Ἡ ἐντολή τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ εἶναι σαφής. Συγχωροῦμε τόν ἀδελφό μας, γιά νά συγχωρηθοῦμε ἀπό τόν Πατέρα Του καί Πατέρα μας. Τά χρέη δέν ξεπληρώνονται μέ δική μας δυνατότητα· καί ὅλον τόν κόσμον, ἄν κατακτήσομεν, ὁ τρόπος νά συγχωρεθοῦν οἱ ἁμαρτίες, εἶναι διαφορετικός καί τελείως ξένος ἀπό τίς δικές μας σκέψεις καί ἱκανότητες.
Ὀφείλουμε νά παραδεχτοῦμε ταπεινά καί ὀριστικά, ὅτι ἡ ἄφεσις καί ἡ συγχώρησις, ἀνήκει ἀποκλειστικά στή σφαῖρα τοῦ Θεοῦ· στήν θυσία τοῦ Χριστοῦ. Ἄν δέν ἀκολουθήσομε σωστά τόν Μεσσία, θά βρίσκουμε μπροστά μας, μεγάλα καί ἀνυπέρβλητα ἐμπόδια, ἄλυτα προβλήματα συνεχῶς. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός δέν θέλει νά μᾶς πληγώσει· σέβεται τό αὐτεξούσιον μέ τό ὁποῖον Ἐκεῖνος, μᾶς προίκισε. Λέγει λοιπόν: «ἀγάπησε καί ἄφες τά ὀλίγα πταίσματα τοῦ ἀδελφοῦ σου, γιά νά σοῦ χαριστοῦν τά ἀμέτρητα χρέη ἀπό τόν Θεόν. Ἄλλαξε ζωή· μή γίνου πονηρός, ἀλλά ἐλεήμων, σπλαχνικός, ὅπως ὁ Πατήρ ὁ οὐράνιος».
Συνεπῶς, ἀδελφέ, ὁ τρόπος πού θά συμπορευθεῖς καί θά ἀκολουθήσεις τόν Θεόν, εἶναι τελείως διαφορετικός, ἀπ’ ὅτι σέ προτρέπει ὁ κόσμος τῆς ἁμαρτίας, τῆς πτώσεως. Ἡ ἀληθινή ζωή εἶναι ὁ Χριστός· καί ὅποιος δέν σπεύδει νά τήν κάνει ἐδῶ κτῆμά του, μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν, ἄς μή ξεγελάει τόν ἑαυτό του, μέ κρυφές ἐλπίδες, ὅτι θά τήν λάβει ἐκεῖ. Ἄνευ τῆς συμπάθειας καί συγχωρητικότητος, πρός τόν σύνδουλο( ἀδελφό), δέν ὑπάρχει ζωή, ἀλλά μόνον θάνατος.
Εἶναι λοιπόν ὑπόθεση τοῦ αὐτεξουσίου, ὅπως εἴπαμε, νά προτιμήσει ἤ νά ἀποφύγει, τόν δρόμο τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου ὁ καθένας. Ὅσο βρισκόμαστε σ’ αὐτήν τήν ζωή, ζοῦμε στόν καιρό αὐτό τῆς μακροθυμίας τοῦ Σωτῆρος Ἰησοῦ. Ἀλλά καί στόν χρόνο αὐτό τῆς εὐσπλαχνίας, ἄν ἐμεῖς βαδίσουμε τόν ἀντίθετο δρόμο καί ἀγαπήσουμε τόν θάνατο περισσότερο άπό τήν ἀληθινή ζωή, Αὐτός, δέν μᾶς ἀφαιρεῖ τήν ἐξουσία πού μᾶς ἔδωσε, ἀλλά καί μᾶς δίνει καιρό ἐπιστροφῆς.
Κι ἔπειτα, ὦ ἡ ἀκατάληπτη φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ! Καί μισθό μᾶς ὑπόσχεται καί μᾶς δίνει, ἄν καί ἐργαζόμαστε γιά τούς ἑαυτούς μας. Ἐλᾶτε, λέει, πάρετε ζωή αἰώνια πού τήν παρέχω πλουσιοπάροχα· σάν νά μᾶς ὀφείλει ὁ Ἴδιος, μᾶς δίνει μισθό, τόν Παράδεισο, ἀρκεῖ νά μή γίνουμε μνησίκακοι, πονηροί.
