Σχεδόν το 1/3 του πληθυσμού της σημερινής Τουρκίας (πάνω από 20 εκ. άνθρωποι) μιλά και μια άλλη γλώσσα εκτός από τα επίσημα τουρκικά
«Turkiye de yetmis iki bucuk millet war» (Στην Τουρκία υπάρχουν εβδομήντα δυόμισι εθνότητες)! Αυτή η παροιμία επαναλαμβάνεται συχνά και με χιουμοριστική διάθεση στους κύκλους της τουρκικής διανόησης. Φυσικά δεν πρόκειται απλά για μια φράση λαογραφικής σημασίας αλλά για μια αντανάκλαση της τουρκικής πραγματικότητας. Η Τουρκία είναι ένα πολυεθνικό κράτος που παριστάνει το μονοεθνικό. Σε μια έρευνα του γερμανικού Πανεπιστημίου του Τίμπιγκεν με τίτλο Ethnic Groups in the Republic of Turkey, αναφέρεται ότι στη σημερινή Τουρκία υπάρχουν τουλάχιστον 52 εθνότητες, με ξεχωριστά γλωσσικά, θρησκευτικά και εθνολογικά χαρακτηριστικά. Σε μια προσπάθεια να υποβαθμίσει αυτό τον αριθμό ο πρώην Πρόεδρος της Τουρκίας Τουργκούτ Οζάλ είχε αναφερθεί σε μόλις… 25 εθνότητες που κατοικούν στην επικράτεια της Τουρκίας. Είτε πρόκειται για 72 είτε για 25 εθνότητες, είναι γεγονός ότι στην Τουρκία δεν κατοικούν μόνον Τούρκοι.
Σε πείσμα των εθνικιστών το λεγόμενο «τουρκικό έθνος» είναι ένα μείγμα λαών και εθνοτήτων. Φυσιογνωμικά τουλάχιστον οι σημερινοί κάτοικοι της Τουρκίας έχουν χαρακτηριστικά που ανήκουν σε όλες τις εθνότητες, που κατοικούσαν στη Μικρά Ασία και γενικότερα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Και σίγουρα δεν μοιάζουν παρά ελάχιστα με τους «αδελφούς» Τουρκμένους, Ουζμπέκους, Τατάρους και Καζάκους της Κεντρικής Ασίας.
Ήταν μεγάλη ψυχρολουσία η πρώτη επαφή των απλών κατοίκων της Τουρκίας -κυρίως των εμπόρων κι επιχειρηματιών- με τους «αδελφούς Τούρκους» της Κεντρικής Ασίας. Ξαφνικά διαπίστωσαν ότι, εκτός από μια κάποια μακρινή γλωσσική συγγένεια, δεν είχαν καμία σχέση με τους Κεντροασιάτες «αδελφούς» τους! Επρόκειτο για τελείως διαφορετικούς λαούς! Αντίθετα με τους γείτονες τους -και ακήρυκτους εχθρούς- Έλληνες, που καβγάδιζαν με το παραμικρό, έμοιαζαν σε σημείο που να μην μπορεί κανείς να τους ξεχωρίσει. Και πράγματι οι άνθρωποι που κινούνται στους πολύβουους δρόμους της Κωνσταντινούπολης μοιάζουν σε μεγάλο βαθμό με τους ανθρώπους που περπατούν στους μποτιλιαρισμένους δρόμους της Αθήνας και σχεδόν καθόλου μ’ εκείνους που βολοδέρνουν στους σκονισμένους δρόμους της Σαμαρκάνδης και της Άλμα-Άτα.
Αν οι σημερινοί κάτοικοι της Τουρκίας μπουν στον κόπο και κάνουν το λεγόμενο «τεστ του καθρέπτη», δηλαδή αν κοιταχτούν κατάμουτρα στον καθρέπτη, τότε ο μύθος ότι προέρχονται από «τριακόσια λιοντάρια» που ήρθαν από το Τουράν αυτομάτως θα καταρρεύσει. Και αυτό επειδή το λεγόμενο «τουρκικό έθνος» προέρχεται από τη, βίαιη πολλές φορές, συγκόλληση διάσπαρτων εθνολογικών στοιχείων της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων.
