Πολλά θα εξαρτηθούν από τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το 2019. Εάν οι εθνικιστές επιτύχουν να εξασφαλίσουν μια πλειοψηφία στην Ευρωπαϊκή Βουλή και στην συνέχεια να εξοστρακίσουν τους οπαδούς της παγκοσμιοποίησης
Rostislav Ishchenko, Zero Hedge
Παρουσίαση: Μιχαήλ Στυλιανού
H Ευρωπαϊκή ΄Ενωση μπαίνει στο 2019 με ένα πλήθος άλυτων προβλημάτων, και επιπλέον σπαρασσόμενη από οξύτατες αντιφάσεις.
To πρώτο και κύριο πρόβλημα είναι ότι η ΕΕ δημιουργήθηκε ως ένας από τους αμερικανικούς μηχανισμούς ελέγχου της Δυτικής Ευρώπης. Χωρίς το αμερικανικό Σχέδιο Μάρσαλ χωρίς το άνοιγμα των αμερικανικών αγορών στα ευρωπαϊκά προϊόντα, χωρίς τα αμερικανικά στρατεύματα στην ευρωπαϊκή ήπειρο, χωρίς το ΝΑΤΟ τελικά, η Ευρωπαϊκή ΄Ενωση δεν θα ήταν δυνατή.
Είναι αλήθεια αυτό που λέγεται ότι το σχέδιο της ενωμένης Ευρώπης ήταν, μεταξύ άλλων, στην σκέψη αυτών που το συνέλαβαν, ένας τρόπος άρσης των γάλλο-γερμανικών αντιθέσεων, προκειμένου να αποτραπούν μελλοντικές συγκρούσεις, σαν αυτές που οδήγησαν στους δύο παγκοσμίους πολέμους.
Αλλά θα πρέπει να έχει κανείς στον νου του ότι η γάλλο-γερμανική ενότητα ήταν αναγκαία και αποκλειστικά εξυπηρετική για τις ΗΠΑ.
Η Βρετανία, αντίθετα, , σε όλη την ιστορία της αγωνιζόταν να κρατήσει την Ευρώπη διαιρεμένη και να αποτρέψει κατάσταση όπου ένα κράτος ή μιας συμμαχία κρατών θα μπορούσε να κυριαρχήσει στην ήπειρο.
Τις ΗΠΑ χώριζε από την Ευρώπη ένας ωκεανός, όχι κάποια στενά. Επιπλέον αυτές ήταν πολύ ισχυρότερες από ότι ήταν η Βρετανία στην ακμή της ισχύος της. Μια ισχυρή και ενωμένη Ευρώπη ήταν αναγκαία στις ΗΠΑ σαν σύμμαχος στην αναμέτρηση με την Σοβιετική ΄Ενωση. Και αυτή η εκτίμηση εξασφάλιζε εμπορικές προτιμήσεις και στρατιωτική προστασία στην Ευρώπη. Με άλλα λόγια οι ΗΠΑ επέτρεψαν στην ΕΕ να κερδίζει χρήματα στην αγορά τους, μοιράζονταν τα οφέλη από την νεοαποικιακή της πολιτική και σε αντάλλαγμα επωμίζονταν το κύριο βάρος της ένοπλης προστασίας της, απαλλάσσοντας την Ευρώπη από σημαντικό μέρος των αμυντικών δαπανών της.
Από την άλλη πλευρά όμως, η Ευρώπη γινόταν ένα θέατρο πολεμικών επιχειρήσεων στον πυρηνικό Αρμαγεδδώνα που ετοιμαζόταν, επιτρέποντας στις ΗΠΑ να μείνουν άλλη μια φορά σε ασφαλή απόσταση.. Τουλάχιστον έτσι σκεφτόταν η Ουάσιγκτον.
Στον 21ο Αιώνα η κατάσταση άρχισε να αλλάζει σιγά-σιγά και το 2017, με την άνοδο του Τραμπ στην εξουσία στις ΗΠΑ, η κατάσταση άλλαξε άμεσα και δραματικά.
Οι ΗΠΑ αντιμετώπιζαν ένα έλλειμμα πόρων, το οποίο αρχικά ενόμιζαν πως θα μπορούσε να καλυφτεί με την λεηλασία της Ρωσίας και της Κίνας. Αλλά όταν έγινε φανερό πως αυτό το σχέδιο δεν είναι εφαρμόσιμο, οι περικοπές των αμερικανικών δαπανών στην Ευρώπη έγιναν ο μόνος τρόπος μείωσης του ελλείμματος.
