Ολοκληρώθηκε στην Ουκρανία η προεκλογική εκστρατεία ενόψει των εκλογών στη Βερχόβνα Ράντα. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις θα εκπροσωπηθούν στο Κοινοβούλιο τέσσερα κόμματα και ένας πολιτικός συνασπισμός. Όμως, όπως όλα δείχνουν, ούτε ένας από τους πέντε αυτούς παίκτες, ακόμη και σε συμμαχία με τους πιθανότερους συμμάχους του δεν θα εξασφαλίσει μια σταθερή πλειοψηφία.
Η αποτελεσματικότητα από τις εργασίες της νέας σύνθεσης του ουκρανικού Κοινοβουλίου μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά χαμηλή, διότι οι βουλευτές θα σπαταλούν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου σε άκαρπες διαφωνίες. Ενισχύει την απαισιοδοξία και το γεγονός ότι οι διαφωνούντες χωρίζονται όχι από μεμονωμένες αποκλίσεις, αλλά από δογματικές αρχές. Η 7η Σύνοδος της Βερχόβνα Ράντα θα αποτελέσει ένα αρκετά ακριβές αποτύπωμα της ουκρανικής κοινωνίας, που είναι διχασμένη όχι μόνο ως προς τα πολιτιστικά-εθνικά και θρησκευτικά χαρακτηριστικά της, αλλά επίσης και από ιδεολογική άποψη, ως προς τα κριτήρια αποτίμησης του ιστορικού ρόλου της Ουκρανίας και της καμπύλης ανάπτυξης της κρατικής της υπόστασης. Η κατάσταση επιδεινώνεται από το ότι όλο το φάσμα των προτιμήσεων των ψηφοφόρων έχει μια αρκετά σαφή γεωγραφική κατηγοριοποίηση. Οι ειδικοί κατονομάζουν ως ενδεικτικό όριο για τους ψηφοφόρους τον ποταμό Δνείπερο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η Ουκρανία της αριστερής όχθης (μαζί με την αυτόνομη Κριμαία στο νότο της χώρας) ψηφίζει υπέρ του Κόμματος των Περιφερειών, το σημερινό κυβερνητικό κόμμα και τους κομμουνιστές, οι οποίοι διακηρύττουν το διεθνισμό. Η Ουκρανία της δεξιάς όχθης τάσσεται σχεδόν σύσσωμη υπέρ της αντιπολίτευσης και των εθνικιστών. Φυσικά αυτός ο προσανατολισμός, όπως και το διαχωριστικό σύνορο μεταξύ των ψηφοφόρων, είναι εξαιρετικά υποθετικά. Η πραγματική εικόνα είναι εντέλει πολύ πιο περίπλοκη και μπερδεμένη. Όμως είναι βασική η αρχή του διαχωρισμού βάσει του άξονα «Δύση – Νοτιοανατολική χώρα».
Για το διαχωρισμό αυτό υπάρχουν αντικειμενικές προϋποθέσεις. Η ενσωμάτωση της αριστερής όχθης της Ουκρανίας στη σύνθεση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας οδήγησε σε ταχύτερη – σε σχέση με τη δεξιά όχθη – ανάπτυξη της βιομηχανίας. Ενώ η Δυτική Ουκρανία ποτέ δεν υπάχθηκε στις βιομηχανικές εκτάσεις. Εντασσόμενη διαδοχικά στη σύνθεση της «Ρετς Ποσπολίτα», της Αυστρο-ουγγρικής Αυτοκρατορίας, της Πολωνίας διατηρούσε την ιδιαίτερη ταυτότητά της στη βάση του εθνικισμού. Ενώ οι «Ανατολικοί» δεν ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα για το εθνικό ζήτημα. Όντας ως επί το πλείστον δίγλωσσοι επέλεγαν και συνεχίζουν να επιλέγουν τη ρωσική, είτε την ουκρανική με αφετηρία τη διευκόλυνση της επικοινωνίας και όχι τις πολιτικές απόψεις. Στη Δύση όμως της Ουκρανίας η πλειονότητα του πληθυσμού μιλά ουκρανικά. Κατανοώντας τη ρωσική ομιλία, ακόμη και γνωρίζοντας να μιλούν στη γλώσσα αυτή σε περίπτωση ανάγκης, οι «Δυτικοί», κατά κανόνα, θεωρούν ως προτεραιότητά τους τη διατήρηση του ουκρανικού πολιτισμού, της ιστορίας και της γλώσσας, επισημαίνει ο Βρετανός ερευνητής Ίταν Μπέργκερ.
Σήμερα οι ανταγωνιστικές διαθέσεις, δυστυχώς, έχουν μόνο ενισχυθεί. Είναι πολύ πιθανό ότι η Ουκρανία θα διασπασθεί. Παρ’ όλη την ποικιλότητα των επιλογών οι εκδοχές είναι μόνο δύο: το τσεχοσλοβακικό και το γιουγκοσλαβικό-σερβικό σενάριο. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πιο διαμετρικά αντίθετες ως προς το περιεχόμενό τους, αλλά επί της ουσίας ίδιες, διαδικασίες.
