ΕΝΑΣ ΣΥΓΧΡΟΝΟΣ ΑΦΑΝΗΣ ΑΓΙΟΣ
O ΦΩΤΗΣ ΔΕΝ ΕΦΥΓΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΟΛΟ…
Χωρίς δεύτερη σκέψη πήγα και ρώτησα τι ώρα εχει λεωφορείο και έφυγα με το ΚΤΕΛ του Βόλου, την Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου 2017, έφτασα στον υπερβολικά φωταγωγημένο Βόλο και αμέσως έκανα την σκέψη … φωτίστηκε ο Βόλος γιατί χαιρετά και αποχαιρετά τον Φώτη του, Τον Φώτη μας, τον Φώτη της καρδιάς μας.
Μα …ο Φώτης δεν έφυγε από τον Βόλο, είναι στο Βόλο!
Δεν πίστευα πριν από πέντε χρόνια που τον συνάντησα για μία και μοναδική φορά ότι αξιώθηκα να γνωρίσω έναν άγιο άνθρωπο.΄Έναν…(Δια Χριστόν σαλό ) που διάβαζα στα συναξάρια της Εκκλησίας μας. Δεν πίστευα αυτά που άκουγα για αυτό το πρόσωπο από πολύ σοβαρούς ανθρώπους της Εκκλησίας μας, αλλά και από έναν πολύτεκνο πατέρα που βλέποντας τα προβλήματα που αντιμετώπιζα τότε στον Οργανισμό Κοινωνικής Φροντίδας Θεόφιλος και από τους ανθρώπους να εισπράττω συνεχώς απόρριψη, στενές καρδιές και μυαλά… μου είπε : Kύριε Γιάννη στο Βόλο μένει ο Φώτης γιατί δεν πάτε να τον συμβουλευτείτε;
Να είσαι καλά Παναγιώτη! Εξαιτίας σου πήγα κατευθείαν όπως και τώρα χωρίς δεύτερη σκέψη στο ΚΤΕΛ του Βόλου έφτασα γύρω στις επτά το απόγευμα πριν πέντε χρόνια θυμάμαι χωρίς να ξέρω που θα τον βρω χωρίς να έχω δει ποτέ φωτογραφία του στο internet και περπάτησα από το ΚΤΕΛ μέχρι έναν μεγάλο πεζόδρομο, εκεί τον είδα… ψηλό, αδύνατο, βρώμικο μία μορφή λες και βγήκε από την Βίβλο, τον ρώτησα : πώς σε λένε; Φώτη! απαντάει, μένω άναυδος και έκπληκτος, δεν μπορώ να μιλήσω αρχίζουν τα δάκρυα να τρέχουν από τα μάτια μου… Γιάννη δεν θέλω τέτοια… έλα να με βοηθήσεις! Τι να κάνω ρωτώ; να με βοηθήσεις να μαζέψω τις γόπες που πετούν οι άνθρωποι στο δρόμο και μην νομίζεις ότι θα μαζέψω όλες τις γόπες του Βόλου, παράδειγμα δίνω γιατί ο δρόμος είναι προέκταση των σπιτιών μας και πρέπει να το διατηρούμε καθαρό. Πού θα μείνεις απόψε; ρωτάει, ως τότε δεν είχα πει ούτε το όνομά μου, ούτε ότι είχα έρθει από την Αθήνα. Φώτη του λέω, εγώ ήρθα από την Αθήνα για να μιλήσουμε, τι με νοιάζει που θα μείνω; Θέλω να είμαστε όλο το βράδυ μαζί και να μιλάμε, γίνεται αυτό ; Θέλεις να μείνεις εκεί που μένω και εγώ; όπου θέλεις, μαζί σου να είμαι!
