Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό
Καπιταλισμὸς ἢ σοσιαλισμὸς-κομμουνισμός; Ἂς βάλουμε τὶς τρεῖς
λέξεις στὸ κόσκινο τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας. Capital (Κεφάλαιο)+ἰσμός, Social(
Κοινωνικὸ)+ἰσμός, Commune (κοινὸσ)+ἰσμός. Ἡ κατάληξη -ἰσμὸς καὶ μόνο, καταστρέφει
κάθε ἀξιοπρεπῆ ἔννοια, διότι σημαίνει τὴν μίμηση.
Ἄρα κανένα ρωμαίικο σύστημα δὲν μπορεῖ νὰ ἀκολουθήσει
μιμήσεις τοῦ κεφαλαίου, τοῦ κοινωνικοῦ ἢ τοῦ κοινοῦ (συστήματος).Ἔτσι ἡ
Ρωμαίικη οἰκονομία πρὶν καν ἱδρυθοῦν οἱ -ισμοί, εἶχε βρεῖ τὴν χρυσὴ τομὴ
μεταξὺ τῶν μετέπειτα συστημάτων καὶ αὐτὴ ἦταν: Ἰδιωτικὴ πρωτοβουλία γιὰ τὴν παραγωγή,ἀλλὰ αὐστηρὰ ἐλεγχόμενη ἀπὸ τὸ κράτος ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ νὰ γίνη παντοδύναμη καὶ νὰ ἐξουσιάζει αὐτὴ ἀντὶ γιὰ τὸ κράτος.
μεταξὺ τῶν μετέπειτα συστημάτων καὶ αὐτὴ ἦταν: Ἰδιωτικὴ πρωτοβουλία γιὰ τὴν παραγωγή,ἀλλὰ αὐστηρὰ ἐλεγχόμενη ἀπὸ τὸ κράτος ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ νὰ γίνη παντοδύναμη καὶ νὰ ἐξουσιάζει αὐτὴ ἀντὶ γιὰ τὸ κράτος.
Σήμερα ποὺ οἱ τραπεζίτες ἔχουν γίνει παντοδύναμοι ἂς ρίξουμε
μία ματιὰ στὶς βασικὲς ἀρχὲς τοῦ οἰκονομικοῦ συστήματος τῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας
καὶ θὰ διαπιστώσουμε ὅτι τότε Rothschilds ἦταν ἀδύνατον νὰ ὑπάρχουν!!!
ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΡΩΜΑΪΚΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ
Ὁ μεγαλύτερος βυζαντινολόγος τοῦ 20ού αἰώνα, ὁ Ράνσιμαν,
παρουσιάζει τὶς πτυχὲς τῆς οἰκονομικῆς ὀργάνωσης στὴν Ρωμανία Ἂς δοῦμε τί λέει:
«Τὸ Βυζάντιο κατηγορήθηκε ὅτι ἦταν ὁ παράδεισος τῶν
μονοπωλιακῶν προνομίων καὶ τοῦ παρεμβατισμοῦ. Ἡ κατηγορία δὲν εἶναι τελείως ἀνακριβής.
Ὁ παρεμβατισμὸς ἦταν, χωρὶς ἀμφιβολία, τὸ....
βυζαντινὸ ἰδεῶδες» (Βυζαντινὸς
πολιτισμός, ἔκδ. Γαλαξίας, σ. 195).
«Κάθε βιομηχανία εἶχε τὴ δική της συντεχνία καὶ κανένας δὲν
μποροῦσε νὰ ἀνήκει σὲ δύο συντεχνίες συγχρόνως. Ἡ συντεχνία ὅριζε τὸν πρόεδρό
της, καὶ τὸ διορισμὸ τοῦ ἔπρεπε πιθανὸν νὰ τὸν ἐγκρίνει ὁ ἔπαρχος. Ἡ συντεχνία ἀγόραζε
συλλογικὰ τὶς πρῶτες ὕλες ποὺ χρειάζονταν γιὰ τὴ βιομηχανία της καὶ τὶς μοίραζε
στὰ μέλη της, ποὺ πουλοῦσαν τὰ εἴδη ποὺ ἐφτίαχναν σὲ ὁρισμένο δημόσιο χῶρο καὶ
μὲ κέρδη καθορισμένα ἀπὸ τὸ γραφεῖο τοῦ ἐπάρχου. Καθορισμένες ἐπίσης ἦταν οἱ ὧρες
ἐργασίας, καθὼς καὶ οἱ μισθοὶ τῶν ἐργατῶν. Ἀπαγορευόταν αὐστηρὰ νὰ ἀγοράζει
κανεὶς μεγάλες ποσότητες ἐμπορευμάτων καὶ νὰ τὶς πουλάει λιανικῶς στὴν στιγμὴ
ποὺ τὸν ἐσύμφερε. Τοὺς ἀρτοποιοὺς καὶ τοὺς κρεοπῶλες, ποὺ ἀπὸ τὴν ἀποδοτικότητά
τους ἑξαρτιόταν ὁ ἐπισιτισμὸς τῆς Πόλης, τοὺς ἐπιβλέπανε μὲ ἐξαιρετικὰ μεγάλη αὐστηρότητα
καὶ τὶς τιμὲς τῶν τροφίμων τὶς κρατοῦσαν μὲ τὴ βία χαμηλὰ ἀκόμη καὶ σὲ ἐποχὲς
λιμοῦ». (Βυζαντινὸς πολιτισμός, ἔκδ. Γαλαξίας, σ. 196-197).
