Γιά την καθαρότητα τού βίου της, άλλά και ασκητικά της κατορθώματα απέκτησε πλούσια την Χάρη τού Παναγίου Πνεύματος. Είχε προικισθεί με το χάρισμα της διορατικότητας. Έβλεπε την τραγωδία πού θα ενέσκηπτε τού εμφυλίου πολέμου και θρηνούσε. Έκλαιγε, γιατί η απιστία και ό εγωισμός θα έφερναν συμφορές στον τόπο, όπως πράγματι συνέβη, αφού μόνο στη Φουφά καταμετρήθηκαν είκοσι δύο θύματα.
Ποιο χέρι να φιλήσουμε;
Η Α. Β. διηγήθηκε ότι, όταν ήταν σε ηλικία δώδεκα ετών ερχόταν από την Κλεισούρα με τή μητέρα της, τον αδελφό της, πού τότε υπηρετούσε στρατιώτης, καί ένα συστρατιώτη φίλο του. Όταν έφθασαν ψηλά στο βουνό, στο σημείο πού γίνεται ορατό τό εκκλησάκι της αγίας Παρασκευής, ή μητέρα της είπε στά παιδιά:
Όταν φθάσουμε στήν Αγία Παρασκευή, να| φιλήσετε τό χέρι της Μπάμπω.
Τότε ο αδελφός της είπε στη μητέρα του: Ποιό χέρι νά φιλήσουμε; Αυτό πού είναι άπλυτο και μαύρο και βρωμά;
Η μητέρα τους τότε τον μάλωσε.
Όταν έφθασαν στήν Εκκλησία ή Μπάμπω ,καθόταν κάτω από μια ακακία. Ή μητέρα προχώρησε και φίλησε με σεβασμό τό χέρι της, καθώς και εκείνη ή κοπέλα. Τότε τα δύο παλικάρια έσκυψαν και αυτά νά φιλήσουν τό χέρι της. Ή Γερόντισσα, όμως, τό τράβηξε και τους είπε:
Τό χέρι πού βρωμά θέλετε νά φιλήσετε; Η μητέρα ξαφνιασμένη ρώτησε τή Μπάμπω:
- Πώς τό ξεύρεις αυτό πού είπες;
Και εκείνη άπήντησε:
-Έγώ δεν ήμουν εκεί έπάνω πού τό συζητάτε, άλλα ή Αγία Παρασκευή πού ήταν μού το είπε!
Τό ταμένο αρνί
Ό Ζ. Τ. από το Μηλοχώρι διηγήθηκε ότι, οι αν ήταν δώδεκα ετών ό πατέρας του τον έστειλε να βοσκήσει τά πρόβατα ενός τσοπάνου από τό χωριό Άρδασσα. Μια ήμερα πού είχε πολύ ξηρασία και δεν υπήρχε χορτάρι για να βοσκήσουν τά πρόβατα, τά έβαλε στον ίσκιο και ξάπλωσε μαζί με άλλα τσοπανόπουλα να ξεκουραστεί και να αποφύγει τή ζέστη τού καλοκαιριού. Εκεί τον πήρε γιά λίγο ό ύπνος και είδε τή Μπάμπω με δύο άλλες γυναίκες να ανηφορίζουν. Όταν τον πλησίασαν τού λέγει η Μπάμπω:
Τί κάνεις παιδί μου, Ζήκα, εδώ;
Και αυτός της παραπονέθηκε, ότι λόγω ξηρασίας τά πρόβατα δεν είχαν χόρτο να βοσκήσουν και τά έβαλε στον ίσκιο. Τότε ή Μπάμπω τού λέγει:
-Μή στεναχωρείσαι! Τό βράδυ θα βρέξει!
Αυτός τότε ξύπνησε καί ξυπνώντας καί τά αλλά τσοπανόπουλα τούς είπε ότι είδε τή Μπάμπω της Αγίας Παρασκευής καί τον διαβεβαίωσε ότι θα βρέξει. Στη συνεχεία αυτός τή χαρά του είπε:
Έάν βρέξει θα πάω ένα αρνάκι στήν Άγια Παρασκευή.
Τον επόμενο χρόνο ό πατέρας του του αγόρασε μερικά πρόβατα και έκτοτε έβοσκε τά δικά του. Όταν πέρασε με τά πρόβατα από την ΑΓΙΑ Παρασκευή και τον είδε ή Μπάμπω του λέγει:
Ζήκα, δεν έφερες τό αρνάκι πού έταξες στην Αγία Παρασκευή!
Τότε αυτός τή ρώτησε:
- Και εσύ πού τό ξεύρεις;
Για να πάρει την άπάντηση:
- Έγώ δεν σε είδα εκεί στο βράχο πού κοιμόσουν και σού είπα ότι θα βρέξει;
Τότε της λέγει εκείνος:
- Και ποιες ήταν οι άλλες γυναίκες πού ήταν μαζί σου;
Και τού άπαντά ή Μπάμπω:
- Ή Αγία Παρασκευή και ή Αγία Κυριακή!
Άφησαν τό ψαλίδι στην κοιλιά κατά την εγχείρηση
Ό Δ. Π. διηγήθηκε τό έξης περιστατικό:
Μετά τό συμμοριτοπόλεμο ή μητέρα μου και δυο άλλες γυναίκες ήρθαν στην Αγία Παρασκευή. Αφού κοιμήθηκαν μέσα στο Ναό ή μία,
Η νεώτερη, βογγούσε από τούς πόνους. Προτού
αναχωρήσουν τό πρωί ήλθε ή Μπάμπω και
Λέγει στήν κοπέλα πού ύπέφερε:
- Μήν στεναχωρείσαι, κορίτσι μου! Δεν έχεις τίποτα. Να πας να πεις στο γιατρό πού σου έκανε εγχείρηση, να βγάλει τό ψαλίδι πού
έχασε στο σώμα σου!
Και εκείνη απάντησε:
- Πού ξεύρεις ότι έκανα εγχείρηση!
Γιά να άπαντήσει ή Μπάμπω:
- Ή Αγία Παρασκευή μου τό είπε!
Οί κακοί λογισμοί καί ή θεραπεία
Μια κυρία επισκέφτηκε στο Μοναστήρι με τό αόμματο παιδί της. Έβλεπε όλους να πηγαίνουν να φιλήσουν το χέρι της Γερόντισσας Χρυσής, άλλα εκείνη την πλησίαζε από απόσταση λόγω του μελαμψού της δέρματος. Ή Όσια Χρυσή με τό διορατικό χάρισμα κόντεψε και της είπε:
- ’Έκανες κακούς λογισμούς για εμένα και ή Αγία Παρασκευή δεν θα κάνει τό θαύμα στο παιδί σου!
Εκείνη συντετριμμένη από την αποκάλυψη αυτή της Όσιας έπεσε στα πόδια της και την εκλιπαρούσε να τή συγχωρήσει, και να προσευχηθεί για τό παιδί της. Ή εύσυμπάθητη Γερόντισσα τότε προσευχήθηκε θερμά και άμέσως τό παιδί θεραπεύθηκε.