Μήνες πάλευε με τον θάνατο στο μεγάλο
Νοσοκομείο η Ντίνα. Πιστη γυναίκα, το ίδιο και ο άντρας της,
αντιμετώπιζαν με ελπίδα τη συμφορά που χτύπησε το σπιτικό τους.
Καταφυγή τους στον πόνο τους, και οι ίδιοι και τα παιδιά τους, είχαν την αγάπη του Θεού και της μεγάλης Μάνας, της Φοβεράς Προστασίας, Υπεραγίας Θεοτόκου.
Ήταν και οι δυό εκπαιδευτικοί, καταξιωμένοι στον εκπαιδευτικό κόσμο της περιοχής τους. Επιπλέον πρωτοστατούσαν ταπεινά και σ’ ένα Ορθόδοξο Σύλλογο της πόλης για τη διάδοση του λόγου του Θεού και τον επηρεασμό των συμπατριωτών τους από τα ιδανικά της Ελληνορθόδοξης Παράδοσής μας.
Αυτά μέχρι την ώρα που εισήχθη επειγόντως – ευτυχώς που την πρόλαβαν, είπαν οι γιατροί – σ’ ένα δίκλινο δωμάτιο του Νοσοκομείου και διασωληνώθηκε αμέσως.
Άρχισαν εξετάσεις επί εξετάσεων και οι πρώτες επείγουσες επεμβάσεις.
Το γεγονός έγινε σύντομα γνωστό από συγγενείς και φίλους και γνωστούς, οι οποίοι οργάνωσαν πανστρατιά προσευχής, ακόμη και ολονυκτία για χάρη της. Τόσο πολύ αγαπούσαν και την ίδια και την οικογένειά της. Και είχαν δίκαιο να την αγαπούν, διότι η Ντίνα ήταν άνθρωπος αγάπης και σκορπούσε παντού χριστιανική, άδολη αγάπη πλούσια.
Τώρα όμως ήταν δεμένη σ’ ένα κρεβάτι με τη ζωή της να κρέμεται από μια κλωστή κι έχοντας ανάγκη από φροντίδα και αγάπη. Και την είχε πλούσια αυτή τη φροντίδα. Την πλήρωνε ο Θεός για την αγάπη που έδειχνε άλλοτε αυτή. Ο πιστός άντρας της, ο Αντρέας, τα παιδιά της, οι άλλοι στενοί συγγενείς όλο το εικοσιτετράωρο ήταν με βάρδιες δίπλα της. Δεν την άφηναν ποτέ μόνη της. Την έβλεπαν στα μάτια και με τα βλέμματα καταλάβαιναν τι ήθελε.
Οι γιατροί είπαν στον Αντρέα ότι η περίπτωσή της είναι εξαιρετικά δύσκολη.
–Δεν υπάρχει σχεδόν κανένα σπλάχνο γερό μέσα της. Θα κάνουμε όμως ο,τι μπορούμε, κι ο Θεός βοηθός!
–Εκεί ελπίζουμε κι εμείς, απάντησε πονεμένος ο άντρας της.
Ο ιερέας του Ναού του Νοσοκομείου ,που με την ήρεμη παρουσία του και το απαλό μειδίαμά του δίνει διαρκώς ελπίδα σ’ όλους τους ασθενείς, λειτουργεί καθημερινά και δέεται υπέρ υγείας όλων. Περνάει και από το δωμάτιο της Ντίνας, τη σταυρώνει όπως και την άλλη άρρωστη στο διπλανό κρεβάτι και φεύγει διακριτικά...
Το ένα χειρουργείο διαδέχονταν το άλλο για τη Ντίνα. Είχε συνηθίσει πλέον τη διαδικασία αφήνοντας τον εαυτό της στα χέρια των γιατρών και κυρίως του Θεού. Το τελευταίο όμως και πιο επικίνδυνο χειρουργείο στον πνεύμονα, ενώ πέτυχε βασικά, δημιούργησε μερικά σοβαρά προβλήματα στο αριστερό πνευμόνι: Χρειάζεται πλέον ενίσχυση του αναπνευστήρα για οξυγόνο, του καθετήρα για την αποβολή των υγρών του και της τραχειοτομής για να ενισχύεται η αναπνοή. Τα μηχανήματα συχνά βουλώνουν και η ασθενής παθαίνει κρίσεις δύσπνοιας μέχρι θανάτου, ώσπου να γίνουν οι αναρροφήσεις.
Η επιπλοκή αυτή παρουσιάστηκε μία Δευτέρα πρωί ώρα 7. Η Προισταμένη αναστατώνεται και προσπαθεί να βοηθήσει. Ο γιός της άρρωστης προσεύχεται. Η Ντίνα μη μπορώντας να αναπνεύσει, αρχίζει να μαυρίζει. Η διπλανή άρρωστη βλέπει και δακρύζει.
Εκείνη τη στιγμή μπαίνει στο θάλαμο απρόσκλητος ο πατήρ Χαράλαμπος κρατώντας τα Τίμια Δώρα.
–Κυρία Κωνσταντίνα, θέλετε να μεταλάβετε;
–Ναί, είπε με μεγάλη δυσκολία η άρρωστη.
–Κοινώνησε χθες, λέει ο γιός. Μήπως δεν πρέπει;
–Πρέπει, απάντησε σοβαρά ο ιερέας.
Τη σταύρωσε αμέσως με το πετραχήλι του και λέγοντας· «Μεταλαμβάνει η δούλη του Θεού Κωνσταντίνα Σώμα και Αίμα Χριστού, εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον. Αμήν», την κοινώνησε και έφυγε το ίδιο απαλά και αθόρυβα όπως ήρθε, ευχόμενος μόνο «περαστικά».
Η άρρωστη ηρέμησε αμέσως και ανέπνεε καθαρά. Τότε της είπε η Προισταμένη:
–Βλέπω ηρεμήσατε! Δόξα τω Θεώ! Ήρθε ο γιατρός;
–Όχι, Προισταμένη μου, περιμένοντας τον γιατρό, πρόλαβε ο Ιατρός των ψυχών και των σωμάτων, είπε ο γιός της άρρωστης. Ήρθε ο πατήρ Χαράλαμπος και την κοινώνησε και έγινε αυτό που βλέπετε.
–Δεν ξέρω τι να πω με σας, είπε η Προισταμένη κάνοντας τον σταυρό της. Έχετε έναν άλλο τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζετε τα γεγονότα, και τα πιο δύσκολα!
Όταν έφυγε η Προισταμένη, η διπλανή άρρωστη, η Κατερίνα, άρχισε να κλαίει με λυγμούς και να λέει δυνατά: Ήταν θαύμα! Είδα θαύμα και ντρέπομαι που σε βλέπω, κυρία Ντίνα! Πόσες φορές, όταν είχες άλλοτε δύσπνοια, πάλευαν οι γιατροί και με δυσκολία σε έσωζαν. Ενώ σήμερα κοινώνησες κι αμέσως ανέπνευσες. Ντρέπομαι, σού ξαναλέω, διότι πολλές φορές μου είπες να εξομολογηθώ και να κοινωνήσω, κι έλεγα όχι. Τώρα όμως θέλω. Το θέλω πολύ!
–Να ειδοποιήσουμε τον ιερέα, είπε ο γιός της Ντίνας.
Αυτό και έγινε. Και η Κατερίνα για πρώτη φορά στη ζωή της εξομολογήθηκε και κοινώνησε δεκάδες χρόνια έπειτα από την παιδική της ηλικία και νιώθει ευτυχισμένη.
Όταν ήλθε να την εξομολογήσει στο θάλαμο ο ιερέας, τον ρώτησε ο συνοδός της Ντίνας:
–Πάτερ Χαράλαμπε, ποιος σας είπε να ʼρθείτε να κοινωνήσετε τη μητέρα μου;
–Με ειδοποίησαν να κοινωνήσω έναν άρρωστο τρεις θαλάμους πιο πέρα, άλλη μια φωνή όμως, όταν περνούσα από τον θάλαμο αυτό, μου είπε να μπω μέσα. Ζούμε στο θαύμα συνέχεια εδώ, παιδί μου!
osotir.gr
Καταφυγή τους στον πόνο τους, και οι ίδιοι και τα παιδιά τους, είχαν την αγάπη του Θεού και της μεγάλης Μάνας, της Φοβεράς Προστασίας, Υπεραγίας Θεοτόκου.
