Βάρβαροι προ των πυλών: ισλαμιστική τρομοκρατία, ΗΠΑ και η επιχείρηση ανατροπής της ρωσικής κυβέρνησης
Του EricDraitser
Οι πυροβολισμοί και φονικές εκρήξεις από βομβιστές αυτοκτονίας στην Ινγκουσετία και το Νταγκεστάν την περασμένη εβδομάδα αναζωπύρωσαν μια μακροχρόνια, ανελέητη εκστρατεία βίας και τρομοκρατίας στον ρωσικό Καύκασο, μια περιοχή που έχει βιώσει αρκετό φόβο, απότην εποχή της «εξέγερσης» στην Τσετσενία στη δεκαετία του 1990. Ωστόσο, αν δούμε προσεκτικά τις πρόσφατες επιθέσεις, γίνεται σαφές ότι υπάρχουν πολιτικά και γεωπολιτικά συμφέροντα που δρουν παρασκηνιακά αλλά ενεργά, με στόχο την αποσταθεροποίηση της Ρωσίας, έχοντας τη βία ως το ισχυρότερο όπλο τους. Οι επιθέσεις δεν είναι απλώς μεμονωμένες τρομοκρατικές ενέργειες, αλλά μάλλον, απροκάλυπτα ενορχηστρωμένα επεισόδια που πραγματοποιούνται από συμπαγή και συνδεδεμένα μεταξύ τους εγκληματικά δίκτυα, στόχος των οποίων είναι να υποδαυλίσουν συγκρούσεις και να εκτελέσουν ό,τι τους προστάζει η ατζέντα της υπηρεσίας πληροφοριών των ΗΠΑ με στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης της Ρωσίας.
Τρομοκράτες, προπαγανδιστές και χειραγωγοί
Το
σύνθετο δίκτυο των τρομοκρατικών οργανώσεων που λειτουργούν κάτω από
τα πανό της "απόσχισης" και "ανεξαρτησίας" για την περιοχή του
Καυκάσου, βρίσκεται στο κέντρο του στόχου της αποσταθεροποίησης της
Ρωσίας τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Λίγες μόλις ώρες μετά τις φονικές
επιθέσεις, τοKavkaz Center - ισλαμιστική οργάνωση γνωστή ως το φερέφωνο της προπαγάνδας του αρχηγού των τρομοκρατών, Doku Umarov - κυκλοφόρησε ένα άρθρο που χαρακτήριζε τις επιθέσεις ως ηρωικές πράξεις και αναφερόταν στους νεκρούς ως "ρωσικές μαριονέτες". Παρ’ όλο που όλα αυτά δεν συνάδουν με τη δεδηλωμένη αποστολή του Kavkaz Center, δηλ. "την παροχή πληροφόρησης γύρω από τα γεγονότα... και τη στήριξη του δημοσιογραφικού έργου στον Καύκασο", στην πραγματικότητα, είναι απολύτως ευθυγραμμισμένα με τον προσανατολισμό μιας οργάνωσης που χρηματοδοτείται από το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ και το υπουργείο Εξωτερικών της Φινλανδίας.
Το Kavkaz Center έχει
μια μακρά προϊστορία στην υποστήριξη και νομιμοποίηση τρομοκρατικών
ενεργειών σε όλη την περιοχή και τον εξορθολογισμό φρικαλεοτήτων που
διαπράττονται στο όνομα της «αντίστασης». Στην πραγματικότητα, το
Kavkaz δραστηριοποιείται μόνιμα βάσει μιας αρχής αντιστροφής της
λογικής, αναφερόμενο στους Ρώσους ως «τρομοκράτες» και στους τρομοκράτες ως "ήρωες".
