Γράφει ο Χρήστος Βαλκάνιος
Μετά την μεγάλη ανησυχία που είχε προκαλέσει η προοπτική τοποθέτησης από τις Ηνωμένες Πολιτείες πυρηνικών βομβών νέου τύπου στη βάση Μπίχελ της Ρηνανίας-Παλατινάτου,
ο εκπρόσωπος του αμερικανικού υπουργείου Ενέργειας, στο οποίο υπάγεται η παραγωγή πυρηνικών όπλων, δήλωσε χθες ότι η μεγάλης κλίμακας παραγωγή της Β61-12 θα ξεκινήσει το 2020, δηλαδή αναβάλλεται για πέντε χρόνια.
Αυτή βέβαια η αναβολή μόνο τυχαία δεν θα πρέπει να θεωρείται καθόσον προέκυψε μετά την έντονη αντίδραση της Ρωσίας επί του θέματος, η οποία «απείλησε» ότι θα αναγκαστεί να λάβει σοβαρά αντίμετρα για να αποκαταστήσει την ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη. Τα αντίμετρα σύμφωνα με πληροφορίες αφορούν την περιοχή του Καλίνινγκραντ με την πιθανή μεταφορά πυρηνικών πυραύλων Topol , είτε με την όπλιση με πυρηνικές κεφαλές των πυραύλων ISKANDER -M.
Στη βάση Μπίχελ της Γερμανίας υπάρχουν ήδη 20 βόμβες Β61, παλαιού τύπου, αλλά οι Β61-12 δεν είναι απλώς πιο σύγχρονες, είναι ένα τελείως διαφορετικό και πολύ πιο επικίνδυνο όπλο. Αυτό υποστηρίζει ο επικεφαλής του τμήματος πυρηνικών όπλων της Ομοσπονδίας Αμερικανών Επιστημόνων (FAS) Τζον Κρίστενσεν, ο οποίος εξηγεί ότι πρόκειται για τις πρώτες τηλεκατευθυνόμενες πυρηνικές βόμβες (όχι πυραύλους) στο αμερικανικό οπλοστάσιο.
Οι Β61-12 μπορούν να πλήξουν στόχους με ακρίβεια 30 μέτρων, ενώ με τηλεκατεύθυνση ρυθμίζεται ακόμα και η εκρηκτική ισχύς τους που μπορεί να είναι της τάξης των 50 χιλιοτόνων αλλά και πολύ μικρότερη. Ο συνδυασμός μεγαλύτερης ακρίβειας και μικρότερης εκρηκτικής ισχύος σημαίνει λιγότερες «παράπλευρες απώλειες» και μικρότερη διασπορά ραδιενέργειας, άρα μεγαλύτερη ποικιλία σεναρίων στα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν οι βόμβες αυτές.
Οι αμερικανικές αυτές βόμβες θα μπορούν να εξαπολυθούν από γερμανικά αεροσκάφη Tornado, καθώς και από την πολεμική αεροπορία της Ολλανδίας, της Ιταλίας και της Τουρκίας.
Θεωρούμε ότι η συγκεκριμένη υπαναχώρηση των ΗΠΑ, εντάσσεται στο πλαίσιο μιας ευρύτερης προσπάθειας συνεννόησης με τη Ρωσία σε όλα τα ανοικτά μέτωπα. Αυτό που θεωρούμε εντυπωσιακό είναι ότι η Ρωσία πλέον εμφανίζεται σαν ο άλλος ισχυρός πόλος του παρελθόντος έναντι των ΗΠΑ και το κυριότερο ότι μπορεί να πείθει για τις προθέσεις της, γεγονός που αναγκάζει τους Αμερικανούς να εμφανίζονται περισσότερο διαλλακτικοί.
