σχόλιο Γ.Θ : Επικό κείμενο. Διαβάστε το όπως και δήποτε
Πρὶν ἀπὸ δυόμισι περίπου χιλιάδες χρόνια ἕνας κουτσὸς δοῦλος, σοφὸς καὶ ἐφευρετικός, περιέγραψε ἐκφραστικότατα τὰ πάθη καὶ τὰ λάθη τῶν ἀνθρώπων μὲ πρωτότυπα καὶ ἐμπνευσμένα παραμύθια.
Τὸ ὄνομά του ἦταν Αἴσωπος καὶ τὰ παραμύθια του οἱ γνωστοὶ «μύθοι τοῦ Αἰσώπου».
Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς μύθους εἶναι καὶ ἐκεῖνος μὲ τὸ ἀρνὶ καὶ τὸν λύκο: Ἕνα ἀρνάκι ἔπινε νερὸ ἀπὸ ἕνα ποταμάκι. Τὸ εἶδε ὁ λύκος καὶ ὀρέχτηκε νὰ τὸ φάει, ἀλλὰ θέλησε νὰ τὸ κάνει «μετά τινος εὐλόγου αἰτίας»· μὲ κάποια δικαιολογημένη ἀφορμή. Κατηγόρησε λοιπὸν τὸ ἀρνάκι ὅτι τοῦ θολώνει τὸ νερό. Ἐκεῖνο δικαιολογήθηκε λέγοντας ὅτι κάτι τέτοιο ἦταν ἀδύνατο, ἀφοῦ τὸ ἴδιο βρισκόταν σὲ πιὸ χαμηλὸ σημεῖο ἀπὸ τὸν λύκο.
–Ναί, ἀλλὰ πέρυσι ἔβρισες τὸν πατέρα μου, συνέχισε ὁ λύκος.
–Μὰ πέρυσι δὲν εἶχα ἀκόμη γεννηθεῖ, ἀπάντησε τρέμοντας τὸ ἀρνάκι.
–Ἂν ἐσὺ ξέρεις νὰ φέρνεις πειστικὲς δικαιολογίες, δὲν σημαίνει ὅτι ἐγὼ θὰ στερηθῶ τὸ δεῖπνο μου, εἶπε ὁ λύκος καὶ τὸ κατασπάραξε.
Ὁ αἰσώπειος μύθος περιγράφει ἐκφραστικότατα μιὰ διαχρονικὴ κατάσταση, αὐτὴ ποὺ συμπυκνώνεται στὴ φράση: «τὸ δίκαιο τοῦ ἰσχυροτέρου». Αὐτὸ τὸ ἄδικο «δίκαιο» τοῦ ἰσχυροτέρου πολλὲς φορὲς ἐπιβάλλεται ὠμὰ καὶ δυναστικά. Ἄλλες φορὲς ὅμως, κι αὐτὲς εἶναι οἱ περισσότερες, ἀναζητοῦνται κάποια προσχήματα, γιὰ νὰ δοθεῖ ἡ ἐντύπωση ὅτι ἡ τυραννική του ἐπιβολὴ εἶναι δίκαιη καὶ ἀναγκαία. Γι᾿ αὐτὸ καὶ συχνά, ὅταν ἀπουσιάζει κάποιο ψευδοεπιχείρημα, οἱ ἰσχυρότεροι δὲν διστάζουν νὰ σκηνοθετήσουν διάφορα προκλητικὰ περιστατικά, δῆθεν ἔργα τῶν λαῶν ποὺ ἐπιβουλεύονται – αὐτὰ ποὺ σήμερα περιγράφονται μὲ τὸν ξενικὸ ὅρο «προβοκάτσια» – προκειμένου νὰ ἐπέμβουν στρατιωτικά. Αὐτὸ ἔγινε ἀναρίθμητες φορὲς στὴ διάρκεια τῆς ἱστορίας, ἀναδείχθηκε σὲ ἐπιστήμη ἀπὸ τὸν Χίτλερ, τὸν Στάλιν καὶ τὸν Μουσολίνι, ἔχει δὲ φτάσει στὸ ἀποκορύφωμά του στὶς μέρες μας. Κοινὸ στοιχεῖο αὐτῆς τῆς συμπεριφορᾶς τῶν ἰσχυρῶν εἶναι ἡ ἀλαζονεία.