ΜΙΑ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΚΑΙ ΕΘΝΟ-ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΒΑΒΕΛ
«Δεν πιστεύω ότι ο καθένας μας είναι Τούρκος, ότι κι αν σημαίνει αυτό. Κοίταξέ μας! Είμαστε ένα μείγμα Τούρκων, Αράβων, Ελλήνων, Εβραίων, Περσών, Αρμενίων, Κούρδων …», δήλωσε στον έκπληκτο δημοσιογράφο του National Geographic ο «Τούρκος» Ουμίτ, που έτρωγε μαζί του σ’ ένα εστιατόριο της Άγκυρας. Αμέσως, ένας-ένας από την παρέα του Ουμίτ, που καθόταν μαζί με τον αμερικανό δημοσιογράφο, άρχισαν να συμπληρώνουν το παζλ της πολυεθνικότητας της Τουρκίας. «Έχω πολλούς συγγενείς εκτός Τουρκίας», είπε ο ένας. «Η μητέρα μου είναι τουρκάλα, αλλά η μητέρα της ήταν από τη Ρουμανία», διέκοψε ένας άλλος. «Η μητέρα μου είναι από την Ελλάδα, αλλά μιλάει τουρκικά. Ο πατέρας μου γεννήθηκε στη Γεωργία…», συμπλήρωσε ένας τρίτος. Όλοι τους προέρχονταν από μη-τουρκικούς λαούς που συνυπήρχαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και στη συνέχεια εκτουρκίστηκαν, κυρίως γλωσσικά.
Από κάθε άποψη η γλώσσα παραμένει το κυρίαρχο στοιχείο ορισμού της τουρκικότητας: «Η τουρκική γλώσσα είναι το μοναδικό αποδεκτό κριτήριο για έναν ορισμό σχετικά με τους Τούρκους. Τούρκος είναι αυτός που μιλά την τουρκική γλώσσα. Όλοι οι άλλοι ορισμοί είναι ανεπαρκείς»(Bozkurt Guvenc, Η Τουρκική Ταυτότητα). Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια Ethnologue: Language of the world, στο χώρο της σημερινής Τουρκίας μιλιούνται άλλες 34(!) γλώσσες, εκτός από τα τουρκικά της Ανατολίας. Η μεγαλύτερη από αυτές είναι η Kurmanji(κουρδική διάλεκτος), που μιλιέται από περίπου 5 εκ. ανθρώπους και η μικρότερη είναι η Hirtevin, που μιλιέται από 250-300 Συρο-Χαλδαίους. Στο μεταξύ μιλιούνται η Αραβική (1,5 εκ.), η Κιρκασική (περίπου 1 εκ.), η Περσική(700.000), η Αζερική (600.000), η Γκαγκαούζικη (330.000), η Πομακική (300.000), η Καμπαρντιάνικη (210.000), η Λαζική (100.000), η Μιγκρέλικη (100.000), η Αρμενική (70.000), η Σερβοκροάτικη (100.000),η Αλβανοτοσκική (70.000), η Ελληνική (4000 στην Κωνσταντινούπολη και 300.000 ελληνόφωνοι μουσουλμάνοι)…
Κοντολογίς, σχεδόν το 1/3 του πληθυσμού της σημερινής Τουρκίας (πάνω από 20 εκ. άνθρωποι) μιλά και μια άλλη γλώσσα εκτός από τα επίσημα τουρκικά. Αυτό είναι πράγματι κάτι το εκπληκτικό εφόσον αναφερόμαστε σε μια χώρα, όπου η εκμάθηση της τουρκικής είναι εδώ και τρεις γενιές υποχρεωτική στην εκπαίδευση, στο στρατό, στη δημόσια διοίκηση και στα ΜΜΕ, ενώ απαγορεύεται η δημόσια χρήση κάθε άλλης γλώσσας, άσχετα αν αυτή μιλιέται από εκατομμύρια ανθρώπους(Kurmanji).
«Πατριώτη, μίλα μόνο τουρκικά», ήταν το σύνθημα μιας προπαγανδιστικής εκστρατείας που εξαπέλυσε το τουρκικό κράτος στη δεκαετία του ’50 με σκοπό να εξαλείψει τις γλωσσικές ιδιαιτερότητες της χώρας. Το επόμενο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση έγινε το 1965, όταν η Τουρκία σταμάτησε στις επίσημες απογραφές της ν’ απογράφει τις εθνικές και γλωσσικές μειονότητες. Από τότε η Τουρκία αποφεύγει ν’ απογράφει τις μειονότητες της, θεωρώντας ότι μ’ αυτό τον τρόπο τις καθιστά επισήμως ανύπαρκτες!
Στην Τουρκία δεν υπάρχουν μόνον εθνικές και γλωσσικές μειονότητες. Υπάρχουν κυρίως θρησκευτικές μειονότητες. Και φυσικά δεν αναφερόμαστε στους λιγοστούς εναπομείναντες Ελληνορθόδοξους, Αρμένιους και Εβραίους της χώρας. Σ’ αυτή τη χώρα ζουν περίπου 12-15 εκ. Αλεβίδες, μια ισλαμική αίρεση με συμπεριφορά πιο κοσμική και δημοκρατική σε σύγκριση με τους Σουνίτες, η οποία πρόσκειται πολιτικά στον αριστερό χώρο. Ένα σημαντικό τμήμα των Αλεβίδων ανήκει και στην κουρδική μειονότητα. Μια Αλεβίδικη ομάδα είναι και οι Ζάζα (περίπου 2 εκ), που μιλάνε μια ιρανική διάλεκτο και είναι Σουνίτες και Σούφι. Στα πλαίσια της κουρδικής μειονότητας συγκαταλέγονται και περίπου 300.000-500.000 Γιεζιντί (Yezindi), η θρησκεία των οποίων είναι παγανιστική (σατανολατρεία;) με στοιχεία χριστιανισμού, ισλαμισμού και σουφισμού.
ΤΟΥΡΚΙΑ Η ΠΡΟΣΦΥΓΟΜΑΝΑ
Μια άλλη σημαντική συνιστώσα της σημερινής εθνο-γλωσσικής πραγματικότητας της Τουρκίας αποτελούν και οι λεγόμενοι Muchacir, που είναι πρόσφυγες που κατέφυγαν στην Τουρκία κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων της αποσύνθεσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, καθώς και πολύ αργότερα. Οι περισσότεροι προέρχονται από τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς των Βαλκανίων. Για παράδειγμα, όταν το 1878 η Βοσνία πέρασε στα χέρια της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, δεκάδες χιλιάδες Βόσνιοι Μουσουλμάνοι, που δεν ήθελαν από αφέντες να γίνουν υπήκοοι και μάλιστα των «απίστων», κατέφυγαν ως πρόσφυγες στην Τουρκία. Κατά τη διαδικασία δημιουργίας κι επέκτασης των βαλκανικών εθνικών κρατών, όσοι πληθυσμοί είχαν προσχωρήσει στο Ισλάμ, άσχετα αν είχαν εκτουρκιστεί ή όχι, άρχισαν να αισθάνονται άβολα με τη νέα πραγματικότητα και να μεταναστεύουν προς -κυρίως- τη Μικρά Ασία, που προοριζόταν να γίνει η νέα πατρίδα των Τούρκων. Υπολογίζεται ότι ως τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έφθασαν στην Τουρκία περί τα 3 εκ. πρόσφυγες από τα Βαλκάνια. Οι περισσότεροι φυσικά δεν ήταν τουρκικής καταγωγής, αλλά Σλάβοι, Έλληνες, Πομάκοι και Αλβανοί Μουσουλμάνοι (τουρκαλβανοί). Υπάρχουν κάποιοι που ισχυρίζονται ότι ο αριθμός των Muchacir από τα Βαλκάνια, χάρη στη δημογραφική τους αύξηση, φθάνει σήμερα τα 10 εκ. ανθρώπους!
Εφόσον λοιπόν το 1/6 σχεδόν των σημερινών κατοίκων της Τουρκίας έλκει την καταγωγή του από τα Βαλκάνια κι από τους εκεί λαούς, δεν είναι καθόλου παράξενο που η Άγκυρα επιδιώκει συνεχώς να «χώνει τη μύτη» της στις βαλκανικές υποθέσεις. Με αφορμή αυτούς τους «δεσμούς αίματος» η Τουρκία επιθυμεί να επεμβαίνει και να παίζει σημαντικό ρόλο στα Βαλκάνια, όχι μόνον πολιτικό αλλά και οικονομικό. Χαρακτηριστική περίπτωση Τούρκου επιχειρηματία βαλκανικής καταγωγής είναι και ο Σαρίκ Τάρα (κατάγεται από Σλάβους μουσουλμάνους των Σκοπίων), ένας ένθερμος υποστηρικτής της ελληνο-τουρκικής προσέγγισης και συνεργασίας. Ανάμεσα στους Muchacir από τα Βαλκάνια σημαντική θέση κατέχουν οι ελληνόφωνοι Τουρκοκρήτες και οι Βαλαάδες, για τους οποίους όμως θ’ αναφερθούμε παρακάτω. Πρέπει να σημειώσουμε τέλος ότι οι πρόσφυγες από τα Βαλκάνια εγκαταστάθηκαν στην πλειοψηφία τους στην Αν. Θράκη, στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη, στα παράλια της δυτικής Μικρά Ασίας, στα παράλια της Προποντίδας και γύρω από το Εσκί Σεχίρ, περιοχές που κατοικούνταν προηγουμένως από Έλληνες.
Εκτός από τους Βαλκάνιους Muchacir υπάρχει κι ένας μεγάλος αριθμός προσφύγων που προέρχονται από τον Καύκασο και τη νότια Ρωσία(Κριμαία). Οι περισσότεροι είναι Κιρκάσιοι (Τσερκέζοι), Τσετσένοι, Ινγκούζοι και Οσσέτοι του βόρειου Καύκασου, ενώ υπάρχει κι ένας μεγάλος αριθμός από Τάταρους της Κριμαίας που άρχισαν να καταφεύγουν στην Τουρκία μετά τον Κριμαϊκό Πόλεμο(1853-1856). Υπάρχουν επίσης Τάταροι του Κουμπάν, Καζάκοι, Ουζμπέκοι, Αζέροι και Γεωργιανοί. Αυτή η ομάδα των Muchacir, που κατέφυγε στην Τουρκία από το βορρά και την ανατολή, υπολογίζεται σήμερα σε 3-5 εκ. ανθρώπους: ένα αρκετά ισχυρό «λόμπι» για να πιέζει την Τουρκία ν’ αναμειχθεί στις εθνικιστικές διαμάχες στον Καύκασο.
Υπάρχει τέλος κι ένας αριθμός προσφύγων, που προέρχονται από το νότο, κυρίως από τη Συρία, τον Λίβανο και το Ιράκ ακόμη κι από το Σουδάν(μαύροι)! Όλοι αυτοί υπολογίζονται σήμερα σε σχεδόν 2 εκ. ανθρώπους.
Ο λόγος που η Τουρκία συγκέντρωσε τόσα πολλά εκατομμύρια προσφύγων (σχεδόν το 1/3 των κατοίκων της κατάγεται από πρόσφυγες), είναι ότι το κράτος αυτό θεωρήθηκε κληρονόμος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Όσοι λοιπόν πληθυσμοί είχαν θρησκευτικούς, πολιτιστικούς και συναισθηματικούς δεσμούς μαζί της και δεν ήθελαν να παραμείνουν κάτω από την εξουσία των «απίστων», κατέφυγαν στην Τουρκία, που έγινε έτσι η θετή τους πατρίδα. Όπως όμως όλοι οι πρόσφυγες, έτσι και οι Τούρκοι Muchacir, αισθάνονται νοσταλγία και πόνο για τις ιδιαίτερες πατρίδες τους, ενώ αντιμετωπίζουν συχνά τη θετή τους πατρίδα με περιφρόνηση και αδιαφορία.
Οι Muchacir έχουν κατά κοινή παραδοχή εμπλουτίσει το ήδη πλούσιο εθνο-γλωσσικό υπόβαθρο της σύγχρονης Τουρκίας, σε σημείο ώστε ορισμένοι να συγκρίνουν τη χώρα με την πολυεθνική και πολυπολιτισμική δομή των ΗΠΑ! Βέβαια είναι γεγονός ότι όλες οι φυλές, οι εθνοτικές ομάδες και γλωσσικές μειονότητες της Τουρκίας τείνουν να εκτουρκιστούν παράλληλα με τον εξαστισμό τους. Σήμερα σχεδόν το 65% του πληθυσμού της χώρας κατοικεί στ’ αστικά κέντρα κι αν ο ίδιος ρυθμός αστυφιλίας διατηρηθεί, τότε γύρω στο 2020 τουλάχιστον το 80% των Τούρκων θα κατοικεί στις πόλεις. Η γιγάντωση των τουρκικών πόλεων συμβαίνει σύμφωνα με το λατινοαμερικανικό μοντέλο, με την παράλληλη εκρηκτική ανάπτυξη των τενεκεδομαχαλάδων, όπου βρίσκουν καταφύγιο οι εξαθλιωμένοι, οι πρόσφυγες και κατά κανόνα οι μειονότητες.
Ένα άλλο στοιχείο που θα πρέπει να υπογραμμιστεί είναι η δημογραφική δυναμική των μειονοτήτων, που είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση μ’ εκείνη των καθεαυτό «Τούρκων». Για παράδειγμα, ο ετήσιος ρυθμός δημογραφικής αύξησης των Κούρδων είναι 3%, σχεδόν τριπλάσιος σε σύγκριση με τους υπόλοιπους «Τούρκους»(1%). Με βάση αυτό το ρυθμό τα σημερινά 20 εκατομμύρια των Κούρδων της Τουρκίας θα γίνουν 32 εκατομμύρια το 2030 και θα αντιστοιχούν στο 36% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Το 2050 ο πληθυσμός της Τουρκίας προβλέπεται να είναι 99 εκατομμύρια., από τα οποία τα 43 εκατομμύρια (43,2%) θα είναι Κούρδοι! Αυτό σημαίνει ότι αν οι σημερινοί διαφορετικοί ρυθμοί δημογραφικής αύξησης μεταξύ Τούρκων και Κούρδων διατηρηθούν, τότε μέσα σε μισό αιώνα οι Κούρδοι θα είναι η πολυπληθέστερη εθνική ομάδα στην Τουρκία! Υπερβολικό ή όχι είναι γεγονός ότι μόνο το πανίσχυρο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας γνωρίζει τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος και μελετά τρόπους «αντιμετώπισης» της κουρδικής δημογραφικής πλημμυρίδας, που απλώνεται κι εκτός Κουρδιστάν στις μεγάλες πόλεις της δυτικής Τουρκίας…
https://zenithmag.wordpress.com
«Turkiye de yetmis iki bucuk millet war» (Στην Τουρκία υπάρχουν εβδομήντα δυόμισι εθνότητες)! Αυτή η παροιμία επαναλαμβάνεται συχνά και με χιουμοριστική διάθεση στους κύκλους της τουρκικής διανόησης. Φυσικά δεν πρόκειται απλά για μια φράση λαογραφικής σημασίας αλλά για μια αντανάκλαση της τουρκικής πραγματικότητας. Η Τουρκία είναι ένα πολυεθνικό κράτος που παριστάνει το μονοεθνικό. Σε μια έρευνα του γερμανικού Πανεπιστημίου του Τίμπιγκεν με τίτλο Ethnic Groups in the Republic of Turkey, αναφέρεται ότι στη σημερινή Τουρκία υπάρχουν τουλάχιστον 52 εθνότητες, με ξεχωριστά γλωσσικά, θρησκευτικά και εθνολογικά χαρακτηριστικά. Σε μια προσπάθεια να υποβαθμίσει αυτό τον αριθμό ο πρώην Πρόεδρος της Τουρκίας Τουργκούτ Οζάλ είχε αναφερθεί σε μόλις… 25 εθνότητες που κατοικούν στην επικράτεια της Τουρκίας. Είτε πρόκειται για 72 είτε για 25 εθνότητες, είναι γεγονός ότι στην Τουρκία δεν κατοικούν μόνον Τούρκοι.
Σε πείσμα των εθνικιστών το λεγόμενο «τουρκικό έθνος» είναι ένα μείγμα λαών και εθνοτήτων. Φυσιογνωμικά τουλάχιστον οι σημερινοί κάτοικοι της Τουρκίας έχουν χαρακτηριστικά που ανήκουν σε όλες τις εθνότητες, που κατοικούσαν στη Μικρά Ασία και γενικότερα στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Και σίγουρα δεν μοιάζουν παρά ελάχιστα με τους «αδελφούς» Τουρκμένους, Ουζμπέκους, Τατάρους και Καζάκους της Κεντρικής Ασίας.
Ήταν μεγάλη ψυχρολουσία η πρώτη επαφή των απλών κατοίκων της Τουρκίας -κυρίως των εμπόρων κι επιχειρηματιών- με τους «αδελφούς Τούρκους» της Κεντρικής Ασίας. Ξαφνικά διαπίστωσαν ότι, εκτός από μια κάποια μακρινή γλωσσική συγγένεια, δεν είχαν καμία σχέση με τους Κεντροασιάτες «αδελφούς» τους! Επρόκειτο για τελείως διαφορετικούς λαούς! Αντίθετα με τους γείτονες τους -και ακήρυκτους εχθρούς- Έλληνες, που καβγάδιζαν με το παραμικρό, έμοιαζαν σε σημείο που να μην μπορεί κανείς να τους ξεχωρίσει. Και πράγματι οι άνθρωποι που κινούνται στους πολύβουους δρόμους της Κωνσταντινούπολης μοιάζουν σε μεγάλο βαθμό με τους ανθρώπους που περπατούν στους μποτιλιαρισμένους δρόμους της Αθήνας και σχεδόν καθόλου μ’ εκείνους που βολοδέρνουν στους σκονισμένους δρόμους της Σαμαρκάνδης και της Άλμα-Άτα.
Αν οι σημερινοί κάτοικοι της Τουρκίας μπουν στον κόπο και κάνουν το λεγόμενο «τεστ του καθρέπτη», δηλαδή αν κοιταχτούν κατάμουτρα στον καθρέπτη, τότε ο μύθος ότι προέρχονται από «τριακόσια λιοντάρια» που ήρθαν από το Τουράν αυτομάτως θα καταρρεύσει. Και αυτό επειδή το λεγόμενο «τουρκικό έθνος» προέρχεται από τη, βίαιη πολλές φορές, συγκόλληση διάσπαρτων εθνολογικών στοιχείων της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων.
ΜΙΑ ΓΛΩΣΣΙΚΗ ΚΑΙ ΕΘΝΟ-ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΒΑΒΕΛ
«Δεν πιστεύω ότι ο καθένας μας είναι Τούρκος, ότι κι αν σημαίνει αυτό. Κοίταξέ μας! Είμαστε ένα μείγμα Τούρκων, Αράβων, Ελλήνων, Εβραίων, Περσών, Αρμενίων, Κούρδων …», δήλωσε στον έκπληκτο δημοσιογράφο του National Geographic ο «Τούρκος» Ουμίτ, που έτρωγε μαζί του σ’ ένα εστιατόριο της Άγκυρας. Αμέσως, ένας-ένας από την παρέα του Ουμίτ, που καθόταν μαζί με τον αμερικανό δημοσιογράφο, άρχισαν να συμπληρώνουν το παζλ της πολυεθνικότητας της Τουρκίας. «Έχω πολλούς συγγενείς εκτός Τουρκίας», είπε ο ένας. «Η μητέρα μου είναι τουρκάλα, αλλά η μητέρα της ήταν από τη Ρουμανία», διέκοψε ένας άλλος. «Η μητέρα μου είναι από την Ελλάδα, αλλά μιλάει τουρκικά. Ο πατέρας μου γεννήθηκε στη Γεωργία…», συμπλήρωσε ένας τρίτος. Όλοι τους προέρχονταν από μη-τουρκικούς λαούς που συνυπήρχαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και στη συνέχεια εκτουρκίστηκαν, κυρίως γλωσσικά.
Από κάθε άποψη η γλώσσα παραμένει το κυρίαρχο στοιχείο ορισμού της τουρκικότητας: «Η τουρκική γλώσσα είναι το μοναδικό αποδεκτό κριτήριο για έναν ορισμό σχετικά με τους Τούρκους. Τούρκος είναι αυτός που μιλά την τουρκική γλώσσα. Όλοι οι άλλοι ορισμοί είναι ανεπαρκείς»(Bozkurt Guvenc, Η Τουρκική Ταυτότητα). Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια Ethnologue: Language of the world, στο χώρο της σημερινής Τουρκίας μιλιούνται άλλες 34(!) γλώσσες, εκτός από τα τουρκικά της Ανατολίας. Η μεγαλύτερη από αυτές είναι η Kurmanji(κουρδική διάλεκτος), που μιλιέται από περίπου 5 εκ. ανθρώπους και η μικρότερη είναι η Hirtevin, που μιλιέται από 250-300 Συρο-Χαλδαίους. Στο μεταξύ μιλιούνται η Αραβική (1,5 εκ.), η Κιρκασική (περίπου 1 εκ.), η Περσική(700.000), η Αζερική (600.000), η Γκαγκαούζικη (330.000), η Πομακική (300.000), η Καμπαρντιάνικη (210.000), η Λαζική (100.000), η Μιγκρέλικη (100.000), η Αρμενική (70.000), η Σερβοκροάτικη (100.000),η Αλβανοτοσκική (70.000), η Ελληνική (4000 στην Κωνσταντινούπολη και 300.000 ελληνόφωνοι μουσουλμάνοι)…
Κοντολογίς, σχεδόν το 1/3 του πληθυσμού της σημερινής Τουρκίας (πάνω από 20 εκ. άνθρωποι) μιλά και μια άλλη γλώσσα εκτός από τα επίσημα τουρκικά. Αυτό είναι πράγματι κάτι το εκπληκτικό εφόσον αναφερόμαστε σε μια χώρα, όπου η εκμάθηση της τουρκικής είναι εδώ και τρεις γενιές υποχρεωτική στην εκπαίδευση, στο στρατό, στη δημόσια διοίκηση και στα ΜΜΕ, ενώ απαγορεύεται η δημόσια χρήση κάθε άλλης γλώσσας, άσχετα αν αυτή μιλιέται από εκατομμύρια ανθρώπους(Kurmanji).
«Πατριώτη, μίλα μόνο τουρκικά», ήταν το σύνθημα μιας προπαγανδιστικής εκστρατείας που εξαπέλυσε το τουρκικό κράτος στη δεκαετία του ’50 με σκοπό να εξαλείψει τις γλωσσικές ιδιαιτερότητες της χώρας. Το επόμενο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση έγινε το 1965, όταν η Τουρκία σταμάτησε στις επίσημες απογραφές της ν’ απογράφει τις εθνικές και γλωσσικές μειονότητες. Από τότε η Τουρκία αποφεύγει ν’ απογράφει τις μειονότητες της, θεωρώντας ότι μ’ αυτό τον τρόπο τις καθιστά επισήμως ανύπαρκτες!
Στην Τουρκία δεν υπάρχουν μόνον εθνικές και γλωσσικές μειονότητες. Υπάρχουν κυρίως θρησκευτικές μειονότητες. Και φυσικά δεν αναφερόμαστε στους λιγοστούς εναπομείναντες Ελληνορθόδοξους, Αρμένιους και Εβραίους της χώρας. Σ’ αυτή τη χώρα ζουν περίπου 12-15 εκ. Αλεβίδες, μια ισλαμική αίρεση με συμπεριφορά πιο κοσμική και δημοκρατική σε σύγκριση με τους Σουνίτες, η οποία πρόσκειται πολιτικά στον αριστερό χώρο. Ένα σημαντικό τμήμα των Αλεβίδων ανήκει και στην κουρδική μειονότητα. Μια Αλεβίδικη ομάδα είναι και οι Ζάζα (περίπου 2 εκ), που μιλάνε μια ιρανική διάλεκτο και είναι Σουνίτες και Σούφι. Στα πλαίσια της κουρδικής μειονότητας συγκαταλέγονται και περίπου 300.000-500.000 Γιεζιντί (Yezindi), η θρησκεία των οποίων είναι παγανιστική (σατανολατρεία;) με στοιχεία χριστιανισμού, ισλαμισμού και σουφισμού.
ΤΟΥΡΚΙΑ Η ΠΡΟΣΦΥΓΟΜΑΝΑ
Μια άλλη σημαντική συνιστώσα της σημερινής εθνο-γλωσσικής πραγματικότητας της Τουρκίας αποτελούν και οι λεγόμενοι Muchacir, που είναι πρόσφυγες που κατέφυγαν στην Τουρκία κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων της αποσύνθεσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, καθώς και πολύ αργότερα. Οι περισσότεροι προέρχονται από τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς των Βαλκανίων. Για παράδειγμα, όταν το 1878 η Βοσνία πέρασε στα χέρια της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, δεκάδες χιλιάδες Βόσνιοι Μουσουλμάνοι, που δεν ήθελαν από αφέντες να γίνουν υπήκοοι και μάλιστα των «απίστων», κατέφυγαν ως πρόσφυγες στην Τουρκία. Κατά τη διαδικασία δημιουργίας κι επέκτασης των βαλκανικών εθνικών κρατών, όσοι πληθυσμοί είχαν προσχωρήσει στο Ισλάμ, άσχετα αν είχαν εκτουρκιστεί ή όχι, άρχισαν να αισθάνονται άβολα με τη νέα πραγματικότητα και να μεταναστεύουν προς -κυρίως- τη Μικρά Ασία, που προοριζόταν να γίνει η νέα πατρίδα των Τούρκων. Υπολογίζεται ότι ως τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έφθασαν στην Τουρκία περί τα 3 εκ. πρόσφυγες από τα Βαλκάνια. Οι περισσότεροι φυσικά δεν ήταν τουρκικής καταγωγής, αλλά Σλάβοι, Έλληνες, Πομάκοι και Αλβανοί Μουσουλμάνοι (τουρκαλβανοί). Υπάρχουν κάποιοι που ισχυρίζονται ότι ο αριθμός των Muchacir από τα Βαλκάνια, χάρη στη δημογραφική τους αύξηση, φθάνει σήμερα τα 10 εκ. ανθρώπους!
Εφόσον λοιπόν το 1/6 σχεδόν των σημερινών κατοίκων της Τουρκίας έλκει την καταγωγή του από τα Βαλκάνια κι από τους εκεί λαούς, δεν είναι καθόλου παράξενο που η Άγκυρα επιδιώκει συνεχώς να «χώνει τη μύτη» της στις βαλκανικές υποθέσεις. Με αφορμή αυτούς τους «δεσμούς αίματος» η Τουρκία επιθυμεί να επεμβαίνει και να παίζει σημαντικό ρόλο στα Βαλκάνια, όχι μόνον πολιτικό αλλά και οικονομικό. Χαρακτηριστική περίπτωση Τούρκου επιχειρηματία βαλκανικής καταγωγής είναι και ο Σαρίκ Τάρα (κατάγεται από Σλάβους μουσουλμάνους των Σκοπίων), ένας ένθερμος υποστηρικτής της ελληνο-τουρκικής προσέγγισης και συνεργασίας. Ανάμεσα στους Muchacir από τα Βαλκάνια σημαντική θέση κατέχουν οι ελληνόφωνοι Τουρκοκρήτες και οι Βαλαάδες, για τους οποίους όμως θ’ αναφερθούμε παρακάτω. Πρέπει να σημειώσουμε τέλος ότι οι πρόσφυγες από τα Βαλκάνια εγκαταστάθηκαν στην πλειοψηφία τους στην Αν. Θράκη, στην Κωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη, στα παράλια της δυτικής Μικρά Ασίας, στα παράλια της Προποντίδας και γύρω από το Εσκί Σεχίρ, περιοχές που κατοικούνταν προηγουμένως από Έλληνες.
Εκτός από τους Βαλκάνιους Muchacir υπάρχει κι ένας μεγάλος αριθμός προσφύγων που προέρχονται από τον Καύκασο και τη νότια Ρωσία(Κριμαία). Οι περισσότεροι είναι Κιρκάσιοι (Τσερκέζοι), Τσετσένοι, Ινγκούζοι και Οσσέτοι του βόρειου Καύκασου, ενώ υπάρχει κι ένας μεγάλος αριθμός από Τάταρους της Κριμαίας που άρχισαν να καταφεύγουν στην Τουρκία μετά τον Κριμαϊκό Πόλεμο(1853-1856). Υπάρχουν επίσης Τάταροι του Κουμπάν, Καζάκοι, Ουζμπέκοι, Αζέροι και Γεωργιανοί. Αυτή η ομάδα των Muchacir, που κατέφυγε στην Τουρκία από το βορρά και την ανατολή, υπολογίζεται σήμερα σε 3-5 εκ. ανθρώπους: ένα αρκετά ισχυρό «λόμπι» για να πιέζει την Τουρκία ν’ αναμειχθεί στις εθνικιστικές διαμάχες στον Καύκασο.
Υπάρχει τέλος κι ένας αριθμός προσφύγων, που προέρχονται από το νότο, κυρίως από τη Συρία, τον Λίβανο και το Ιράκ ακόμη κι από το Σουδάν(μαύροι)! Όλοι αυτοί υπολογίζονται σήμερα σε σχεδόν 2 εκ. ανθρώπους.
Ο λόγος που η Τουρκία συγκέντρωσε τόσα πολλά εκατομμύρια προσφύγων (σχεδόν το 1/3 των κατοίκων της κατάγεται από πρόσφυγες), είναι ότι το κράτος αυτό θεωρήθηκε κληρονόμος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Όσοι λοιπόν πληθυσμοί είχαν θρησκευτικούς, πολιτιστικούς και συναισθηματικούς δεσμούς μαζί της και δεν ήθελαν να παραμείνουν κάτω από την εξουσία των «απίστων», κατέφυγαν στην Τουρκία, που έγινε έτσι η θετή τους πατρίδα. Όπως όμως όλοι οι πρόσφυγες, έτσι και οι Τούρκοι Muchacir, αισθάνονται νοσταλγία και πόνο για τις ιδιαίτερες πατρίδες τους, ενώ αντιμετωπίζουν συχνά τη θετή τους πατρίδα με περιφρόνηση και αδιαφορία.
Οι Muchacir έχουν κατά κοινή παραδοχή εμπλουτίσει το ήδη πλούσιο εθνο-γλωσσικό υπόβαθρο της σύγχρονης Τουρκίας, σε σημείο ώστε ορισμένοι να συγκρίνουν τη χώρα με την πολυεθνική και πολυπολιτισμική δομή των ΗΠΑ! Βέβαια είναι γεγονός ότι όλες οι φυλές, οι εθνοτικές ομάδες και γλωσσικές μειονότητες της Τουρκίας τείνουν να εκτουρκιστούν παράλληλα με τον εξαστισμό τους. Σήμερα σχεδόν το 65% του πληθυσμού της χώρας κατοικεί στ’ αστικά κέντρα κι αν ο ίδιος ρυθμός αστυφιλίας διατηρηθεί, τότε γύρω στο 2020 τουλάχιστον το 80% των Τούρκων θα κατοικεί στις πόλεις. Η γιγάντωση των τουρκικών πόλεων συμβαίνει σύμφωνα με το λατινοαμερικανικό μοντέλο, με την παράλληλη εκρηκτική ανάπτυξη των τενεκεδομαχαλάδων, όπου βρίσκουν καταφύγιο οι εξαθλιωμένοι, οι πρόσφυγες και κατά κανόνα οι μειονότητες.
Ένα άλλο στοιχείο που θα πρέπει να υπογραμμιστεί είναι η δημογραφική δυναμική των μειονοτήτων, που είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση μ’ εκείνη των καθεαυτό «Τούρκων». Για παράδειγμα, ο ετήσιος ρυθμός δημογραφικής αύξησης των Κούρδων είναι 3%, σχεδόν τριπλάσιος σε σύγκριση με τους υπόλοιπους «Τούρκους»(1%). Με βάση αυτό το ρυθμό τα σημερινά 20 εκατομμύρια των Κούρδων της Τουρκίας θα γίνουν 32 εκατομμύρια το 2030 και θα αντιστοιχούν στο 36% του συνολικού πληθυσμού της χώρας. Το 2050 ο πληθυσμός της Τουρκίας προβλέπεται να είναι 99 εκατομμύρια., από τα οποία τα 43 εκατομμύρια (43,2%) θα είναι Κούρδοι! Αυτό σημαίνει ότι αν οι σημερινοί διαφορετικοί ρυθμοί δημογραφικής αύξησης μεταξύ Τούρκων και Κούρδων διατηρηθούν, τότε μέσα σε μισό αιώνα οι Κούρδοι θα είναι η πολυπληθέστερη εθνική ομάδα στην Τουρκία! Υπερβολικό ή όχι είναι γεγονός ότι μόνο το πανίσχυρο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας γνωρίζει τις πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος και μελετά τρόπους «αντιμετώπισης» της κουρδικής δημογραφικής πλημμυρίδας, που απλώνεται κι εκτός Κουρδιστάν στις μεγάλες πόλεις της δυτικής Τουρκίας…
https://zenithmag.wordpress.com