Σπυρίδωνος K. Τσιτσίγκου
Αν. Καθ. Παν. Αθηνών
Δρ. Θεολογίας & Δρ. Ψυχολογίας
Τό ἑλληνικό ἔθνος, ὁ νέος αὐτός «λαός τοῦ Θεοῦ», κατά Μακρυγιάννη, βρέθηκε στήν ἴδια μοῖρα μέ τούς Ἑβραίους, ὅταν ἦσαν ὑπόδουλοι στόν αἰγύπτιο καί ρωμαῖο κατακτητή. Κάθε Πιλάτος (κατακτητής) ἀποτελεῖ τόν νέο ἱστορικό «Φαραώ» (Ἀττίλα), πού εἶναι ὄργανο τοῦ Σατανᾶ – Ἀντίχριστου (βλ. Νέρων).
Ὁ Ἰσραήλ τήν ἴδια ἐποχή μέ τήν ἑλληνική Ἐθνεγερσία ἀνέμενε (ἀπό τόν Θεό κι ὄχι ἀπ’ τή Φύση) τήν πνευματική καί σωματική του λύτρωση, ἐφόσον πιστευόταν ὅτι ἡ Δημιουργία, ἡ Πτώση καί ὁ Κατακλυσμός εἶχαν πραγματοποιηθεῖ, mutatis mutandis, τήν ἴδια πάλι ἐποχή (25η Μαρτίου). Ἐπίσης, τήν ἐποχή τοῦ Χριστοῦ ἕνα «λεῖμμα» πρόσμενε τό «πλήρωμα τοῦ χρόνου» (Γαλ. 4, 4). Μοιχευθεῖσα πνευματικά ἡ Ἀνθρωπότητα (Εὔα), ἀρραβωνιάζεται (μέ τόν Ἰωσήφ) ὡς Ἐκκλησία (ὅπως κι ἐμεῖς σήμερα «ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι«) τόν Νυμφίο – Χριστό (νέο Ἀδάμ), καί καθίσταται ἔγκυος (ὅπως καί κάθε Ἅγιος, πού κατά Χάρη γίνεται θεο-τόκος) θαυματουργικά στίς 25 Μαρτίου.
Τήν ἡμέρα πού σταυρώθηκε κι ἀναστήθηκε ὁ γιός τῆς Μαριάμ, γράφουν οἱ Πατέρες (Κλαύδιος Ἱεραπόλεως, Κλήμης Ἀλεξανδρεύς κ.ἄ), τήν ἴδια μέρα θέλησε ὁ Παντοκράτωρ νά ξαναδημιουργήσει (ἀναγεννήσει) τήν Ἑλλάδα. Ἐνῶ ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριήλ εὐαγγελιζόταν στήν Παρθένο τή σωτηρία μας, ὁ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός ὕψωνε τό λάβαρο τῆς Ἐπανάστασης. Οἱ πρόγονοί μας (τοῦ ’21) δέ διάλεξαν, λοιπόν, τυχαῖα (ἤ κοσμικά) αὐτή τήν ἡμερομηνία. Ἡ λεγόμενη μαρξιστική ἑρμηνεία, ὡς ταξική δηλ. ἐπανάσταση, καταρρίφθηκε μαζί μέ τό «τεῖχος τοῦ αἴσχους», ἀφοῦ ὁ «ὑπαρκτός Σοσιαλισμός» δέν μπόρεσε νά συμβιβάσει τήν «ἐπαναστατική πάλη» στό Ἐσωτερικό μέ τή Διεθνή Εἰρήνη στό Ἐξωτερικό! Ἰδού τί λέει ὁ ἴδιος ὁ «γέρος τοῦ Μωριᾶ», Θ. Κολοκοτρώνης: «Ἡ ἐπανάσταση ἡ ἐδική μας δέν ὁμοιάζει μέ καμμίαν ἀπ’ ὅσες γίνονται τήν σήμερον εἰς τήν Εὐρώπην. Τῆς Εὐρώπης αἱ ἐπαναστάσεις ἐναντίον τῶν διοικήσεών των εἶναι ἐμφύλιος πόλεμος. Ὁ ἐδικός μας πόλεμος ἦταν ὁ πλέον δίκαιος, ἦτον ἔθνος μέ ἄλλον ἔθνος, ἦτον μέ ἕνα λαόν ὅπου ποτέ δέν ἠθέλησε νά ἀναγνωρισθῆ ὡς τοιοῦτος, οὔτε νά ὁρκισθῆ, παρά μόνον ὅ,τι ἔκαμνε ἡ βία».
