Ευγένιος Ιονέσκο "Το παιχνίδι της σφαγής"
Σας συγκέντρωσα εδώ για τελευταία φορά, στην πλατεία της πόλης μας, για να σας ενημερώσω: Μας συμβαίνει κάτι εντελώς ανεξήγητο. Δεχθήκαμε επίθεση από ένα λοιμό αγνώστων αιτιών. Οι γειτονικές πόλεις και χώρες μας έχουν κλείσει τα σύνορά τους. Στρατός έχει κυκλώσει την πόλη μας. Κάθε είσοδος και έξοδος απαγορεύεται. Μέχρι χτες ήμασταν ελεύθεροι, όμως από σήμερα είμαστε σε καραντίνα.
Συμπολίτες κι επισκέπτες της πόλης μας, μην επιχειρήσετε να δραπετεύσετε, γιατί θ’ αντιμετωπίσετε τα πυρά των στρατιωτών που καραδοκούν σε κάθε έξοδο της πόλεως. Χρειάζεται να οπλιστούμε με όλο το θάρρος που διαθέτουμε.
Επίσης χρειάζονται γερά χέρια ν’ ανοίγουν τάφους. Τα οικόπεδα, οι ακάλυπτοι χώροι, οι αυλές, τα γήπεδα, όλα επιτάσσονται, γιατί τα νεκροταφεία γέμισαν.
Επίσης ζητώ εθελοντές να επιτηρούν τα μολυσμένα σπίτια, μήπως κάποιος μπει ή βγει. Θα ορίσουμε ορκωτούς επόπτες που θα επισκέπτονται τα σπίτια … για να αναφέρουν στις αρχές, προκειμένου να απομονωθούν οι πιθανοί φορείς.
Όποιος μπαίνει σε μολυσμένο σπίτι θα θεωρείται ύποπτος και θ’ απομονώνεται εκεί μέσα. Φυλαχτείτε από τους υπόπτους. ΚΑΤΑΓΓΕΙΛΕΤΕ τους για το καλό του συνόλου!
Ζητάμε γιατρούς, νεκροθάφτες, σαβανωτές και κάθε χρήσιμη για την περίσταση ειδικότητα.
Κάθε πολίτης οφείλει να προσφέρει στον συνάνθρωπό του: να τον επιτηρήσει ή να του κλείσει τα μάτια. Το σύνθημά μας είναι, «Θάψε τον πλησίον σου, μπορείς!».
Αντίδοτο για τον λοιμό δεν έχουμε βρει. Προσπαθούμε να τον περιορίσουμε, μήπως μερικοί τυχεροί επιβιώσουν, όμως αυτό είναι άγνωστο.
Απαγορεύονται οι συνεστιάσεις και όλα τα θεάματα. Τα καταστήματα, τα εστιατόρια και τα καφενεία θα λειτουργούν ελάχιστες ώρες, για να περιοριστεί η εξάπλωση ψευδών ειδήσεων. Διότι υπάρχει η υποψία πως το κακό που μας βρήκε προέρχεται από κάτι ανώτερό μας, από τον ουρανό, και καθετί από τον ουρανό διαβρώνει σαν αόρατη βροχή τις στέγες, τους τοίχους και τις ψυχές μας.
Όπως σας είπα, αυτή είναι η τελευταία δημόσια συγκέντρωση. Ομάδες πάνω από τρία άτομα θα διαλύονται. Επίσης, απαγορεύεται να περιφέρεστε άσκοπα. Όλοι οι πολίτες επιβάλλεται να κυκλοφορείτε ανά δύο, για να επιτηρείτε ο ένας τον άλλο. Τώρα γυρίστε στα σπίτια σας και μείνετε εκεί. Θα βγείτε μόνο σε περίπτωση μεγάλης ανάγκης. Ειδικά συνεργεία θα στιγματίζουν την πόρτα κάθε μολυσμένου σπιτιού: θα κάνουν έναν μεγάλο κόκκινο σταυρό με μπογιά στην πόρτα και θα γράφουν, «Ελέησόν με, Κύριε!». "
1970
Ευγένιος Ιονέσκο/Eugene Ionesco
"Το παιχνίδι της σφαγής"
Jeux de massacre
πηγή
Το «Παιχνίδι της σφαγής» (1970) του γαλλο-ρουμάνου Ευγένιου Ιονέσκο (1909-1994) δεν είναι παρά ακόμη ένα παιχνίδι του συγγραφέα με και για τον θάνατο: συγκεκριμένα, ο από τους επιφανέστερους δραματουργούς του «θεάτρου του παραλόγου» (όπως καθιερώθηκε από τον Έσλιν να αποκαλείται η γενιά τους) στο συγκεκριμένο έργο του δεν αναφέρεται στο παράλογο (στο αποστερημένο από οποιοδήποτε νόημα) του θανάτου αλλά αντίθετα στην απουσία οποιασδήποτε σημασίας της ζωής. Μιας ζωής κούφιας, ήδη χωρίς νόημα, έτσι όπως την βιώνουν οι άνθρωποι.
