Για τους 40 Μαρτύρες, που εορτάζουν, θα μιλήσουμε σήμερα. Θα προσπαθήσω να προσφέρω λίγα άνθη στη μνήμη τους.
Ποιοί
ήταν αυτοί οι άγιοι; Ήταν στρατιωτικοί.
Ήταν στο άνθος της ηλικίας τους. Ήταν επίλεκτο σώμα του ρωμαϊκού στρατεύματος. Είχαν ανάστημα, είχαν εμφάνιση, ήταν εμπειροπόλεμοι. Είχανε και ανδρεία Είχαν ακόμη πειθαρχία, απόλυτη υπακοή στους ανωτέρους. Ήταν υποδείγματα στρατιωτικά.
Ήταν στο άνθος της ηλικίας τους. Ήταν επίλεκτο σώμα του ρωμαϊκού στρατεύματος. Είχαν ανάστημα, είχαν εμφάνιση, ήταν εμπειροπόλεμοι. Είχανε και ανδρεία Είχαν ακόμη πειθαρχία, απόλυτη υπακοή στους ανωτέρους. Ήταν υποδείγματα στρατιωτικά.
Μία φορά όμως οι 40 Μάρτυρες επαναστάτησαν. Γιατί επαναστάτησαν; Επαναστάτησαν εναντίον του αυτοκράτορος Λικινίου, ο οποίος εδίωκε απεινώς τους Χριστιανούς. H διαταγή έλεγε· Όποιος πιαστεί να μιλάει για το Χριστό, θα συλλαμβάνεται και θα υφίσταται τιμωρίες μεγάλες, μέχρι και θάνατο.
Οι 40 Μάρτυρες δεν φοβήθηκαν, δεν κλείσανε το στόμα· όταν αγαπάς το Χριστό, δεν μπορείς να κλείσεις το στόμα σου. Τους συνέλαβαν αμέσως και τους οδήγησαν μπροστά στο διοικητή της πόλεως, στον Αγρικόλαο. Κι αυτός τους λέει· - Δεν ακούσατε τη διαταγή που απαγορεύει να μιλάνε για το Χριστό; - Ακούσαμε τη διαταγή του αυτοκράτορος. Αλλά κάποια άλλη διαταγή, ανώτερη, διαταγή του Χριστού, μας λέει, να ομολογούμε το όνομά Του το Άγιο παντού.
O Αγρικόλαος διατάζει να τους ρίξουν στη φυλακή, στρατιωτική φυλακή, μέχρι το πρωΐ. Το πρωϊ τους βγάζουν. Τους ρωτούν, αν άλλαξαν γνώμη. H απάντησι ήταν αρνητική. - Κρίμα σ’ εσάς, τους λέει ο διοικητής. - Δεν αλλάζουμε γνώμη. Είναι η μόνη φορά που δεν υπακούουμε σε διαταγή. - Δεν υπακούετε;
Νευρίασε
ο διοικητής. Σκεπτόταν, πως να τους βασανίσει περισσότερο. Κάποια
στιγμή βλέπει έξω. Όλα ήταν παγωμένα. Το βρήκα, λέει· απόψε, που το κρύο
είναι δυνατό, ρίξτε τους γυμνούς στην παγωμένη λίμνη, και θα δούμε
μετά αν θα ομολογούν το Χριστό.
Τους
ξεγύμνωσαν, όπως τους γέννησε η μάνα τους. Παιδιά 20 έως 27 ετών. Τους
ρίξανε πάνω στην παγωμένη λίμνη. Το μαρτύριο λόγω ψύχους είναι φοβερό.
Δεν είμαι γιατρός, για να σας περιγράψω πως επέρχεται ο θάνατος από το
ψύχος. Όπως τα παιδιά της Ελλάδος επάνω στα ψηλά βουνά υπέστησαν
κρυοπαγήματα, έτσι και οι 40 Μάρτυρες.
Δεν φοβήθηκαν, δεν δείλιασαν· χαρά είχαν. Ναι - ας μην πιστεύουν οι άπιστοι- , γλέντι είχαν. Και λέγανε ο ένας στον άλλο· Κουράγιο, αδέρφια! Μια φορά περνάμε από τη ζωή. Μετά από λίγο όλα τελειώνουν και θα βρισκώμεθα κοντά στο Θεό. H νύχτα αυτή είναι ιστορική για ‘μας. Κουράγιο, αδέρφια! «Δριμύς ο χειμών (=σκληρό το κρύο), αλλά γλυκύς ο παράδεισος». Έτσι έλεγαν και έκαναν την προσευχή τους· Χριστέ, δος μας δύναμη. Σαράντα μπήκαμε στη λίμνη, σαράντα να βγούμε· να μη γίνει ούτε ένας προδότης!
