π. Στεφάνου Αναγνωστοπούλου
Βρισκόμαστε αδελφοί μου στα σκληρά χρόνια της Σταλινικής δικτατορίας, όπου οι διωγμοί εναντίον των χριστιανών και η αθεΐα έπαιρνε τρομακτικές διαστάσεις με συνέπεια, να καταστρέφονται και να κολάζονται εκατομμύρια ψυχές.
Ο Πατήρ Δημήτριος Ντούτκο, ιερεύς και πρωτοπρεσβύτερος της εποχής εκείνης, ο οποίος ήτο απτόητος μπροστά σε όλους αυτούς τους διωγμούς, όπου συνεχώς εδιώκετο και προπηλακίζετο ποικιλοτρόπως, κάποτε στο πολυπληθές εν κρυπτώ ακροατήριό του, διηγήθηκε την εξής ιστορία.
Είναι μεσάνυκτα, περιγράφει, κάποιος κτυπάει την πόρτα μιας εκκλησίας, από τις λίγες που είχαν απομείνει από την μανία της Γκα-Κε-Πέ. Ύστερα από λίγο, ανοίγει ο ιερεύς την πόρτα και βλέπει μπροστά του μια γριούλα, η οποία του ζήτησε να πάει να κοινωνήσει έναν άρρωστο. Χωρίς δισταγμό, ο παππούλης εκείνος ετοιμάστηκε, και βγήκε μαζί της. Εκείνη μπροστά και αυτός από πίσω με τα Τίμια Δώρα στα χέρια, με κάθε δυνατή προφύλαξη διότι ο κίνδυνος ήτο μεγάλος. Έτσι πλησίασαν σε ένα φτωχικό σπιτάκι, η γριούλα ανοίγει την πόρτα και από τον διάδρομο μπάζει τον ιερέα σε ένα δωμάτιο. Και ξαφνικά ο παππούλης βρίσκεται μόνος, με μόνον τον άρρωστο. Ο άρρωστος τον βλέπει και αμέσως με χειρονομίες και φωνές, άρχισε να βρίζει και να τον διώχνει.
«Φύγε από δω ρε τράγο, ποιος σε κάλεσε, ποιος σε φώναξε, εγώ είμαι άθεος, δεν πιστεύω σε τίποτα, και άθεος θέλω να πεθάνω».
Ο καημένος ο παππούλης τά ’χασε.
«Μα δεν ήρθα μόνος μου», του είπε.
«Μια γριούλα με εκάλεσε, και με έφερε μέχρι εδώ, μέχρι εδώ σε σένα».
«Ποια γριά», του λέει, «εγώ δεν ξέρω καμιά γριά».
Εκείνη τη στιγμή πέφτουν τα μάτια του ιερέως πάνω από το κρεβάτι του αρρώστου σε μια κορνίζα όπου υπήρχε μια φωτογραφία. Η φωτογραφία της γυναίκας, της γριούλας που τον κάλεσε, αλλά σε μια λίγο νεώτερη ηλικία.
«Να αυτή», του λέει, «αυτή με κάλεσε».
«Ποια αυτή», του λέει, «ξέρεις τι λες μωρέ παπά; Αυτή έχει πεθάνει εδώ και χρόνια και είναι η μάνα μου».
Για μια στιγμή πάγωσαν και οι δύο, και τους κατέλαβε δέος. Και αμέσως μετά ο άρρωστος άρχισε να κλαίει με λυγμούς. Και αφού έκλαψε, έκλαψε, έκλαψε για πολλή ώρα, μέσα του γέμισε φως, φως μετάνοιας και φως ελπίδος και σωτηρίας.
Και φώναξε:
«Πιστεύω, πιστεύω τώρα και θέλω να εξομολογηθώ, όλα τα κρίματά μου, τα εγκλήματά μου, τους φόνους μου, τις ιεροσυλίες μου, τις βρωμιές μου, τις ανηθικότητές μου, τα πάντα. Και έτσι μέσα στο κρεβάτι, εκεί της βαρειάς του αρρώστιας και μέσα από λυγμούς και κλάματα πολλά, εξομολογήθηκε όλα τα κρίματά του.