«Ἀνεργία δὲν ὑπῆρχε. Οἱ ἐργάτες δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ ἀπολυθοῦν
παρὰ μὲ πολὺ μεγάλες δυσκολίες» (Βυζαντινὸς πολιτισμός, ἔκδ. Γαλαξίας, σ. 197).
«Τὸ σιτάρι τὸ 960 εἶχε τὴν ἴδια τιμὴ ποὺ εἶχε καὶ τὸ 1014
(1, 85 χρυσὰ φράγκα ὁ μόδιος), ὅλα ὅμως τὰ ἄλλα εἴδη ἦταν πιθανῶς πέντε ἢ ἔξι
φορὲς φθηνότερα. Ὁ Νικηφόρος Ἃ΄ προσπάθησε νὰ κρατήσει χαμηλὰ τὶς τιμές,
περιορίζοντας τὴν ποσότητα τοῦ νομίσματος ποὺ κυκλοφοροῦσε» (Βυζαντινὸς
πολιτισμός, ἔκδ. Γαλαξίας, σ. 199).
«Ἀπὸ τὸν Κωνσταντῖνο Ἃ΄ ὡς τὸν Νικηφόρο Βοτανειάτη,
περισσότερο ἀπὸ ἔξι αἰῶνες, τὸ νόμισμα διατήρησε ἀμείωτη τὴν ἀξία τοῦ»
(Βυζαντινὸς πολιτισμός, ἔκδ. Γαλαξίας, σ. 198).
«Τὸ σύστημα αὐτὸ διατηρήθηκε ὅσον καιρὸ ὑπῆρχε ἡ Αὐτοκρατορία.
Ἐξασφάλιζε τὰ συμφέροντα τῶν καταναλωτῶν καὶ ἄφηνε καὶ ἕνα σχετικὸ κέρδος στοὺς
ἐμπόρους, χωρὶς ὡστόσο νὰ τοὺς ἐπιτρέπει ποτὲ νὰ κάνουν περιουσία, κι αὐτὸ δὲν ἦταν
ἐνθαρρυντικὸ γιὰ τὶς ἐπιχειρήσεις» (Βυζαντινὸς πολιτισμός, ἔκδ. Γαλαξίας, σ.
199).
Αὐτὸς ἦταν ὁ καπιταλισμός, τοῦ ὁποίου δεκανίκι εἶναι ὁ
Χριστιανισμός, δηλαδὴ ἡ Ὀρθοδοξία. Ἕνα σύστημα τῶν Ὀρθόδοξων Ρωμηῶν, ποὺ ἀποτρέπει
τὴν συσσώρευση πλούτου καὶ κατακρίνει αὐστηρότατα τὸν τοκισμό. Ἀξίζει νὰ
θυμίσουμε ὅτι ὅσους αἰῶνες ἡ Ρωμανία ἦταν ἰσχυρή, αὐτὸ τὸ ὄφειλε στοὺς ἐλεύθερους
γεωργούς, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦσαν τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ στρατοῦ της. Πράγματι,
οἱ νομοθεσίες τῶν Ἰσαύρων καὶ τῶν Μακεδόνων Αὐτοκρατόρων μας, ἀπέτρεπαν τὴ
συσσώρευση γὴς ἀπὸ τοὺς Δυνατούς, ἔδιναν φορολογικὲς ἐλαφρύνσεις στοὺς ἐλεύθερους
γεωργούς. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι πρὸς τὸ τέλος (λίγο πρὶν τὸ 1204) ὑπῆρξε ἐμφάνιση
τοῦ φεουδαλισμοῦ καὶ στὴ Ρωμανία. Ἀλλὰ αὐτὸ ἔγινε κυρίως ὑπὸ τὴν ἐπίδραση τῆς
Δύσης καὶ τοῦ κυρίαρχου σ’ αὐτὴν τότε οἰκονομικοῦ μοντέλου. Ὡς καὶ τὴν ἐποχὴ τῆς
ἀπελευθέρωσης τῆς Πόλης (1261) ἡ δυναστεία τοῦ Λάσκαρη εὐνοοῦσε τοὺς
μικροκαλλιεργητές.