Τότε εκεί στην παγωμένη λίμνη συνέβησαν τρία θαύματα, το ένα μεγαλύτερο από το άλλο. Το πρώτο. Ένας φύλακας, που τους φρουρούσε, ακούει από τον ουρανό ολόγλυκα τραγούδια. Έμεινε εκστατικός βλέποντας τις ουράνιες δυνάμεις, που κρατούσαν στέφανα και πλησίαζαν τους μάρτυρες. Αλλά σ’ ένα μάρτυρα ο άγγελος δεν έβαλε στεφάνι. Τί συνέβη; Αυτός δείλιασε, κάμφθηκε. Αποφάσισε να βγει από την παγωμένη λίμνη και να πάει κοντά στη φωτιά, για να ζεσταθεί. Όταν ο δήμιος είδε το στεφάνι να αιωρήται και ο μάρτυρας να λιποτακτεί, άφησε τους άλλους συστρατιώτες του στο φυλάκιο, ξεντύθηκε, και έπεσε μέσα στη λίμνη την παγωμένη λέγοντας· Κ’ εγώ είμαι Χριστιανός!
Το δεύτερο θαύμα. Το πρωί πλέον είχανε ξεψυχήσει όλοι. Κρυστάλλιασαν τα κορμάκια τους. Ένας μόνο δεν ξεψυχούσε. Κ’ εκείνη την ώρα μια γυναίκα τρέχει κοντά του. Ήταν η μάνα του. Τα κάρρα είχαν έρθει και τους βάζανε επάνω σαν σφαχτά, για να τους πάνε να τους κάψουν. H μάνα τον πήρε στην αγκαλιά της και είπε· Παιδί μου, μη χωρίσεις από τους συστρατιώτες σου· μη λείψεις κ’ εσύ από τους συντρόφους σου. Και τον σήκωσε στα χέρια και τον πήγε - πού; επάνω στο κάρρο! Ω μάνα που είχες τέτοιον ηρωϊσμό!
Τους κάψανε όλους. Και για να μη μείνουν υπολείμματα και τα πάρουν οι Χριστιανοί, ρίξανε τα λείψανά τους στο ποτάμι. Τότε έγινε και τρίτο θαύμα. Οι Χριστιανοί είδαν φως. Άστραψε το ποτάμι, σαν να πέσανε διαμάντια και σάπφειροι επάνω στα νερά. Επέπλεαν τα αποκαΐδια των μαρτύρων! Οι Χριστιανοί μαζέψανε τα άγια λείψανα, που είναι τιμιώτερα χρυσίου και αργυρίου.
Έτσι και οι 40 Μάρτυρες μπορούσαν να πουν μαζί με τον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό· «Διήλθομεν διά πυρός και ύδατος, και εξήγαγες ημάς εις αναψυχήν» (Ψαλμ. 65,12).
Δεν σας είπα, ποιά ήταν η πατρίδα των 40 Μαρτύρων. Είναι η Μικρά Ασία. H πατρίδα τους υπάρχει μέχρι σήμερα, αλλά δεν έχει επάνω στις εκκλησίες της σταυρό… Υπάρχει ακόμα η λίμνη της Σεβαστείας. Κάτοικοι της Σεβαστείας ήταν οι 40 Μάρτυρες.
Συγκρίνετε τώρα, αγαπητοί μου, τη ζωή των 40 Μαρτύρων με τη δική μας ζωή, ιδίως στην ομολογία της πίστεως. Τί θα πει ομολογία πίστεως;
δεν στοιχίζει τίποτα ο χριστιανισμός σήμερα. Δεν σημειώνουν το όνομά
σου ούτε σε απολύουν από τη θέση σου γιατί εκκλησιάζεσαι. Είστε
ελεύθεροι να πάτε στην εκκλησία. Για φανταστήτε να βγει μία διαταγή που
να λέει· Όποιος πάει στην εκκλησία θα συλλαμβάνεται… Αλλ’ έρχονται οι
ημέρες αυτές. Θα παύσει ο εύκολος χριστιανισμός, και θα ‘ρθεί ο
χριστιανισμός του αίματος. Διάλειμμα είναι αυτό. Μη γλεντοκοπάτε, μη διασκεδάζετε. Να προετοιμάζεσθε.