Ἡ ἑλληνική ἐπανάσταση, κατά κοινή ὁμολογία, ὑπῆρξε ἕνα θαῦμα. «Ἡ ἑλληνική ἐπανάσταση περιεῖχε μέσα της κάτι τό ἔκτακτο», παρατηρεῖ ὁ Ἱστορικός Pouqueville. Δέν ἐξηγεῖται οὔτε μέ τούς νομοτελειακούς νόμους τῆς Διαλεκτικῆς τοῦ Hegel, οὔτε μέ ταξικές καί οἰκονομικές παραμέτρους, ἀλλά μόνο μέ τό ἐνθουσιαστικό «πνεῦμα» τοῦ χριστιανικοῦ Προφητισμοῦ. Οἱ Προφῆτες, ὅπως ἀργότερα καί οἱ Μοναχοί, «ἐπαναστατοῦσαν» (ἀντιστέκονταν) κατά τοῦ πολιτικοῦ καί θρησκευτικοῦ κατεστημένου τῆς ἐποχῆς τους, γιά νά ἐμφανισθεῖ ἐπί Τουρκοκρατίας ὁ Νεοπροφητισμός (βλ. Νεομάρτυρες) στό πρόσωπο πολλῶν ἐθνομαρτύρων. Ὡστόσο, ἄλλο μάρτυρας καί ἄλλο ἥρωας. Βέβαια, τό ἕνα δέν ἀποκλείει τό ἄλλο.
Κατηγόρησαν τόν Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄, γιατί ἀφόρισε τήν Ἐπανάσταση. Ὅμως, κατ’ αὐτά τά ἐπίσημα σχολικά ἐγχειρίδια τῆς Ἱστορίας, ὁ Πατριάρχης «ὑποχρεώθηκε νά τόν ἐκδώσει, ὅταν ὁ σουλτάνος ἀπείλησε ὅτι, σέ περίπτωση ἄρνησης τοῦ Πατριάρχη, ὁ τουρκικός ὄχλος καί ὁ στρατός θά ἐξόντωναν τόν ἑλληνικό πληθυσμό τῆς Κωνσταντινούπολης καί ἄλλων πόλεων» (Β. Β. Σφυρόερα, σ. 159). Ἄλλωστε, ὁ ἀπαγχονισμός τοῦ Πατριάρχη ἀπέδειξε τό γνήσιο φρόνημά του, ἀφοῦ ἡ Ὑψηλή Πύλη ἀπάντησε στό Ρωσικό τελεσίγραφο ὅτι ὁ Πατριάρχης «ἦτο συγχρόνως ὁ μυστικός ἀρχηγός τῆς συνωμοσίας…καί ἡ ἐξέγερσις τῶν ραγιάδων τῶν Καλαβρύτων ἦτο ἔργον ἰδικόν του» (Ἀ. Δασκαλάκη, Κείμενα-Πηγαί της Ιστορίας, τ. Α΄, 1967, σ. 162).