Επιπλέον, από την αρχή της δεκαετίας του 2010, η Ουάσιγκτον άρχισε να θεωρεί τους Ευρωπαίους συμμάχους σαν μιαν νόμιμη λεία. Η λεηλασία της ΕΕ θα μπορούσε επίσης να λύσει, προσωρινά και εν μέρει, το αμερικανικό πρόβλημα του ελλείμματος διαθέσιμων πόρων.
Υπό αυτές τις συνθήκες, άρχισε στην Ευρώπη η αναγέννηση των συντηρητικών δυνάμεων που αμφισβητούν την εξουσία των οπαδών της παγκοσμιοποίησης . Και καθώς αυτοί έκλιναν προς τις ΗΠΑ και ζητούσαν την υποστήριξη της Ουάσιγκτον, οι συντηρητικοί, τουλάχιστον ορισμένοι από αυτούς, άρχισαν να στρέφουν την κεφαλή τους προς την Ρωσία.
Η διάβρωση των θεμελίων της Ευρω-Αμερικανικής ΄Ενωσης, όπως και ο διχασμός των ευρωπαϊκών ηγετικών τάξεων («ελίτ») και ο αναπροσανατολισμός ορισμένων από αυτές προς την Ρωσία, οδήγησε στην (ολική ή μερική) απώλεια από την Ουάσιγκτον των μηχανισμών που της επέτρεπαν να ελέγχει την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση.
Ο κίνδυνος της μεταστροφής της ΕΕ προς μιαν οικονομική και αργότερα στρατιωτικό-πολιτική ένωση με την Ρωσία επικαιροποίησε για τις ΗΠΑ την παλιά βρετανική ιδέα μιας τεμαχισμένης Ευρώπης. Η Ουάσιγκτον δεν είχε ούτε έχει καμιάν επιθυμία να παραχωρήσει στην Μόσχα έναν τόσο αποτελεσματικό μηχανισμό διαχείρισης της Ευρώπης όσο η ΕΕ.
Και με αυτή την οπτική η Ουάσιγκτον άρχισε την αποσυναρμολόγηση της ΕΕ.
Η έξοδος της Βρετανίας από την ΕΕ, η αναταραχή στην Γαλλία και στην Ουγγαρία και οι απόπειρες να επεκταθεί αυτή η αναστάτωση στην Γερμανία (μέχρι τώρα ανεπιτυχείς), η ενεργοποίηση από την Βαρσοβία των πολωνό-γερμανικών αντιθέσεων, γενικά ή όρθωση της Ανατολικής Ευρώπης κατά της Δυτικής (Πολωνό-Βαλτικό-Ρουμανικό στρατόπεδο εναντίον γερμανό-γαλλικού). Και σε αυτό το φόντο, υπάρχουν και οι αντιθέσεις μεταξύ της ομάδας των πλουσίων του Βορρά και των πτωχών του Νότου, οι οποίες κυριαρχούσαν μέχρι πρόσφατα στην ΕΕ, ξεθώριασαν προσωρινά στο περιθώριο, αλλά θα αναφλεγούν με νέα ορμή, ανά πάσα στιγμή.
Μπορούμε να ισχυριστούμε με βεβαιότητα ότι οι ενδο-ευρωπαϊκές αντινομίες είναι πάρα πολύ ισχυρές και ότι οι κεντρομόλες δυνάμεις δεν διαθέτουν αξιόλογη υπεροχή έναντι των κεντρόφυγων δυνάμεων.
Και γι’ αυτό η διατηρήσιμη και σταθερή ανάπτυξη της ΕΕ είναι δυνατή μόνο υπό συνθήκες όπου η ιδέα μιας Ενωμένης Ευρώπης και οι δυνάμεις εφαρμογής της διαθέτουν την πολιτική υποστήριξη ενός ισχυρού εξωτερικού συμμάχου, ενδιαφερόμενου για την ενότητα της Ευρώπης.
