιστα, και μία ευλογημένη οικογένεια.
Ο Νίκος ακούγοντας την ιστορία αυτή ένοιωθε ακτίνες πνευματικές να τον διαπερνούν και να γιατρεύουν την ψυχή του.
Ένοιωθε θείο φως να πλημμυρίζει την καρδιά του. Αντί για απόρριψη ή κολακεία διδάχτηκε αλήθειες, που έσωσαν την ψυχή του όχι μόνο από διλήμματα προσωπικά αλλά και από αποφάσεις, που θα ήταν καθοριστικές για την ζωή του.
- Θα μπορούσα να εξομολογηθώ, πάτερ;
- Μετά χαράς, παιδί μου, είπε ο ιερέας και πήγαν στο εξομολογητήριο, όπου έβαλε το πετραχήλι και άκουσε με προσοχή την εξομολόγηση του Νίκου, την πιο συγκινητική ίσως σε όλη την ζωή του. Και στο ερώτημα, τί πρέπει να κάνει στην συνέχεια, ακολούθησε ευλαβικά την ποιμαντική καθοδήγηση του ιερέα.
Γύρισε στο σπίτι του να μην ανησυχούν, γύρισε και στο σχολείο του την επόμενη ημέρα. Όχι για μάθημα αλλά για αίτηση μετεγγραφής.
Και, πραγματικά, πήγε σε ένα σχολείο, όπου τόσο η διεύθυνση του σχολείου όσο και ο σύλλογος των καθηγητών αλλά και οι συμμαθητές του τον αποδέχτηκαν με χαρά. Ένοιωσε σύντομα μέλος μιας οικογένειας. Και όχι μόνο μίας. Μία ήταν η οικογένεια στο σχολείο και άλλη μία στην ενορία.
Με την Χάρη του Θεού ο Νίκος όχι μόνο δεν έλειπε Κυριακή από την εκκλησία αλλά συμμετείχε ενεργά σε όλα τα μυστήρια και τις ακολουθίες και έγινε το δεξί χέρι του ιερέα.
Το σπουδαιότερο ίσως από όλα είναι ότι κατάφερε να συγχωρέσει τον εαυτό του για τις ενοχές, που αδίκως ένοιωθε και τον βασάνιζαν, αλλά και την «οικογένειά» του, καθώς έστω και δι' αυτής της οδού, της τεθλιμμένης και δύσβατης, γνώρισε τον Πατέρα, που δεν είχε ποτέ του.
Αλλά και την μητέρα, την μάνα Παναγιά, που στέκει πάντοτε άγρυπνη κοντά στα πονεμένα παιδιά της.
Να τα σφουγγίσει τα δάκρυα. Να ακούσει τον πόνο τους. Να τα ζεστάνει στην αγκαλιά της. Να τα θηλάσει αγάπη και παραμυθία.
Γλυκειά Παντάνασσα να θεραπεύει κάθε πόνο και να εύχεται στον Υιό της αδιαλείπτως για την σωτηρία του κόσμου όλου.
http://www.aganargyroi.gr/index.php/2011-07-03-10-57-11/2797-2017-10-05-06-09-52.html