Τὸ βυζαντινὸ πρότυπο, ὅπως καὶ νὰ ‘χεῖ, ἦταν αὐτὸ τῶν
συντεχνιῶν, καὶ τῆς ὕπαρξης ἐλεύθερων γεωργῶν. Κανέναν «καπιταλισμὸ» δὲν
δημιούργησε ἡ Ὀρθοδοξία, τὸ ἀντίθετο, τὸ φιλάνθρωπο πνεῦμα τῆς δημιούργησε ἕναν
πολιτισμὸ ποὺ ἀπέτρεπε τὴν πλεονεξία τῶν ἐμπόρων, τῶν δυνατῶν καὶ ἀκόμη σὲ ἐποχὲς
λιμοῦ κρατοῦσε τὶς τιμὲς χαμηλές. Νὰ τονίσουμε ὅτι ἡ ἀστικὴ τάξη τῆς Γαλλίας, τὸ
1791, μὲ νόμο τοῦ τέκτονα Λὲ Σαπελιέ, διέλυσε τὶς συντεχνίες καὶ ἀπαγόρευε κάθε
συνδικαλιστικὴ δραστηριότητα. Βλέπουμε ποιοὶ καὶ πῶς δημιούργησαν τὸν
καπιταλισμό. Οἱ αἱρετικοὶ Προτεστάντες καὶ οἱ Διαφωτιστὲς ἀστοί. Ὠστόστο γιὰ τοὺς
Νεοέλληνες ἀντιεξουσιαστὲς τῆς δεκάρας, ἡ Ὀρθοδοξία/Χριστιανισμὸς εἶναι τὰ
δεκανίκια τοῦ οἰκονομικοῦ συστήματος.
Ἀλλὰ καὶ ἀργότερα, κατὰ τὴν Τουρκοκρατία, ὁ Ρωμαίικος Ὀρθόδοξος
πολιτισμὸς προσέφερε ἄλλο ἕνα παράδειγμα δίκαιης οἰκονομικῆς ὀργάνωσης. Στὸ
περίφημο ἔργο του γιὰ τὰ Ἀμπελάκια ὁ F. Boulanger σημειώνει: «Ἡ ἰδέα τῆς
συντροφίας εἶναι βαθειὰ ριζωμένη στὸ πνεῦμα τῶν Ἑλλήνων οἱ ὁποῖοι εἶναι ὁ πλέον
προχωρημένος λαὸς στὸν τομέα τῆς ὀργάνωσης τῆς ἐργασίας? μίας ὀργάνωσης ἡ ὁποία
ἀποβλέπει νὰ ἀπελευθερώσει τοὺς ἐργαζόμενους ἀπὸ τὴν μισθωτὴ ἐξάρτηση,
προστατεύοντας συγχρόνως τὰ νόμιμα δικαιώματα τοῦ κεφαλαίου».
Καμιὰ κοινωνία δὲν εἶναι τέλεια. Ὡστόσο ἀπὸ τὴ στοχοθεσία τοῦ
πολιτισμοῦ τῆς μποροῦμε νὰ εἴμαστε σίγουροι πὼς μόνο τὸν καπιταλισμὸ δὲν
προώθησε ἢ γέννησε.
ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟΝ ΚΓ΄, 23: "Οὐκ ἐκτοκιεῖς τῷ ἀδελφῶ σου
τόκον ἀργυρίου καὶ τόκον βρωμάτων καὶ τόκον παντὸς πράγματος, οὐ ἐὰν ἐκδανείσης."
(=Δὲ θὰ δώσεις στὸν ἀδελφόν σου δάνειο χρημάτων μὲ τόκο, οὔτε θὰ ζητήσεις τόκο
γιὰ τὰ τρόφιμα ἢ γιὰ ὁτιδήποτε ἄλλο πράγμα ποὺ δάνεισες σ’ αὐτόν).
Πράξεις Ἀποστόλων, 4, 32: "Τοῦ δὲ πλήθους τῶν
πιστευσάντων ἢν ἡ καρδία καὶ ἡ ψυχὴ μία, καὶ οὐδὲ εἰς τί τῶν ὑπαρχόντων αὐτῶ ἔλεγεν
ἴδιον εἶναι, ἀλλ' ἢν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά". (= Καὶ ὅσοι εἶχαν πιστέψει ἤσαν
ὁμόφρονες καὶ ὁμόψυχοι καὶ κανεὶς δὲν ἔλεγε ὅτι κάτι ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά του εἶναι
δικό του, ἀλλὰ ἤσαν εἰς αὐτοὺς ὅλα κοινά).