Και ύστερα από λίγο αφού του διάβασε ο ιερεύς την συγχωρητική ευχή κοινώνησε και των Αχράντων Μυστηρίων.
Την άλλη μέρα πέθανε.
Η μητέρα του όμως, η μάνα του, φρόντισε και απ’ τον ουρανό να του δείξει τον δρόμον της σωτηρίας. Τον σπόρο του λόγου του Θεού, που τον είχε σπείρει στην παιδική του ψυχούλα, τότε που ήταν μικρό παιδάκι. Η ευλογημένη αυτή μάνα, με την ουράνια αυτή παρουσία της, αυτόν τον λόγον, στην παιδική ψυχούλα, τον έκανε ετούτη τη στιγμή δένδρο σωτηρίας.
Αυτό μας είπε και σήμερα ο λόγος του Θεού. Ό,τι σπέρνουμε, αυτό και θερίζουμε. Και Ό,τι σπέρνουμε στις παιδικές ψυχούλες των παιδιών μας, αλλά και σε κάθε ψυχή, αυτό και θα θερίσουμε.
Έστω και αν παρουσιάζεται προσωρινά κάποια σκληρότητα και από γρανίτη γη, στην καρδιά των ανθρώπων.
Ποιος ξέρει πότε μπορεί να γίνει αυτός ο σεισμός, και να ανοίξει μια χαραμάδα για να μπει ο σπόρος του Θεού μέσα στις ψυχές μας;
Αλλά ο λόγος όμως του Θεού, ο αγνός και καθαρός σπέρνεται από το αγιασμένο παράδειγμά μας, γιατί λόγια λέμε πολλά, και μεις οι παπάδες λέμε λόγια πολλά και κάνομε και ωραιότατα κηρύγματα, και σκλαβώνουμε και το πλήθος, και κρέμονται από τα χείλη μας, και μας λένε «ν’ αγιάσει το στοματάκι μας». Αλλά το είπε και το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα, η παραβολή, ότι ύστερα από λίγο μη έχοντες ικμάδα θα φύγει ο λόγος, και θα μείνει άχρηστος, άσπορος, άδενδρος, άκαρπος, τίποτα δεν θα ’χει μέσα.
Έσπειρε ο Κύριος τον λόγον του Θεού, και μετεβλήθησαν οι ψαράδες σε αλιείς ανθρώπων, σε κήρυκας του Ευαγγελίου, σε αποστόλους…
Σπείρεται ο λόγος του Θεού και γεμίζει η έρημος, και γεμίζουν οι τρύπες της γης, τα βουνά και τα δάση, και οι σπηλιές της γης από χιλιάδες χιλιάδων οσίων Πατέρων…
Σπείρεται ο λόγος του Θεού και γεννά εκατομμύρια από μάρτυρες, μεγαλομάρτυρες, ομολογητές και νεομάρτυρες. Και το απίστευτο. Γέννησε και παιδομάρτυρες.
Έχουμε λοιπόν και μέσα στον κόσμο, ακόμα και στην εποχή μας, κάθε κοινωνικής τάξεως και επαγγέλματος, πάσης ηλικίας και μορφώσεως, άντρες γυναίκες και παιδιά, που δίνουν τον καλό τους τον αγώνα και αγιάζουν μέσα απ’ αυτόν.
Ναι αδελφοί μου, πλήθος αγίων γεννά κάθε μέρα ο λόγος του Θεού.
Κατ’ εξοχήν όμως ο Ευαγγελικός λόγος, ανέδειξε αγίους μοναχούς, ασκητάς, ησυχαστάς, ερημίτας, κελιώτας ακόμα και κοινοβιάτας.
Πάντοτε όμως ο λόγος του Θεού, θα γεννά και αγίους κληρικούς παντός βαθμού, διακόνους, πρεσβυτέρους, απλούς λεβήτας ενοριών, χωριών, πρεσβυτέρους, και νήσων, όπως και επισκόπους.
Γεννά ο λόγος του Θεού και μέσα από τους κεκοιμημένους, τους πεθαμένους, γονείς ή και παιδιά, που συνταράσσουν τις κοιμισμένες συνειδήσεις μας από τις σωτήριες ουράνιες επεμβάσεις τους, όπου προσφέρουν ζωντανά και παραστατικά, ή την φρίκη της κολάσεως ή την ωραιότητα και το κάλος του Παραδείσου και της Βασιλείας των Ουρανών.