Η πόλη πεθαίνει επειδή δεν υπάρχει λόγος να ζει.
Στο «Παιχνίδι της σφαγής», ωστόσο, ο απρόβλεπτος θάνατος μιας ολόκληρης πόλης δημοσίως και ιδιωτικώς ανατρέπει τα δεδομένα της σύγχρονης δυτικής κοινωνίας για την ιδέα του θανάτου καθώς τον έχει αποκλείσει, εξορίσει από την καθημερινή της ζωή. Αρκεί να θυμηθεί κανείς τις μελέτες του Φιλίπ Αριές για τον θάνατο στις παραδοσιακές και σύγχρονες κοινωνίες για να κατανοήσει τον βαθμό της απέχθειας των τελευταίων για ένα γεγονός που υπήρξε ενταγμένο στην καθημερινότητα των πρώτων, ως μέρος της ζωής τους.
Η σύγχρονη απόρριψη του θανάτου, η αναζήτηση της αιώνιας νεότητας μέσω των ιατρικών εξελίξεων αλλά και ο αποστειρωμένος θάνατος στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου, μακριά από την καθημερινότητα των υγειών, ισοδυναμεί με την αποκαλούμενη από τον Ρολάν Μπαρτ «κρίση του θανάτου» των σύγχρονων κοινωνιών μας.
Στο «Παιχνίδι της σφαγής» ο θάνατος εισβάλλει απροειδοποίητα στην πόλη, ως μια απροσδιόριστης προέλευσης μολυσματική επιδημία η οποία απλώνεται παντού: οι περίπου 17 εικόνες του έργου που διαδέχονται με κινηματογραφικούς ρυθμούς η μία την άλλη, αποτελούν στιγμιότυπα ακαριαίου θανάτου, δικαιώνοντας τον τίτλο του έργου που προέρχεται από ένα παιχνίδι (Jeux de massacre) που υπήρχε παλιά στα πανηγύρια όπου «σκότωναν» πάνινες κούκλες που σημάδευαν με μπάλες από πίτουρο.
Όπως αναφέρει η Α. Μιράσγεζη στο πρόγραμμα της παράστασης, οι σκηνές αιφνίδιου θανάτου «προδίδουν τη θεωρία του Ιονέσκο για την ανθρώπινη φύση, τη φύση μαριονέτας μπροστά στην ανθρώπινη θνητότητα» (σ. 21).
Σας συγκέντρωσα εδώ για τελευταία φορά, στην πλατεία της πόλης μας, για να σας ενημερώσω: Μας συμβαίνει κάτι εντελώς ανεξήγητο. Δεχθήκαμε επίθεση από ένα λοιμό αγνώστων αιτιών. Οι γειτονικές πόλεις και χώρες μας έχουν κλείσει τα σύνορά τους. Στρατός έχει κυκλώσει την πόλη μας. Κάθε είσοδος και έξοδος απαγορεύεται. Μέχρι χτες ήμασταν ελεύθεροι, όμως από σήμερα είμαστε σε καραντίνα.
Συμπολίτες κι επισκέπτες της πόλης μας, μην επιχειρήσετε να δραπετεύσετε, γιατί θ’ αντιμετωπίσετε τα πυρά των στρατιωτών που καραδοκούν σε κάθε έξοδο της πόλεως. Χρειάζεται να οπλιστούμε με όλο το θάρρος που διαθέτουμε.
Επίσης χρειάζονται γερά χέρια ν’ ανοίγουν τάφους. Τα οικόπεδα, οι ακάλυπτοι χώροι, οι αυλές, τα γήπεδα, όλα επιτάσσονται, γιατί τα νεκροταφεία γέμισαν.
Επίσης ζητώ εθελοντές να επιτηρούν τα μολυσμένα σπίτια, μήπως κάποιος μπει ή βγει. Θα ορίσουμε ορκωτούς επόπτες που θα επισκέπτονται τα σπίτια … για να αναφέρουν στις αρχές, προκειμένου να απομονωθούν οι πιθανοί φορείς.
Όποιος μπαίνει σε μολυσμένο σπίτι θα θεωρείται ύποπτος και θ’ απομονώνεται εκεί μέσα. Φυλαχτείτε από τους υπόπτους. ΚΑΤΑΓΓΕΙΛΕΤΕ τους για το καλό του συνόλου!
Ζητάμε γιατρούς, νεκροθάφτες, σαβανωτές και κάθε χρήσιμη για την περίσταση ειδικότητα.
Κάθε πολίτης οφείλει να προσφέρει στον συνάνθρωπό του: να τον επιτηρήσει ή να του κλείσει τα μάτια. Το σύνθημά μας είναι, «Θάψε τον πλησίον σου, μπορείς!».