Συνεχίσαμε μέχρι τον Άγιο Νικόλαο. Μπήκαμε μέσα, ανάψαμε κεριά, μου πρόσφερε ξερά λουλούδια από μια εικόνα, που τα έχω ακόμη φυλαγμένα και λέει στην Νεωκόρο: τηλεφώνησε στο ταξί ο Γιάννης θα μείνει μαζί μου απόψε. Σε λίγο εκεί πίσω από την εκκλησία στη γωνία στο φούρνο, έρχεται ένα ταξί με οδηγό ένα νέο παιδί που ήταν και ψάλτης στην εκκλησία, κατευθυνόμαστε προς το γήπεδο του Βόλου, μέσα στο ταξί ο Φώτης να μιλά για τον Χριστό μας συνεχώς, να λέει πράγματα που με αφορούσαν προσωπικά με τρόπο να μην καταλαβαίνει ο άλλος που άκουγε.. από τα ρούχα του να βγαίνει ευωδία από το στόμα του μία μυρωδιά σαν λιβάνι, αυτό το είχα παρατηρήσει και από πριν που τον είχα συναντήσει στον πεζόδρομο…
Φτάνουμε στην είσοδο του γηπέδου του Βόλου, σταματάμε, οι φύλακες του δίνουν ένα μπιτονάκι με νερό, συνεχίζουμε και φτάνουμε σε ένα μέρος πιο μακριά γεμάτο με ελιές, νύχτα, σκοτάδι. Κατεβαίνουμε, το ταξί φεύγει και αρχίζουμε να ανεβαίνουμε κάτι σκαλιά σκαμμένα στο έδαφος, φτάνουμε σε μία παράγκα υπερυψωμένη περίπου ενάμισι μέτρο. Δύο δωματιάκια μικρά, ανοίγει το πρώτο δεξιά χωρίς κλειδί με ένα σύρμα ήταν κλεισμένη η πόρτα…μου λέει αμέσως: για να μπορεί να μπει εύκολα όποιος θέλει και να πάρει ότι θέλει, για τα ζώα το βάζω το σύρμα.
Εδώ θα μείνεις εσύ! Άνοιξε εκείνες τις φλοκάτες να ξαπλώσεις σε μία άκρη, α δεν έχει μαξιλάρι ! Μισό λεπτό να σου φέρω. Πάει μου φέρνει νάιλον σακούλες από το σούπερ μάρκετ η μία μέσα στην άλλη, ορίστε το μαξιλάρι σου.
Στο χέρι του κρατά ένα σκαλιστήρι, πάρε και αυτό αν θέλεις να κάνεις το χοντρό σου, να πας εκεί στην ελιά να σκάψεις ένα λάκκο και μετά να τα σκεπάσεις, αυτά γίνονται λίπασμα και έχω τις καλύτερες ελιές.
Ανάβει ένα κερί αρχίζω να βλέπω το δωμάτιο… και να! δύο γυμνές Αφροδίτες! αγάλματα, αυτά που βάζουν σε σιντριβάνια στους κήπους. Ο Φώτης δικαιολογήθηκε: ξέρεις πόσο σκανδαλίζονται που τα βλέπουν αυτά εδώ; μου λένε: εσύ Χριστιανός άνθρωπος να έχεις γυμνές Αφροδίτες στην παράγκα σου; και εγώ τους απαντώ : το μωρό όταν γεννιέται έτσι είναι γυμνό! Φώτη του λέω, να βάλεις ακόμη δύο τρία γιατί αλλιώς θα σε λένε Άγιο και δεν σε συμφέρει… Καλά λές! έτσι θα κάνω! είπαμε πολλά, πάρα πολλά εκείνο το βράδυ που είναι προσωπικά και δεν μπορώ να τα αναφέρω.
Ο Φώτης πήγε στο δικό του δωμάτιο δίπλα όλο το βράδυ να προσεύχεται, να κάνω και εγώ ότι μπορούσα να φωνάζει και να μιλά με κάποιον ή κάποιους δεν ξέρω « μα εμείς αγαπάμε όλο τον κόσμο » στην στέγη να γίνεται παρέλαση από θορύβους, περπατήματα να τρίζει όλη η παράγκα και εγώ να μην έχω κανένα φόβο καμία ανησυχία να νοιώθω ότι είμαι κοντά σε έναν Άγιο. Κοιμάμαι, έναν ύπνο τόσο γλυκό που δεν θα ξεχάσω ποτέ, ξυπνώ το πρωί , ψιλοβρέχει…Ο Φώτης με μία αρχαία σκούπα χορτάρινη που έχει μείνει σχεδόν η μισή από την χρήση, τάχα σκουπίζει τα νερά έξω από την παράγκα με το ένα χέρι κρατά την σκούπα και στο άλλο έχει μία εφημερίδα και μέσα ένα αρχαίο κουλούρι Θεσσαλονίκης. Το πρωϊνό σου, μου λέει χαμογελώντας και ενώ έτρωγα του κουλούρι άρχισε πάλι να μου μιλά και να με συμβουλεύει και μεταξύ άλλων μου είπε : σήμερα τα προβλήματα έχουν κουκουλώσει τα αισθήματα, οι άνθρωποι με τόσα προβλήματα πώς να βγάλουν τα αισθήματά τους για τους άλλους ανθρώπους ;
Νεύρα, κρίση, κατάκριση, εγωϊσμός αυτό βγάζουν.
