Τι θα γινόταν ΑΝ, ήσουν καλύτερος άνθρωπος, κι
όχι ένα ασήμαντο
‘εγώ’ που έρπει. Αν είχες την αγάπη στην καρδιά κι όχι στα γεννητικά σου
όργανα. Αν αναλάμβανες την ευθύνη της ζωής σου, αντί να την αποδίδεις οπουδήποτε
αλλού έξω από το ‘εγώ’ σου. Αν άκουγες περισσότερο και μιλούσες λιγότερο. Αν
πριν δώσεις την συμφωνία σου, σκεφτόσουν με το μυαλό σου και όχι με το συμφέρον
σου. Αν αντί να το παίζεις αγανακτισμένος, διέθετες στοιχειώδη αξιοπρέπεια να
παίξεις παιχνίδια επιβίωσης. Αν αντί να προσκυνάς θεούς, πολιτικούς, είδωλα
καλλιτεχνικά, ποδοσφαιρικά, κοινωνικά, είχες ελάχιστη νοημοσύνη να αντιληφθείς
πόσο γελοίος είσαι έτσι σκυμμένος. Αν
… ΑΝ . Αν … ΑΝ… ! Τότε δεν θα ζούσες εδώ και ο κόσμος θα ήταν αληθινό
κόσμημα. Αλλά…
«Αν…»
(1895)
Αν μπορείς να κρατιέσαι νηφάλιος, σαν όλοι
τριγύρω
τα ‘χουν χαμένα και φταίχτη σε κράζουν για τούτο.
τα ‘χουν χαμένα και φταίχτη σε κράζουν για τούτο.
Αν μπορείς να πιστεύεις σε σένα, σαν όλοι για
σένα αμφιβάλλουν,
μα και ν’ ανέχεσαι εσύ ν’ αμφιβάλλουν για σένα.
μα και ν’ ανέχεσαι εσύ ν’ αμφιβάλλουν για σένα.
Αν μπορείς να προσμένεις, χωρίς ν’ αποκάμεις
ποτέ καρτερώντας.
Κι αν, σα σε μπλέξουνε ψεύτες, εσύ σε ψευτιές δεν ξεπέσεις.
Κι αν, σα σε μπλέξουνε ψεύτες, εσύ σε ψευτιές δεν ξεπέσεις.
Κι αν μισημένος, κρατείς την ψυχή σου κλεισμένη
στο μίσος,
μα χωρίς και να δείχνεις ποτέ περισσή καλωσύνη
κι ουδέ πάρα πολύ συνετός στις κουβέντες σου να ‘σαι.
μα χωρίς και να δείχνεις ποτέ περισσή καλωσύνη
κι ουδέ πάρα πολύ συνετός στις κουβέντες σου να ‘σαι.
Αν μπορείς να ονειρεύεσαι, δίχως ωστόσο να
γίνεις
των ονείρων σου σκλάβος ποτέ. Κι αν στοχάζεσαι πάντα,
μα χωρίς και να κάνεις τη Σκέψη σκοπό σου.
των ονείρων σου σκλάβος ποτέ. Κι αν στοχάζεσαι πάντα,
μα χωρίς και να κάνεις τη Σκέψη σκοπό σου.
Αν μπορείς ν’ ανταμώνεις τον Θρίαμβο κ’ είτε την
Ήττα
και να φέρνεσαι πάντα στους δυο κατεργάρους αυτούς ολοΐδια.
και να φέρνεσαι πάντα στους δυο κατεργάρους αυτούς ολοΐδια.
Αν μπορείς να υποστείς μίαν αλήθεια που λες, να
τη βλέπεις,
διαστρεμμένη απ’ αχρείους, να γίνει για βλάκες παγίδα.
διαστρεμμένη απ’ αχρείους, να γίνει για βλάκες παγίδα.