Αντίδοτο για τον λοιμό δεν έχουμε βρει. Προσπαθούμε να τον περιορίσουμε, μήπως μερικοί τυχεροί επιβιώσουν, όμως αυτό είναι άγνωστο.
Απαγορεύονται οι συνεστιάσεις και όλα τα θεάματα. Τα καταστήματα, τα εστιατόρια και τα καφενεία θα λειτουργούν ελάχιστες ώρες, για να περιοριστεί η εξάπλωση ψευδών ειδήσεων. Διότι υπάρχει η υποψία πως το κακό που μας βρήκε προέρχεται από κάτι ανώτερό μας, από τον ουρανό, και καθετί από τον ουρανό διαβρώνει σαν αόρατη βροχή τις στέγες, τους τοίχους και τις ψυχές μας.
Όπως σας είπα, αυτή είναι η τελευταία δημόσια συγκέντρωση. Ομάδες πάνω από τρία άτομα θα διαλύονται. Επίσης, απαγορεύεται να περιφέρεστε άσκοπα. Όλοι οι πολίτες επιβάλλεται να κυκλοφορείτε ανά δύο, για να επιτηρείτε ο ένας τον άλλο. Τώρα γυρίστε στα σπίτια σας και μείνετε εκεί. Θα βγείτε μόνο σε περίπτωση μεγάλης ανάγκης. Ειδικά συνεργεία θα στιγματίζουν την πόρτα κάθε μολυσμένου σπιτιού: θα κάνουν έναν μεγάλο κόκκινο σταυρό με μπογιά στην πόρτα και θα γράφουν, «Ελέησόν με, Κύριε!». "
1970
Ευγένιος Ιονέσκο/Eugene Ionesco
"Το παιχνίδι της σφαγής"
Jeux de massacre
πηγή
Το «Παιχνίδι της σφαγής» (1970) του γαλλο-ρουμάνου Ευγένιου Ιονέσκο (1909-1994) δεν είναι παρά ακόμη ένα παιχνίδι του συγγραφέα με και για τον θάνατο: συγκεκριμένα, ο από τους επιφανέστερους δραματουργούς του «θεάτρου του παραλόγου» (όπως καθιερώθηκε από τον Έσλιν να αποκαλείται η γενιά τους) στο συγκεκριμένο έργο του δεν αναφέρεται στο παράλογο (στο αποστερημένο από οποιοδήποτε νόημα) του θανάτου αλλά αντίθετα στην απουσία οποιασδήποτε σημασίας της ζωής. Μιας ζωής κούφιας, ήδη χωρίς νόημα, έτσι όπως την βιώνουν οι άνθρωποι.
Η πόλη πεθαίνει επειδή δεν υπάρχει λόγος να ζει.
Στο «Παιχνίδι της σφαγής», ωστόσο, ο απρόβλεπτος θάνατος μιας ολόκληρης πόλης δημοσίως και ιδιωτικώς ανατρέπει τα δεδομένα της σύγχρονης δυτικής κοινωνίας για την ιδέα του θανάτου καθώς τον έχει αποκλείσει, εξορίσει από την καθημερινή της ζωή. Αρκεί να θυμηθεί κανείς τις μελέτες του Φιλίπ Αριές για τον θάνατο στις παραδοσιακές και σύγχρονες κοινωνίες για να κατανοήσει τον βαθμό της απέχθειας των τελευταίων για ένα γεγονός που υπήρξε ενταγμένο στην καθημερινότητα των πρώτων, ως μέρος της ζωής τους.
Η σύγχρονη απόρριψη του θανάτου, η αναζήτηση της αιώνιας νεότητας μέσω των ιατρικών εξελίξεων αλλά και ο αποστειρωμένος θάνατος στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου, μακριά από την καθημερινότητα των υγειών, ισοδυναμεί με την αποκαλούμενη από τον Ρολάν Μπαρτ «κρίση του θανάτου» των σύγχρονων κοινωνιών μας.
Στο «Παιχνίδι της σφαγής» ο θάνατος εισβάλλει απροειδοποίητα στην πόλη, ως μια απροσδιόριστης προέλευσης μολυσματική επιδημία η οποία απλώνεται παντού: οι περίπου 17 εικόνες του έργου που διαδέχονται με κινηματογραφικούς ρυθμούς η μία την άλλη, αποτελούν στιγμιότυπα ακαριαίου θανάτου, δικαιώνοντας τον τίτλο του έργου που προέρχεται από ένα παιχνίδι (Jeux de massacre) που υπήρχε παλιά στα πανηγύρια όπου «σκότωναν» πάνινες κούκλες που σημάδευαν με μπάλες από πίτουρο.
Όπως αναφέρει η Α. Μιράσγεζη στο πρόγραμμα της παράστασης, οι σκηνές αιφνίδιου θανάτου «προδίδουν τη θεωρία του Ιονέσκο για την ανθρώπινη φύση, τη φύση μαριονέτας μπροστά στην ανθρώπινη θνητότητα» (σ. 21).