Στους βίους των αγίων της Ορθοδόξου Εκκλησίας υπάρχουν πολλές αναφορές σε θαύματα τους στους πιστούς. Δεν είναι λίγες οι φορές, άλλωστε, που άνθρωποι, όχι ιδιαίτερα πιστοί, κάνουν λόγο για εμφανίσεις των αγίων, που έχουν συμβάλλει σημαντικά στην πορεία της ζωής τους. Μία τέτοια αναφορά κάνει ένας υπολοχαγός των δυνάμεων του Κολτσάκ.Ο αείμνηστος Ευγένιος Νικολάγιεβιτς Δολμάτεφ, είχε διηγηθεί ένα θαύμα που ο ίδιος είχε ζήσει, με μια επέμβαση του Αγίου Νικολάου.
Συνέβη στην Σιβηρία. Ο Λευκός Στρατός κάτω από την διοίκηση του Κολτσάκ υποχωρούσε. Ο Ευγένιος Νικολάγιεβιτς, παρά τον σοβαρότατο τραυματισμό που είχε υποστεί στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, υπηρέτησε στις δυνάμεις του Κολτσάκ, με βαθμό πρώτου υπολοχαγού. Ο χειμώνας εκείνος ήταν πολύ βαρύς.
Μπαίνοντας σε κάποιο χωριό, οι παρτιζάνοι συνέλαβαν ένα χωριάτη με την υποψία ότι συνεργαζόταν με τους Κόκκινους. Είχε ληφθεί η απόφαση να τον εκτελέσουν. Ο Ευγένιος Νικολάγιεβιτς διέταξε να τον κρατήσουν τον ύποπτο στην φυλακή.
Το ίδιο βράδυ, καθώς ο υπολοχαγός καθόταν μοναχός και ετοίμαζε τα έγγραφα της κατηγορίας, ακούσθηκε ένα χτύπημα στην πόρτα του. Την άνοιξε, και μπήκε μέσα ένας ηλικιωμένος που φορούσε σκούφια, σαν εκείνες που φορούσαν οι μοναχοί, και ένα παλιό ράσο.
«Κύριε αξιωματικέ» του είπε, «έχετε συλλάβει ένα χωριάτη εδώ. Μην τον σκοτώσετε. Είναι αθώος.»
«Και ποιός είσαι εσύ;» Τον ρώτησε ο Ευγένιος Νικολάγιεβιτς.
«Είμαι ο εφημέριος της τοπικής εκκλησίας, ο πατήρ Νικόλαος», του απάντησε ο ηλικιωμένος, και αμέσως έφυγε.
Ο Ευγένιος Νικολάγιεβιτς κάθησε και καλοσκέφθηκε το ζήτημα, και αποφάσισε να αφήσει ελεύθερο τον φυλακισμένο. Νωρίς το επόμενο πρωί, παρήγγειλε να του ετοιμάσουν ένα έλκηθρο, διέταξε να επιβιβασθεί ο φυλακισμένος, πήρε μαζί του λίγο ψωμί, και είπε στους συνοδούς:
«Φεύγω – πάω να τον εκτελέσω.»
Όταν έφτασαν στο δάσος, έλυσε τα δεσμά του φυλακισμένου και του είπε:
«Φύγε τώρα, μέσα στο δάσος, και φρόντισε να μην ξαναβρεθείς ποτέ στο δρόμο μας!»
Επιστρέφοντας στο χωριό, ο Ευγένιος Νικολάγιεβιτς πέρασε από την εκκλησία. Ήταν κλειδωμένη. Ρώτησε ένα χωριάτη που περνούσε εκείνη στιγμή:
«Πού μένει ο πατήρ Νικόλαος;»
«Οι Κόκκινοι τον τουφέκισαν, πριν από πολλά χρόνια», ήρθε η απάντηση.