Κι αν της ζωής σου το έργο, μπορείς να το
βλέπεις συντρίμμια,
και να σκύβεις, να το χτίζεις ξανά, με φθαρμένα εργαλεία.
και να σκύβεις, να το χτίζεις ξανά, με φθαρμένα εργαλεία.
Αν μπορείς να σωριάζεις μια στοίβα τα κέρδη και
το βιός σου,
και σε μια ζαριά να ρισκάρεις τα πάντα, μια κ’ έξω,
και να χάνεις, και πάλι ν’ αρχίζεις απ’ τ’ άλφα,
δίχως ποτέ μια κουβέντα να πεις για τα κέρδη που πάνε.
και σε μια ζαριά να ρισκάρεις τα πάντα, μια κ’ έξω,
και να χάνεις, και πάλι ν’ αρχίζεις απ’ τ’ άλφα,
δίχως ποτέ μια κουβέντα να πεις για τα κέρδη που πάνε.
Αν μπορείς ν’ αναγκάσεις τα νεύρα, τους μυς, την
καρδιά σου,
να δουλεύουν ακόμα για σε κι αφού σπάσουν, κι αφού παραλύσουν,
κι έτσι μπορείς να κρατήσεις ακόμα, σα μέσα σου πια δεν υπάρχει
τίποτα – εξόν απ’ τη θέληση που τους προστάζει: «Βαστάτε!».
να δουλεύουν ακόμα για σε κι αφού σπάσουν, κι αφού παραλύσουν,
κι έτσι μπορείς να κρατήσεις ακόμα, σα μέσα σου πια δεν υπάρχει
τίποτα – εξόν απ’ τη θέληση που τους προστάζει: «Βαστάτε!».
Αν με τα πλήθη μιλώντας, φυλάξεις την κάθε αρετή
σου.
Κι αν με βασιλιάδες παρέα, δεν χάσεις το νου
σου.
Κι αν ούτε εχθροί, μα ούτε φίλοι ακριβοί, να σε
πλήξουν μπορούν.
Κι αν λογαριάζεις τους πάντες, αλλά και κανέναν
περίσσια.
Και αν μπορείς να διατρέχεις στο κάθε λεπτό, που
αδυσώπητα φεύγει,
όλο τον δρόμο που πρέπει να κάνεις μες στους εξήντα του χτύπους,
τότε δική σου θα’ ναι όλη η Γη, κι ό,τι μέσα της κλείνει,
και – τρανότερο! – τότε πια γένηκες Άντρας, παιδί μου!
όλο τον δρόμο που πρέπει να κάνεις μες στους εξήντα του χτύπους,
τότε δική σου θα’ ναι όλη η Γη, κι ό,τι μέσα της κλείνει,
και – τρανότερο! – τότε πια γένηκες Άντρας, παιδί μου!
Τζόζεφ Ράντγιαρντ Κίπλινγκ
Ο
Τζόζεφ Ράντγιαρντ Κίπλινγκ (30 Δεκεμβρίου 1865 – 18 Ιανουαρίου 1936) ήταν
Βρετανός συγγραφέας και ποιητής. Είναι ιδιαίτερα γνωστός για το Βιβλίο
της ζούγκλας (1894), το μυθιστόρημα Κιμ (1901)
και το ποίημα «Αν…» (1895).Το
1907, του απονεμήθηκε το Νομπέλ Λογοτεχνίας. Ήταν ο πρώτος αγγλόφωνος συγγραφέας
που κέρδιζε το βραβείο αυτό και μέχρι σήμερα αποτελεί το νεαρότερο κάτοχο Νόμπελ
Λογοτεχνίας.