Πῶς μία νεκρή «ὕλη» λειτουργεῖ χωρίς «ἐνέργεια»; Πῶς ἕνα σῶμα ζεῖ χωρίς ψυχή; Κατά τόν Ὑλισμό, ἀπό τό θάνατο δέ γεννιέται ζωή. Ἄν οἱ ἀγωνιστές τοῦ ’21 διέθεταν τήν ἀρχαιοελληνική λογική τοῦ Θετικισμοῦ, οὔτε θά τολμοῦσαν νά σκεφθοῦν γιά ἐπανάσταση. Ὁ Σωκράτης ἀρνήθηκε νά φυγαδευθεῖ καί νά σωθεῖ, ὑποκύπτοντας, ὅπως πίστευε, στή Μοῖρα του (ἐφόσον ἀκόμα καί ἡ ἀξία τῆς πατρίδας ἐντασσόταν στήν ἀδήριτη Εἱμαρμένη). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅμως, ὄχι (Πράξ. 9, 25). Οἱ Ρωμηοί, συνεπῶς, πρόγονοί μας εἶχαν κίνητρα μεταλογικά (τή θρησκευτική πίστη καί ἐλπίδα στήν ἀνάσταση τοῦ Γένους).
Μᾶς κατηγοροῦν οἱ «Ἀντιρρησίες συνείδησης» καί οἱ Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ (πού ὅταν ἔλθει ὁ Ἀρμαγεδδών θά σφάξουν ὅλους ἐμᾶς, ὅπως διδάσκουν) ὅτι δέν εἴμαστε Εἰρηνιστές. Ὁ Χριστός πού δίδαξε τό «ὅστις σέ ραπίσει ἐπί τήν δεξιάν σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καί τήν ἄλλην» (Ματθ. 5, 39), ζήτησε τόν λόγο, ὅπως καί ὁ Παῦλος, ἀπό τόν ὑπηρέτη τοῦ Ἀρχιερέα (Ἄννα), ὅταν τόν χαστούκισε (Ἰω. 18, 23, Πράξ. 23, 3). Θά πρέπει νά διαθέτουμε διάκριση·δέν ἰσχύει παντοῦ καί πάντα ἕνα μέτρο καί μία μόνο «συνταγή», ἀλλά, ἐξατομικευμένα· ἐξαρτᾶται κάθε φορά ἀπό πολυπληθεῖς παράγοντες: «γίνεσθε οὖν φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καί ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί» (Ματθ. 10, 16). Ἀπέναντι στόν πνευματικά «νήπιο» θά πρέπει νά λειτουργεῖ ἡ πάντοτε συγχωροῦσα καί ἀνεχόμενη ἀγάπη· ἀπέναντι, ὅμως, στόν συνειδητό Χριστιανό, διδάσκει ὁ ἱ. Χρυσόστομος, θά πρέπει νά λειτουργεῖ ἡ ἀκρίβεια τοῦ εὐαγγελικοῦ Νόμου, δηλ. ἡ δικαιοσύνη. Πραότητα δέν σημαίνει χριστιανικά μή «ἀντίσταση», ἀλλά τό πλῆρες δόσιμο – παράδοσή μας στά χέρια τοῦ Θεοῦ: «Ὀργίζεσθε καί μή ἁμαρτάνετε» (Ψαλμ. 4, 4)· καί «ὁ πραΰς ἔστω μαχητής» (Ἰωήλ 3, 11). Ὁ Θεός τῆς Ἀποφατικῆς Θεο-λογίας ἐπεμβαίνει δυναμικά καί «παράδοξα» μέσα στήν Ἱστορία (τῆς Θείας Οἰκονομίας). Ἔτσι, καί τό Ἀρνί ὀργίζεται (Ἑβρ. 10, 31, Ἀπ. 6, 16) καί τιμωρεῖ εἴτε ἄμεσα (Σατάν, Βαβέλ, Ἀνανία, Σαπφείρα), εἴτε ἔμμεσα (Α΄ Κορ. 5, Β΄ Κορ. 2, 6)· μπορεῖ λ.