Τὰ τελευταῖα τοῦτα χρόνια παρακολουθοῦμε μὲ θλίψη τέτοια ἀλαζονικὴ συμπεριφορὰ ἐκ μέρους τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως πρὸς τὴν Ἑλλάδα. Ἡ ἀλαζονικὴ συμπεριφορὰ ἐκφράζεται μὲ τὴν ἀντίληψη μιᾶς χώρας ποὺ διεκδικεῖ τὸ ἀλάθητο: Ἐμεῖς ἔχουμε τὴν καλύτερη οἰκονομία, ἄρα ἐμεῖς ἔχουμε ἀλάθητη κρίση, ἄρα ὀφείλετε ὅλοι νὰ ὑποταχθεῖτε καὶ νὰ προσκυνήσετε. Στὰ ἁπλὰ καὶ λογικὰ ἐπιχειρήματα ἀντιτάσσεται ἡ παράλογη «λογικὴ» τοῦ λύκου: Μοῦ θολώνεις τὸ νερό… (διασαλεύεις τὴν ἀπόλυτη τάξη)… πέρυσι ἔβρισες τὸν πατέρα μου (ἔχεις κάνει τόσες ἀτασθαλίες στὸ παρελθόν)… μὴ νομίσεις ὅτι μὲ τὶς πειστικὲς δικαιολογίες σου θὰ στερηθῶ τὸ δεῖπνο μου (τὰ λογικὰ ἐπιχειρήματά σου δὲν θὰ κλονίσουν τὴν ἡγεμονική μου θέση).
Τρεῖς χιλιάδες χρόνια πρὶν ὁ ἱερὸς Ψαλμωδὸς προσδιόρισε ἀκριβῶς τὴν πηγὴ αὐτῆς τῆς βάναυσης νοοτροπίας: Νά ἄνθρωπος, εἶπε, ποὺ ἀρνεῖται νὰ ἔχει βοηθό του τὸν Θεό, «ἀλλ᾿ ἐπήλπισεν ἐπὶ τὸ πλῆθος τοῦ πλούτου αὐτοῦ» (Ψαλ. να΄ [51] 9)· στήριξε τὴν ἐλπίδα του στὸ πλῆθος τοῦ πλούτου του.
Ἂν θελήσει κανεὶς νὰ ἑρμηνεύσει τὸ βάθος τῆς νοοτροπίας τοῦ λύκου, θὰ διαπιστώσει ὅτι αὐτὴ ἔχει θρησκευτικὲς ρίζες. Ἂν καὶ ἡ πολιτικὴ ζωὴ στὴν Εὐρώπη ἔχει ἀποστασιοποιηθεῖ ἀπὸ τὴ χριστιανικὴ πίστη, ἐντούτοις τὸ φρόνημά της ἐξακολουθεῖ νὰ διέπεται ἀπὸ τὴ νοοτροπία τοῦ Παπικοῦ ἀλάθητου καὶ πρωτείου. Ἀποτελεῖ ἄθρησκη μετάλλαξή του.
Ἀπέναντι σ᾿ αὐτὴ τὴν εὐρωπαϊκὴ ἀγέλη λύκων οἱ ἑκάστοτε Ἑλληνικὲς Κυβερνήσεις μοιάζουν μὲ κοπάδι προβάτων. Καὶ εἶναι θαυμαστὸ ὅτι κάποτε ἀποφασίζουν νὰ ἀντισταθοῦν μὲ ἄκαμπτο φρόνημα. Νικοῦν; Πετυχαίνουν πύρρειες νίκες; Ὑφίστανται τιμητικὲς ἧττες; Αὐτὸ ὁ χρόνος θὰ τὸ ἀποδείξει.
Ὅμως ἔχουμε χρέος νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι στὴν ἄνιση αὐτὴ ἀναμέτρηση οἱ ἑκάστοτε Κυβερνήσεις μας δὲν πρέπει νὰ πηγαίνουν ἄοπλες. Ὄχι ἀπὸ οἰκονομικὰ ἐπιχειρήματα – τέτοια μπορεῖ νὰ διαθέτουν πολλά – ἀλλὰ ἀπὸ τὸ μοναδικὸ ἀνίκητο ὅπλο: τὴν πίστη στὸ Θεό!
Ἂν ἔχουν τὴν πίστη, μὲ μιὰ καὶ μόνη σφεντονιὰ σὰν τὸν Δαβὶδ θὰ ξαπλώσουν κατάχαμα τὸν ὑπερφίαλο Γολιὰθ τῆς Εὐρώπης! Καὶ θὰ ὑπηρετήσουν ἔτσι μὲ τὸν καλύτερο τρόπο τὸν πιστὸ Ὀρθόδοξο λαὸ τῆς Ἑλλάδος.