Σήμερα μόνον η Ρωσία μπορεί να είναι ένας τέτοιος σύμμαχος, ιδιαίτερα όταν η Μόσχα βλέπει τα πλεονεκτήματα μιας συμμαχίας με την ΕΕ όχι στο να πληρώνει την Ευρώπη για μιαν αυτό-καταστρεπτική πολιτική, αλλά για την επίτευξη ενός σωρευτικού αποτελέσματος οικονομικής διαδραστικής συνύπαρξης.
Η Ρωσία άπλωσε το χέρι προς την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση επί περισσότερο της εικοσαετίας. Ωστόσο, παραδόσεις ευρωκεντρισμού, πολιτική αδράνεια, ιδεολογική μυωπία και επίσης μια αρχική έλλειψη εμπιστοσύνης προς την ικανότητα της Ρωσίας να ανακτήσει την θέση της ως παγκόσμιας δύναμης εμπόδισαν την ΕΕ να στραφεί προς την συνεργασία με την Ρωσία.
Το αποτέλεσμα είναι ότι η στιγμή όπου η Ευρώπη θα μπορούσε μάλλον ανώδυνα, χωρίς βιασύνη, και αθόρυβα να πραγματοποιήσει μια στρατηγική στροφή, χάθηκε αδέξια από τους ευρω-πολιτικούς και την ευρω-γραφειοκρατία.
Σήμερα η Ευρωπαϊκή ΄Ενωση υφίσταται τριπλή πίεση
Πρώτα, πρόκειται για την γενική πίεση των λαών, που δεν ανέχονται την αναπόφευκτη μείωση του επιπέδου διαβίωσης. Είχαν συνηθίσει να θεωρούν εαυτούς ως το «άλας της γης» και είναι πεπεισμένοι ότι δικαιούνται υψηλά κοινωνικά αγαθά.
Δεύτερο, Είναι επίσης η πίεση των εθνικών κρατών, που τραβούν προς διαφορετικές κατευθύνσεις.
΄Εχοντας χάσει την ευκαιρία να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση σε μιαν πολιτική παγκοσμιοποίησης με δαπάνες των ΗΠΑ, η ευρω-γραφειοκρατία άρχισε να γίνεται ενδιαφέρουσα για τις εθνικές κυβερνήσεις. Αλλά βγάζει πολλά βελάσματα, αλλά δεν έχει αρκετό μαλλί. Αντίστοιχα, οι εθνικές αντινομίες, που στο παρελθόν μαλάκωναν με την πανευρωπαϊκή πολιτική, έρχονται ξανά σε πρώτη γραμμή, σχίζοντας σε λωρίδες την «Ενωμένη Ευρώπη».
Τρίτο, οι ΗΠΑ δεν ενδιαφέρονται πια για την διατήρηση ενός υψηλού βιοτικού επιπέδου στην ΕΕ, της κλείνουν τις αγορές τους και προσπαθούν να στραγγαλίσουν την ευρωπαϊκή βιομηχανία ως ανταγωνιστική της δικής τους. Η Ουάσιγκτον σχεδιάζει επίσης την αναδιανομή υπέρ της ίδιας των πλουτοπαραγωγικών πηγών που ελέγχει η Ευρώπη. Και τέλος, βλέποντας τον κίνδυνο της εν κινήσει (έστω βραδείας) στροφής της ΕΕ προς την Ρωσία, οι ΗΠΑ δεν θέλουν να αφήσουν στην Μόσχα μιαν ενιαία Ευρωπαϊκή ΄Ενωση, η οποία μπορεί να ανορθωθεί μάλλον γρήγορα. Η πολιτική της Ουάσιγκτον τα δυο τελευταία χρόνια αποβλέπει στην καταστροφή της ΕΕ.
Το τι θα συμβεί στην συνέχεια εξαρτάται από την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση. Η σωτηρία της βρίσκεται στην επιτάχυνση του αναπροσανατολισμού της προς την πολιτικο-οικονομική συνεργασία της με την Ρωσία. Η αμερικανική πίεση δεν μπορεί να διεισδύσει σε ένα ευρω-ρωσικό δεσμό.
Σήμερα αυτός ο αναπροσανατολισμός επιβραδύνεται αποφασιστικά από τις «Ευρω-Ατλαντικές δομές», οι οποίες δεν έχουν θέση στον νέο ευρωπαϊκό κόσμο. Και αυτές είναι οι χιλιάδες πολιτικοί και στρατιωτικοί με επιρροή όπως και οι αντιπρόσωποι της γραφειοκρατίας της παγκοσμιοποίησης. Άτομα που έχτισαν την καριέρα τους τα τελευταία 20-30 χρόνια στην άνευ όρων υποταγή της Ευρώπης τα συμφέροντα των ΗΠΑ δεν μπορούν να αλλάξουν την πολιτική τους. Αυτό θα ήταν αντίθετο με το συμφέρον τους και επιπλέον έχουν περάσει από μιαν αρνητική επιλογή και τα διανοητικά χαρακτηριστικά τους απλά δεν τους επιτρέπουν να αντιληφθούν τον κίνδυνο που διατρέχει η Ευρώπη.
Η αντικατάσταση των υπερμάχων της παγκοσμιοποίησης από τους υπερασπιστές του έθνους-κράτους επιταχύνεται στην Ευρώπη. Ακόμη και ο σημαιοφόρος της παγκοσμιοποίησης Μακρόν αναγκάζεται να εφαρμόσει ιδέες συντηρητικών εθνικιστών. Αλλά δεν είναι ακόμη σαφές εάν η αντικατάσταση των ελίτ (κατεστημένου) θα έχει τον χρόνο να εδραιωθεί και εάν η νέα πολιτική ηγεσία θα μπορέσει ή όχι να αλλάξει την πορεία του ευρωπαϊκού σκάφους, προτού τελικά συντριβεί στα βράχια.
Πολλά θα εξαρτηθούν από τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το 2019.
Εάν οι εθνικιστές επιτύχουν να εξασφαλίσουν μια πλειοψηφία στην Ευρωπαϊκή Βουλή και στην συνέχεια να εξοστρακίσουν τους οπαδούς της παγκοσμιοποίησης από τα υψηλά αξιώματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και άλλες ηγετικές δομές της ΕΕ, τότε η Ευρωπαϊκή ΄Ενωση μπορεί να έχει ελπίδα. Εάν η σημερινή κατάσταση πραγμάτων συνεχιστεί αμετάβλητη, τότε το πιθανότερο είναι ότι θα αναγκαστούμε να ξεχάσουμε για μιαν ενωμένη Ευρώπη για πολύ καιρό και να αρχίσουμε να οικοδομούμε ένα σύστημα ενώσεων ορισμένων κρατών –ειδικώτερα με την Γερμανία.
Πηγή
Rostislav Ishchenko, Zero Hedge
Παρουσίαση: Μιχαήλ Στυλιανού
H Ευρωπαϊκή ΄Ενωση μπαίνει στο 2019 με ένα πλήθος άλυτων προβλημάτων, και επιπλέον σπαρασσόμενη από οξύτατες αντιφάσεις.
To πρώτο και κύριο πρόβλημα είναι ότι η ΕΕ δημιουργήθηκε ως ένας από τους αμερικανικούς μηχανισμούς ελέγχου της Δυτικής Ευρώπης. Χωρίς το αμερικανικό Σχέδιο Μάρσαλ χωρίς το άνοιγμα των αμερικανικών αγορών στα ευρωπαϊκά προϊόντα, χωρίς τα αμερικανικά στρατεύματα στην ευρωπαϊκή ήπειρο, χωρίς το ΝΑΤΟ τελικά, η Ευρωπαϊκή ΄Ενωση δεν θα ήταν δυνατή.
Είναι αλήθεια αυτό που λέγεται ότι το σχέδιο της ενωμένης Ευρώπης ήταν, μεταξύ άλλων, στην σκέψη αυτών που το συνέλαβαν, ένας τρόπος άρσης των γάλλο-γερμανικών αντιθέσεων, προκειμένου να αποτραπούν μελλοντικές συγκρούσεις, σαν αυτές που οδήγησαν στους δύο παγκοσμίους πολέμους.
Αλλά θα πρέπει να έχει κανείς στον νου του ότι η γάλλο-γερμανική ενότητα ήταν αναγκαία και αποκλειστικά εξυπηρετική για τις ΗΠΑ.
Η Βρετανία, αντίθετα, , σε όλη την ιστορία της αγωνιζόταν να κρατήσει την Ευρώπη διαιρεμένη και να αποτρέψει κατάσταση όπου ένα κράτος ή μιας συμμαχία κρατών θα μπορούσε να κυριαρχήσει στην ήπειρο.