Μα… ο τάδε παπάς… μου έκανε… και πριν προλάβω να πω ολόκληρη τη φράση, άλλο μάθημα « άστα αυτά, μας σώζουν ; εμείς κοιτάμε τι μας σώζει αυτό να λέμε και να σκεφτόμαστε, μπροστά μας έχουμε θάνατο και μετά αιώνια ζωή, είμαστε έτοιμοι;»
Η ώρα περνά γρήγορα με τον Φώτη, ξεκινώ γύρω στις 10.00 να κατέβω στον Βόλο με τα πόδια βρίσκω ένα αγροτικό που με πηγαίνει στο ΚΤΕΛ, μπαίνω στο λεωφορείο γεμάτος χαρά και χάρη που πήρα, φτάνω στην Αθήνα αρχίζει ο λογισμός μου : πλανεμένος είναι! Τρελός! βλακείες σου είπε έχασες τον χρόνο σου !
Μένω το βράδυ σπίτι και το πρωί το λεωφορείο πάλι στον Βόλο, τον βρίσκω πάλι σχεδόν στο ίδιο σημείο. Πάλι το ίδιο σκηνικό , με μία διαφορά τον ρωτάω ποιος είναι ο Πνευματικός του. Μου απαντάει, δεν το λέω σε κανέναν πλέον γιατί όταν το έλεγα όλοι έτρεχαν σε αυτόν, είναι γεροντάκι και κάνει πολύ προσευχή δεν έχει χρόνο να βλέπει κόσμο.
Κατεβαίνω στον Βόλο πάλι με ωτοστόπ, δεν φεύγω όμως, τηλεφωνώ σε κάποιον Επίσκοπο γνωστό μου που κατάγεται από την περιοχή του Βόλου. Σεβασμιότατε ο Φώτης; Ε τι ο Φώτης ; Τι είναι ; Πλανεμένος; Άγιος; A, δεν ξέρω μου λέει, σε εκκλησίες τον βλέπω μόνο απέξω μέσα να κοινωνεί και να εκκλησιάζεται ποτέ, έχω επιφυλάξεις ! Τον ρωτώ πάλι : ποιος θα μου πει για αυτόν ; Θα πας στην τάδε εκκλησία και θα δεις τον τάδε ιερέα. Πηγαίνω αμέσως, τον βρίσκω και τον ρωτάω για τον Φώτη, για να πάρω την απάντηση : Ο Φώτης είναι ασκητής ! και εξομολογείται, και κοινωνεί και αγιασμό ’κάνει στην παράγκα του κάθε μήνα φωνάζοντας για αυτό τον ιερέα!
Έτσι έφυγα από τον Βόλο πριν πέντε χρόνια γεμάτος χαρά και βεβαιότητα ότι γνώρισα έναν άνθρωπο του Θεού έναν δια Χριστό Σαλό της εκκλησίας μας. Έναν άνθρωπο που δεν έμοιαζε ότι ταιριάζει με τον κόσμο! Αυτός ο ελεύθερος άνθρωπος με τον τρόπο της ζωής του ενέπαιζε τον κόσμο, τα έβλεπε όλα με τρόπο υπέρλογο με τρόπο δυσανάγνωστο για εμάς αλλά ο Φώτης πάντα ο ίδιος ελεύθερος άνθρωπος. Ενας άνθρωπος με τεράστια αγάπη για όλους και ιδιαίτερα για τα παιδιά, τα παιδιά του «Θεόφιλου» αυτό μου το είχε τονίσει από τότε, να προσέχεις τα παιδιά των πολυτέκνων, σε χρειάζονται, είχε επάνω του την αγάπη της εικόνας του Χριστού.