Πρὶν ἀπὸ δυόμισι περίπου χιλιάδες χρόνια ἕνας κουτσὸς δοῦλος, σοφὸς καὶ ἐφευρετικός, περιέγραψε ἐκφραστικότατα τὰ πάθη καὶ τὰ λάθη τῶν ἀνθρώπων μὲ πρωτότυπα καὶ ἐμπνευσμένα παραμύθια.
Τὸ ὄνομά του ἦταν Αἴσωπος καὶ τὰ παραμύθια του οἱ γνωστοὶ «μύθοι τοῦ Αἰσώπου».
Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς μύθους εἶναι καὶ ἐκεῖνος μὲ τὸ ἀρνὶ καὶ τὸν λύκο: Ἕνα ἀρνάκι ἔπινε νερὸ ἀπὸ ἕνα ποταμάκι. Τὸ εἶδε ὁ λύκος καὶ ὀρέχτηκε νὰ τὸ φάει, ἀλλὰ θέλησε νὰ τὸ κάνει «μετά τινος εὐλόγου αἰτίας»· μὲ κάποια δικαιολογημένη ἀφορμή. Κατηγόρησε λοιπὸν τὸ ἀρνάκι ὅτι τοῦ θολώνει τὸ νερό. Ἐκεῖνο δικαιολογήθηκε λέγοντας ὅτι κάτι τέτοιο ἦταν ἀδύνατο, ἀφοῦ τὸ ἴδιο βρισκόταν σὲ πιὸ χαμηλὸ σημεῖο ἀπὸ τὸν λύκο.
–Ναί, ἀλλὰ πέρυσι ἔβρισες τὸν πατέρα μου, συνέχισε ὁ λύκος.
–Μὰ πέρυσι δὲν εἶχα ἀκόμη γεννηθεῖ, ἀπάντησε τρέμοντας τὸ ἀρνάκι.
–Ἂν ἐσὺ ξέρεις νὰ φέρνεις πειστικὲς δικαιολογίες, δὲν σημαίνει ὅτι ἐγὼ θὰ στερηθῶ τὸ δεῖπνο μου, εἶπε ὁ λύκος καὶ τὸ κατασπάραξε.
Ὁ αἰσώπειος μύθος περιγράφει ἐκφραστικότατα μιὰ διαχρονικὴ κατάσταση, αὐτὴ ποὺ συμπυκνώνεται στὴ φράση: «τὸ δίκαιο τοῦ ἰσχυροτέρου». Αὐτὸ τὸ ἄδικο «δίκαιο» τοῦ ἰσχυροτέρου πολλὲς φορὲς ἐπιβάλλεται ὠμὰ καὶ δυναστικά. Ἄλλες φορὲς ὅμως, κι αὐτὲς εἶναι οἱ περισσότερες, ἀναζητοῦνται κάποια προσχήματα, γιὰ νὰ δοθεῖ ἡ ἐντύπωση ὅτι ἡ τυραννική του ἐπιβολὴ εἶναι δίκαιη καὶ ἀναγκαία. Γι᾿ αὐτὸ καὶ συχνά, ὅταν ἀπουσιάζει κάποιο ψευδοεπιχείρημα, οἱ ἰσχυρότεροι δὲν διστάζουν νὰ σκηνοθετήσουν διάφορα προκλητικὰ περιστατικά, δῆθεν ἔργα τῶν λαῶν ποὺ ἐπιβουλεύονται – αὐτὰ ποὺ σήμερα περιγράφονται μὲ τὸν ξενικὸ ὅρο «προβοκάτσια» – προκειμένου νὰ ἐπέμβουν στρατιωτικά. Αὐτὸ ἔγινε ἀναρίθμητες φορὲς στὴ διάρκεια τῆς ἱστορίας, ἀναδείχθηκε σὲ ἐπιστήμη ἀπὸ τὸν Χίτλερ, τὸν Στάλιν καὶ τὸν Μουσολίνι, ἔχει δὲ φτάσει στὸ ἀποκορύφωμά του στὶς μέρες μας. Κοινὸ στοιχεῖο αὐτῆς τῆς συμπεριφορᾶς τῶν ἰσχυρῶν εἶναι ἡ ἀλαζονεία.