Χρήστος Καλογερόπουλος – Βαλκάνιος
Στρατηγικός Αναλυτής
Εξειδικευμένος σε Θέματα Διεθνούς Ασφάλειας
στη ΝΑ Μεσόγειο
Μετά την μεγάλη ανησυχία που είχε προκαλέσει η προοπτική τοποθέτησης από τις Ηνωμένες Πολιτείες πυρηνικών βομβών νέου τύπου στη βάση Μπίχελ της Ρηνανίας-Παλατινάτου,
ο εκπρόσωπος του αμερικανικού υπουργείου Ενέργειας, στο οποίο υπάγεται η παραγωγή πυρηνικών όπλων, δήλωσε χθες ότι η μεγάλης κλίμακας παραγωγή της Β61-12 θα ξεκινήσει το 2020, δηλαδή αναβάλλεται για πέντε χρόνια.
Αυτή βέβαια η αναβολή μόνο τυχαία δεν θα πρέπει να θεωρείται καθόσον προέκυψε μετά την έντονη αντίδραση της Ρωσίας επί του θέματος, η οποία «απείλησε» ότι θα αναγκαστεί να λάβει σοβαρά αντίμετρα για να αποκαταστήσει την ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη. Τα αντίμετρα σύμφωνα με πληροφορίες αφορούν την περιοχή του Καλίνινγκραντ με την πιθανή μεταφορά πυρηνικών πυραύλων Topol , είτε με την όπλιση με πυρηνικές κεφαλές των πυραύλων ISKANDER -M.
Στη βάση Μπίχελ της Γερμανίας υπάρχουν ήδη 20 βόμβες Β61, παλαιού τύπου, αλλά οι Β61-12 δεν είναι απλώς πιο σύγχρονες, είναι ένα τελείως διαφορετικό και πολύ πιο επικίνδυνο όπλο. Αυτό υποστηρίζει ο επικεφαλής του τμήματος πυρηνικών όπλων της Ομοσπονδίας Αμερικανών Επιστημόνων (FAS) Τζον Κρίστενσεν, ο οποίος εξηγεί ότι πρόκειται για τις πρώτες τηλεκατευθυνόμενες πυρηνικές βόμβες (όχι πυραύλους) στο αμερικανικό οπλοστάσιο.
Οι Β61-12 μπορούν να πλήξουν στόχους με ακρίβεια 30 μέτρων, ενώ με τηλεκατεύθυνση ρυθμίζεται ακόμα και η εκρηκτική ισχύς τους που μπορεί να είναι της τάξης των 50 χιλιοτόνων αλλά και πολύ μικρότερη. Ο συνδυασμός μεγαλύτερης ακρίβειας και μικρότερης εκρηκτικής ισχύος σημαίνει λιγότερες «παράπλευρες απώλειες» και μικρότερη διασπορά ραδιενέργειας, άρα μεγαλύτερη ποικιλία σεναρίων στα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν οι βόμβες αυτές.
Οι αμερικανικές αυτές βόμβες θα μπορούν να εξαπολυθούν από γερμανικά αεροσκάφη Tornado, καθώς και από την πολεμική αεροπορία της Ολλανδίας, της Ιταλίας και της Τουρκίας.
Θεωρούμε ότι η συγκεκριμένη υπαναχώρηση των ΗΠΑ, εντάσσεται στο πλαίσιο μιας ευρύτερης προσπάθειας συνεννόησης με τη Ρωσία σε όλα τα ανοικτά μέτωπα. Αυτό που θεωρούμε εντυπωσιακό είναι ότι η Ρωσία πλέον εμφανίζεται σαν ο άλλος ισχυρός πόλος του παρελθόντος έναντι των ΗΠΑ και το κυριότερο ότι μπορεί να πείθει για τις προθέσεις της, γεγονός που αναγκάζει τους Αμερικανούς να εμφανίζονται περισσότερο διαλλακτικοί.
Χρήστος Καλογερόπουλος – Βαλκάνιος
Στρατηγικός Αναλυτής
Εξειδικευμένος σε Θέματα Διεθνούς Ασφάλειας
στη ΝΑ Μεσόγειο