Κυριακή Δ’ Λουκά: παραβολήν του Σπορέως, 15.10.2006, 194-α
***
Παραβολή του σπορέως (Λουκ η΄5-15)- απόσπασμα
Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh)
29 Οκτωβρίου 1989
Πόσο οικεία, και πόσο απλή μας φαίνεται η σημερινή Παραβολή του σπόρου και του σπορέως• και όμως πόσο σχετική είναι με μας, πόσο περισσότερο θα πρέπει να την σκεφτούμε…
Τι συμβαίνει με μας, δεχόμαστε το μήνυμα και αυτό καρποφορεί μέσα μας;
Πως μπορεί το μήνυμα να μας αγγίξει; Θυμάμαι έναν Ρώσο ιερέα να μου λέει• «μελετώ καθημερινά το Ευαγγέλιο και πολύ σπάνια η ζωή μου ανταποκρίνεται σ’ αυτό. Αλλά το μελετάω καθημερινά γιατί δεν γνωρίζω ποτέ κατά πόσο σήμερα, αύριο ή κάποια άλλη ημέρα θα είμαι η άγονη πλευρά του δρόμου ή τα αγριόχορτα, κατά πόσο τούτος ο λόγος θα πέσει σε ένα μικρό κομμάτι γης μέσα μου, ικανό να τον δεχτεί και να φέρει καρπούς».
Δεν είναι τόσο απλό, τόσο ενθαρρυντικό; Όλοι μας βρισκόμαστε και στις τρεις περιπτώσεις που περιγράφονται στην παραβολή του Ευαγγελίου• αλλά εάν δώσουμε μια ευκαιρία στον Κύριο που μιλάει, στον Κύριο που διαβαίνει από την ζωή μας, που κρούει την πόρτα της καρδιάς μας – από καιρό σε καιρό θα δεχτούμε το μήνυμα με χαρά• με τον καιρό, θα φθάσει στο βάθος της καρδιά μας, στον πυρήνα της ζωής μας και θα είναι η απάντηση που θα την αλλάξει.
Επομένως, ας ακούμε μέρα με τη μέρα τα λόγια του Ευαγγελίου• ας ακούμε τη φωνή της συνείδησής μας, ας ακούμε τι μας λέει ο βαθύτερος εαυτός μας για την ζωή, την αλήθεια, την πραγματικότητα• και από καιρό σε καιρό, θα έχουμε το γόνιμο έδαφος που να μπορεί να φέρει καρπούς.
Αυτή η παραβολή, η τόσο απλή, η τόσο ξεκάθαρη, αν μοναχά την εφαρμόσουμε, μπορεί να είναι το ξεκίνημα μιάς νέας ζωής. Αμήν. http://www.agiazoni.gr/article.php?id=71302931544587870664
Η Ευαγγελική περικοπή της Θείας Λειτουργίας.
Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον Κεφ. Η. 5 – 15
Είπεν ο Κύριος την παραβολήν ταύτην. Εξήλθεν ο σπείρων του σπείραι τον σπόρον αυτού. και εν τω σπείρειν αυτόν ο μέν έπεσε παρά την οδόν, και κατεπατήθη, και τα πετεινά του ουρανού κατέφαγεν αυτό, και έτερον έπεσεν επι την πέτραν, και φυέν εξηράνθη δια το μή έχειν ικμάδα, και έτερον έπεσεν εν μέσω των ακανθών, και συμφυείσαι αι άκανθαι απέπνιξαν αυτό. και έτερον έπεσεν εις την γήν την αγαθήν, και φυέν εποίησε καρπόν εκατονταπλασίονα. ταύτα λέγων εφώνει, ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω. Επηρώτων δέ αυτόν οι μαθηταί αυτού λέγοντες, τίς είη η παραβολή αύτη; ο δέ είπεν, υμίν δέδοται γνώναι τα μυστήρια της βασιλείας του Θεού, τοις δέ λοιποίς εν παραβολαίς, ίνα βλέποντες μή βλέπωσι, και ακούοντες μή συνιώσιν. έστι δέ αύτη η παραβολή. Ο σπόρος εστίν ο λόγος του Θεού, οι δέ παρά την οδόν εισίν οι ακούσαντες, είτα έρχεται ο διάβολος και αίρει τον λόγον από της καρδίας αυτών, ίνα μή πιστεύσαντες σωθώσιν. οι δέ επι της πέτρας, οι όταν ακούσωσι, μετά χαράς δέχονται τον λόγον, και ούτοι ρίζαν ουκ έχουσιν, οι προς καιρόν πιστεύουσι, και εν καιρώ πειρασμού αφίστανται. το δέ εις τας ακάνθας πεσόν, ούτοί εισίν οι ακούσαντες, και υπό μεριμνών και πλούτου και ηδονών του βίου πορευόμενοι συμπνίγονται και ου τελεσφορούσι. το δέ εν τη καλή γή, ούτοί εισίν οίτινες εν καρδία καλή και αγαθή ακούσαντες τον λόγον, κατέχουσι και καρποφορούσιν εν υπομονή. Ταύτα λέγων εφώνη΄ ο έχων ώτα ακούειν, ακουέτω.
