Γράφει ὁ Ἰωάννης Πελίτης
Σίγουρα δὲν εἶναι ρατσιστὲς οἱ περιούσιοι τοῦ σκότους, οὔτε ὅταν ἀποφαίνονται ὡς ἰδιοκτῆτες τῶν ἀνθρώπων ὅτι ἀπαιτεῖται μείωση τοῦ πληθυσμοῦ, γιὰ τὸ καλό, ἐννοεῖται (καὶ τῶν μελλοθάνατων;) - χωρὶς νὰ κινδυνεύουν οὔτε ἀπὸ ἀνάκριση. Ποιός ἀπαγορεύει νὰ αἰσθάνονται ὑπεράνθρωποι, θεωρῶντας ἀνθρωπόμορφους ὅλους τοὺς ἄλλους, χρήσιμους μόνο ὡς δούλους καὶ ὡς θύματα ἀνθρωποθυσίας στὸν ψευτοθεό, μὲ πολέμους, τεχνητὴ ἀλλοίωση τοῦ κλίματος, ἀπομόνωση τῆς γῆς ἀπὸ ἡλιακὴ ἐνέργεια, καταστροφὴ παραγωγῆς, ἐργαστηριακὲς ἀρρώστιες, φονικὲς «θεραπεῖες» καὶ ὅτι ἄλλο τοὺς φωτίσει τὸ σκοτάδι;
Οὔτε ὁ πολιτισμὸς πεθαίνει ἀπ᾿ τὸν πανάρχαιο (ἀλλὰ πάντα «σύγχρονο») σκοταδισμό τους ποὺ ἀπαιτεῖ ὡς δίκαιο τὸ ἄδικο, ὡς καθαρὸ τὸ βρώμικο, ὡς φυσικὸ τὸ παραφύσιν, ὡς ἱερὸ τὸ ἀντίθεο, ὡς ὡραῖο τὸ ἄσχημο ὡς ἀνθρώπινο τὸ ἀπάνθρωπο, ἀληθινὸ τὸ ψεύτικο, ἐλευθερία τὴν ἐπιτήρηση, ἐπιστήμη τὴν παραεπιστήμη, τὴν αἵρεση ὡς ὀρθοδοξία, ὡς φυσικὴ τροφὴ τὴν συνθετική, μὲ ἀντάλλαγμα τὸ χάραγμα μὲ τὸν δυσώνυμο ἀριθμό.
Νόμος τους ἡ διαστροφή, προλείανση τοῦ δρόμου τοῦ Μεσσία τους ποὺ κατὰ τὸν Ἅγιο Νικόδημο θὰ εἶναι ὁμοφυλόφιλος, ὅπως ἀνέκαθεν ἐπιδιώκει ὁ ἀπ᾿ ἀρχῆς ἀνθρωποκτόνος γιὰ νὰ εὐτελίσει τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ καὶ ἀλλοιώνοντας τὴν φύση, νὰ καυχηθεῖ ὅτι κατόρθωσε ἀνώτερη δημιουργία ἀπ᾿ τὸν Θεό.
Δουλωτὴς ὡς δοῦλος, κοσμοκράτορας δυνάμει τοῦ θανάτου, ἐξουσιάζει γιὰ νὰ αἰσθάνεται ὑπαρκτός, σταυρώνει ὡς ἀσταύρωτος, ἐμπνέει λυσσαλέο μῖσος καὶ ἀλαζονεία ἐξωθῶντας πρὸς τὴν λήθη τὴν ἐπίγνωση τοῦ θανάτου, ποὺ ἡ ἀπώθησή του στὸ ὑποσυνείδητο γεννάει τὴν ἀνάγκη τῆς θανάτωσης τῶν ἄλλων, ὄχι μόνο γιὰ «ἐξορκισμὸ» τοῦ δικοῦ σου θανάτου καὶ αὐτεπιβεβαίωσή σου ὡς «ἐξουσία», ἀλλὰ καὶ ὡς θυσία στὸ εἴδωλό του.
