Τρίτη 5 Σεπτεμβρίου 2023

Η πιο επική στιγμή του Μέγα Αλέξανδρου

Οι μεγαλύτεροι Βασιλιάδες που έγραψε η ιστορία ήταν Έλληνες


Περὶ τῆς Ἀλεξάνδρου τύχης ἢ ἀρετῆς – Λόγος Β΄
-Πλούταρχος

Το τρομερό άλμα του Αλεξάνδρου στη χώρα των Οξυδρακών, απίστευτο για όσους το άκουσαν και φοβερό για όσους το είδαν. Όταν ανέβηκε τα τείχη και ρίχτηκε μέσα στους εχθρούς , που τον υποδέχτηκαν με δόρατα , βέλη και γυμνά ξίφη, με τι μπορεί κάποιος να παρομοιάσει, παρά με του κεραυνού που ξεσπά και αστράφτει μέσα στη θύελλα, έτσι έμοιαζε ο Αλέξανδρος. Οι εχθροί έμειναν κατάπληκτοι και τρομοκρατημένοι και οπισθοχώρησαν τρέμοντας, μετά όμως, διαπίστωσαν ότι ήταν ένας που επιτίθονταν σε πολλούς. Ο Αλέξανδρος είχε πηδήξει το τείχος μόνος του, ενώ ο στρατός του και οι ορκωτοί του συμμαθητές πολιορκούσαν απ’ έξω. Ενώ οι άνδρες του έτρεξαν να βοηθήσουν και ν’ ανέβου τα τείχη, τα στηρίγματα έσπασαν και διέλυσαν τις σκάλες τους. Τρείς στρατιώτες κατάφεραν να πιαστούν και να μπουν μέσα δίπλα στον Αλέξανδρο , τα βέλη όμως τους σκότωσαν αμέσως. Τελικά έμεινε μόνος και αβοήθητος. Τι συνέβη όμως και ποιο ήταν το κατόρθωμα της Τύχης του Αλεξάνδρου που βρισκόταν σε μια βαρβαρική περιοχή, μέσα στα τείχη μιας άγνωστης πολίχνης όπου κινδύνευε να πέσει νεκρός ψάχνοντας τον κυρίαρχο της οικουμένης; Χτυπήθηκε στο κεφάλι στην αρχή απο τσεκούρι μέσα απο το κράνος και κάποιος του έριξε βέλος τρυπώντας του τον θώρακα. Το βέλος χώθηκε σταθερά στα οστά γύρω απο τον μαστό, ενώ το στέλεχος εξείχε και τον ενοχλούσε, και το σίδερο της αιχμής είχε τέσσερα δάχτυλα πάχος και πέντε μήκος.