Απόδοση:
Είπεν ο Κύριος αυτή την παραβολή: «Βγήκε ο σποριάς για να σπείρει το σπόρο του΄ καθώς έσπερνε, μερικοί σπόροι έπεσαν στο δρόμο, όπου καταπατήθηκαν, και τους έφαγαν τα πουλιά. Άλλοι έπεσαν στις πέτρες και, όταν φύτρωσαν, ξεράθηκαν, γιατί δεν είχε υγρασία. Άλλοι σπόροι έπεσαν ανάμεσα σε αγκάθια και, όταν αυτά φύτρωσαν μαζί τους, τους έπνιξαν. Άλλοι όμως έπεσαν στο γόνιμο έδαφος, φύτρωσαν κι έδωσαν καρπό εκατό φορές περισσότερο». Αφού τα είπε όλα αυτά, πρόσθεσε με έμφαση: «Όποιος έχει αυτιά για ν’ ακούει, ας τα ακούει». Οι μαθητές του τότε τον ρωτούσαν: «Τι σημαίνει η παραβολή αυτή;» Εκείνος τους απάντησε: «Σ’ εσάς έδωσε ο Θεός να γνωρίσετε τα μυστήρια της βασιλείας του, ενώ στους υπόλοιπους αυτά δίνονται με παραβολές, ώστε να κοιτάζουν αλλά να μη βλέπουν, και ν’ ακούνε αλλά να μην καταλαβαίνουν». «Η παραβολή αυτή σημαίνει το εξής: Ο σπόρος είναι ο λόγος του Θεού. Οι σπόροι που έπεσαν στο δρόμο, είναι εκείνοι που άκουσαν το λόγο του Θεού΄ έρχεται όμως ύστερα ο διάβολος και τον παίρνει απ’ τις καρδιές τους, για να μην πιστέψουν και σωθούν. Οι σπόροι που έπεσαν στο πετρώδες έδαφος, είναι εκείνοι που, όταν ακούσουν το λόγο, τον δέχονται με χαρά, δεν έχουν όμως ρίζα΄ γι’ αυτό πιστεύουν για λίγο διάστημα και, όταν έρθει ο καιρός της δοκιμασίας, απομακρύνονται. Αυτοί που έπεσαν στ’ αγκάθια, είναι εκείνοι που άκουσαν το λόγο, συμπορεύονται όμως με τις φροντίδες, με τον πλούτο και τις απολαύσεις της ζωής, πνίγονται απ’ αυτά και δεν καρποφορούν. Με το σπόρο που έπεσε στο γόνιμο έδαφος εννοούνται όσοι άκουσαν το λόγο με καλή και αγαθή καρδιά, τον φυλάνε μέσα τους και καρποφορούν με υπομονή». Αφού τα είπε όλα αυτά, πρόσθεσε με έμφαση: «Όποιος έχει αυτιά για ν’ ακούει, ας τα ακούει».