Τους 40 Μάρτυρες τους βάλανε στη γραμμή και τους ρωτούσαν· Τί είστε; Απαντούσαν με δύο λέξεις· «Είμαι Χριστιανός». Αυτό ακούστηκε σαράντα φορές· σαράντα κανονιές εναντίον του διαβόλου. Και τις δυο αυτές λέξεις τις πληρώσανε με το κεφάλι τους.
Τώρα
πού είναι η ομολογία της πίστεώς μας; Μας έχει βάλει ο διάβολος
λουκέττο στο στόμα και δεν ομολογούμε το Χριστό. Γι’ αυτό λέει ο Μέγας
Bασίλειος· «Ω μακάριαι γλώσσαι! Μόνο γι’ αυτές τις δύο λέξεις, «Είμαι Χριστιανός», πήγατε στον παράδεισο».
Την ώρα που οι μάρτυρες είπαν «Είμαι Χριστιανός», γίνανε τέσσερα πράγματα. Το πρώτο· πάνω στα ουράνια, κάθε φορά που ακουγόταν το «Είμαι Χριστιανός», η μουσική των αγγέλων έπαιζε το εμβατήριο· Δόξα σοι, Χριστέ, που γεννάς τέτοια παιδιά ηρωϊκά! Το δεύτερο· έσκουζε, για να μιλήσω πιό απλά, έσκουζε ο διάβολος. Ήθελε να τους πιάσει στο δίχτυ του φόβου, αλλά δεν μπόρεσε. Το τρίτο· ένας άγγελος έγραφε τα ονόματά τους στο βιβλίο των ομολογητών της πίστεως, που απ’ έξω γράφει· «Πας όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ εν αυτώ έμπροσθεν του πατρός μου του εν ουρανοίς» (Ματθ. 10,32). Και το τελευταίο· μόλις είπανε «Είμαι Χριστιανός», καθάρισε ο αέρας. Τί θα πει αυτό; Ότι με τα πόδια μας βρωμίζουμε τη γη, με τα χέρια μας κάνουμε τα αίσχη, κ.τ.λ.· όταν λοιπόν η γλώσσα πει «Είμαι Χριστιανός», με την ομολογία γίνεται κάθαρσις.
Όλοι πρέπει να υποστούμε την κάθαρση. Όλοι πρέπει να περάσουμε από τον Iορδάνη της μετανοίας.
Στους έσχατους καιρούς λίγοι δυστυχώς θα μετανοούν. Θα γίνει σπάνιο πράγμα τότε ο πιστός. Πιο εύκολο πράγμα θα είναι να βρεις διαμάντια παρά να βρεις πιστό Χριστιανό. Ναί, το είπε ο Χριστός· «Αν έρθω», λέει, «άλλη μιά φορά, άραγε θα βρω την πίστι επί της γης ;» (βλ. Λουκ. 18,8).
Πότε θα έρθει ο Χριστός; Δεν ξέρουμε πότε. Ξαφνικά σάλπιγγα ουράνιος θα σείσει τα πάντα. Θα λάμψει ο τίμιος σταυρός. Θα παρουσιασθεί ο Εσταυρωμένος για να δικάσει τη γη. Να δικάσει τους βασιλείς, τους δικαστάς, τους γιατρούς, τους ιερείς, τους επισκόπους, τους πάντας. Θα έρθει ο Κύριος όχι πλέον ως νήπιο, όχι ως εσταυρωμένος. Και τότε ενώπιόν του «παν γόνυ κάμψει» (Φιλιπ. 2,10). Κάθε γόνατο θα γονατίσει, και κάθε καρδιά θα κλάψει, και κάθε γλώσσα θα ψάλει και θα πει· «Είς άγιος, εις» «Κύριος Iησούς Χριστός εις δόξαν Θεού πατρός» (ε.α. 2,11). Αμήν.
† επίσκοπος Αυγουστίνος
αίθουσα συλλόγου «40 Μάρτυρες» Κοζάνης, παραμονή της εορτής 8-3-1964
αίθουσα συλλόγου «40 Μάρτυρες» Κοζάνης, παραμονή της εορτής 8-3-1964