Έκτοτε δεν ξαναπήγα να τον δω γιατί ξέρω ότι αυτούς τους ανθρώπους δεν πρέπει να τους ενοχλούμε πολύ αλλά συχνά σε δύσκολες στιγμές της ζωής μου τον είχα επικαλεστεί έντονα και αυτόματα τα πράγματα θαυματουργικός άλλαζαν…Πιστεύω πως και εκείνος θα το καταλάβαινε και ένοιωθα από μακριά πως βλέπω το γλυκό πατρικό του χαμόγελο. Πάντα μάθαινα από κοινούς γνωστούς που τον έβλεπαν τα νέα του και του διαβίβαζα τα σέβη μου και την αγάπη μου, ο Χριστός μας δεν μας άφησε ποτέ χωρίς Αγίους ανθρώπους, χωρίς την συμπαράσταση την δική του και των Αγίων του.
Συγκλονισμένη η τοπική κοινωνία από την Τετάρτη που έφυγε ο Φώτης ήταν ένας σοφός άνθρωπος, ένας μεγάλος Θεολόγος, ένας μεγάλος φιλόσοφος, ένας άνθρωπος βγαλμένος από τα συναξάρια, ένας άνθρωπος δια Χριστόν Σαλός όπως ο Άγιος Ανδρέας και άλλοι. Επιτελούσε την Αποστολή που του έδωσε ο Χριστός μας, ένας άνθρωπος που δεν είχε χρήματα, ότι του έδινε ο κόσμος τα έδινε σε άλλους ανθρώπους, δεν είχε τίποτα και αυτό το λίγο που του έδιναν το έδινε σε άλλους συνεχίζοντας αυτήν την Αγιολογική παράδοση της Εκκλησίας μας εκπέμποντας τον λόγο του Χριστού χωρίς τον έπαινο των ανθρώπων που πολλές φορές γίνεται η αυτοκαταστροφή των ανθρώπων.
Σήμερα γίναμε όλοι πιο φτωχοί!
Χωρίς δεύτερη σκέψη έγραψα λοιπόν αυτό το κείμενο και σας το αφιερώνω με αγάπη.
Ιωάννης Ναυπλιώτης
14/12/2017
Υ.Γ. Πολλοί με ρώτησαν γιατί πήγα στην κηδεία, καθήκον μου και υποχρέωση να προσκυνήσω αυτόν τον Άγιο Άνθρωπο.
http://www.theophilos.gr
O ΦΩΤΗΣ ΔΕΝ ΕΦΥΓΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΒΟΛΟ…
Χωρίς δεύτερη σκέψη πήγα και ρώτησα τι ώρα εχει λεωφορείο και έφυγα με το ΚΤΕΛ του Βόλου, την Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου 2017, έφτασα στον υπερβολικά φωταγωγημένο Βόλο και αμέσως έκανα την σκέψη … φωτίστηκε ο Βόλος γιατί χαιρετά και αποχαιρετά τον Φώτη του, Τον Φώτη μας, τον Φώτη της καρδιάς μας.
Μα …ο Φώτης δεν έφυγε από τον Βόλο, είναι στο Βόλο!
Δεν πίστευα πριν από πέντε χρόνια που τον συνάντησα για μία και μοναδική φορά ότι αξιώθηκα να γνωρίσω έναν άγιο άνθρωπο.΄Έναν…(Δια Χριστόν σαλό ) που διάβαζα στα συναξάρια της Εκκλησίας μας. Δεν πίστευα αυτά που άκουγα για αυτό το πρόσωπο από πολύ σοβαρούς ανθρώπους της Εκκλησίας μας, αλλά και από έναν πολύτεκνο πατέρα που βλέποντας τα προβλήματα που αντιμετώπιζα τότε στον Οργανισμό Κοινωνικής Φροντίδας Θεόφιλος και από τους ανθρώπους να εισπράττω συνεχώς απόρριψη, στενές καρδιές και μυαλά… μου είπε : Kύριε Γιάννη στο Βόλο μένει ο Φώτης γιατί δεν πάτε να τον συμβουλευτείτε;