(Επιμέλεια κειμένου: Νικολέτα – Γεωργία Παπαδάκη)
https://iconandlight.wordpress.com/2018/10/13/25630/
Βρισκόμαστε αδελφοί μου στα σκληρά χρόνια της Σταλινικής δικτατορίας, όπου οι διωγμοί εναντίον των χριστιανών και η αθεΐα έπαιρνε τρομακτικές διαστάσεις με συνέπεια, να καταστρέφονται και να κολάζονται εκατομμύρια ψυχές.
Ο Πατήρ Δημήτριος Ντούτκο, ιερεύς και πρωτοπρεσβύτερος της εποχής εκείνης, ο οποίος ήτο απτόητος μπροστά σε όλους αυτούς τους διωγμούς, όπου συνεχώς εδιώκετο και προπηλακίζετο ποικιλοτρόπως, κάποτε στο πολυπληθές εν κρυπτώ ακροατήριό του, διηγήθηκε την εξής ιστορία.
Είναι μεσάνυκτα, περιγράφει, κάποιος κτυπάει την πόρτα μιας εκκλησίας, από τις λίγες που είχαν απομείνει από την μανία της Γκα-Κε-Πέ. Ύστερα από λίγο, ανοίγει ο ιερεύς την πόρτα και βλέπει μπροστά του μια γριούλα, η οποία του ζήτησε να πάει να κοινωνήσει έναν άρρωστο. Χωρίς δισταγμό, ο παππούλης εκείνος ετοιμάστηκε, και βγήκε μαζί της. Εκείνη μπροστά και αυτός από πίσω με τα Τίμια Δώρα στα χέρια, με κάθε δυνατή προφύλαξη διότι ο κίνδυνος ήτο μεγάλος. Έτσι πλησίασαν σε ένα φτωχικό σπιτάκι, η γριούλα ανοίγει την πόρτα και από τον διάδρομο μπάζει τον ιερέα σε ένα δωμάτιο. Και ξαφνικά ο παππούλης βρίσκεται μόνος, με μόνον τον άρρωστο. Ο άρρωστος τον βλέπει και αμέσως με χειρονομίες και φωνές, άρχισε να βρίζει και να τον διώχνει.
«Φύγε από δω ρε τράγο, ποιος σε κάλεσε, ποιος σε φώναξε, εγώ είμαι άθεος, δεν πιστεύω σε τίποτα, και άθεος θέλω να πεθάνω».
Ο καημένος ο παππούλης τά ’χασε.
«Μα δεν ήρθα μόνος μου», του είπε.
«Μια γριούλα με εκάλεσε, και με έφερε μέχρι εδώ, μέχρι εδώ σε σένα».
«Ποια γριά», του λέει, «εγώ δεν ξέρω καμιά γριά».
Εκείνη τη στιγμή πέφτουν τα μάτια του ιερέως πάνω από το κρεβάτι του αρρώστου σε μια κορνίζα όπου υπήρχε μια φωτογραφία. Η φωτογραφία της γυναίκας, της γριούλας που τον κάλεσε, αλλά σε μια λίγο νεώτερη ηλικία.
«Να αυτή», του λέει, «αυτή με κάλεσε».
«Ποια αυτή», του λέει, «ξέρεις τι λες μωρέ παπά; Αυτή έχει πεθάνει εδώ και χρόνια και είναι η μάνα μου».
Για μια στιγμή πάγωσαν και οι δύο, και τους κατέλαβε δέος. Και αμέσως μετά ο άρρωστος άρχισε να κλαίει με λυγμούς. Και αφού έκλαψε, έκλαψε, έκλαψε για πολλή ώρα, μέσα του γέμισε φως, φως μετάνοιας και φως ελπίδος και σωτηρίας.
Και φώναξε:
«Πιστεύω, πιστεύω τώρα και θέλω να εξομολογηθώ, όλα τα κρίματά μου, τα εγκλήματά μου, τους φόνους μου, τις ιεροσυλίες μου, τις βρωμιές μου, τις ανηθικότητές μου, τα πάντα. Και έτσι μέσα στο κρεβάτι, εκεί της βαρειάς του αρρώστιας και μέσα από λυγμούς και κλάματα πολλά, εξομολογήθηκε όλα τα κρίματά του.
