Βάπτιση καί ξερριζωµός
Στά Φάρασα τῆς ἁγιοτόκου Καππαδοκίας, στίς 25 Ἰουλίου τοῦ 1924, ἀνήµερα τῆς ἁγίας Ἄννης γεννήθηκε ὁ Γέροντας.Στήν βάπτιση οἱ γονεῖς του ἤθελαν νά τόν ὀνοµάσουν Χρῆστο, στό ὄνοµα τοῦ παπποῦ. Ὁ ὅσιος Ἀρσένιος ὅµως εἶπε στήν γιαγιά του: «Ἔ, Χατζηαννά,τόσα παιδιά σοῦ βάπτισα! Δέν θά δώσεις καί σέ ἕνα τό ὄνοµά µου;». Καί στούς γονεῖς εἶπε: «Καλά, ἐσεῖς θέλετε νά ἀφήσετε ἄνθρωπο στό πόδι τοῦ παπποῦ,ἐγώ δέν θέλω νά ἀφήσω καλόγηρο στό πόδι µου;». Καί γυρίζοντας στή νουνά τῆς λέγει: «Ἀρσένιο νά πῆς». Τοῦ ἔδωσε δηλαδή τό ὄνοµά του καί τήν εὐχή του,καί προεῖδε ὅτι θά γίνει καλόγηρος, ὅπως καί ἔγινε.
Τό ἔτος πού γεννήθηκε ὁ Γέροντας ἔγινε ἡ ἀνταλλαγή τῶν πληθυσµῶν καί ξερριζώθηκε ὁ Ἑλληνισµός τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἀπό τίς πατρογονικές του ἑστίες. Πῆρε καί ἡ οἰκογένεια τοῦ Γέροντα µαζί µέ τούς ἄλλους Φαρασιῶτες καί τόν ὅσιο Ἀρσένιο τόν δρόµο τῆς πικρῆς προσφυγιᾶς. Στό καράβι µέσα στόν συνωστισµό κάποιος πάτησε τό βρέφος (Ἀρσένιο) πού κινδύνεψε νά πεθάνη. Ἀλλά ὁ Θεός κράτησε στήν ζωή τόν ἐκλεκτό Του, γιατί ἔµελλε νά γίνη χειραγωγός πολλῶν ψυχῶν στήν βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ὁ Γέροντας βέβαια ἀπό ταπείνωση ἔλεγε ἀργότερα: «Ἄν εἶχα πεθάνει τότε, πού εἶχα τήν χάρι τοῦ Βαπτίσµατος, θά µέ ἔρριχναν στήν θάλασσα νά µέ φᾶνε τά ψάρια, καί τοὐλάχιστον θά µοῦ ἔλεγε «εὐχαριστῶ» κανένα ψαράκι, καί θά πήγαινα στόν παράδεισο». (Ἤθελε δηλαδή νά πῆ ὅτι τώρα πού ἔζησε δέν ἔκανε τίποτε).
Ἔµειναν γιά λίγο στόν Πειραιᾶ. Ἔπειτα µεταφέρθηκαν στό κάστρο τῆς Κερκύρας, ὅπου ἐκοιµήθη καί ἐτάφη ὁ ὅσιος Ἀρσένιος, σύµφωνα µέ τήν πρόρρησή του: «Ἐγώ θά ζήσω σαράντα ἡµέρες στήν Ἑλλάδα καί θά πεθάνω σέ ἕνα νησί».Μετακόµισαν στήν συνέχεια σέ χωριό τῆς Ἡγουµενίτσας καί τελικά ἐγκαταστάθηκαν στήν Κόνιτσα.
Τόν νεοφώτιστο Ἀρσένιο, βρέφος σαράντα ἡµερῶν, οἱ γονεῖς του τόν ἔφεραν στήν µητέρα Ἑλλάδα, ἄγνωστο τότε ἀνάµεσα στά πλήθη τῶν προσφύγων. Αὐτόν πού µετά ἀπό χρόνια θά γινόταν γνωστός σέ ὅλο τόν κόσµο καί θά ὡδηγοῦσε πλήθη ἀνθρώπων στήν θεογνωσία. Ἀπό τίς πρῶτες ἡµέρες γνώρισε τόν πόνο καί τά βάσανα τῶν ἀνθρώπων. Ἀργότερα, ὁ ἴδιος θά γινόταν λιµάνι παρηγοριᾶς σέ χιλιάδες βασανισµένες ψυχές.