Αυτός ο τύπος γκαιμπελικής προπαγάνδας είναι το σήμα κατατεθέν των
ιμπεριαλιστικών σχεδίων της Δύσης. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η
σύγκρουση στη Συρία, στην οποία το «Εθνικό Συμβούλιο της Συρίας», τα Δυτικά εταιρικά μέσα ενημέρωσης και άλλα παρόμοια κέντρα αναφέρονται στην τρομοκρατία και την ανατροπή ως "εξέγερση και πάλη για την ελευθερία". Επιπλέον, ας σημειωθεί ότι το Emarat Kavkaz (η τρομοκρατική οργάνωση υπό τον Umarov μεταφράζεται ως "Εμιράτο του Καυκάσου») έχει συμπεριληφθεί στον κατάλογο των Ηνωμένων Εθνών ως μια οργάνωση που συνδέεται με την Αλ Κάιντα. Το Kavkaz Center το περιέγραψε ο ίδιος ο Umarov ως "το επίσημο όργανο πληροφοριών του Emarat Kavkaz".
Αυτό, βέβαια, δικαιώνει τους ισχυρισμούς που έχει προβάλει
επανειλημμένως η Μόσχα σχετικά με τη σύνδεση μεταξύ Τσετσένων και άλλων
εξτρεμιστών στην περιοχή και της Αλ Κάιντα, ισχυρισμούς τους οποίους,
μέχρι πρόσφατα, το Kavkaz Center εξακολουθούσε να αρνείται.
Παρά
το γεγονός ότι "οχήματα" όπως το Kavkaz Center λειτουργούν στην
υπηρεσία των τρομοκρατών που υποστηρίζουν την καταστροφή της Ρωσίας, η
δραστηριότητα του καθενός μεμονωμένα δεν θεωρείται σημαντική. Μάλλον,
είναι η διασύνδεση αυτών των τύπων ατόμων και οργανώσεων με το Στέιτ
Ντιπάρτμεντ και τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, που τις καθιστά
ιδιαίτερα ύπουλες. Μια τέτοια οργάνωση που θα πρέπει να ελεγχθεί είναι η
Αμερικανική Επιτροπή για την Ειρήνη στην περιοχή του Καυκάσου (American Committee for Peace in the Caucasus ή ACPC), παλαιότερα γνωστή ως Αμερικανική Επιτροπή για την Ειρήνη στην Τσετσενία (American Committee for Peace in Chechnya). Όπως αναφέρει σε άρθρο του, το Right Web του Ινστιτούτου Πολιτικών Μελετών, "η ACPC ιδρύθηκε το 1999 από το Freedom House, μια νεοσυντηρητική οργάνωση του George Soros, που έχει συνεργαστεί στενά με την κυβέρνηση των ΗΠΑ, και λαμβάνει κονδύλια από τη γνωστή ΜΚΟ National Endowment for Democracy και άλλες πρωτοβουλίες εκδημοκρατισμού των ΗΠΑ".
Αυτή η στενή σχέση μεταξύ της ACPC και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δεν
δείχνει απλώς ταύτιση συμφερόντων, αλλά μάλλον μια άμεση σχέση, όπου η
πρώτη είναι όργανο του δεύτερου.