Ποιός νέκρωσε ὅλους τοὺς μηχανισμοὺς ἐλέγχου γιὰ τὴν προστασία ἀπὸ κάθε ἀπειλὴ κατὰ τῆς ἀνθρωπότητας; Δὲν ἔπρεπε νὰ βρίσκονται σὲ συναγερμό, ἐξασφαλίζοντας τρόπο ἐπιβίωσης ἔστω καὶ μὲ ὀργάνωση ἀνταλλαγῆς προϊόντων καὶ ὑπηρεσιῶν ἢ κάτι ἀνάλογο; Μήπως ἀγρυπνοῦν τοὐλάχιστον οἱ φύλακες γιὰ τὴν πνευματικὴ ὑγεία, γιὰ νὰ προλάβουν ἀπερίγραπτες συνέπειες στὴν αἰωνιότητά μας ἀπ᾿ τὰ τερατώδη ποὺ συμβαίνουν σὰ νὰ μὴν συμβαίνουν; Καὶ μόνο ἡ ὑστερία ποὺ ἐπικράτησε ὡς σκοπούμενη συνέπεια προμελετημένης πανδημίας καὶ τῆς «ἀντιμετώπισής της» μὲ χρησιμοποίηση ἐμβρύων δολοφονημένων πρὶν φτάσουν σὲ βάφτιση, δείχνει πόσο ἀλλοτριώθηκε ἡ προοπτικὴ ὁλοκλήρωσης τοῦ ἀνθρώπου σὲ συνέργεια μὲ τὸν Δημιουργό.
Ἴσως ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς νὰ ἐπιδείξουν οἱ ἴδιοι τίς ἀποτρόπαιες προθέσεις καὶ τὴν ὄψη τους γιὰ ν᾿ ἀπομακρυνθοῦν ἀπ᾿ τὴν ἀηδία ὅσοι ἀκόμη ἀποστρέφονται τίς διαστροφὲς τῶν φανερῶν προδρόμων τοῦ ἀντιχρίστου. Βέβαια καὶ ἐξαιτίας τῆς ἀποστασίας τῶν «οἰκουμενιστῶν» ἀπ᾿ τὴν Ὀρθοδοξία, ἀλλὰ καὶ ὅσων δὲν ἐπιδιώκουμε τὴν ἐκθρόνισή τους ἐγκαλῶντας τους δημόσια ὡς ἀνάξιους, ἰδίως ὅταν ἔντιμοι ἐπιστήμονες ριψοκινδυνεύουν ἢ καὶ θυσιάζονται, γιὰ τὴν ὑγεία (πόσο μᾶλλον τῆς ψυχῆς), τῶν ἄλλων.
Ὁλόψυχη εὐχὴ νὰ ἀνταμειφθοῦν ἀνάλογα ἀπ᾿ τὸν Θεό, ποὺ ἐπιτρέπει τὴν ἐπίθεση σὲ πρωτοφανεῖς ἀντίθεες δυνάμεις, ἔχοντας εἰσδύσει καὶ στὴν Ἐκκλησία, γιὰ νὰ δοθεῖ ἡ εὐκαιρία σὲ ὅσους θέλουν ν᾿ ἀναμετρηθοῦν μαζί τους μὲ ἀνάλογη κατάληξη στὴν ὄντως ζωή. Ἀλλιῶς θὰ ἐκρεμοῦσαν τὰ ἐρωτήματα: Ἤμασταν ἅγιοι ὅταν εὐημερούσαμε; Ἤ, ἦταν οἱ μάρτυρες ἁμαρτωλοί;
Προϊὸν ἀποστασίας καὶ ἡ δουλεία στὸν φόβο τοῦ θανάτου, τὸ νὰ δέχεσαι τὰ πάντα προκειμένου νὰ τὸν ἀποφύγεις. Ἡ διὰ τῆς ἰατρικῆς καὶ φαρμακευτικῆς παράταση τῆς ζωῆς ὡς ὑποκατάστατο ἀθανασίας, καὶ ἡ διὰ τῆς οἰκονομίας καὶ τῆς τεχνολογίας ἀπόλαυση τῆς βιωτῆς - παράδεισος χωρὶς Θεὸ ἢ καὶ ἐνάντια στὸν Θεό - εἶναι οἱ παράμετροι τῆς ἐπιτυχίας ποὺ ἐπέβαλε ἡ Δύση διὰ τῆς λατρείας τῆς «ἐπιστήμης» ὑποβιβάζοντας τὸν ἄνθρωπο, σὲ λάτρη ἐργαλείου του, μὲ ὀπισθοδρόμηση στὸν (ἐπιστημονικῶς ἀβάσιμο) ὑλισμό. Ὅσο τραγικὴ ἡ παραίτηση ἀπ᾿ τὴν ὁμοίωση μὲ τὸν Θεό, τόσο ἡ ἐμμονὴ σὲ τεχνητή - ἐντὸς φθορᾶς - Ἐδέμ, ἀντίστροφη ἐπαλήθευση ὅτι ἡ ἔφεση γιὰ θέωση εἶναι ἔμφυτη.
Ὡς ἀναμάρτητος ὁ Ἰησοῦς θὰ ἔμενε ἀθάνατος. Δέχτηκε θάνατο γιὰ νὰ τὸν θανατώσει καὶ νὰ μᾶς δωρίσει τὴν Ἀνάσταση ἐξαγοράζοντας κάθε ἁμαρτία κάθε ἀνθρώπου- κάθε χωρισμὸ ἀπ᾿ τὸν Θεό, πηγὴ τῆς ζωῆς. Δὲν κατήργησε τὴν θνητότητα γιὰ νὰ μὴν διαιωνίζεται ἡ δυνατότητα διάπραξης τοῦ κακοῦ, καὶ γιατί μᾶς ἔδωσε τὴν ἐξουσία νὰ νικοῦμε ἐμεῖς τὸν θάνατο ὡς χωρισμὸ ἀπ᾿ τὸν Θεό, ὅπως πιστοποιεῖται ἀπ᾿ τὸν ἀφθαρτισμὸ στὸ σκήνωμα τῶν Ἁγίων ἢ τοῦ ὕδατος στὸν Ἁγιασμό, ἀφοῦ ὡς ὅμοιοι τοῦ Ἀναστημένου, μὲ τὴν Παναγία, τοὺς Μάρτυρες, τοὺς αὐτοκράτορες, τοὺς ἁγίους μας ἀνὰ τοὺς αἰῶνες Ὀρθοδόξους, εἴμαστε Σῶμα Του ποὺ ἀνασταίνεται διαρκῶς μέσα ἀπὸ κάθε σταύρωση.
Μόνο στὴν Ἀνάσταση θεμελιώνεται μνήμη θανάτου καὶ ἀφοβία, ὄχι μόνο τοῦ θανάτου, ἀλλὰ καὶ τοῦ μαρτυρίου, ποὺ ἡ δύνη του κατὰ κανόνα, ὡς ἐν ἑταίρῳ σώματι. Δῶρο τοῦ Ἀκτίστου ἡ βεβαιότητα (καὶ σωματικὴ) γιὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου καὶ τὴν δική μας, ὅσο καὶ ἡ Ὀρθόδοξη πίστη μὲ συνέργεια μας διὰ τῶν μυστηρίων καὶ τοῦ προσωπικοῦ ἀγῶνα.
Ἡ ἀμνησία τοῦ θανάτου, ἄτακτη φυγὴ μπροστὰ στὸ θάνατο, ἐπειδὴ γυρίσαμε τὴν πλάτη στὴν Ἀνάσταση, γιὰ τὴν «κανονικότητα», μὲ σύσταση πολλῶν ἀπ᾿ τὴν ἐμβολιομανῆ, ἀλλὰ «λεβέντικη ἱεραρχία», ὑποταγμένη σὲ μιὰ παρωδία πρωθυπουργοῦ, δίνοντας ἄλλοθι σὲ ὁλοκλήρωση τῆς προδοσίας: Ἄν ὁ ποιμένας, ἀντὶ νὰ δίνει τὴν αἰώνια ζωή του καὶ γιὰ μιὰ ψυχή, προδίνει το Θεό, γιατί νὰ μὴν πουλήσει οὔτε τὴν πατρίδα ὁ κυβερνήτης ὡς ἡμιέλληνας, μισέλληνας, βαλτός, μὲ ὀξυμμένο μῖσος ἀπ᾿ το ὅτι τὸν χλευάζουν. Αὔριο θὰ φταῖμε καὶ γιὰ τοὺς σεισμούς.
Ἄν ἦταν κύριοι τῆς βούλησής τους, θὰ ξερίζωναν οἱ ἴδιοι τὴν κακία τους, ἔστω καὶ μαζὶ μὲ τὴν καρδιά τους, γιὰ νὰ μὴν ὠφεληθοῦμε ἀπ᾿ τὴν συκοφαντία τους, καὶ ἴσως νὰ σταματοῦσαν τὴν ἀπόπειρα πνευματικῆς καὶ φυσικῆς δολοφονίας ὅποιοι αὐτουργοί. Δὲν προσδοκοῦμε βέβαια τέτοια στροφή. Οὔτε ἀπ' τὴν πλειοψηφία τῶν θυμάτων, ποὺ ἀκόμη δέχονται τὴν προπαγάνδα τους .