Τις ΗΠΑ χώριζε από την Ευρώπη ένας ωκεανός, όχι κάποια στενά. Επιπλέον αυτές ήταν πολύ ισχυρότερες από ότι ήταν η Βρετανία στην ακμή της ισχύος της. Μια ισχυρή και ενωμένη Ευρώπη ήταν αναγκαία στις ΗΠΑ σαν σύμμαχος στην αναμέτρηση με την Σοβιετική ΄Ενωση. Και αυτή η εκτίμηση εξασφάλιζε εμπορικές προτιμήσεις και στρατιωτική προστασία στην Ευρώπη. Με άλλα λόγια οι ΗΠΑ επέτρεψαν στην ΕΕ να κερδίζει χρήματα στην αγορά τους, μοιράζονταν τα οφέλη από την νεοαποικιακή της πολιτική και σε αντάλλαγμα επωμίζονταν το κύριο βάρος της ένοπλης προστασίας της, απαλλάσσοντας την Ευρώπη από σημαντικό μέρος των αμυντικών δαπανών της.
Από την άλλη πλευρά όμως, η Ευρώπη γινόταν ένα θέατρο πολεμικών επιχειρήσεων στον πυρηνικό Αρμαγεδδώνα που ετοιμαζόταν, επιτρέποντας στις ΗΠΑ να μείνουν άλλη μια φορά σε ασφαλή απόσταση.. Τουλάχιστον έτσι σκεφτόταν η Ουάσιγκτον.
Στον 21ο Αιώνα η κατάσταση άρχισε να αλλάζει σιγά-σιγά και το 2017, με την άνοδο του Τραμπ στην εξουσία στις ΗΠΑ, η κατάσταση άλλαξε άμεσα και δραματικά.
Οι ΗΠΑ αντιμετώπιζαν ένα έλλειμμα πόρων, το οποίο αρχικά ενόμιζαν πως θα μπορούσε να καλυφτεί με την λεηλασία της Ρωσίας και της Κίνας. Αλλά όταν έγινε φανερό πως αυτό το σχέδιο δεν είναι εφαρμόσιμο, οι περικοπές των αμερικανικών δαπανών στην Ευρώπη έγιναν ο μόνος τρόπος μείωσης του ελλείμματος.
Επιπλέον, από την αρχή της δεκαετίας του 2010, η Ουάσιγκτον άρχισε να θεωρεί τους Ευρωπαίους συμμάχους σαν μιαν νόμιμη λεία. Η λεηλασία της ΕΕ θα μπορούσε επίσης να λύσει, προσωρινά και εν μέρει, το αμερικανικό πρόβλημα του ελλείμματος διαθέσιμων πόρων.
Υπό αυτές τις συνθήκες, άρχισε στην Ευρώπη η αναγέννηση των συντηρητικών δυνάμεων που αμφισβητούν την εξουσία των οπαδών της παγκοσμιοποίησης . Και καθώς αυτοί έκλιναν προς τις ΗΠΑ και ζητούσαν την υποστήριξη της Ουάσιγκτον, οι συντηρητικοί, τουλάχιστον ορισμένοι από αυτούς, άρχισαν να στρέφουν την κεφαλή τους προς την Ρωσία.
Η διάβρωση των θεμελίων της Ευρω-Αμερικανικής ΄Ενωσης, όπως και ο διχασμός των ευρωπαϊκών ηγετικών τάξεων («ελίτ») και ο αναπροσανατολισμός ορισμένων από αυτές προς την Ρωσία, οδήγησε στην (ολική ή μερική) απώλεια από την Ουάσιγκτον των μηχανισμών που της επέτρεπαν να ελέγχει την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση.
Ο κίνδυνος της μεταστροφής της ΕΕ προς μιαν οικονομική και αργότερα στρατιωτικό-πολιτική ένωση με την Ρωσία επικαιροποίησε για τις ΗΠΑ την παλιά βρετανική ιδέα μιας τεμαχισμένης Ευρώπης. Η Ουάσιγκτον δεν είχε ούτε έχει καμιάν επιθυμία να παραχωρήσει στην Μόσχα έναν τόσο αποτελεσματικό μηχανισμό διαχείρισης της Ευρώπης όσο η ΕΕ.
Και με αυτή την οπτική η Ουάσιγκτον άρχισε την αποσυναρμολόγηση της ΕΕ.