Τὰ τελευταῖα τοῦτα χρόνια παρακολουθοῦμε μὲ θλίψη τέτοια ἀλαζονικὴ συμπεριφορὰ ἐκ μέρους τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἑνώσεως πρὸς τὴν Ἑλλάδα. Ἡ ἀλαζονικὴ συμπεριφορὰ ἐκφράζεται μὲ τὴν ἀντίληψη μιᾶς χώρας ποὺ διεκδικεῖ τὸ ἀλάθητο: Ἐμεῖς ἔχουμε τὴν καλύτερη οἰκονομία, ἄρα ἐμεῖς ἔχουμε ἀλάθητη κρίση, ἄρα ὀφείλετε ὅλοι νὰ ὑποταχθεῖτε καὶ νὰ προσκυνήσετε. Στὰ ἁπλὰ καὶ λογικὰ ἐπιχειρήματα ἀντιτάσσεται ἡ παράλογη «λογικὴ» τοῦ λύκου: Μοῦ θολώνεις τὸ νερό… (διασαλεύεις τὴν ἀπόλυτη τάξη)… πέρυσι ἔβρισες τὸν πατέρα μου (ἔχεις κάνει τόσες ἀτασθαλίες στὸ παρελθόν)… μὴ νομίσεις ὅτι μὲ τὶς πειστικὲς δικαιολογίες σου θὰ στερηθῶ τὸ δεῖπνο μου (τὰ λογικὰ ἐπιχειρήματά σου δὲν θὰ κλονίσουν τὴν ἡγεμονική μου θέση).
Τρεῖς χιλιάδες χρόνια πρὶν ὁ ἱερὸς Ψαλμωδὸς προσδιόρισε ἀκριβῶς τὴν πηγὴ αὐτῆς τῆς βάναυσης νοοτροπίας: Νά ἄνθρωπος, εἶπε, ποὺ ἀρνεῖται νὰ ἔχει βοηθό του τὸν Θεό, «ἀλλ᾿ ἐπήλπισεν ἐπὶ τὸ πλῆθος τοῦ πλούτου αὐτοῦ» (Ψαλ. να΄ [51] 9)· στήριξε τὴν ἐλπίδα του στὸ πλῆθος τοῦ πλούτου του.
Ἂν θελήσει κανεὶς νὰ ἑρμηνεύσει τὸ βάθος τῆς νοοτροπίας τοῦ λύκου, θὰ διαπιστώσει ὅτι αὐτὴ ἔχει θρησκευτικὲς ρίζες. Ἂν καὶ ἡ πολιτικὴ ζωὴ στὴν Εὐρώπη ἔχει ἀποστασιοποιηθεῖ ἀπὸ τὴ χριστιανικὴ πίστη, ἐντούτοις τὸ φρόνημά της ἐξακολουθεῖ νὰ διέπεται ἀπὸ τὴ νοοτροπία τοῦ Παπικοῦ ἀλάθητου καὶ πρωτείου. Ἀποτελεῖ ἄθρησκη μετάλλαξή του.
Ἀπέναντι σ᾿ αὐτὴ τὴν εὐρωπαϊκὴ ἀγέλη λύκων οἱ ἑκάστοτε Ἑλληνικὲς Κυβερνήσεις μοιάζουν μὲ κοπάδι προβάτων. Καὶ εἶναι θαυμαστὸ ὅτι κάποτε ἀποφασίζουν νὰ ἀντισταθοῦν μὲ ἄκαμπτο φρόνημα. Νικοῦν; Πετυχαίνουν πύρρειες νίκες; Ὑφίστανται τιμητικὲς ἧττες; Αὐτὸ ὁ χρόνος θὰ τὸ ἀποδείξει.
Ὅμως ἔχουμε χρέος νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι στὴν ἄνιση αὐτὴ ἀναμέτρηση οἱ ἑκάστοτε Κυβερνήσεις μας δὲν πρέπει νὰ πηγαίνουν ἄοπλες. Ὄχι ἀπὸ οἰκονομικὰ ἐπιχειρήματα – τέτοια μπορεῖ νὰ διαθέτουν πολλά – ἀλλὰ ἀπὸ τὸ μοναδικὸ ἀνίκητο ὅπλο: τὴν πίστη στὸ Θεό!
Ἂν ἔχουν τὴν πίστη, μὲ μιὰ καὶ μόνη σφεντονιὰ σὰν τὸν Δαβὶδ θὰ ξαπλώσουν κατάχαμα τὸν ὑπερφίαλο Γολιὰθ τῆς Εὐρώπης! Καὶ θὰ ὑπηρετήσουν ἔτσι μὲ τὸν καλύτερο τρόπο τὸν πιστὸ Ὀρθόδοξο λαὸ τῆς Ἑλλάδος.