Ο
πατερναλιστικός ρόλος των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών στην ACPC
γίνεται όλο και πιο εμφανής αν δει κανείς τα ονόματα κάποιων από τα πιο
γνωστά μέλη της ACPC: του πρώην συμβούλου για θέματα Εθνικής Ασφαλείας
Zbigniew Brzezinski, του πρώην συμβούλου του Πενταγώνου Richard Perle
και άλλων πρωτοκλασάτων νεοσυντηρητικών, όπως ο William Kristol,ο
Elliott Abrams,ο Kenneth Adelman και ο Robert Kagan,οι δύο τελευταίοι
από τους οποίους έχουν στενές διασυνδέσεις με τον εσωτερικό κύκλο της
προεκλογικής εκστρατείας του Mitt Romney. Κάτι άλλο που επίσης
προκύπτει από μια απλή ανάλυση των στοιχείων αυτών είναι ότι, παρά την
υπεροχή των νεοσυντηρητικών, τα κορυφαία στελέχη της ACPC προέρχονται
από ιδρύματα και οργανώσεις που πρόσκεινται τόσο στο Δημοκρατικό όσο και
στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα. Ως εκ τούτου, είναι προφανές ότι ACPC
αποτελεί μια διακομματική συναίνεση εντός της ιμπεριαλιστικής άρχουσας
τάξης των ΗΠΑ, μια συναίνεση επίθεσης κατά της Ρωσίας. Αυτό που θα
πρέπει να μας ανησυχεί ακόμη περισσότερο είναι ότι, αν η πιθανή νίκη
του Romney γίνει πραγματικότητα το Νοέμβριο, στη Ρωσία θα πρέπει να
αναμένουμε μια αύξηση των αποσχιστικών τάσεων και της βίας, φαινόμενα
που ήδη υποστηρίζονται φανερά ή κρυφά από την ACPC και θα στηριχθούν
οπωσδήποτε από μια μελλοντική κυβέρνηση Romney.
Η
ACPC έχει αναλάβει ηγετικό ρόλο στην προάσπιση του στόχου της, που δεν
είναι άλλος από τις αποσχιστικές τάσεις και τις τρομοκρατικές
επιθέσεις που θα κατευθύνονται εναντίον της Ρωσίας, τόσο κρυφά όσο και
απροκάλυπτα. Αφού στήριξε τις προσπάθειες του πρώην υπουργού Εξωτερικών
της Τσετσενίας, Ilyas Akhmadov, στο αίτημά του για άσυλο στις Ηνωμένες Πολιτείες – το οποίο του χορηγήθηκε τελικά, μαζί με μια γενναιόδωρη χρηματοδότηση από τον μισθό των Αμερικανών φορολογουμένων – το διαβόητο μέλος της ACPC, Zbigniew Brzezinski, έφθασε στο σημείο να προλογίσει το βιβλίο του Akhmadov «Ο αγώνας της Τσετσενίας».
Η συμμαχία μεταξύ πολιτικών, όπως ο Akhmadov, και αρχηγών
τρομοκρατικών οργανώσεων στην περιοχή, αποδεικνύει περίτρανα την
εταιρική σχέση μεταξύ των διαφόρων δικτύων της τρομοκρατίας και της
ιμπεριαλιστικής άρχουσας τάξης της Δύσης. Επιπλέον, καταδεικνύει ότι,
χάρη στη συνεργασία τους με μέλη της ολιγαρχίας, όπως ο Boris Berezovsky
και ο Roman Abramovich, οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο εξακολουθεί να
είναι τα σίγουρα και ασφαλή καταφύγια για εγκληματίες που προσπαθούν να
διαφύγουν από τη ρωσική δικαιοσύνη.
Το πολιτικό πλαίσιο
Παρά το γεγονός ότι οι επιθέσεις της περασμένης εβδομάδας είναι τραγικές, η πραγματική σημασία τους είναι πολιτικής φύσης. Από τον περασμένο Δεκέμβριο και τις αρχές του λεγόμενου «κινήματος διαμαρτυρίας» στη Μόσχα, μαίνεται μια διαρκής εκστρατεία αποσταθεροποίησης σχεδιασμένη από τη Δύση, κυρίως τις Ηνωμένες Πολιτείες, με στόχο τον πρόεδρο Πούτιν. Η προσπάθεια των Δυτικών ιμπεριαλιστών είναι να απομονωθεί ο Πούτιν, να δαιμονοποιηθεί και να διαβρωθεί η υποστήριξή του στο εσωτερικό της χώρας, με την ελπίδα της ανατροπής της κυβέρνησής του, ώστε να αρθεί το μεγαλύτερο εμπόδιο που αντιμετωπίζουν στην εφαρμογή της ηγεμονικής τους ατζέντας. Ωστόσο, παρά την αδρή οικονομική υποστήριξη, την πολιτική δημαγωγία και τον καταιγισμό παραπληροφόρησης από τα μέσα ενημέρωσης, οι προσπάθειες αυτές έχουν αποτύχει εντελώς.