Να είσαι καλά Παναγιώτη! Εξαιτίας σου πήγα κατευθείαν όπως και τώρα χωρίς δεύτερη σκέψη στο ΚΤΕΛ του Βόλου έφτασα γύρω στις επτά το απόγευμα πριν πέντε χρόνια θυμάμαι χωρίς να ξέρω που θα τον βρω χωρίς να έχω δει ποτέ φωτογραφία του στο internet και περπάτησα από το ΚΤΕΛ μέχρι έναν μεγάλο πεζόδρομο, εκεί τον είδα… ψηλό, αδύνατο, βρώμικο μία μορφή λες και βγήκε από την Βίβλο, τον ρώτησα : πώς σε λένε; Φώτη! απαντάει, μένω άναυδος και έκπληκτος, δεν μπορώ να μιλήσω αρχίζουν τα δάκρυα να τρέχουν από τα μάτια μου… Γιάννη δεν θέλω τέτοια… έλα να με βοηθήσεις! Τι να κάνω ρωτώ; να με βοηθήσεις να μαζέψω τις γόπες που πετούν οι άνθρωποι στο δρόμο και μην νομίζεις ότι θα μαζέψω όλες τις γόπες του Βόλου, παράδειγμα δίνω γιατί ο δρόμος είναι προέκταση των σπιτιών μας και πρέπει να το διατηρούμε καθαρό. Πού θα μείνεις απόψε; ρωτάει, ως τότε δεν είχα πει ούτε το όνομά μου, ούτε ότι είχα έρθει από την Αθήνα. Φώτη του λέω, εγώ ήρθα από την Αθήνα για να μιλήσουμε, τι με νοιάζει που θα μείνω; Θέλω να είμαστε όλο το βράδυ μαζί και να μιλάμε, γίνεται αυτό ; Θέλεις να μείνεις εκεί που μένω και εγώ; όπου θέλεις, μαζί σου να είμαι!
Συνεχίσαμε μέχρι τον Άγιο Νικόλαο. Μπήκαμε μέσα, ανάψαμε κεριά, μου πρόσφερε ξερά λουλούδια από μια εικόνα, που τα έχω ακόμη φυλαγμένα και λέει στην Νεωκόρο: τηλεφώνησε στο ταξί ο Γιάννης θα μείνει μαζί μου απόψε. Σε λίγο εκεί πίσω από την εκκλησία στη γωνία στο φούρνο, έρχεται ένα ταξί με οδηγό ένα νέο παιδί που ήταν και ψάλτης στην εκκλησία, κατευθυνόμαστε προς το γήπεδο του Βόλου, μέσα στο ταξί ο Φώτης να μιλά για τον Χριστό μας συνεχώς, να λέει πράγματα που με αφορούσαν προσωπικά με τρόπο να μην καταλαβαίνει ο άλλος που άκουγε.. από τα ρούχα του να βγαίνει ευωδία από το στόμα του μία μυρωδιά σαν λιβάνι, αυτό το είχα παρατηρήσει και από πριν που τον είχα συναντήσει στον πεζόδρομο…
Φτάνουμε στην είσοδο του γηπέδου του Βόλου, σταματάμε, οι φύλακες του δίνουν ένα μπιτονάκι με νερό, συνεχίζουμε και φτάνουμε σε ένα μέρος πιο μακριά γεμάτο με ελιές, νύχτα, σκοτάδι. Κατεβαίνουμε, το ταξί φεύγει και αρχίζουμε να ανεβαίνουμε κάτι σκαλιά σκαμμένα στο έδαφος, φτάνουμε σε μία παράγκα υπερυψωμένη περίπου ενάμισι μέτρο. Δύο δωματιάκια μικρά, ανοίγει το πρώτο δεξιά χωρίς κλειδί με ένα σύρμα ήταν κλεισμένη η πόρτα…μου λέει αμέσως: για να μπορεί να μπει εύκολα όποιος θέλει και να πάρει ότι θέλει, για τα ζώα το βάζω το σύρμα.
Εδώ θα μείνεις εσύ! Άνοιξε εκείνες τις φλοκάτες να ξαπλώσεις σε μία άκρη, α δεν έχει μαξιλάρι ! Μισό λεπτό να σου φέρω. Πάει μου φέρνει νάιλον σακούλες από το σούπερ μάρκετ η μία μέσα στην άλλη, ορίστε το μαξιλάρι σου.
Στο χέρι του κρατά ένα σκαλιστήρι, πάρε και αυτό αν θέλεις να κάνεις το χοντρό σου, να πας εκεί στην ελιά να σκάψεις ένα λάκκο και μετά να τα σκεπάσεις, αυτά γίνονται λίπασμα και έχω τις καλύτερες ελιές.