Η έξοδος της Βρετανίας από την ΕΕ, η αναταραχή στην Γαλλία και στην Ουγγαρία και οι απόπειρες να επεκταθεί αυτή η αναστάτωση στην Γερμανία (μέχρι τώρα ανεπιτυχείς), η ενεργοποίηση από την Βαρσοβία των πολωνό-γερμανικών αντιθέσεων, γενικά ή όρθωση της Ανατολικής Ευρώπης κατά της Δυτικής (Πολωνό-Βαλτικό-Ρουμανικό στρατόπεδο εναντίον γερμανό-γαλλικού). Και σε αυτό το φόντο, υπάρχουν και οι αντιθέσεις μεταξύ της ομάδας των πλουσίων του Βορρά και των πτωχών του Νότου, οι οποίες κυριαρχούσαν μέχρι πρόσφατα στην ΕΕ, ξεθώριασαν προσωρινά στο περιθώριο, αλλά θα αναφλεγούν με νέα ορμή, ανά πάσα στιγμή.
Μπορούμε να ισχυριστούμε με βεβαιότητα ότι οι ενδο-ευρωπαϊκές αντινομίες είναι πάρα πολύ ισχυρές και ότι οι κεντρομόλες δυνάμεις δεν διαθέτουν αξιόλογη υπεροχή έναντι των κεντρόφυγων δυνάμεων.
Και γι’ αυτό η διατηρήσιμη και σταθερή ανάπτυξη της ΕΕ είναι δυνατή μόνο υπό συνθήκες όπου η ιδέα μιας Ενωμένης Ευρώπης και οι δυνάμεις εφαρμογής της διαθέτουν την πολιτική υποστήριξη ενός ισχυρού εξωτερικού συμμάχου, ενδιαφερόμενου για την ενότητα της Ευρώπης.
Σήμερα μόνον η Ρωσία μπορεί να είναι ένας τέτοιος σύμμαχος, ιδιαίτερα όταν η Μόσχα βλέπει τα πλεονεκτήματα μιας συμμαχίας με την ΕΕ όχι στο να πληρώνει την Ευρώπη για μιαν αυτό-καταστρεπτική πολιτική, αλλά για την επίτευξη ενός σωρευτικού αποτελέσματος οικονομικής διαδραστικής συνύπαρξης.
Η Ρωσία άπλωσε το χέρι προς την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση επί περισσότερο της εικοσαετίας. Ωστόσο, παραδόσεις ευρωκεντρισμού, πολιτική αδράνεια, ιδεολογική μυωπία και επίσης μια αρχική έλλειψη εμπιστοσύνης προς την ικανότητα της Ρωσίας να ανακτήσει την θέση της ως παγκόσμιας δύναμης εμπόδισαν την ΕΕ να στραφεί προς την συνεργασία με την Ρωσία.
Το αποτέλεσμα είναι ότι η στιγμή όπου η Ευρώπη θα μπορούσε μάλλον ανώδυνα, χωρίς βιασύνη, και αθόρυβα να πραγματοποιήσει μια στρατηγική στροφή, χάθηκε αδέξια από τους ευρω-πολιτικούς και την ευρω-γραφειοκρατία.
Σήμερα η Ευρωπαϊκή ΄Ενωση υφίσταται τριπλή πίεση
Πρώτα, πρόκειται για την γενική πίεση των λαών, που δεν ανέχονται την αναπόφευκτη μείωση του επιπέδου διαβίωσης. Είχαν συνηθίσει να θεωρούν εαυτούς ως το «άλας της γης» και είναι πεπεισμένοι ότι δικαιούνται υψηλά κοινωνικά αγαθά.
Δεύτερο, Είναι επίσης η πίεση των εθνικών κρατών, που τραβούν προς διαφορετικές κατευθύνσεις.
΄Εχοντας χάσει την ευκαιρία να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση σε μιαν πολιτική παγκοσμιοποίησης με δαπάνες των ΗΠΑ, η ευρω-γραφειοκρατία άρχισε να γίνεται ενδιαφέρουσα για τις εθνικές κυβερνήσεις. Αλλά βγάζει πολλά βελάσματα, αλλά δεν έχει αρκετό μαλλί. Αντίστοιχα, οι εθνικές αντινομίες, που στο παρελθόν μαλάκωναν με την πανευρωπαϊκή πολιτική, έρχονται ξανά σε πρώτη γραμμή, σχίζοντας σε λωρίδες την «Ενωμένη Ευρώπη».