Ἀνατροφή «ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου»
Ο µικρός καί εὐλογηµένος Ἀρσένιος, µαζί µέ τό γάλα πού θήλαζε, µάθαινε ἀπό τούς γονεῖς του καί τήν εὐλάβεια πρός τόν Θεό.
Ἀντί γιά παραµύθια καί ἱστορίες τοῦ µιλοῦσαν γιά τόν βίο καί τά
θαύµατα τοῦ ὁσίου Ἀρσενίου. Μέσα του γεννήθηκε θαυµασµός καί ἀγάπη γιά
τόν Χατζεφεντῆ, ὅπως ἀποκαλοῦσαν τόν ὅσιο Ἀρσένιο. Ἀπό µικρός ἤθελε νά
γίνη καί αὐτός µοναχός, γιά νά µοιάση τόν Ἅγιό του.Τό πρόσωπο πού µετά τόν ὅσιο Ἀρσένιο ἐπηρέασε εὐεργετικά ὅλη του τήν ζωή ἦταν ἡ µητέρα του, πρός τήν ὁποία αἰσθανόταν ἰδιαίτερη ἀγάπη καί τήν βοηθοῦσε ὅσο µποροῦσε. Ἀπό αὐτήν διδάχθηκε τήν ταπεινοφροσύνη. Τόν συµβούλευε νά µήν θέλη νά νικᾶ τούς συµµαθητές του στά παιχνίδια καί ὕστερα νά ὑπερηφανεύεται, οὔτε νά ἐπιδιώκη νά µπαίνη πρῶτος στήν γραµµή, γιατί ἦταν τό ἴδιο, εἴτε πρῶτος, εἴτε τελευταῖος ἔµπαινε.
Ἐπί πλέον τοῦ ἔµαθε τήν ἐγκράτεια˙ νά µήν τρώγη πρίν ἀπό τήν ὥρα τοῦ φαγητοῦ. Τήν παράβαση τήν θεωροῦσε ὡς πορνεία. Ἐπίσης τόν βοήθησε νά ἀποκτήση ἁπλότητα, ἐργατικότητα, νοικοκυροσύνη καί προσοχή στήν συµπεριφορά του πρός τούς ἄλλους, καί τόν προέτρεπε νά µήν ἀναφέρη καθόλου τό ὄνοµα τοῦ πειρασµοῦ (διαβόλου).
Δυό φορές τήν ἡµέρα ὅλη ἡ οἰκογένεια προσευχόταν µπροστά στό εἰκονοστάσι. Ἡ µητέρα του ὅµως συνέχιζε νά προσεύχεται καί ὅταν ἔκανε τίς ἐργασίες τοῦ σπιτιοῦ λέγοντας τήν εὐχή.
Τέτοια ἦταν ἡ εὐλάβεια τῶν γονέων του, ὥστε καί στά ἁλώνια ἔπαιρναν µαζί τους ἀντίδωρο.
Ὁ µικρός Ἀρσένιος, µέ τό ἐνδιαφέρον καί τήν ἐξυπνάδα πού εἶχε, εὔκολα ἀφωµοίωνε ὅ,τι καλό ἄκουγε ἀπό τούς γονεῖς του.
Ἀκολουθώντας τό παράδειγµά τους ἔµαθε νά νηστεύη, νά προσεύχεται καί νά ἐκκλησιάζεται. Ἦταν τό πιό ἀγαπητό ἀπό ὅλα τά παιδιά τῆς οἰκογενείας.
«Ὁ µέν πατέρας µου», ἔλεγε ἀργότερα ὁ Γέροντας, «µέ ἀγαποῦσε, γιατί εἶχα κλίση στά τεχνικά καί ἔπιαναν τά χέρια µου, ἡ δέ µητέρα µου γιά τήν ψεύτικη (λίγη, µικρή) εὐλάβεια πού εἶχα».
