Κάνει ώστε να στέκεται όρθιος ο σκελετός σου, γι' αυτό περπατάς και αναπνέεις. Ολα αυτά μπορείς κάλλιστα να τα σκέφτεσαι την ώρα που κάνεις τις δουλειές σου, την ώρα που πλένεις τα δόντια σου ή ντύνεσαι.
Είναι πολύ σημαντικό αυτό: να ξεκινήσεις την ημέρα σου με την αίσθηση της αγάπης του Θεού. Και να νιώσεις μια ευγνωμοσύνη, όχι παράπονο ή αίσθηση έλλειψης. Διαρκώς νιώθουμε ότι κάτι μας λείπει. «Κάτι μου λείπει, τι θα κάνω στη ζωή, ρε παιδί μου, τι γίνεται...» Μας χαρακτηρίζουν διαρκώς μια γκρίνια και μια δυσαρέσκεια. Το πρόσωπό μας δεν είναι ανακουφισμένο μα ανικανοποίητο, παραπονεμένο και πικραμένο.
Δεν είναι σωστό ξεκίνημα ημέρας αυτό. Καταλαβαίνεις γιατί, πιστεύω. Και έπειτα σε βρίσκει μέσα στην ημέρα ένα πρόβλημα και σε τσακίζει. Ακούς μια είδηση και τρελαίνεσαι. Γιατί. Διότι έχεις ξεχάσει αυτό το βασικό: να ξεκινήσεις την ημέρα σου μαζί με τον Θεό. Να Τον δεις στα μάτια, να Τον αφήσεις να σε κοιτάξει κι Αυτός στα μάτια. Να διαβάσεις την προσευχή σου ή να την πεις -μόνος σου και μόνη σου- από μέσα σου. Να κρατήσεις το κομποσκοίνι σου, αλλά να μην το χρησιμοποιείς μόνο για να κυλάνε οι κόμποι και να φεύγουν και να χάνονται, ενώ η καρδιά σου πάλι θα χτυπάει τρελά από αγωνία, ανασφάλεια και ταραχή.
Θα είναι μεγάλη επιτυχία κι ευλογία αν αφήσουμε τα λόγια της προσευχής να διαποτίσουν τη ζωή μας. Το μεγαλύτερο πρόβλημά μας στην προσευχή ή στις ακολουθίες και τις λειτουργίες είναι αυτό: πάμε, μα δεν ζούμε αυτά τα φοβερά λόγια που λέμε. Διότι είμαστε βιαστικοί. Εχουμε δώσει σημασία στην ποσότητα, δηλαδή στο πόσα θα πούμε, τι ακριβώς θα διαβάσουμε, πόσες σελίδες θα γυρίσουμε. Ενώ η ψυχή μας δεν έχει σταθεί απέναντι στον Θεό με εμπιστοσύνη και παιδικότητα. Μας λείπει η απλότητα. Ακόμα δεν έχει ενεργοποιηθεί αυτή η αγάπη στην καρδιά. Αυτό το μούδιασμα της ψυχής, ο γλυκασμός που βγαίνει από τα λόγια της προσευχής. Για παράδειγμα, λέει ο ύμνος: «Συ μου ισχύς, Κύριε, συ μου και δύναμις, συ Θεός μου, συ μου αγαλλίαμα, ο
πατρικούς κόλπους μη λιπών και την ημετέραν πτωχείαν επισκεψάμενος». Φίλε μου, αυτά τα λόγια δεν μπορεί να λέγονται τυπικά και ψυχρά ούτε να τρέχεις τις σειρές και να βιάζεσαι και η καρδιά σου να μένει ψυχρή, παγωμένη ή αδιάφορη.
Αυτό είναι το πρόβλημά σου: ζεις ως ψύχρα αυτά τα λόγια που καίνε. Κι όλη η ιστορία στην προσευχή κι όλο το μυστικό είναι ακριβώς αυτό το ζέσταμα. Να ζεσταθεί η ψυχή.
Να αφεθεί. Να εμπιστευθεί. Να ακουμπήσει στα χέρια του Θεού. Στην αγκαλιά του Χριστού. Και να ηρεμήσει. Αν το πετύχεις αυτό, ύστερα βγαίνεις να αντιμετωπίσεις την ημέρα σου τυλιγμένος με αυτό το φως της πρωινής προσευχής. Και ό,τι και αν γίνει, όσο περνούν οι ώρες, μα ό,τι και αν γίνει, εσύ είσαι παραδομένος. Είσαι φωτισμένος. Εχεις χάρη από τον Θεό. Είσαι περικυκλωμένος από αυτό το θεϊκό φως του Χριστού, που φωτίζει τα βήματά σου. Αν ξεκινάς την ημέρα σου με αυτή την αίσθηση του Θεού, σε κάθε περιστατικό που θα έρθει αργότερα να σε βρει καταλαβαίνεις αμέσως τι πρέπει να κάνεις. Διότι νιώθεις ότι δεν είσαι εσύ αυτός που σκέφτεται ούτε σκέφτεσαι μόνος. Αλλά λες: «Κύριε, σκέψου Εσύ μέσα μου. Ελα να σκεφτούμε μαζί. Φώτιζέ με τι να κάνω».