Φυλᾶνε κατακόμβες, κρησφύγετα, κρυφὰ σχολειά, τόπους λατρείας, βημόθυρα, θεμέλιους λίθους ναῶν…
Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο τῆς Μαρίας Μουρζᾶ “Ἐν μέσω κρίσης”.
Καὶ ξαφνικὰ ἕνα πρωὶ βρεθήκαμε νὰ ἐπιλέγουν ἄλλοι γιά μας. Νὰ ἀποφασίζουν ἄλλοι γιά μας. Νὰ νοιάζονται νὰ ἐκσυγχρονίσουν ὄχι τὴ ζωὴ ἀλλὰ τὸ θάνατό μας. Ξαφνικὰ ἕνα πρωὶ βρεθήκαμε ὑπὸ ζυγόν, περικυκλωμένοι ἀπὸ “σωτῆρες” ποὺ ψάχνουν μὲ σπουδὴ νὰ βροῦν τρόπους ἐξόντωσης... ὥστε ἀπὸ τὴν κατηγορία τῶν ὄντων νὰ περάσουμε σὲ κείνη τῶν μὴ ὄντων. Τῶν ἀπαθῶν καὶ ἀνέραστων καὶ ἄβουλων πλασμάτων, ποὺ πρῶτα τὰ τρομοκρατεῖς καὶ μετὰ τὰ μεταχειρίζεσαι καὶ τὰ διαχειρίζεσαι ὅπως θέλεις. Ξαφνικὰ χωρὶς νὰ ἀκουστοῦν ἔκτακτα δελτία εἰδήσεων, χωρὶς νὰ φανοῦν ἐχθροί, χωρὶς ὑποψία πολέμου, διαπιστώσαμε ὅτι εἴμαστε ὑπὸ κατοχή. Εἶχαν ἐπιλέξει γιὰ μας τὸν ἀργὸ θάνατο.
Εἶχαν ἐπιλέξει γιὰ μας μία σωρεία ἐντολῶν, ἀπειλῶν, συμβιβασμῶν, περικοπῶν πάσης φύσεως, ἱκανῶν νὰ πλήξουν ἀποτελεσματικὰ τὸ κέντρο τῆς ζωῆς, δηλαδὴ τὴν Καρδιά μας. Ἔτσι ἔγινε: ἕνα πρωὶ μὲ ἑωσφορικὴ ἀλαζονεία μᾶς φορέσανε τὸ ἑωσφορικὸ σχέδιο: ἀπὸ τὴν τάξη τῶν ὑγιῶν νὰ περάσουμε στὴν ἄλλη, τῶν κλινικὰ νεκρῶν. Ἔτσι τοὺς βόλευε: κλινικὰ νεκροὶ οἱ πολίτες, κλινικὰ νεκρὴ ἡ χώρα, Καὶ ἡ ζωή μας στὰ σκοτεινὰ σκοτεινιασμένη, στὰ …εὐτελῆ ἐξευτελισμένη! Κι ἐμεῖς φοβισμένοι καὶ μουγγοί…
Νὰ τρῶμε χῶμα καὶ νὰ δοξάζουμε αὐτοὺς ποὺ μας ἑξασφαλίζουν τὸ ἔδεσμα, χῶμα χωρὶς οὐρανό, χῶμα ἕως θανάτου. Αὐτὸς ἦταν ὁ στόχος: ἡ ζωή μας κάτω ἀπὸ τὸ χῶμα! Ἐκεῖ τὴν ὁδηγοῦν καὶ περιμένουν χαιρέκακα τὴν ἕκ τοῦ φόβου γενικὴ παραλυσία, τὴν ἐκ τοῦ φόβου πλήρη ἀδράνεια, τὴν ἐκ τοῦ φόβου ὑποταγή. Εἶναι ἀλήθεια ὅτι περάσαμε ἕνα σόκ. Ὅμως λειτούργησε γρήγορα ὁ νοῦς, ὁ μέσα νοῦς. Κι ἀνοίξαμε τὰ μάτια, τὰ μέσα μάτια: Ποιὸς νὰ φοβηθεῖ; Καὶ γιατί νὰ φοβηθεῖ;
Οἱ “σωτήρες” μας δὲν ξέρουν τὴν ἀληθινὴ καταγωγή μας. Δὲν ξέρουν ὅτι εἴμαστε ἀπὸ κείνη τὴ γενιὰ τῶν ἀθανάτων, ποὺ τὸ χῶμα δὲν τὸ λέει χῶμα, ποὺ τὸ χῶμα δὲν τὸ λέει μνῆμα. Εἴμαστε ἀπὸ κείνη τὴ γενιὰ ποὺ τὸ λέει Μήτρα: Τὰ δικά μας τὰ χώματα γεννάνει καὶ γεννοβολᾶνε καὶ βλαστάνουν ζωὴ ἰσχυρότερη ἀπὸ τὴν πρώτη ἱκανὴ νὰ τινάξει στὸν ἀέρα ὅλες τὶς ταφόπετρες ποὺ βάλαν στὰ κεφάλια μας οἱ εὐροφαρισαῖοι καὶ οἱ εὐροϋποκριτές.