Ήταν και οι δυό εκπαιδευτικοί, καταξιωμένοι στον εκπαιδευτικό κόσμο της περιοχής τους. Επιπλέον πρωτοστατούσαν ταπεινά και σ’ ένα Ορθόδοξο Σύλλογο της πόλης για τη διάδοση του λόγου του Θεού και τον επηρεασμό των συμπατριωτών τους από τα ιδανικά της Ελληνορθόδοξης Παράδοσής μας.
Αυτά μέχρι την ώρα που εισήχθη επειγόντως – ευτυχώς που την πρόλαβαν, είπαν οι γιατροί – σ’ ένα δίκλινο δωμάτιο του Νοσοκομείου και διασωληνώθηκε αμέσως.
Άρχισαν εξετάσεις επί εξετάσεων και οι πρώτες επείγουσες επεμβάσεις.
Το γεγονός έγινε σύντομα γνωστό από συγγενείς και φίλους και γνωστούς, οι οποίοι οργάνωσαν πανστρατιά προσευχής, ακόμη και ολονυκτία για χάρη της. Τόσο πολύ αγαπούσαν και την ίδια και την οικογένειά της. Και είχαν δίκαιο να την αγαπούν, διότι η Ντίνα ήταν άνθρωπος αγάπης και σκορπούσε παντού χριστιανική, άδολη αγάπη πλούσια.
Τώρα όμως ήταν δεμένη σ’ ένα κρεβάτι με τη ζωή της να κρέμεται από μια κλωστή κι έχοντας ανάγκη από φροντίδα και αγάπη. Και την είχε πλούσια αυτή τη φροντίδα. Την πλήρωνε ο Θεός για την αγάπη που έδειχνε άλλοτε αυτή. Ο πιστός άντρας της, ο Αντρέας, τα παιδιά της, οι άλλοι στενοί συγγενείς όλο το εικοσιτετράωρο ήταν με βάρδιες δίπλα της. Δεν την άφηναν ποτέ μόνη της. Την έβλεπαν στα μάτια και με τα βλέμματα καταλάβαιναν τι ήθελε.
Οι γιατροί είπαν στον Αντρέα ότι η περίπτωσή της είναι εξαιρετικά δύσκολη.
–Δεν υπάρχει σχεδόν κανένα σπλάχνο γερό μέσα της. Θα κάνουμε όμως ο,τι μπορούμε, κι ο Θεός βοηθός!
–Εκεί ελπίζουμε κι εμείς, απάντησε πονεμένος ο άντρας της.
Ο ιερέας του Ναού του Νοσοκομείου ,που με την ήρεμη παρουσία του και το απαλό μειδίαμά του δίνει διαρκώς ελπίδα σ’ όλους τους ασθενείς, λειτουργεί καθημερινά και δέεται υπέρ υγείας όλων. Περνάει και από το δωμάτιο της Ντίνας, τη σταυρώνει όπως και την άλλη άρρωστη στο διπλανό κρεβάτι και φεύγει διακριτικά...
Το ένα χειρουργείο διαδέχονταν το άλλο για τη Ντίνα. Είχε συνηθίσει πλέον τη διαδικασία αφήνοντας τον εαυτό της στα χέρια των γιατρών και κυρίως του Θεού. Το τελευταίο όμως και πιο επικίνδυνο χειρουργείο στον πνεύμονα, ενώ πέτυχε βασικά, δημιούργησε μερικά σοβαρά προβλήματα στο αριστερό πνευμόνι: Χρειάζεται πλέον ενίσχυση του αναπνευστήρα για οξυγόνο, του καθετήρα για την αποβολή των υγρών του και της τραχειοτομής για να ενισχύεται η αναπνοή. Τα μηχανήματα συχνά βουλώνουν και η ασθενής παθαίνει κρίσεις δύσπνοιας μέχρι θανάτου, ώσπου να γίνουν οι αναρροφήσεις.