Και ύστερα από λίγο αφού του διάβασε ο ιερεύς την συγχωρητική ευχή κοινώνησε και των Αχράντων Μυστηρίων.
Την άλλη μέρα πέθανε.
Η μητέρα του όμως, η μάνα του, φρόντισε και απ’ τον ουρανό να του δείξει τον δρόμον της σωτηρίας. Τον σπόρο του λόγου του Θεού, που τον είχε σπείρει στην παιδική του ψυχούλα, τότε που ήταν μικρό παιδάκι. Η ευλογημένη αυτή μάνα, με την ουράνια αυτή παρουσία της, αυτόν τον λόγον, στην παιδική ψυχούλα, τον έκανε ετούτη τη στιγμή δένδρο σωτηρίας.
Αυτό μας είπε και σήμερα ο λόγος του Θεού. Ό,τι σπέρνουμε, αυτό και θερίζουμε. Και Ό,τι σπέρνουμε στις παιδικές ψυχούλες των παιδιών μας, αλλά και σε κάθε ψυχή, αυτό και θα θερίσουμε.
Έστω και αν παρουσιάζεται προσωρινά κάποια σκληρότητα και από γρανίτη γη, στην καρδιά των ανθρώπων.
Ποιος ξέρει πότε μπορεί να γίνει αυτός ο σεισμός, και να ανοίξει μια χαραμάδα για να μπει ο σπόρος του Θεού μέσα στις ψυχές μας;
Αλλά ο λόγος όμως του Θεού, ο αγνός και καθαρός σπέρνεται από το αγιασμένο παράδειγμά μας, γιατί λόγια λέμε πολλά, και μεις οι παπάδες λέμε λόγια πολλά και κάνομε και ωραιότατα κηρύγματα, και σκλαβώνουμε και το πλήθος, και κρέμονται από τα χείλη μας, και μας λένε «ν’ αγιάσει το στοματάκι μας». Αλλά το είπε και το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα, η παραβολή, ότι ύστερα από λίγο μη έχοντες ικμάδα θα φύγει ο λόγος, και θα μείνει άχρηστος, άσπορος, άδενδρος, άκαρπος, τίποτα δεν θα ’χει μέσα.
Έσπειρε ο Κύριος τον λόγον του Θεού, και μετεβλήθησαν οι ψαράδες σε αλιείς ανθρώπων, σε κήρυκας του Ευαγγελίου, σε αποστόλους…
Σπείρεται ο λόγος του Θεού και γεμίζει η έρημος, και γεμίζουν οι τρύπες της γης, τα βουνά και τα δάση, και οι σπηλιές της γης από χιλιάδες χιλιάδων οσίων Πατέρων…
Σπείρεται ο λόγος του Θεού και γεννά εκατομμύρια από μάρτυρες, μεγαλομάρτυρες, ομολογητές και νεομάρτυρες. Και το απίστευτο. Γέννησε και παιδομάρτυρες.
Έχουμε λοιπόν και μέσα στον κόσμο, ακόμα και στην εποχή μας, κάθε κοινωνικής τάξεως και επαγγέλματος, πάσης ηλικίας και μορφώσεως, άντρες γυναίκες και παιδιά, που δίνουν τον καλό τους τον αγώνα και αγιάζουν μέσα απ’ αυτόν.
Ναι αδελφοί μου, πλήθος αγίων γεννά κάθε μέρα ο λόγος του Θεού.
Κατ’ εξοχήν όμως ο Ευαγγελικός λόγος, ανέδειξε αγίους μοναχούς, ασκητάς, ησυχαστάς, ερημίτας, κελιώτας ακόμα και κοινοβιάτας.
Πάντοτε όμως ο λόγος του Θεού, θα γεννά και αγίους κληρικούς παντός βαθμού, διακόνους, πρεσβυτέρους, απλούς λεβήτας ενοριών, χωριών, πρεσβυτέρους, και νήσων, όπως και επισκόπους.
Γεννά ο λόγος του Θεού και μέσα από τους κεκοιμημένους, τους πεθαμένους, γονείς ή και παιδιά, που συνταράσσουν τις κοιμισμένες συνειδήσεις μας από τις σωτήριες ουράνιες επεμβάσεις τους, όπου προσφέρουν ζωντανά και παραστατικά, ή την φρίκη της κολάσεως ή την ωραιότητα και το κάλος του Παραδείσου και της Βασιλείας των Ουρανών.