Ανάβει ένα κερί αρχίζω να βλέπω το δωμάτιο… και να! δύο γυμνές Αφροδίτες! αγάλματα, αυτά που βάζουν σε σιντριβάνια στους κήπους. Ο Φώτης δικαιολογήθηκε: ξέρεις πόσο σκανδαλίζονται που τα βλέπουν αυτά εδώ; μου λένε: εσύ Χριστιανός άνθρωπος να έχεις γυμνές Αφροδίτες στην παράγκα σου; και εγώ τους απαντώ : το μωρό όταν γεννιέται έτσι είναι γυμνό! Φώτη του λέω, να βάλεις ακόμη δύο τρία γιατί αλλιώς θα σε λένε Άγιο και δεν σε συμφέρει… Καλά λές! έτσι θα κάνω! είπαμε πολλά, πάρα πολλά εκείνο το βράδυ που είναι προσωπικά και δεν μπορώ να τα αναφέρω.
Ο Φώτης πήγε στο δικό του δωμάτιο δίπλα όλο το βράδυ να προσεύχεται, να κάνω και εγώ ότι μπορούσα να φωνάζει και να μιλά με κάποιον ή κάποιους δεν ξέρω « μα εμείς αγαπάμε όλο τον κόσμο » στην στέγη να γίνεται παρέλαση από θορύβους, περπατήματα να τρίζει όλη η παράγκα και εγώ να μην έχω κανένα φόβο καμία ανησυχία να νοιώθω ότι είμαι κοντά σε έναν Άγιο. Κοιμάμαι, έναν ύπνο τόσο γλυκό που δεν θα ξεχάσω ποτέ, ξυπνώ το πρωί , ψιλοβρέχει…Ο Φώτης με μία αρχαία σκούπα χορτάρινη που έχει μείνει σχεδόν η μισή από την χρήση, τάχα σκουπίζει τα νερά έξω από την παράγκα με το ένα χέρι κρατά την σκούπα και στο άλλο έχει μία εφημερίδα και μέσα ένα αρχαίο κουλούρι Θεσσαλονίκης. Το πρωϊνό σου, μου λέει χαμογελώντας και ενώ έτρωγα του κουλούρι άρχισε πάλι να μου μιλά και να με συμβουλεύει και μεταξύ άλλων μου είπε : σήμερα τα προβλήματα έχουν κουκουλώσει τα αισθήματα, οι άνθρωποι με τόσα προβλήματα πώς να βγάλουν τα αισθήματά τους για τους άλλους ανθρώπους ;
Νεύρα, κρίση, κατάκριση, εγωϊσμός αυτό βγάζουν.
Μα… ο τάδε παπάς… μου έκανε… και πριν προλάβω να πω ολόκληρη τη φράση, άλλο μάθημα « άστα αυτά, μας σώζουν ; εμείς κοιτάμε τι μας σώζει αυτό να λέμε και να σκεφτόμαστε, μπροστά μας έχουμε θάνατο και μετά αιώνια ζωή, είμαστε έτοιμοι;»
Η ώρα περνά γρήγορα με τον Φώτη, ξεκινώ γύρω στις 10.00 να κατέβω στον Βόλο με τα πόδια βρίσκω ένα αγροτικό που με πηγαίνει στο ΚΤΕΛ, μπαίνω στο λεωφορείο γεμάτος χαρά και χάρη που πήρα, φτάνω στην Αθήνα αρχίζει ο λογισμός μου : πλανεμένος είναι! Τρελός! βλακείες σου είπε έχασες τον χρόνο σου !
Μένω το βράδυ σπίτι και το πρωί το λεωφορείο πάλι στον Βόλο, τον βρίσκω πάλι σχεδόν στο ίδιο σημείο. Πάλι το ίδιο σκηνικό , με μία διαφορά τον ρωτάω ποιος είναι ο Πνευματικός του. Μου απαντάει, δεν το λέω σε κανέναν πλέον γιατί όταν το έλεγα όλοι έτρεχαν σε αυτόν, είναι γεροντάκι και κάνει πολύ προσευχή δεν έχει χρόνο να βλέπει κόσμο.
