Ὁ ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος σὲ ὁμιλία του λέγει γιὰ τὸν πονηρὸ «Αὐτὸς ποὺ ἔπλασε τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή, ἔρχεται καὶ διαλύει κάθε συναναστροφὴ μὲ τὸν πονηρὸ καὶ μὲ τὰ ἔργα του, ποὺ γίνονται...
στοὺς λογισμούς, τὸν ἀνακαινίζει καὶ τὸν μορφοποιεῖ σὲ ἐπουράνια εἰκόνα, κάνοντας καινούργια τὴν ψυχή του, γιὰ νὰ γίνει πάλι ὁ Ἀδὰμ βασιλιὰς τοῦ θανάτου καὶ κυρίαρχος τῶν δημιουργημάτων. Καὶ στὴ σκιὰ τοῦ νόμου τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ὁ Μωυσῆς ὀνομαζόταν σωτήρας τοῦ Ἰσραήλ· διότι τοὺς ὁδήγησε ἔξω ἀπὸ τήν Αἴγυπτο. Ἔτσι καὶ τώρα ὁ ἀληθινὸς λυτρωτὴς Χριστὸς περνάει μέσα ἀπὸ τὰ ἀπόκρυφα μέρη τῆς ψυχῆς, καὶ τὴν ἀπομακρύνει ἀπὸ τὴν σκοτεινὴ Αἴγυπτο, τὸ βαρὺ ζυγὸ καὶ τὴν πικρὴ σκλαβιά.
Μᾶς παραγγέλλει νὰ ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ νὰ γίνουμε πτωχοὶ ἀπὸ ὅλα τὰ κακά τοῦ κόσμου, νὰ μὴ ἔχουμε μέριμνα γήινη, ἀλλὰ νύκτα καὶ ἡμέρα νὰ στεκόμαστε στὴν πόρτα καὶ νὰ περιμένουμε πότε ὁ Κύριος θὰ ἀνοίξει τὶς κλεισμένες καρδιὲς καὶ θὰ τὶς λούσει μὲ τὴν δωρεὰ τοῦ ἁγίου Πνεύματος»1.
Ὁ Μέγας Βασίλειος σὲ ὁμιλία του θὰ πεῖ: «Ἀπὸ ποῦ ὑπάρχει στὸν διάβολο ὁ πόλεμος ἐναντίον μας; Γιατί μὲ τὸ νὰ εἶναι δοχεῖο κάθε κακίας, δέχθηκε καὶ τὴν ἀσθένεια τοῦ φθόνου καὶ μᾶς φθόνησε μὲ τὴν τιμή. Δὲν μπόρεσε νὰ ὑποφέρει τὴν ζωή μας ποὺ ἦταν χωρὶς λύπη στὸν Παράδεισο. Ἀφοῦ μὲ πονηρία καὶ ραδιουργία ξεγέλασε τὸν ἄνθρωπο, κι ἀφοῦ τὸν πόθο ποὺ εἶχε νὰ μοιάσει στὸν Θεό, τὸν μεταχειρίστηκε γιὰ νὰ τὸν ἐξαπατήσει, τοῦ ὑπέδειξε τὸ δένδρο καὶ τοῦ ὑποσχέθηκε ὅτι μὲ τὴν βρώση ἀπὸ αὐτὸ θὰ τὸν καταστήσει ὅμοιο μὲ τὸν Θεό. Δὲν δημιουργήθηκε γιὰ νὰ εἶναι ἐχθρός μας, ἀλλὰ ἀπὸ ζηλοτυπία ἀπέβη ἐχθρός μας. Βλέποντας δηλαδὴ τὸν ἑαυτό του νὰ ἔχει ξεπέσει ἀπὸ τὴν τάξη τῶν ἀγγέλων, δὲν μποροῦσε νὰ βλέπει τὸ γήινο πλάσμα νὰ ἀνυψώνεται μὲ προκοπὴ στὸ ἀγγελικὸ ἀξίωμα»2.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης λέγει τὰ ἑξῆς γιὰ τὸν πονηρὸ: «Ὁ Ἀρχέκακος αἰχμαλωτίζει καὶ κυριεύει τὸν ἄνθρωπο σὲ αὐτὸν τὸν κόσμο, διογκώνοντας τὶς πνευματικὲς καὶ σωματικές του ἀνάγκες. Τὸν κάνει νὰ ρέπη ὑπέρμετρα στὸ φαγητὸ καὶ στὸ ποτό, νὰ ἐντυπωσιάζεται ἀπὸ τὰ πο- λυτελῆ ροῦχα, νὰ λαχταρᾶ κάθε ἄλλη ὑλικὴ ἀπόλαυση, νὰ διψᾶ γιὰ τιμὲς καὶ φήμη. Ὅλα αὐτά, στὴ ρίζα τους εἶναι τοποθετημένα ἀπὸ τὸν Θεὸ σὰν ἐπιθυμία τῆς χαρᾶς, ποὺ ὁ Θεὸς δίνει. Ὁ Διάβολος ὅμως τὰ διαστρέφει, τὰ ὁδηγεῖ στὰ ἄκρα καὶ ἔτσι φθείρει τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα. Ἀπομακρύνει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν θεῖο προορισμό του, ρίχνοντάς τον στὸν βοῦρκο τῆς πολλαπλῆς ἀκολασίας. Χάνουμε ἔτσι τὴν ἁγνότητα, τὴν ἀνιδιοτέλεια, τὴν ἀγαθότητα, τὴν πραότητα, τὴν ταπεινοφροσύνη, τὴν πίστη, τὴν ἐλπίδα καὶ τὴν ἀγάπη. Ὅλα ὅσα εἶναι ἀναγκαῖα γιὰ τὴν σωτηρία μας». Καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο θὰ τονίσει «Εἴμαστε ὅλοι ἕνα καὶ ὀφείλουμε νὰ ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο. Ἡ κλειστὴ καρδιὰ ἀπέναντι στὸν πλησίον μας εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ Διαβόλου καὶ τῶν ἐνεργειῶν του. Κάθε προσκόλληση στὸ ἐγὼ εἶναι ὑπα- κοὴ στὸν Διάβολο»3.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Καρπάθιος ἔγραφε πρὸς τοὺς μοναχούς τῆς Ἰνδίας: « Ὅταν ἡ ψυχὴ βγεῖ ἀπὸ τὸ σῶμα, ὁ ἐχθρὸς διάβολος ὁρμᾶ ἐναντίον της μὲ θρασύτητα καὶ τὴν πολεμᾶ καὶ τὴν ὀνειδίζει καὶ γίνεται αὐστηρὸς καὶ φοβερὸς κατήγορος τῶν ἁμαρτιῶν της. Ἀλλὰ τότε μπορεῖ νὰ δεῖ κανεὶς τὴν ψυχὴ ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Θεὸ καὶ ἔχει μεγάλη πίστη πρὸς αὐτόν, ἂν καὶ πολλὲς φορὲς εἶχε πληγωθεῖ ἀπὸ ἁμαρτίες, νὰ μὴ κατατρομάζει στὶς ἐφόδους τοῦ ἐχθροῦ καὶ στὶς ἀπειλές του, ἀλλὰ μᾶλλον νὰ ἐνισχύεται μὲ τὴν χάρη τοῦ Κυρίου καὶ νὰ τὴν φτερώνει ἡ χαρά· νὰ τὴν κάνουν θαρραλέα οἱ ἅγιοι ἄγγελοι ποὺ τὴν ὁδηγοῦν, καὶ περιτειχισμένη ἀπὸ τὸ φῶς τῆς πίστεως νὰ ἀντιλέγει δυνατὰ μὲ μεγάλο θάρρος στὸν πονηρὸ διάβολο. Καὶ ἐνῶ ἀντιλέγει ἡ ψυχὴ μὲ θάρρος, φεύγει πίσω ὁ διάβολος θρηνώντας μὲ μεγάλη φωνή, μὴ μπορώντας νὰ ἀντισταθεῖ στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Ἀνεβαίνοντας ἡ ψυχὴ πετάει πρὸς τὰ κάτω καὶ ραπίζει τὸν ἐχθρὸ, ὅπως τὸ γεράκι χτυπᾶ τὸν κόρακα. Καὶ ἔπειτα ἀπὸ αὐτὸ μεταφέρεται ἀπὸ τοὺς ἀγγέ- λους γεμάτη χαρὰ στοὺς τόπους, ποὺ τῆς ἔχουν ὁριστεῖ, ἀνάλογα μὲ τὴν κατάστασή της»4.
………………………………………………………………………………
1. Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος, Ἐκδ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, σελ. 187
2.Βασιλειανὸ Ἀποθησαύρισμα, Ἐκδ. Φωτοδότες, σελ. 220
3.Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κρον- στάνδης, Ἡ ἐν Χριστῷ ζωή μου, σελ. 177, 93
4.Φιλοκαλία τόμ. Α´ σελ. 334
Πηγή