Μόλις έγινε σαφές ότι ο Βλαντιμίρ Πούτιν θα επανεκλεγόταν για τρίτη θητεία,
το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ ξεκίνησε εκστρατεία εναντίον του. Τη
διοργάνωσηκαι εκτέλεση του σχεδίου για ένα «κίνημα διαμαρτυρίας» ανέλαβε ο πρέσβης των ΗΠΑ στη Μόσχα, Μichael McFaul. Με πρωταγωνιστές πολιτικά πρόσωπα όπως ο Alexei Navalny και ο Boris Nemtsov, καθώς και ΜΚΟ που χρηματοδοτούνται από τις ΗΠΑ, όπως η GOLOS και το Παρατηρητήριο του Ελσίνκι στη Μόσχα, το κίνημα διαμαρτυρίας που ουσιαστικά επιδίωξε να υποκινήσει μια "χρωματιστή επανάσταση"
στη Ρωσία χρησιμοποιώντας την ίδια τακτική που είχε επιτυχία στην
Ουκρανία, τη Γεωργία και αλλού. Ωστόσο, σύντομα έγινε σαφές στους
πολιτικούς παρατηρητές στη Ρωσία και στον υπόλοιπο κόσμο ότι η κίνηση
αυτή δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μια επιφανειακή προσπάθεια
αποσταθεροποίησης που δεν είχε καμιά ουσιαστική ανταπόκριση στον ρωσικό
λαό.
Λόγω της αποτυχίας αυτού του σκηνοθετημένου κινήματος διαμαρτυρίας, η τακτική της ανατροπής έπρεπε αναγκαστικά να αλλάξει.
Οι ιμπεριαλιστές αναγκάστηκαν να ενσωματώσουν νέες τακτικές, οι οποίες
ή θα αναζωπύρωναν και θα φούντωναν το κίνημα διαμαρτυρίας ή θα
σχεδίαζαν κάτι για να προκαλέσουν διεθνή κατακραυγή. Έτσι φθάσαμε στη
δημόσια αντιπαράθεση γύρω από το φεμινιστικό συγκρότημα πανκ, PussyRiot.
Τα Δυτικά μέσα ενημέρωσης προσπάθησαν να κρατήσουν το όνομα του
συγκροτήματος συνεχώς στη δημοσιότητα, με δημοσιεύματα που ασχολούνταν
με τις άσεμνες και ασελγείς πράξεις του μέσα σε μια ρωσική εκκλησία,
ενώ παρουσίαζαν τα μέλη του ως σταυροφόρους και μάρτυρες της υπόθεσης
της ελευθερίας του λόγου. Φυσικά, και αυτή η εντελώς προφανής και κενή
ουσίας προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα γενικό συναίσθημα δυσφορίας κατά
του Πούτιν, όπως και το «κίνημα διαμαρτυρίας» που προηγήθηκε,
ξεσκεπάστηκεκαι έπεσε στο κενό. Έτσι, αφού κάθε συγκεκαλυμμένη απόπειρα
ανατροπής μέσω τη χρήσης της τακτικής της «ήπιας δύναμης» απέτυχε, οι
ιμπεριαλιστές της Δύσης ενεργοποιούν τώρα τα τρομοκρατικά δίκτυα τους στον Καύκασο προκειμένου να πετύχουν με τη βία ό,τι τα δίκτυα πληροφοριών τους απέτυχαν να κάνουν στα κρυφά: να αποσταθεροποιήσουν τη Ρωσία.