Κατεβαίνω στον Βόλο πάλι με ωτοστόπ, δεν φεύγω όμως, τηλεφωνώ σε κάποιον Επίσκοπο γνωστό μου που κατάγεται από την περιοχή του Βόλου. Σεβασμιότατε ο Φώτης; Ε τι ο Φώτης ; Τι είναι ; Πλανεμένος; Άγιος; A, δεν ξέρω μου λέει, σε εκκλησίες τον βλέπω μόνο απέξω μέσα να κοινωνεί και να εκκλησιάζεται ποτέ, έχω επιφυλάξεις ! Τον ρωτώ πάλι : ποιος θα μου πει για αυτόν ; Θα πας στην τάδε εκκλησία και θα δεις τον τάδε ιερέα. Πηγαίνω αμέσως, τον βρίσκω και τον ρωτάω για τον Φώτη, για να πάρω την απάντηση : Ο Φώτης είναι ασκητής ! και εξομολογείται, και κοινωνεί και αγιασμό ’κάνει στην παράγκα του κάθε μήνα φωνάζοντας για αυτό τον ιερέα!
Έτσι έφυγα από τον Βόλο πριν πέντε χρόνια γεμάτος χαρά και βεβαιότητα ότι γνώρισα έναν άνθρωπο του Θεού έναν δια Χριστό Σαλό της εκκλησίας μας. Έναν άνθρωπο που δεν έμοιαζε ότι ταιριάζει με τον κόσμο! Αυτός ο ελεύθερος άνθρωπος με τον τρόπο της ζωής του ενέπαιζε τον κόσμο, τα έβλεπε όλα με τρόπο υπέρλογο με τρόπο δυσανάγνωστο για εμάς αλλά ο Φώτης πάντα ο ίδιος ελεύθερος άνθρωπος. Ενας άνθρωπος με τεράστια αγάπη για όλους και ιδιαίτερα για τα παιδιά, τα παιδιά του «Θεόφιλου» αυτό μου το είχε τονίσει από τότε, να προσέχεις τα παιδιά των πολυτέκνων, σε χρειάζονται, είχε επάνω του την αγάπη της εικόνας του Χριστού.
Έκτοτε δεν ξαναπήγα να τον δω γιατί ξέρω ότι αυτούς τους ανθρώπους δεν πρέπει να τους ενοχλούμε πολύ αλλά συχνά σε δύσκολες στιγμές της ζωής μου τον είχα επικαλεστεί έντονα και αυτόματα τα πράγματα θαυματουργικός άλλαζαν…Πιστεύω πως και εκείνος θα το καταλάβαινε και ένοιωθα από μακριά πως βλέπω το γλυκό πατρικό του χαμόγελο. Πάντα μάθαινα από κοινούς γνωστούς που τον έβλεπαν τα νέα του και του διαβίβαζα τα σέβη μου και την αγάπη μου, ο Χριστός μας δεν μας άφησε ποτέ χωρίς Αγίους ανθρώπους, χωρίς την συμπαράσταση την δική του και των Αγίων του.
Συγκλονισμένη η τοπική κοινωνία από την Τετάρτη που έφυγε ο Φώτης ήταν ένας σοφός άνθρωπος, ένας μεγάλος Θεολόγος, ένας μεγάλος φιλόσοφος, ένας άνθρωπος βγαλμένος από τα συναξάρια, ένας άνθρωπος δια Χριστόν Σαλός όπως ο Άγιος Ανδρέας και άλλοι. Επιτελούσε την Αποστολή που του έδωσε ο Χριστός μας, ένας άνθρωπος που δεν είχε χρήματα, ότι του έδινε ο κόσμος τα έδινε σε άλλους ανθρώπους, δεν είχε τίποτα και αυτό το λίγο που του έδιναν το έδινε σε άλλους συνεχίζοντας αυτήν την Αγιολογική παράδοση της Εκκλησίας μας εκπέμποντας τον λόγο του Χριστού χωρίς τον έπαινο των ανθρώπων που πολλές φορές γίνεται η αυτοκαταστροφή των ανθρώπων.
Σήμερα γίναμε όλοι πιο φτωχοί!
Χωρίς δεύτερη σκέψη έγραψα λοιπόν αυτό το κείμενο και σας το αφιερώνω με αγάπη.
Ιωάννης Ναυπλιώτης
14/12/2017
Υ.Γ. Πολλοί με ρώτησαν γιατί πήγα στην κηδεία, καθήκον μου και υποχρέωση να προσκυνήσω αυτόν τον Άγιο Άνθρωπο.
http://www.theophilos.gr