Ο μεγαλύτερος από τους κινδύνους που αντιμετώπισε ο Αλέξανδρος, ήταν ότι, καθώς υπερασπιζόταν τον εαυτό του απέναντι σε εκείνους που του επιτίθονταν από μπροστά, αυτός που τον χτύπησε τόλμησε να τον πλησιάσει κρατώντας ξίφος, αλλά ο Αλέξανδρος πρόλαβε να τον χτυπήσει με το μαχαίρι του και τον σκότωσε. Την ώρα που συνέβαιναν αυτά, κάποιος βγήκε από ένα μύλο και τον χτύπησε στον αυχένα με ρόπαλο από πίσω. Το χτύπημα αυτό, θόλωσε τις αισθήσεις του και έχασε το φως του. Η Αρετή όμως βρισκόταν κοντά του και έδωσε σε αυτόν τόλμη και στους συντρόφους του δύναμη και ζήλο. Οι ορκωτοί συντρόφοι του, ορκισμένοι να τον προσέχουν απο όταν ήταν ακόμα νεαροί στην Μίεζα, τον είδαν! Άνθρωποι δηλαδή όπως ο Λιμναίος, ο Πτολεμαίος και ο Λεοννάτος και όσοι υπερπηδώντας το τείχος ή γκρεμίζοντάς το, στάθηκαν εμπρός του, αποτέλεσαν ένα «τείχος αρετής», εκθέτοντας στον κίνδυνο τα σώματά τους, τα πρόσωπά τους και τις ζωές τους, από την αφοσίωση και την αγάπη τους στον βασιλιά. Δεν οφείλεται βέβαια στην τύχη το ότι οι σύντροφοι ενός καλού βασιλιά πεθαίνουν ή κινδυνεύουν για λογαριασμό του με την θέλησή τους, αλλά στον έρωτα για την αρετή, όπως ακριβώς συμβαίνει με τις μέλισσες, που πλησιάζουν και πλαισιώνουν την βασίλισσά τους, οδηγημένες από την αγάπη τους για αυτήν. Θα μπορούσε όμως να υπάρχει κάποιος από τους παραβρισκόμενους, που παρακολουθούσε την μάχη χωρίς να κινδυνεύει, που δεν θα έλεγε ότι παρακολουθεί την μεγάλη μάχη της Τύχης εναντίον της Αρετής, και ότι το βαρβαρικό στοιχείο επικρατεί παρά την αξία του, λόγω της Τύχης, ενώ το Ελληνικό αντέχει πάνω από τις δυνάμεις του, λόγω της Αρετής; Στην περίπτωση λοιπόν που επικρατούσαν οι βάρβαροι, δεν θα έλεγε ότι πρόκειται για έργο της Τύχης και κάποιου φθονερού δαίμονα ή της Νέμεσης, ενώ αν νικούσαν οι Έλληνες, ότι το νικητήριο τρόπαιο κέρδισαν η Αρετή, η Τόλμη η Φιλία και η Πίστη; Αυτά και μόνο διέθετε ο Αλέξανδρος, γιατί κατά το παραπάνω γεγονός η Τύχη παρενέβαλε τείχος, ανάμεσα σε εκείνον και στις υπόλοιπες δυνάμεις και τα εφόδιά του, στους στόλους, τα άλογα και τα στρατόπεδα. Τελικά οι Μακεδόνες νίκησαν τους βάρβαρους και όταν εκείνοι έπεσαν κατέστρεψαν ολοκληρωτικά την πόλη τους.

Το γεγονός αυτό όμως δεν βοήθησε τον Αλέξανδρο, (που είχε τραυματιστεί). Μεταφέρθηκε αμέσως από το πεδίο της μάχης, ενώ το στέλεχος του βέλους που τον τραυμάτισε, βρισκόταν ακόμα μέσα στα σπλάχνα του και ήταν σαν δεσμός και καρφί που στερέωνε τον θώρακα με το σώμα του. Προσπάθησαν να τραβήξουν το βέλος με δύναμη από την ρίζα του τραύματος, αλλά το σίδερο δεν υπάκουσε, καθώς ήταν στερεωμένο στο οστέινο μέρος μπροστά από την καρδιά. Δεν τόλμησαν να πριονίσουν το μέρος του βέλους που εξείχε, επειδή φοβόταν μήπως διαλυθεί το κόκαλο από τον κραδασμό και του προκαλέσει αφόρητους πόνους και μήπως αιμορραγήσει το εσωτερικό του σώματός του. Όταν όμως ο Αλέξανδρος αντιλήφθηκε τη σύγχυση και τους δισταγμούς τους, προσπάθησε ο ίδιος να κόψει με το μαχαίρι του το βέλος, σύριζα στον θώρακα. Το χέρι του όμως ήταν αδύναμο, καθώς το βάραινε η νάρκη από την φλεγμονή του τραύματος.

Κορόιδευε κάποιους που έκλαιγαν και δεν μπορούσαν να συγκρατηθούν, και τους άλλους που δεν είχαν το θάρρος να τον βοηθήσουν τους έλεγε λιποτάκτες. Φώναζε μάλιστα στους συντρόφους του:
«Κανείς σας να μην δειλιάσει, έστω κι αν πρόκειται για μένα. Δεν θα με πιστέψουν ότι δεν φοβάμαι τον θάνατο, αν εσείς φοβάστε για τον δικό μου θάνατο».

πηγή

Τα θυμάσαι τα αδέρφια σου;

Έχουμε να γράψουμε ιστορία ακόμη...