Ὀφείλουμε λοιπόν, ἀδελφοί καί ἐμεῖς πρῶτα-πρῶτα, νά περικόπτουμε ὅλα τά περιττά πού δέν συντελοῦν στόν τελικό σκοπό καί στόχο καί πού μᾶς ἐμποδίζουν νά ἀποδειχτοῦμε, ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί τῶν Ἀγγέλων, φιλάνθρωποι, ἐπιεικεῖς στούς ἀδελφούς, συνάζοντας καρπούς ἀξίους, στήν θεϊκή ἀποθήκη. Προφανῶς βλέπουμε ἐδῶ, ἁγία γερόντισσα, τό μέγεθος τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ, ἄν ἀποφύγουμε τήν μνησικακία. Ἐν τούτοις, δείχνοντας μακροθυμία στούς συνδούλους, υἱοθετούμεθα ἀπ’ Αὐτόν· γινόμεθα ἕνα πνεῦμα μαζί Του.[1]
Συνέπεια λοιπόν εἶναι, νά γνωρίζουμε ἐμπειρικά ὅτι: «ὁ Πατήρ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἶναι ὁ Θεός κάθε παρακλήσεως».[2] Διότι κανείς δέν μπορεῖ νά ἔλθει πρός τόν Χριστόν, ἐάν δέν τόν ἐλκύσει ὁ Πατήρ.[3] Ὁ Πατήρ, διά τοῦ Υἱοῦ, συμφιλιώνοντάς μας μέ τόν ἑαυτό Του, χωρίς νά ὑπολογίζει τά παραπτώματά μας,[4]μᾶς προσκαλεῖ, ὄχι ὡς προσκολλημένους στή μνησικακία, στά πονηρά ἄτοπα ἔργα, ἀλλά ἀντίθετα, ἐάν ἕνας ἕκαστος συγχωρεῖ μέ τήν καρδιά του, τά παραπτώματα τοῦ ἀδελφοῦ. Τό ἔλεος λοιπόν καί ἡ μακροθυμία, προηγεῖται τῆς θείας Κρίσεως· καί μακάριοι, οἱ μακροθυμοῦντες.
Γιατί τότε, στήν Κρίση, εἶναι καιρός ἀνταποδόσεως ἀδελφοί μου· καί ὄχι συμπάθειας καί φιλανθρωπίας στούς μή ποιήσαντες ἔλεος καί συγχώρηση.
Ἀλίμονο, σ’ αὐτόν, τόν πονηρόν, «πονηρέ δοῦλε», πού θά δοκιμάσει κι ἐδῶ κι ἐκεῖ τήν δύναμη τῆς ὀργῆς τοῦ Κυρίου. Συνεπῶς, ἡ περιφρόνησις τῆς μακροθυμίας τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ, ἄς μήν ἔχει καμμία θέση ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους καί δή τούς πιστούς· μακριά, μακριά.
Γιατί ὁ πονηρός μέ διάφορους τρόπους, ὑποβάλλει, ὄχι μόνο σ’ ἐκείνους πού ζοῦν μέ ἀδιαφορία, άλλά κάποτε καί στούς ἀγωνιστές, ὥστε, εἰ δυνατόν νά τούς ἀπελπίσει. «Στῶμεν καλῶς», ἀδελφοί μου, «στῶμεν μετά φόβου».
Ἡ μακροθυμία τοῦ Θεοῦ, ὁδηγεῖ τόν καθένα μας σέ μετάνοια. Ἐσύ, τώρα πού διαβάζεις, πρόσεχε, μήπως ἀπό τήν σκληρότητά σου καί τήν ἀνάλγητη καί ἀσυγκίνητη καρδιά, θησαυρίσεις γιά τόν ἑαυτό σου ὀργή ,κατά τήν ἡμέρα τῆς δικαιοκρισίας ἤ ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ.
Γνώριζε, ὅτι καί οἱ Ἅγιοι Ἄγγελοι τότε θά εἶναι ἐναντίον σου, καί θά ζητοῦν τήν τιμωρία σου. Ἐπίσης μάθε ὅτι ὁ Κύριος, θά ἀποδώσει στόν καθένα κατά τά ἔργα του· σ’ αὐτούς μέν πού ζητοῦν ὑπομονετικά, διά τῶν ἔργων τῆς συμφιλιώσεως μέ τόν πλησίον, μέ συντετριμμένη καρδιά, τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ· στούς δέ ἀνάλγητους, μνησίκακους καί ἀμετανόητους, θά ὑπάρξει θλῖψις καί στενοχωρία ἀφόρητη καί ἀτελεύτητη κόλασις. Θεός φυλάξοι· Κύριε, κανείς νά μή γευθεῖ αὐτῆς τῆς ὀδύνης, τῆς λύπης, τοῦ στεναγμοῦ, ἀλλά δώρισε Θεάνθρωπε, σέ ὅλους μας, μετάνοια, μακροθυμία, ἀγάπη· ὅπως ἐσύ Κύριε, Ἰησοῦ, εἶσαι ἡ Ὁδός, ἡ Ἀλήθεια, ἡ Ζωή, τό Φῶς τοῦ κόσμου.
Σ’ Ἐσένα καί τόν Πατέρα καί τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἡ Βασιλεία, εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν.