Ένα απόγευμα καθόταν στο μπαλκόνι κοιτάζοντας προς την θάλασσα ο Γέρο Γελάσιος. Είχε εκπλαγεί από την φανταστική ομορφιά της Δημιουργίας του Θεού και αναφωνούσε: Τί ωραία είναι τα πάντα μπροστά μου, η θάλασσα, ο ουρανός, τα δάση, τα πουλιά, τα λουλούδια!! Γιατί Χριστέ μου έφτιαξες ένα τέτοιο θαυμαστό κόσμο;
Και άκουσε φωνή να του λέγει δυνατά; Για σ'ένα τα έφτιαξα Γέροντα.
Και αμέσως Ο παππούς τον ερώτησε: Και εγώ τι να κάνω για Σένα, Χριστέ μου;
Να με αγαπάς σαν Πατέρα και να μέ φοβάσαι σαν Θεό".
Ο Γέρο Αντώνιος έφθασε στα 87 και στενοχωριόταν διότι δέν μπορούσε να κάνει τον κανόνα της προσευχής του. Ένα βράδυ ξαπλωμένος και άρρωστος έκλαιγε με το πρόβλημά του.
Και τότε άκουσε από την οροφή μία δυνατή φωνή: "Δεν θέλω Γέροντα τώρα την προσευχή σου, αλλά την υπομονή σου".
Άλλος γέροντας πού τώρα κοιμήθηκε μου είπε: Σαν νέος μοναχός είχα πόθο να γίνω παππάς, όπως εγένοντο και άλλοι. Έκλαιγα γιατί πέρασε η σειρά μου και έγιναν νεώτεροι από μένα. Οπότε ένα μεσημέρι ακούω στα αυτιά μου μία βροντερή φωνή: "Εσύ δεν θα γίνης ιερεύς".
Ένας νέος υποτακτικός έγινε παππάς και στην πρώτη Λειτουργία του ντρεπόταν να ευλογήσει τον Γέροντα του πού στεκόταν έξω στο στασίδι του με τούς άλλους μοναχούς. Τότε άκουσε μία φωνή πού του είπε δυνατά: Δεν ευλογείς εσύ. Εγώ ευλογώ".
Άλλος παππούς υπέφερε από πόνους στην ωμοπλάτη του. Παρακαλούσε τον Άγιο Λουκά της Κριμαίας Ρωσσίας. Εκείνος ήλθε και του είπε: Εγώ θέλω να σε θεραπεύσω, αλλά δεν με αφήνει ο Χριστός. Και μου είπε να σου ειπώ να κάνεις υπομονή".
Άλλος έκλαιγε με την αρρώστια του και τότε άκουσε φωνή να του λέγει: Δεν θα σε κάνω καλά, αλλά δεν θα πονάς πολύ. Κάνε υπομονή για να σωθείς.
Άλλος μοναχός περπατούσε για τις Καρυές να κάνει μία υπακοή του Γέροντά του. Στον δρόμο τον έπιασαν λογισμοί ότι ταλαιπωρείται στα βουνά και.μονοπάτια του Όρους. Θα ήταν καλύτερα να ζούσε έξω με οικογένεια. Και τότε άκουσε φωνή δυνατή από τον ουρανό: Όποιος υπομένει τον ζυγόν της υπακοής όχι μόνο θα σωθη, αλλά θα στεφανωθεί με μαρτυρικό στεφάνι".
Να έχουμε τις ευχές τους
πηγή