Κυριακή Δ’ Λουκά: παραβολήν του Σπορέως, 15.10.2006, 194-α
***
Παραβολή του σπορέως (Λουκ η΄5-15)- απόσπασμα
Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh)
29 Οκτωβρίου 1989
Πόσο οικεία, και πόσο απλή μας φαίνεται η σημερινή Παραβολή του σπόρου και του σπορέως• και όμως πόσο σχετική είναι με μας, πόσο περισσότερο θα πρέπει να την σκεφτούμε…
Τι συμβαίνει με μας, δεχόμαστε το μήνυμα και αυτό καρποφορεί μέσα μας;
Πως μπορεί το μήνυμα να μας αγγίξει; Θυμάμαι έναν Ρώσο ιερέα να μου λέει• «μελετώ καθημερινά το Ευαγγέλιο και πολύ σπάνια η ζωή μου ανταποκρίνεται σ’ αυτό. Αλλά το μελετάω καθημερινά γιατί δεν γνωρίζω ποτέ κατά πόσο σήμερα, αύριο ή κάποια άλλη ημέρα θα είμαι η άγονη πλευρά του δρόμου ή τα αγριόχορτα, κατά πόσο τούτος ο λόγος θα πέσει σε ένα μικρό κομμάτι γης μέσα μου, ικανό να τον δεχτεί και να φέρει καρπούς».
Δεν είναι τόσο απλό, τόσο ενθαρρυντικό; Όλοι μας βρισκόμαστε και στις τρεις περιπτώσεις που περιγράφονται στην παραβολή του Ευαγγελίου• αλλά εάν δώσουμε μια ευκαιρία στον Κύριο που μιλάει, στον Κύριο που διαβαίνει από την ζωή μας, που κρούει την πόρτα της καρδιάς μας – από καιρό σε καιρό θα δεχτούμε το μήνυμα με χαρά• με τον καιρό, θα φθάσει στο βάθος της καρδιά μας, στον πυρήνα της ζωής μας και θα είναι η απάντηση που θα την αλλάξει.
Επομένως, ας ακούμε μέρα με τη μέρα τα λόγια του Ευαγγελίου• ας ακούμε τη φωνή της συνείδησής μας, ας ακούμε τι μας λέει ο βαθύτερος εαυτός μας για την ζωή, την αλήθεια, την πραγματικότητα• και από καιρό σε καιρό, θα έχουμε το γόνιμο έδαφος που να μπορεί να φέρει καρπούς.
Αυτή η παραβολή, η τόσο απλή, η τόσο ξεκάθαρη, αν μοναχά την εφαρμόσουμε, μπορεί να είναι το ξεκίνημα μιάς νέας ζωής. Αμήν. http://www.agiazoni.gr/article.php?id=71302931544587870664
Η Ευαγγελική περικοπή της Θείας Λειτουργίας.
Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον Κεφ. Η. 5 – 15
Είπεν ο Κύριος την παραβολήν ταύτην. Εξήλθεν ο σπείρων του σπείραι τον σπόρον αυτού. και εν τω σπείρειν αυτόν ο μέν έπεσε παρά την οδόν, και κατεπατήθη, και τα πετεινά του ουρανού κατέφαγεν αυτό, και έτερον έπεσεν επι την πέτραν, και φυέν εξηράνθη δια το μή έχειν ικμάδα, και έτερον έπεσεν εν μέσω των ακανθών, και συμφυείσαι αι άκανθαι απέπνιξαν αυτό. και έτερον έπεσεν εις την γήν την αγαθήν, και φυέν εποίησε καρπόν εκατονταπλασίονα. ταύτα λέγων εφώνει, ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω. Επηρώτων δέ αυτόν οι μαθηταί αυτού λέγοντες, τίς είη η παραβολή αύτη; ο δέ είπεν, υμίν δέδοται γνώναι τα μυστήρια της βασιλείας του Θεού, τοις δέ λοιποίς εν παραβολαίς, ίνα βλέποντες μή βλέπωσι, και ακούοντες μή συνιώσιν. έστι δέ αύτη η παραβολή. Ο σπόρος εστίν ο λόγος του Θεού, οι δέ παρά την οδόν εισίν οι ακούσαντες, είτα έρχεται ο διάβολος και αίρει τον λόγον από της καρδίας αυτών, ίνα μή πιστεύσαντες σωθώσιν. οι δέ επι της πέτρας, οι όταν ακούσωσι, μετά χαράς δέχονται τον λόγον, και ούτοι ρίζαν ουκ έχουσιν, οι προς καιρόν πιστεύουσι, και εν καιρώ πειρασμού αφίστανται. το δέ εις τας ακάνθας πεσόν, ούτοί εισίν οι ακούσαντες, και υπό μεριμνών και πλούτου και ηδονών του βίου πορευόμενοι συμπνίγονται και ου τελεσφορούσι. το δέ εν τη καλή γή, ούτοί εισίν οίτινες εν καρδία καλή και αγαθή ακούσαντες τον λόγον, κατέχουσι και καρποφορούσιν εν υπομονή. Ταύτα λέγων εφώνη΄ ο έχων ώτα ακούειν, ακουέτω.