Οἱ “σωτῆρες” μας δὲν ξέρουν ὅτι γιὰ μᾶς τὸ χῶμα ἔχει φωνή. Γιὰ μᾶς τὸ χῶμα ἔχει ψυχή… Μιλάει… Κλαίει… Ἐξιστορεῖ τὴν ἀληθινή μας ἱστορία. Ἐξιστορεῖ πὼς γίναν τὰ βουνὰ καὶ πὼς μείναν ἀδούλωτα. Μὲ πόσα δάκρυα καὶ αἵματα! Οἱ “σωτῆρες” μας δὲν ξέρουν ὅτι τὰ δικά μας χώματα εἶναι ζωντανά. Φυλᾶνε κατακόμβες, κρησφύγετα, κρυφὰ σχολειά, τόπους λατρείας, βημόθυρα, θεμέλιους λίθους ναῶν, ἀνώνυμους ἥρωες, ἀνώνυμους μάρτυρες, ἅγια σώματα ποὺ μυροβλύζουν, ἅγια λείψανα ποὺ θεραπεύουν.
Ἐμεῖς δὲν τὰ λέμε χώματα αὐτά. Τὰ λέμε προζύμι! Πού σου ἐνεργοποιεῖ ὅλο τὸ φύραμα πού σου εὐωδιάζει ὅλο τὸ φύραμα, πού σου ἁγιάζει, ποὺ ἀπὸ κεῖ τρῶνε καὶ θὰ τρῶνε οἱ ἐπερχόμενες γενιές καὶ θὰ ἀθανατίζονται: Θὰ ξέρουν δηλαδὴ ὅτι ἀπὸ τὸν Θεὸ ἦρθαν καὶ στὸ Θεὸ πηγαίνουν καὶ τὸν Θεὸ μόνο προσκυνοῦν! Αὐτὸς ἦταν ὁ στόχος: ἡ ζωή μας κάτω ἀπὸ τὸ χῶμα! Ὅμως ποιὸς νὰ φοβηθεῖ; Καὶ γιατί νὰ φοβηθεῖ;
Οἱ “σωτῆρες” μας δὲν ξέρουν ὅτι εἴμαστε ἀπὸ κείνη τὴ γενιὰ τῶν ἀθανάτων, ποὺ βγαίνει ζωντανῆ ἀπὸ τὶς συμφορές, γιατί ξέρει νὰ μετανοεῖ, γιατί ξέρει νὰ ὁμολογεῖ: ἔφταιξα καὶ ξαναρίζω πάλι. Οἱ “σωτῆρες” μας δὲν ξέρουν ὄτι ὁ ἐνταφιασμός μας δὲ συνεπάγεται τὸ θάνατό μας. Εἴμαστε ἀπὸ κείνη τὴ γενιὰ ποὺ δὲν πεθαίνει, ὅταν ἐνταφιάζεται!
Ὁ ἐνταφιασμός μας δὲν εἶναι τέλος, εἶναι ἀρχή. Κυοφορία εἶναι… προσμονὴ ἐπερχόμενης ἄνοιξης… Προσδοκία ζωῆς ἀθανάτου! Τὰ δικά μας χώματα εἶναι ζυμωμένα μὲ οὐρανό. Εἶναι ραντισμένα μὲ ἁγιασμό. Καὶ γι’ αὐτὸ δὲν πέθαιναν τοὺς ζωντανούς. Ζωντανεύουν τοὺς νεκροὺς Φυτεύεις σπόρο καὶ πάιρνεις δέντρο! Δύει ἕνας καὶ ἀναδύεται Ἔθνος!
Ἡ ζωή μας κάτω ἀπ’ τὸ χῶμα! Τὸ τοῦνελ ποῦ μᾶς βάλανε ἀλλοῦ θὰ μᾶς βγάλει… Διαμετρικὰ ἀλλοῦ! Δὲν τὸ φαντάζονται ὅμως. Γιατί δὲν ξέρουν πόσο ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ σπίθα ποὺ φυλάγεται ἀθόρυβα κάτω ἀπ’ τὴ στάχτη! Γιατί δὲν ξέρουν πόσο πανίσχυρη εἶναι ἡ ἄνοιξη ποὺ κυοφορεῖται ἀθόρυβα κάτω ἀπ’ τὰ μάρμαρα! Δὲν ὑπάρχει περίπτωση: εἴτε ἀρέσει, εἴτε δὲν ἀρέσει, θὰ ραγίσει τὸ μάρμαρο ραγίσματα χίλια καὶ ἡ ἄνοιξη θά ‘ρθει!
Θ’ ἀνατείλει ὁ ἥλιος ἀπ’ τὰ Χώματα! Καὶ θὰ μάθουν αὐτοὶ ποὺ δὲν ξέρουν ὅτι δὲν μποροῦν νὰ διαφεντέψουν τὴ ζωὴ λαοῦ ἀπροσκύνητου! Δὲν μπροοῦν νὰ σκοτώσουν τὴν ψυχὴ λαοῦ ἀπροσκύνητου! Ὅ,τι κι ἂν κάνουν δὲν μποροῦν νὰ πειράξουν τὴν ψυχή μας! Θὰ τὸ μάθουν κι αὐτοὶ ὅλοι ποὺ δὲν ξέρουν πόσο ἀλώβητος ὁ ἄνθρωπος ὁ βαπτισμένος εἰς τὸ ὄνομα τῆς Ἁγία Τριάδος
Ἡ ζωὴ μας ἀνδρώνεται στὰ δύσκολα! Ἡ ζωὴ μας φωτίζεται στὰ σκοτεινά! Ἡ ζωή μας μεγαλύνεται στὰ ἀντίξοα! Καὶ ποιὸς θὰ φοβηθεῖ; Καὶ γιατί νὰ φοβηθεῖ;