Η επιπλοκή αυτή παρουσιάστηκε μία Δευτέρα πρωί ώρα 7. Η Προισταμένη αναστατώνεται και προσπαθεί να βοηθήσει. Ο γιός της άρρωστης προσεύχεται. Η Ντίνα μη μπορώντας να αναπνεύσει, αρχίζει να μαυρίζει. Η διπλανή άρρωστη βλέπει και δακρύζει.
Εκείνη τη στιγμή μπαίνει στο θάλαμο απρόσκλητος ο πατήρ Χαράλαμπος κρατώντας τα Τίμια Δώρα.
–Κυρία Κωνσταντίνα, θέλετε να μεταλάβετε;
–Ναί, είπε με μεγάλη δυσκολία η άρρωστη.
–Κοινώνησε χθες, λέει ο γιός. Μήπως δεν πρέπει;
–Πρέπει, απάντησε σοβαρά ο ιερέας.
Τη σταύρωσε αμέσως με το πετραχήλι του και λέγοντας· «Μεταλαμβάνει η δούλη του Θεού Κωνσταντίνα Σώμα και Αίμα Χριστού, εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον. Αμήν», την κοινώνησε και έφυγε το ίδιο απαλά και αθόρυβα όπως ήρθε, ευχόμενος μόνο «περαστικά».
Η άρρωστη ηρέμησε αμέσως και ανέπνεε καθαρά. Τότε της είπε η Προισταμένη:
–Βλέπω ηρεμήσατε! Δόξα τω Θεώ! Ήρθε ο γιατρός;
–Όχι, Προισταμένη μου, περιμένοντας τον γιατρό, πρόλαβε ο Ιατρός των ψυχών και των σωμάτων, είπε ο γιός της άρρωστης. Ήρθε ο πατήρ Χαράλαμπος και την κοινώνησε και έγινε αυτό που βλέπετε.
–Δεν ξέρω τι να πω με σας, είπε η Προισταμένη κάνοντας τον σταυρό της. Έχετε έναν άλλο τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζετε τα γεγονότα, και τα πιο δύσκολα!
Όταν έφυγε η Προισταμένη, η διπλανή άρρωστη, η Κατερίνα, άρχισε να κλαίει με λυγμούς και να λέει δυνατά: Ήταν θαύμα! Είδα θαύμα και ντρέπομαι που σε βλέπω, κυρία Ντίνα! Πόσες φορές, όταν είχες άλλοτε δύσπνοια, πάλευαν οι γιατροί και με δυσκολία σε έσωζαν. Ενώ σήμερα κοινώνησες κι αμέσως ανέπνευσες. Ντρέπομαι, σού ξαναλέω, διότι πολλές φορές μου είπες να εξομολογηθώ και να κοινωνήσω, κι έλεγα όχι. Τώρα όμως θέλω. Το θέλω πολύ!
–Να ειδοποιήσουμε τον ιερέα, είπε ο γιός της Ντίνας.
Αυτό και έγινε. Και η Κατερίνα για πρώτη φορά στη ζωή της εξομολογήθηκε και κοινώνησε δεκάδες χρόνια έπειτα από την παιδική της ηλικία και νιώθει ευτυχισμένη.
Όταν ήλθε να την εξομολογήσει στο θάλαμο ο ιερέας, τον ρώτησε ο συνοδός της Ντίνας:
–Πάτερ Χαράλαμπε, ποιος σας είπε να ʼρθείτε να κοινωνήσετε τη μητέρα μου;
–Με ειδοποίησαν να κοινωνήσω έναν άρρωστο τρεις θαλάμους πιο πέρα, άλλη μια φωνή όμως, όταν περνούσα από τον θάλαμο αυτό, μου είπε να μπω μέσα. Ζούμε στο θαύμα συνέχεια εδώ, παιδί μου!
osotir.gr