Απόδοση:
Είπεν ο Κύριος αυτή την παραβολή: «Βγήκε ο σποριάς για να σπείρει το σπόρο του΄ καθώς έσπερνε, μερικοί σπόροι έπεσαν στο δρόμο, όπου καταπατήθηκαν, και τους έφαγαν τα πουλιά. Άλλοι έπεσαν στις πέτρες και, όταν φύτρωσαν, ξεράθηκαν, γιατί δεν είχε υγρασία. Άλλοι σπόροι έπεσαν ανάμεσα σε αγκάθια και, όταν αυτά φύτρωσαν μαζί τους, τους έπνιξαν. Άλλοι όμως έπεσαν στο γόνιμο έδαφος, φύτρωσαν κι έδωσαν καρπό εκατό φορές περισσότερο». Αφού τα είπε όλα αυτά, πρόσθεσε με έμφαση: «Όποιος έχει αυτιά για ν’ ακούει, ας τα ακούει». Οι μαθητές του τότε τον ρωτούσαν: «Τι σημαίνει η παραβολή αυτή;» Εκείνος τους απάντησε: «Σ’ εσάς έδωσε ο Θεός να γνωρίσετε τα μυστήρια της βασιλείας του, ενώ στους υπόλοιπους αυτά δίνονται με παραβολές, ώστε να κοιτάζουν αλλά να μη βλέπουν, και ν’ ακούνε αλλά να μην καταλαβαίνουν». «Η παραβολή αυτή σημαίνει το εξής: Ο σπόρος είναι ο λόγος του Θεού. Οι σπόροι που έπεσαν στο δρόμο, είναι εκείνοι που άκουσαν το λόγο του Θεού΄ έρχεται όμως ύστερα ο διάβολος και τον παίρνει απ’ τις καρδιές τους, για να μην πιστέψουν και σωθούν. Οι σπόροι που έπεσαν στο πετρώδες έδαφος, είναι εκείνοι που, όταν ακούσουν το λόγο, τον δέχονται με χαρά, δεν έχουν όμως ρίζα΄ γι’ αυτό πιστεύουν για λίγο διάστημα και, όταν έρθει ο καιρός της δοκιμασίας, απομακρύνονται. Αυτοί που έπεσαν στ’ αγκάθια, είναι εκείνοι που άκουσαν το λόγο, συμπορεύονται όμως με τις φροντίδες, με τον πλούτο και τις απολαύσεις της ζωής, πνίγονται απ’ αυτά και δεν καρποφορούν. Με το σπόρο που έπεσε στο γόνιμο έδαφος εννοούνται όσοι άκουσαν το λόγο με καλή και αγαθή καρδιά, τον φυλάνε μέσα τους και καρποφορούν με υπομονή». Αφού τα είπε όλα αυτά, πρόσθεσε με έμφαση: «Όποιος έχει αυτιά για ν’ ακούει, ας τα ακούει».
(Επιμέλεια κειμένου: Νικολέτα – Γεωργία Παπαδάκη)
https://iconandlight.wordpress.com/2018/10/13/25630/