Από το βιβλίο:
ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ (1924-1994)
Ὁ Ἀσυρµατιστής τοῦ Στρατοῦ καί τοῦ Θεοῦ
Μπορείτε να το διαβάσετε κάνοντας κλικ στον ακόλουθο σύνδεσμο: http://www.rel.gr/arxeia/paisios.pdf
Η αντοχή της μητέρας
(ο Γέροντας μιλάει με βάση το καλό παράδειγμα της μητέρας του. Τι
να πούμε εμείς οι σημερινές μάνες που έχουμε τόσες ευκολίες σε πρακτικό
επίπεδο;…)
-Γέροντα, ὁ Ἅγιος Νεκτάριος σὲ μιὰ ἐπιστολή του πρὸς τὶς μοναχὲς
γράφει νὰ μὴν ξεχνοῦν πώς εἶναι γυναῖκες καὶ νὰ προσπαθοῦν νὰ μιμοῦνται
τὶς Ὅσιες καὶ ὄχι τοὺς Ὁσίους. Γιατὶ τὸ λέει αὐτό; Μήπως γιατὶ οἱ
γυναῖκες δὲν ἔχουν ἀντοχή;
-Ποιὲς; οἱ γυναῖκες δὲν ἔχουν ἀντοχή; Ἐγὼ τὶς ἔχω φοβηθῆ τὶς
γυναῖκες. Ἔχουν πολλή ἀντοχή. Ἡ γυναίκα μπορεῖ στὸ σῶμα νὰ εἶναι
ἀδύναμη, νὰ ἔχη λιγώτερες σωματικὲς δυνάμεις ἀπὸ τὸν ἄνδρα, ἀλλὰ μὲ τὴν
καρδιὰ ποὺ ἔχει, ἄν τὴν δουλεύη, ἔχει τέτοια ἀντοχή, ποὺ ξεπερνάει τὴν
ἀνδρικὴ δύναμη.Ὁ ἄνδρας, ναὶ μὲν ἔχει σωματικὲς δυνάμεις, ἀλλὰ δὲν ἔχει τὴν καρδιὰ ποὺ ἔχει ἡ γυναίκα. Νὰ, πρόσεξα μιὰ γάτα ποὺ ἦρθε στὸ Καλύβι μὲ τὰ γατιά της. Ἦταν ἀδύνατη, ἡ κοιλιά της κολλημένη σὰν πλάκα.
Μιὰ μέρα ἦρθε ἕνα μεγάλο σκυλὶ ποὺ ἦταν καὶ κυνηγητικό. Ὁ Κούρδης, ὁ γάτος, τὸ ἔβαλε στὰ πόδια. Ἐκείνη σηκώθηκε ἐπάνω, καμπούριασε, ἀγρίεψε, ἦταν ἕτοιμη νὰ ὁρμήση ἐπάνω στὸ σκυλί. Ἀπόρησα, ποῦ βρῆκε τέτοιο θάρρος! Βλέπεις, εἶχε τὰ γατάκια της.
Ἡ μάνα πονάει, κουράζεται, ἀλλὰ δὲν αἰσθάνεται οὔτε τὸν πόνο οὔτε τὴν κούραση. Ζορίζει τὸν ἑαυτὸ της, ἀλλὰ, ἐπειδὴ ἀγαπάει τὰ παιδιὰ της, ἀγαπάει τὸ σπίτι της, ὅλα τὰ κάνει μὲ χαρά. Πιὸ πολύ κουράζεται ἕνας ποὺ ξαπλώνει συνέχεια παρὰ αὐτὴ. Θυμᾶμαι, ἡ μάνα μου, ὅταν ἤμασταν μικρά, ἔπρεπε νὰ κουβαλάη τὸ νερὸ ἀπὸ τὴν βρύση ποὺ ἦταν πολὺ μακριὰ ἀπὸ τὸ σπίτι μας· ἔπρεπε νὰ μαγειρεύη, νὰ ζυμώνη, νὰ πλένη τὰ ροῦχα, νὰ πηγαίνη καὶ στὸ χωράφι. Ἔκανε δηλαδὴ ὅλες τὶς δουλειές, εἶχε κι ἐμᾶς τὰ παιδιὰ νὰ τὴν ζαλίζουμε καὶ νὰ κάνη καὶ τὸ ….δικαστήριο, ὅταν μαλώναμε. Ἔλεγε ὅμως: «Αυτὸ εἶναι τὸ καθῆκον μου·εἶμαι ὑποχρεωμένη νὰ τὰ κάνω ὅλα, χωρὶς νὰ γογγίζω». Τὸ ἔλεγε μὲ τὴν καλὴ ἔννοια. Ἀγαποῦσε τὸ σπίτι, ἀγαποῦσε τὰ παιδιά της, καὶ δὲν κουραζόταν μὲ τὶς δουλειὲς· ὅλα τὰ ἔκανε μὲ τὴν καρδιά της, μὲ χαρά.