«Οἱ νεοέλληνες θέλουν νὰ ζήσουν», ἔλεγε ὁ Ἅγιος Παΐσιος. Δὲν θέλουν δηλαδὴ ν᾿ ἀναστηθοῦν; Νὰ ἀντιτάξουμε ἄκτιστη ἐνέργεια κομίζοντας διὰ τοῦ ἑαυτοῦ μας παρουσία Χριστοῦ στὴ δαιμονικὴ πραγματικότητα τῶν προδρόμων τοῦ ψευτομεσία, δείχνοντας πὼς ἡ δύναμή τους εἶναι ἡ ἀδυναμία μας;
Ἴσως τότε δὲ χρειάζονταν πυρηνικά, κυβερνοεπίθεση, ἀκτινοβολία ἢ σφαῖρες γιὰ ἐσωτερικοὺς ἐχθροὺς σὲ καίριες θέσεις. Χρειάζεται βέβαια ἡγέτης μὲ ἀνάλογο πνευματικὸ ἀνάστημα καὶ ἑτοιμότητα, ὄχι γιὰ παθητικό, ἀλλὰ δυναμικὸ ἐναγκαλισμὸ τοῦ μαρτυρίου, σὰν σὲ γάμο, μὲ ἀνδρεῖα αὐθεντικὰ Χριστιανική, σὰν τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου: «ὁ ἐμὸς ἔρως ἐσταύρωται ... Κολάσεις ἐπ᾿ ἐμὲ ἐρχέσθωσαν, μόνον ἵνα Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπιτύχω».
Μὲ τέτοιο ἦθος ζυμωμένη ἡ ζωὴ καὶ ὁ πολιτισμὸς τῆς Ρωμιοσύνης. Χωρὶς αὐτὸν τὸν ἔρωτα, ἡ πίστη ἐκπίπτει σὲ θρησκόληπτη οἰκολογία καὶ νομικισμό - ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸν νόμο καὶ ὄχι ὁ νόμος γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Κάθαρση ἀπὸ κάθε δυτικὴ ἀλλοτρίωση, εἶναι μιὰ ἀρχὴ μετα-νοητική, προσανατολισμένη στὴν μετάνοια ὡς προσήλωση στὴν Ἀνάσταση διὰ τοῦ Σταυροῦ, ποὺ ἐναρμονίζει τὴν διάνοια μέ τὸν νοῦ καὶ εἰρηνεύεις.
Ζοῦμε ὡς κοσμογονία ποὺ ὡριμάσαμε οἱ ἴδιοι, μιὰ πρωτοφανῆ καὶ ἀπροκάλυπτη ἐπίθεση ἀπ᾿ τὸν «κοσμοκράτορα» μὲ τὸν ὁρατὸ καὶ ἀόρατο στρατό του. Μόνη ἀπάντηση ἡ ἔμπρακτη ἑνότητα μὲ τοὺς Ἁγίους, μὲ ὅποιο κόστος. Μὴν παραιτηθοῦμε ἀπ᾿ τὸ δίκαιο τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ παραδώσουμε σὲ βέβηλους τὴ ματωμένη μας κληρονομιά, ποὺ θέλουμε ταυτότητά μας ἀναλλοίωτη. Ὁ Χριστὸς ποὺ συσταυρώνεται μαζί μας θὰ ἀναδείξει ἡγέτη ποὺ θὰ ἀπαλλάξει ἀπὸ ἀνάξιους τὴν Ἐκκλησία καὶ θὰ θριαμβεύσει γιὰ ὁλόκληρη γενιὰ στὴν Οἰκουμένη, πρὶν τὴν συντριβὴ κάθε ἐχθροῦ Του.
Μὴν παγιδευτοῦμε ὡς τότε καὶ χωρίσουμε ἀπ᾿ τὴν Ἐκκλησία παίρνοντάς μας στὸ λαιμό τους, ὅπως καὶ πολλὲς ἀθῶες ψυχές, οἱ Ἐλπιδοφόροι καὶ οἱ Βαρθολομαῖοι καὶ οἱ ὅμοιοί τους, ξένοι καὶ ἐχθροὶ στὴν πίστη καὶ τὸ ἦθος τῆς Χριστιανοσύνης.
Κανένας ζόφος δὲν κρατάει τὸν οὐρανὸ στιγμὴ κλειστό. Καμιὰ ἐξουσία, ὅσο ὁπλισμένη καὶ μασκαρεμένη, δὲ μπορεῖ νὰ ἐπιβάλει ἀπουσία ἀπ᾿ τὸν Πανταχοῦ καὶ νὰ ἐμποδίσει μετοχὴ στὸ ἄκρως ἐφετὸν σὲ ὅποιον τὸ ζητάει μέχρι θανάτου. Εἴμαστε ἐλεύθεροι νὰ τὸ θελήσουμε, σὲ ὅποιες συνθῆκες. Ν᾿ ἀξιωθοῦμε αὐτὸν τὸν πόθο ἀτίμητη εὐεργεσία.
Πηγή Πολυτονισμὸς ΕΘΝΕΓΕΡΣΙΣ Πᾶνος