Η γεωπολιτική εξίσωση
Οι φαινομενικά ατέρμονες προσπάθειες για την ανατροπή της κυβέρνησης Πούτιν είναι κυνικά σχεδιασμένες επιχειρήσεις, ο πρωταρχικός στόχος των οποίων είναι στη ρίζα του γεωπολιτικός. Για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους, συνεργάτες και πελάτες τους, ο Πούτιν αντιπροσωπεύει ένα "πεδίο" που είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να ελιχθεί κανείς γύρω του. Όπως καταδεικνύεται σαφώς στη Συρία,
ο πρόεδρος Πούτιν είναι σε θέση να ηγηθεί με επιτυχία ενός ρεύματος
που αντιπαλεύει τις Ηνωμένες Πολιτείες, μιας αυτοκρατορίας που
επιχειρεί να επιβάλει τα ηγεμονικά σχέδιά της στην περιοχή. Κάνοντας
χρήση του διεθνούς δικαίου, της αρχής της εθνικής κυριαρχίας, της
αντι-προπαγάνδας και πολλών άλλων διπλωματικών όπλων, ο Πούτιν, μαζί με
τους συμμάχους του στην Κίνα, έχει εμποδίσει τον ευρύτερης εμβέλειας
πόλεμο που οι ΗΠΑ προσπαθούν να υποθάλψουν. Επιπλέον, ο Πούτιν έχει
αποτελέσει μια σημαντική τροχοπέδη στην πορεία προς τον πόλεμο με το Ιράν, πράγμα που αποτελεί άλλο ένα θανάσιμο αμάρτημα στα μάτια των Δυτικών ιμπεριαλιστικών πολεμοκάπηλων.
Αλλά τα«εγκλήματα» του Πούτιν δεν σταματούν εκεί. Έχει καταφέρει να διεκδικήσει με επιτυχία το δικαίωμα της εθνικής κυριαρχίας επί των δημόσιων πόρων της χώρας του,
με το να φυλακίσει ή να μειώσει την εξουσία που ασκούσαν οι ολιγάρχες
που πλούτισαν στη δεκαετία του 1990 σε βάρος του ρωσικού λαού. Έχει
καθιερώσει με επιτυχία τη νομιμότητα νέων διεθνών οργανισμών όπως ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO) και η κοινή σύμπραξη των οικονομικά ανερχόμενων χωρών (BRICS),
που λειτουργούν εκτός της σφαίρας κυριαρχίας των Ηνωμένων Πολιτειών
και έχουν αρχίσει να εμφανίζονται ως αντίπαλο δέος του ΝΑΤΟ και άλλων
παρόμοιων οχημάτων του ιμπεριαλισμού των ΗΠΑ. Ο Πούτιν είναι επίσης
πρωτεργάτης της οικονομικής ανάκαμψης της Ρωσίας και διατήρησε την
κυρίαρχη θέση της στην αγορά ενέργειας με αγωγούς, έρευνες και χιλιάδες
συμβόλαια με πολυεθνικές εταιρείες.
Το κοινό νήμα που ενώνει τα παραπάνω επιτεύγματα του προέδρου Πούτιν είναι η απροθυμία του να υποταχθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Πούτιν έχει γίνει, στα μάτια της άρχουσας τάξης των ιμπεριαλιστών
της Δύσης, ο απείθαρχος «μικρός» που θα πρέπει να μάθει το μάθημά του
με τον δύσκολο τρόπο. Έτσι, αθώοι Ρώσοι πολίτες πρέπει να πληρώσουν με
τη ζωή τους για την ύβρη αυτών των ιμπεριαλιστών.
Όπως έχει αποδειχθεί σαφώς στη Συρία, το Ιράν, το Πακιστάν και αμέτρητα άλλα μέρη του κόσμου, η τρομοκρατία παραμένει το αγαπημένο όπλο στο οπλοστάσιο της άρχουσας τάξης της Δύσης.
Οι επιθέσεις στην Ινγκουσετία και το Νταγκεστάν είναι απλώς το πιο
πρόσφατο παράδειγμα. Και σίγουρα, δεν θα είναι το τελευταίο.
Πηγή: Ας Μιλήσουμε Επιτέλους