Ο Κίπλινγκ γεννήθηκε στη Βομβάη της Ινδίας. Όταν
ήταν 6 χρόνων, αυτός και η τρίχρονη αδερφή του στάλθηκαν στην Αγγλία υπό τη
φροντίδα μιας γυναίκας ονόματι Χόλλογουεϊ. H άσχημη μεταχείριση και παραμέλησή
του μέχρι τα 12 του χρόνια θα πρέπει να επηρέασε τη γραφή του, και πιο ιδιαίτερα
τη συμπόνια του για τα παιδιά. Αφού πέρασε μια μεγάλη περίοδο σε οικοτροφείο, ο
Κίπλινγκ γύρισε το 1882 στη Λαχόρη της Ινδίας (πλέον η πόλη ανήκει στο
Πακιστάν). Ξεκίνησε να εργάζεται ως συντάκτης σε μια μικρή τοπική εφημερίδα, την
Civil & Military Gazette, και έκανε τα πρώτα του βήματα στο χώρο της
ποίησης, εκδίδοντας τα πρώτα του επαγγελματικά έργα το 1883.
Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’80, ταξίδευε σε
όλη την Ινδία σαν ανταποκριτής της εφημερίδας Allahabad Pioneer, ενώ
δραστηριοποιήθηκε και στην πεζογραφία, εκδίδοντας έξι μικρά βιβλία το 1888. Από
εκείνη την περίοδο είναι και η νουβέλα «Ο άνθρωπος που θα γινόταν
βασιλιάς».
Το 1892, ο Κίπλινγκ παντρεύτηκε την Καρολίν
(Κάρι) Μπαλεστιέ. Κατά το μήνα του μέλιτος, η τράπεζα του Κίπλινγκ χρεωκόπησε.
Εξαργυρώνοντας τα ταξιδιωτικά τους εισιτήρια, κατάφεραν να επιστρέψουν μέχρι το
Βερμόντ. Ο Κίπλινγκ και η σύζυγός του έζησαν στην Αμερική για τα επόμενα τέσσερα
χρόνια, περίοδο κατά την οποία ο Κίπλινγκ στράφηκε στη συγγραφή παιδικών
βιβλίων, για τα οποία είναι σήμερα και περισσότερο γνωστός (Το βιβλίο της
ζούγκλας).
Το 1898, ο Κίπλινγκ άρχισε να κάνει ταξίδια
χειμερινών διακοπών στην Αφρική και τα συνέχισε και τα επόμενα χρόνια. Της
περιόδου αυτής είναι το ποίημα του Κίπλινγκ «Γκούνγκα Ντιν» (1892), ενώ το 1901
εκδόθηκε το μυθιστόρημά του Κιμ. Το 1907, του απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Και το 1910, εκδόθηκε το γνωστότερο ποίημα του, «Αν…».
Πολλές παλιές εκδόσεις βιβλίων του Κίπλινγκ
έχουν στο εξώφυλλο μια σβάστικα, κάτι που θα μπορούσε να χαρακτηρίσει τον
Κίπλινγκ ως οπαδό των Ναζί. Ωστόσο, ο Κίπλινγκ χρησιμοποιούσε τη σβάστικα σαν
αρχαίο ινδικό σύμβολο καλής τύχης και ευεξίας. Όταν το σύμβολο άρχισε να
χρησιμοποιείται από τους Ναζί, ο Κίπλινγκ το αφαίρεσε από τα βιβλία
του.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
The
Story of the Gadsbys (1888)
Plain
Tales from the Hills (1888)
The
Phantom Rickshaw and other Eerie Tales (1888)
The
Light that Failed (1890)
Many
Inventions (1893) (short stories)
The
Jungle Book (1894) (short stories)
The
Second Jungle Book (1895) (short stories)
The
Seven Seas (1896)
Captains
Courageous (1897)
Recessional (1897)
The
Day’s Work (1898)
Stalky
& Co. (1899)
The
White Man’s Burden (1899)
Kim (1901)
Just
So Stories (1902)
Puck
of Pook’s Hill (1906)
Rewards
and Fairies (1910)
Life’s
Handicap (1915) (short stories)
A
Book Of Words (1928)
Limits and Renewals (1932)
Πηγή