χ. νά γαληνέψει μία κατάσταση μέ ἕνα θαῦμα, ἀπευθείας, ἤ μέσω ἑνός ἡγέτη, ἤ μέσω ἑνός πολιτικοῦ συμβάντος. Ὁ «ἐν δικαίῳ» πολέμῳ» (κι ὄχι τοῦ ἐθνικοῦ μεσσιανισμοῦ) φονεύσας δέν ἁμαρτάνει, κατά τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας (Μ. Ἀθανάσιος, Μ. Βασίλειος, ἱ. Αὐγουστῖνος). Οἱ Τοῦρκοι, κατά τήν χριστιανική Ἠθική, βρίσκονταν «ἐν ἀδίκῳ»: α) λόγῳ τῆς (λανθασμένης) θρησκείας τους, καί β) λόγῳ τοῦ (βίαιου) ἐξισλαμισμοῦ – Ἰμπεριαλισμοῦ, πού ἀσκοῦσαν («ἱερός πόλεμος» ―jihad― κατά τῶν ἀπίστων). Ὁ Χριστιανός ὀφείλει ν’ ἀντιδρᾶ μέχρι θανάτου στήν βία, πού ἀποσκοπεῖ στήν ἀθέτηση τῆς πίστης του: «Κρείττων ἐπαινετός πόλεμος εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ. Καί διά τοῦτον τόν πραΰν μαχητήν ὁπλίζει τό πνεῦμα, ὡς καλῶς πολεμεῖν δυνάμενον» (Γρηγόριος Θεολόγος). Οἱ Χριστιανοί δέν ἀνέχονται τήν προσκύνηση ὁποιουδήποτε «Ναβουχοδονόσορα», οὔτε θυσιάζουν στόν βωμό ὁποιουδήποτε Καίσαρα. Προτιμοῦν εἴτε τό μαρτύριο, εἴτε τόν (δίκαιο) πόλεμο καί τίς (ἐθνικοαπελευθερωτικές) ἐπαναστάσεις, παρά τίς ὁμαδικές ἐκτελέσεις (γενοκτονίες) ἤ τίς «φυτοποιήσεις» τῶν τυχόν ἀντιφρονούντων στά ψυχιατρεῖα. Ὁ ἱ. Χρυσόστομος ἐπαινεῖ τίς μάρτυρες Δομνίνα, Προσδόκη καί Βερονίκη, πού σάν τίς Σουλιώτισσες (ἤ τά γυναικόπαιδα στό Ἀρκάδι), προτίμησαν ν’ αὐτοκτονήσουν σωματικά (λογιζόμενο σάν αὐτοθυσία, δηλ. χριστιανικό μαρτύριο), παρά ν’ ἀτιμασθοῦν ἠθικο-πνευματικά. Τέλος, οἱ Πατέρες (π.χ. Μ. Βασίλειος, Ἰω. Χρυσόστομος, Γρηγόριος Νύσσης κ.ἄ.) καυτηρίαζαν μέ δριμύτητα τόν θεσμό τῆς (κοινωνικοπολιτικῆς) δουλείας.
«Καιρός μετανοίας» ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή, πού μᾶς προτρέπει σέ μία μαρξιστική ἐξομολόγηση: «Δέν ἀλλάζει τίποτα, ἄν ἐμεῖς οἱ ἴδιοι δέν τό ἀλλάξουμε». Δέν πιστεύουμε στήν ἰδεαλιστική «νεκρανάσταση» (R. Garaudy), οὔτε σ’ ἕνα «θαῦμα χωρίς Θεό» (E. Bloch). Τό μέλλον δέν ἀνήκει στούς «συντηρητικούς», οὔτε στούς «προοδευτικούς», ἀλλά στό ἀφανές λεῖμμα τῶν σύγχρονων Κατακομβῶν. Δέν ἀνήκουμε οὔτε στήν Ἀνατολή, οὔτε στή Δύση, ἀλλά στόν Χριστό, τόν Θεό τῶν Πατέρων μας. Αὐτή ἄς εἶναι ἡ ἐθνική μας ταυτότητα καί ἡ ἑλληνική μας αὐτοσυνειδησία.
http://www.enromiosini.gr/arthrografia