Αιφνιδιάστηκε με την απάντηση ο Ευγένιος Νικολάγιεβιτς, αλλά αποφάσισε πως ήθελε να ρίξει και μια ματιά μέσα στον ναό. Κάποιος του ξεκλείδωσε την πόρτα του ναού, και μπήκε. Ξαφνικά, βλέπει στα δεξιά του μια εικόνα του Αγίου Νικολάου και αμέσως αναγνώρισε τον νυχτερινό επισκέπτη του. Στην εικόνα αυτή, ο θαυματουργός ιεράρχης είχε αγιογραφηθεί φορώντας την ίδια ακριβώς σκούφια.
πηγή
Συνέβη στην Σιβηρία. Ο Λευκός Στρατός κάτω από την διοίκηση του Κολτσάκ υποχωρούσε. Ο Ευγένιος Νικολάγιεβιτς, παρά τον σοβαρότατο τραυματισμό που είχε υποστεί στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, υπηρέτησε στις δυνάμεις του Κολτσάκ, με βαθμό πρώτου υπολοχαγού. Ο χειμώνας εκείνος ήταν πολύ βαρύς.
Μπαίνοντας σε κάποιο χωριό, οι παρτιζάνοι συνέλαβαν ένα χωριάτη με την υποψία ότι συνεργαζόταν με τους Κόκκινους. Είχε ληφθεί η απόφαση να τον εκτελέσουν. Ο Ευγένιος Νικολάγιεβιτς διέταξε να τον κρατήσουν τον ύποπτο στην φυλακή.
Το ίδιο βράδυ, καθώς ο υπολοχαγός καθόταν μοναχός και ετοίμαζε τα έγγραφα της κατηγορίας, ακούσθηκε ένα χτύπημα στην πόρτα του. Την άνοιξε, και μπήκε μέσα ένας ηλικιωμένος που φορούσε σκούφια, σαν εκείνες που φορούσαν οι μοναχοί, και ένα παλιό ράσο.
«Κύριε αξιωματικέ» του είπε, «έχετε συλλάβει ένα χωριάτη εδώ. Μην τον σκοτώσετε. Είναι αθώος.»
«Και ποιός είσαι εσύ;» Τον ρώτησε ο Ευγένιος Νικολάγιεβιτς.
«Είμαι ο εφημέριος της τοπικής εκκλησίας, ο πατήρ Νικόλαος», του απάντησε ο ηλικιωμένος, και αμέσως έφυγε.
Ο Ευγένιος Νικολάγιεβιτς κάθησε και καλοσκέφθηκε το ζήτημα, και αποφάσισε να αφήσει ελεύθερο τον φυλακισμένο. Νωρίς το επόμενο πρωί, παρήγγειλε να του ετοιμάσουν ένα έλκηθρο, διέταξε να επιβιβασθεί ο φυλακισμένος, πήρε μαζί του λίγο ψωμί, και είπε στους συνοδούς:
«Φεύγω – πάω να τον εκτελέσω.»
Όταν έφτασαν στο δάσος, έλυσε τα δεσμά του φυλακισμένου και του είπε:
«Φύγε τώρα, μέσα στο δάσος, και φρόντισε να μην ξαναβρεθείς ποτέ στο δρόμο μας!»
Επιστρέφοντας στο χωριό, ο Ευγένιος Νικολάγιεβιτς πέρασε από την εκκλησία. Ήταν κλειδωμένη. Ρώτησε ένα χωριάτη που περνούσε εκείνη στιγμή:
«Πού μένει ο πατήρ Νικόλαος;»
«Οι Κόκκινοι τον τουφέκισαν, πριν από πολλά χρόνια», ήρθε η απάντηση.
Αιφνιδιάστηκε με την απάντηση ο Ευγένιος Νικολάγιεβιτς, αλλά αποφάσισε πως ήθελε να ρίξει και μια ματιά μέσα στον ναό. Κάποιος του ξεκλείδωσε την πόρτα του ναού, και μπήκε. Ξαφνικά, βλέπει στα δεξιά του μια εικόνα του Αγίου Νικολάου και αμέσως αναγνώρισε τον νυχτερινό επισκέπτη του. Στην εικόνα αυτή, ο θαυματουργός ιεράρχης είχε αγιογραφηθεί φορώντας την ίδια ακριβώς σκούφια.
πηγή