σχόλιο Γ.Θ : Οι πρώτοι Σλάβοι που υιοθέτησαν για τους εαυτούς τους την Μακεδονική καταγωγή, γνώριζαν μέσα τους ότι είναι ψεύτες.
Οι τωρινοί Σκοπιανοί όμως έχουν πιστέψει το ψέμα και δεν μπορούν να υποχωρήσουν ως προς το όνομα γιατί θα νιώθουν ότι καταργούν το είναι τους.
ΑΝ είχαμε Πατριώτες πολιτικούς και όχι μαριονέτες των ΗΠΑ, θα έπεφτε στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης και η ενσωμάτωση του Σκοπιανού κρατιδίου στην Ελληνική επικράτεια ως Ελληνική επαρχία. Αυτή είναι μόνη λύση και αυτή ελπίζω να δούμε στο μέλλον
Προφανώς δεν είναι δημοκρατία ούτε η διαμόρφωση ομάδων συμφερόντων που κανιβαλίζουν εναντίον όποιου διαφωνεί μαζί τους.
Όσο για την πολιτική, ο λόγος είναι συνθηματικός, πολωτικός, επιφανειακός, χωρίς καμιά διάθεση να δοκιμαστεί στη δημόσια κριτική και αντιπαράθεση. Αυτά είναι περιττές πολυτέλειες. Την πρακτική εφαρμογή των παραπάνω την βλέπουμε στις ημέρες μας που έχει τεθεί πάλι επί τάπητος ένα πρόβλημα που μας ταλανίζει από το 1990: το «Μακεδονικό». Με τη γνώση και υπέρβαση των παραπάνω, κατατίθεται μια άποψη η οποία θεωρεί εδραιωμένη –χωρίς ανάγκη περαιτέρω επιχειρηματολογίας– την ιστορική καταγραφή των Μακεδόνων ως ελληνικού φύλου. Προσπαθεί να προσεγγίσει τις σημερινές εξελίξεις που δεν επηρεάζονται από την ιστορική αυτή διαπίστωση. Έχει, όμως, και ως αρχή ότι ιστορία και πολιτισμός δεν παραχωρούνται για την ικανοποίηση πολιτικών σκοπιμοτήτων.
2. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι το λεγόμενο «Μακεδονικό» δημιουργήθηκε ως μέσο επιβουλής κατά της ακεραιότητας της ελληνικής επικράτειας. Στόχος του Τίτο ήταν η απόσπαση της ελληνικής Μακεδονίας. Με την επινόηση και την αναπαραγωγή του ιδεολογήματος του «μακεδονισμού» διαμορφώθηκε μια ομάδα ανθρώπων που απέκτησε συνείδηση ότι είναι κάτι διαφορετικό από τους πολίτες των άλλων δημοκρατιών με τις οποίες συγκροτούσαν την ενιαία Γιουγκοσλαβία. Η πρώτη γενιά αυτών των ανθρώπων είχε συνείδηση της κατασκευής της εθνογένεσής της. Οι επόμενες, που σήμερα βρίσκονται στα πράγματα, θεωρούν πως αυτό που βιώνουν ως ταυτότητά τους, υπήρχε πάντοτε και με αυτό θα πορευθούν. Είναι αδιανόητο γι’ αυτούς να εγκαταλείψουν το ιδεολόγημα το οποίο τους δίνει υπόσταση ζωής. Αυτό είναι ένα τεράστιο πρόβλημα για την Ελλάδα.
Αυτού του είδους τα προβλήματα λύνονται σε περιόδους ρευστές και εν τη γενέσει τους. Δεν τα καταφέραμε όταν έπρεπε, είναι πολύ δυσκολότερο σήμερα.
3. Μετά από 25 χρόνια εκκρεμότητας, κατά τα οποία είχε παγιωθεί μια κατάσταση ισορροπίας, η διαφορά με τη γειτονική χώρα ετέθη και πάλι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Ανεξήγητο. Θα μπορούσε να αναζητηθεί μια πιο ευέλικτη λύση στα ερωτήματα της γεωπολιτικής ανάλυσης του υπουργού των Εξωτερικών. Η λύση που διαφαίνεται θα είναι μια επανάληψη προηγούμενων προτάσεων που απερρίφθησαν, και φάνηκε πως δεν ήταν δυνατόν να γίνουν αποδεκτές από την ελληνική κοινωνία. Δεν υπάρχει λύση στο πρόβλημα αυτό που να έρχεται σε αντίθεση με τη λαϊκή βούληση, τουλάχιστον στα στοιχειώδη. Καμιά αναφορά στο Μακεδονία. Είτε στο όνομα είτε στην ταυτότητα. Και εδώ επέρχεται ο απόλυτος διχασμός. Η μεν ελληνική πλευρά δεν μπορεί να αποδεχθεί τον όρο Μακεδονία, η δε γειτονική δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τον όρο αυτόν. Αυτό το πρόβλημα δεν λύνεται με συναίνεση. Επιβάλλεται. Αλλά η επιβολή μιας λύσης θα είναι τρομερά επώδυνη. Μπορεί οι ιστορικές λεπτομέρειες να είναι άγνωστες στους λαούς, η αναπαραγωγή όμως μιας αντίληψης ιστορικής συνέχειας που προσδίδει ταυτότητα είναι απόλυτη δύναμη. Αυτήν τη στιγμή και στην Ελλάδα και στα Σκόπια αυτή η δύναμη δεν μπορεί να υπερνικηθεί από τις προσπάθειες σύγκλισης. Και δεν θα υπερνικηθεί.