Καὶ ὅσο περνοῦν τὰ χρόνια, τόσο πιὸ πολὺ ἡ μητέρα ἀγαπᾶ τὸ σπίτι. Παρόλο ποὺ περνᾶ ἡ ἡλικία, θυσιάζεται πιὸ πολὺ, γιὰ νὰ μεγλώση καὶ τὰ ἐγγονάκια της. Καὶ ἐνῶ οἱ δυνάμεις της λιγοστεύουν, ἐπειδὴ ὅμως τὸ κάνει μὲ τὴν καρδιὰ της, ἔχει περισσότερο κουράγιο καὶ ἀπὸ τὸν ἄνδρα, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ κουράγιο ποὺ εἶχε στὰ νιάτα της.
-Καὶ στὴν ἀρρώστια, Γέροντα, ἡ γυναίκα ἔχει μεγαλύτερη ψυχραιμία ἀπὸ τὸν ἄνδρα.
-Ξέρεις τί γίνεται; Ἡ μητέρα μὲ τὶςἀρρώστιες τοῦ παιδιοῦ ἔχει ἀντιμετωπίσει πολλὲς φορὲς τὴν ἀρρώστια καὶ ἔχει πολλὲς ἐμπειρίες.
Θυμᾶται πόσες φορές ἀνέβηκε ὁ πυρετὸς καὶ ξανακατέβηκε.
Εἶδε διάφορες σκηνὲς· τὸ παιδὶ νὰ πνίγεται ἤ νὰ λιποθυμάη καὶ μὲ ἕνα –δυὸ χτυπήματα νὰ συνέρχεται κ.λ.π. Ὁ ἄνδρας δὲν τὰ βλέπει αὐτὰ καὶ δὲν ἔχει τέτοιες ἐμπειρίες. Γι’ αὐτό, ἄν δῆ τὸ παιδὶ καμμιὰ φορὰ μὲ πυρετὸ ἤ λίγο χωλμό, πανικοβάλλεται καὶ ἀρχίζει: «Τὸ παιδὶ χάνεται! Τί θὰ κάνουμε τώρα; Τρέξτε, φωνάξτε τὸν γιατρό!».
(από το βιβλίο Λόγοι Γ.Παϊσίου του Αγιορείτου , εκδ. Ι .Μ. Αγ. Ιωάννου Θεολόγου Σουρωτής, τόμος Δ’ Οικογενειακή ζωή)
Γέρων Παΐσιος – Ποίημα στην μητέρα του
Όταν ο Γέρων Παΐσιος εκάρη μοναχός, έστειλε μια φωτογραφία στην
πολυαγαπημένη μητέρα του Ευλαμπία. Στο πίσω μέρος της είχε γράψει ένα
λυρικό ποίημα αποχαιρετισμού. Το αποχαιρετιστήριο αυτό λυρικό ποίημα
έγραφε τα εξής:
Μαννούλα μου σε χαιρετώ εγώ πάω να μονάσω,
Φεύγω την μάταιαν ζωήν, τον πλάνον, να γελάσω,
Στην μοναξιάν στην έρημον τα νιάτα να περάσω,
Δια την αγάπην του Χριστού, όλα θα τα θυσιάσω.
Όλα του κόσμου τα αγαθά,σαν σκύβαλλα θα αφήσω,
Να εκτελέσω την πρώτη εντολήν, τον Θεόν να αγαπήσω
Με τον σταυρόν στον Γολγοθάν, τον Ιησούν ν’ακολουθήσω,
Και εις την άνω Ιερουσαλήμ, εύχομαι να σε συναντήσω.
Φεύγω απ’την μεγάλην σου στοργήν, μαννούλα να μπορέσω
Δια να ήμεθα αιώνια μαζί, τον Ιησούν, θα παρακαλέσω,
Διαυτό μικρός εθέλησα τα μαύρα, δια να φορέσω,
Να αφιερωθώ εις τον Χριστόν, του Θεού να αρέσω.
Και δια μητέρα εις το εξής, θα έχω την Παναγίαν,
Να με φυλάξη αβλαβή, απ’ του εχθρού την πανουργίαν
Μάννα μου με κατάνυξιν, στην έρημον εδώ στην ησυχίαν
Θα εύχομαι πάντα δια εσέ, και διόλην την πολιτείαν.
Μοναχού Παϊσίου Φιλοθεΐτου. Αγ. Όρος 1-5-1957
Αφιερούται στην σεβαστήν μου
Μητέραν. Παΐσιος
http://antexoume.wordpress.com