Τρίτο, οι ΗΠΑ δεν ενδιαφέρονται πια για την διατήρηση ενός υψηλού βιοτικού επιπέδου στην ΕΕ, της κλείνουν τις αγορές τους και προσπαθούν να στραγγαλίσουν την ευρωπαϊκή βιομηχανία ως ανταγωνιστική της δικής τους. Η Ουάσιγκτον σχεδιάζει επίσης την αναδιανομή υπέρ της ίδιας των πλουτοπαραγωγικών πηγών που ελέγχει η Ευρώπη. Και τέλος, βλέποντας τον κίνδυνο της εν κινήσει (έστω βραδείας) στροφής της ΕΕ προς την Ρωσία, οι ΗΠΑ δεν θέλουν να αφήσουν στην Μόσχα μιαν ενιαία Ευρωπαϊκή ΄Ενωση, η οποία μπορεί να ανορθωθεί μάλλον γρήγορα. Η πολιτική της Ουάσιγκτον τα δυο τελευταία χρόνια αποβλέπει στην καταστροφή της ΕΕ.
Το τι θα συμβεί στην συνέχεια εξαρτάται από την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση. Η σωτηρία της βρίσκεται στην επιτάχυνση του αναπροσανατολισμού της προς την πολιτικο-οικονομική συνεργασία της με την Ρωσία. Η αμερικανική πίεση δεν μπορεί να διεισδύσει σε ένα ευρω-ρωσικό δεσμό.
Σήμερα αυτός ο αναπροσανατολισμός επιβραδύνεται αποφασιστικά από τις «Ευρω-Ατλαντικές δομές», οι οποίες δεν έχουν θέση στον νέο ευρωπαϊκό κόσμο. Και αυτές είναι οι χιλιάδες πολιτικοί και στρατιωτικοί με επιρροή όπως και οι αντιπρόσωποι της γραφειοκρατίας της παγκοσμιοποίησης. Άτομα που έχτισαν την καριέρα τους τα τελευταία 20-30 χρόνια στην άνευ όρων υποταγή της Ευρώπης τα συμφέροντα των ΗΠΑ δεν μπορούν να αλλάξουν την πολιτική τους. Αυτό θα ήταν αντίθετο με το συμφέρον τους και επιπλέον έχουν περάσει από μιαν αρνητική επιλογή και τα διανοητικά χαρακτηριστικά τους απλά δεν τους επιτρέπουν να αντιληφθούν τον κίνδυνο που διατρέχει η Ευρώπη.
Η αντικατάσταση των υπερμάχων της παγκοσμιοποίησης από τους υπερασπιστές του έθνους-κράτους επιταχύνεται στην Ευρώπη. Ακόμη και ο σημαιοφόρος της παγκοσμιοποίησης Μακρόν αναγκάζεται να εφαρμόσει ιδέες συντηρητικών εθνικιστών. Αλλά δεν είναι ακόμη σαφές εάν η αντικατάσταση των ελίτ (κατεστημένου) θα έχει τον χρόνο να εδραιωθεί και εάν η νέα πολιτική ηγεσία θα μπορέσει ή όχι να αλλάξει την πορεία του ευρωπαϊκού σκάφους, προτού τελικά συντριβεί στα βράχια.
Πολλά θα εξαρτηθούν από τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου το 2019.
Εάν οι εθνικιστές επιτύχουν να εξασφαλίσουν μια πλειοψηφία στην Ευρωπαϊκή Βουλή και στην συνέχεια να εξοστρακίσουν τους οπαδούς της παγκοσμιοποίησης από τα υψηλά αξιώματα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και άλλες ηγετικές δομές της ΕΕ, τότε η Ευρωπαϊκή ΄Ενωση μπορεί να έχει ελπίδα. Εάν η σημερινή κατάσταση πραγμάτων συνεχιστεί αμετάβλητη, τότε το πιθανότερο είναι ότι θα αναγκαστούμε να ξεχάσουμε για μιαν ενωμένη Ευρώπη για πολύ καιρό και να αρχίσουμε να οικοδομούμε ένα σύστημα ενώσεων ορισμένων κρατών –ειδικώτερα με την Γερμανία.
Πηγή