4. Η συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων δεν θέλει λύση με το όνομα Μακεδονία. Ας μην υπάρχει καμιά αμφιβολία περί αυτού. Υπάρχουν χώροι και στοιχεία δημόσιας έκφρασης που το επιβεβαιώνουν. Για την ακρίβεια των συμπερασμάτων που μπορούν να αναχθούν από τους χώρους αυτούς, μπορεί να γίνει επίκληση του δημοψηφίσματος του 2015. Οι προβλέψεις επιβεβαιώθηκαν πλήρως. Σ’ αυτόν τον κόσμο που αποτελεί τα ⅔ της ελληνικής κοινωνίας δεν μπορεί να επιβληθεί μη αρεστή λύση. Η κυβέρνηση κάποια στιγμή θα σκεφτεί την υπαναχώρηση. Όχι μόνο το πολιτικό κόστος, αλλά και η κοινωνική αναταραχή θα είναι μεγάλη.
Για τους soft πολιτικούς τού σήμερα δεν ισχύει η αρχή ότι και στο παρελθόν ο λαός αφομοίωσε εθνικές ήττες. Δεν θα το αντέξουν.
Πολύ περισσότερο που η λύση που μπορεί να αναζητηθεί δεν είναι αυτή που αναπαράγεται. Το πιθανότερο είναι ότι πάμε σε μια λύση διπλής ονομασίας. Μερικά στοιχεία αυτής της λύσης περιγράφηκαν την προηγούμενη Κυριακή σε δημοσίευμα του Βήματος στο οποίο οι λεπτομέρειες από μια συνάντηση στην Οξφόρδη εξέπληξαν. Το εσωτερικό όνομα της χώρας, αυτό που ονομάζουμε συνταγματικό όνομα, δεν θα αλλάξει. Στο εσωτερικό θα λέγεται «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Αναζητείται μια λύση για διεθνή χρήση, και μάλιστα στους διεθνείς οργανισμούς. Εκεί παίζουν τα συνθετικά ονόματα. Στο τραπέζι βρίσκονται διάφορες παραλλαγές του «Νέα Μακεδονία». Είτε στην αγγλική είτε στη σλαβική μορφή. Όσο για τα θέματα ταυτότητας, γλώσσας κτλ., θα παραπεμφθούν σε διμερή, αέναη διαπραγμάτευση. Αυτή η λύση δεν μπορεί να περάσει στην Ελλάδα. Στην κυβέρνηση προφανώς υπερεκτίμησαν τις ικανότητές τους να χειραγωγούν την κοινή γνώμη και θεώρησαν πως αφού πέρασαν τις υποχωρήσεις τους στους δανειστές και την υπογραφή των μνημονίων, το Σκοπιανό θα ήταν πιο εύκολη υπόθεση. Θα διαπιστώσουν το μέγα λάθος τους. Μπορεί στα μνημόνια να άντεξε η κυβέρνηση, στο Σκοπιανό θα έχει τραγικές απώλειες.
5. Υπάρχει μια αντίληψη που διατρέχει τα κόμματα οριζοντίως: πως μπορεί να γίνει αποδεκτή μια σύνθετη ονομασία αλλά να λύσουμε το ζήτημα του αλυτρωτισμού. Το ζήτημα αυτό δεν λύνεται. Πρώτον, ουσιαστικά ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη θεωρούμενη ταυτότητά τους, όπως προσδιορίζεται στο σύνταγμα, αποκλείεται να αφαιρεθούν. Εκείνο που μπορεί να αφαιρεθεί είναι η αναφορά ότι «ο μακεδονικός λαός», ενδιαφέρεται για τους ομοεθενείς του στις άλλες γειτονικές χώρες. Αλλά αυτό δεν περιορίζει τον αλυτρωτισμό. Αποτελεί μια παρόξυνσή του. Τις παροξύνσεις θα τις λειάνουν· η ουσία θα παραμείνει. Δεύτερον, ακόμη και αν πολλές αναφορές τις αφαιρέσουν από το σύνταγμα ή τα άλλα κρατικά έγγραφα, τίποτε δεν εγγυάται ότι με το πέρασμα του χρόνου, και εφόσον χρειαστεί, δεν θα τα επαναφέρουν.
Τρίτον, δεν υπάρχει η δυνατότητα σύναψης διεθνούς συνθήκης που να εγγυάται την άρση του αλυτρωτισμού, όπως λένε τουλάχιστον όσοι γνωρίζουν από Διεθνές Δίκαιο και Διεθνείς Σχέσεις.