Εάν η Γιουγκοσλαβία εξαφανίστηκε από τον πολιτικό χάρτη έπειτα από έναν πραγματικό και αιματηρό πόλεμο, η διαίρεση της Τσεχοσλοβακίας ήταν εθελοντική και ειρηνική. Η αλήθεια είναι η δεύτερη επιλογή δεν αποτελεί πάντοτε αποτέλεσμα της πρώτης. Όπως όλα έδειξαν τα γεγονότα ακολούθησαν τη «βελούδινη» οδό εξαιτίας του ότι οι αμοιβαίες αξιώσεις Τσέχων και Σλοβάκων δεν είχαν βαφτεί με πολύ αίμα, όπως στην περίπτωση της Σερβίας. Πέραν αυτού στα Βαλκάνια τα πράγματα δυσκόλευαν από τις θρησκευτικές διαμάχες. Και απ’ αυτήν την άποψη η κατάσταση στην Ουκρανία είναι πιο κοντά στο τσεχοσλοβακικό μοντέλο, ακόμη και παρά το γεγονός ότι οι ανατολικές περιφέρειες ακολουθούν την ορθοδοξία, ενώ οι δυτικές τον καθολικισμό. Πιθανώς ακριβώς γι’ αυτό το λόγο οι εμπειρογνώμονες, που θεωρούν το ζήτημα της διαίρεσης της Ουκρανίας σχεδόν αποφασισμένο, κλίνουν προς μια λιγότερο ή περισσότερο ειρηνική εξέλιξη των γεγονότων. Σε τελική ανάλυση δεν θα επιτρέψουν την ανάπτυξη μιας μεγάλης σύγκρουσης οι δυτικοί και ανατολικοί γείτονες της Ουκρανίας, καθώς το βαλκανικό μάθημα δεν πήγε για την Ευρώπη χαμένο.
Πάντως σημαντικά μεγαλύτερος αριθμός ειδικών θεωρεί τη διάλυση της Ουκρανίας σχεδόν απίθανη. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκει και ο διευθυντής του περιοδικού «Η Ρωσία στη διεθνή πολιτική» Φιόντορ Λουκιάνοφ:
Νομίζω ότι η Ουκρανία δεν θα διασπαστεί. Δεν έχουν σε τί να κομματιαστούν. Η Τσεχοσλοβακία, η Γιουγκοσλαβία και η Σοβιετική Ένωση διαιρέθηκαν βάσει των υπαρχόντων διοικητικών συνόρων τους. Μπορεί να ήταν εντελώς αυθαίρετα αυτά, αλλά υπήρχαν. Αυτό αποτέλεσε και τη δικαιολογία. Η Ουκρανία είναι απολύτως ανομοιογενής, αλλά υπό κάποια έννοια πολύ ακέραιη. Γι’ αυτό και μου φαίνεται ότι δεν υπάρχουν λόγοι να αναμένουμε μια διαίρεση, ή για την ακρίβεια ο διχασμός υπάρχει, αλλά δεν πρόκειται ουδόλως να θεσμοποιηθεί. Πρόκειται για ένα είδος διαλεκτικής, όπου το βασικό κομμάτι της χώρας, για να μιλήσουμε σχηματικά, είναι η Ανατολή, ενώ η εθνική ιδέα βρίσκεται στη Δύση. Και η Ανατολή χωρίς αυτή τη Δύση χάνει τη βάση της, γιατί παρ’ όλ’ αυτά δεν επιθυμεί να γίνει Ρωσία. Εδώ πρόκειται για την περίπτωση, που ο ένας πρέπει να ανέχεται τον άλλον.
Μια πιθανή διάσπαση της Ουκρανίας θα μπορούσε να αποτραπεί από μια συνταγματική μεταρρύθμιση, αποτέλεσμα της οποίας θα ήταν η μετατροπή της χώρας από ενιαίο κράτος σε ομοσπονδία. Αυτό θα δημιουργούσε ένα διάκενο μεταξύ των ανατολικών και των δυτικών περιφερειών. Θα συνέβαινε ένα είδος «κατάψυξης» των υπαρχουσών αντιθέσεων έως να έρθουν καλύτερες εποχές, όπου οι νέες γενιές των Ουκρανών θα αντικρίσουν οι μεν τους δε χωρίς ιστορικές προκαταλήψεις.
πηγή
Η αποτελεσματικότητα από τις εργασίες της νέας σύνθεσης του ουκρανικού Κοινοβουλίου μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά χαμηλή, διότι οι βουλευτές θα σπαταλούν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου σε άκαρπες διαφωνίες. Ενισχύει την απαισιοδοξία και το γεγονός ότι οι διαφωνούντες χωρίζονται όχι από μεμονωμένες αποκλίσεις, αλλά από δογματικές αρχές. Η 7η Σύνοδος της Βερχόβνα Ράντα θα αποτελέσει ένα αρκετά ακριβές αποτύπωμα της ουκρανικής κοινωνίας, που είναι διχασμένη όχι μόνο ως προς τα πολιτιστικά-εθνικά και θρησκευτικά χαρακτηριστικά της, αλλά επίσης και από ιδεολογική άποψη, ως προς τα κριτήρια αποτίμησης του ιστορικού ρόλου της Ουκρανίας και της καμπύλης ανάπτυξης της κρατικής της υπόστασης. Η κατάσταση επιδεινώνεται από το ότι όλο το φάσμα των προτιμήσεων των ψηφοφόρων έχει μια αρκετά σαφή γεωγραφική κατηγοριοποίηση. Οι ειδικοί κατονομάζουν ως ενδεικτικό όριο για τους ψηφοφόρους τον ποταμό Δνείπερο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η Ουκρανία της αριστερής όχθης (μαζί με την αυτόνομη Κριμαία στο νότο της χώρας) ψηφίζει υπέρ του Κόμματος των Περιφερειών, το σημερινό κυβερνητικό κόμμα και τους κομμουνιστές, οι οποίοι διακηρύττουν το διεθνισμό. Η Ουκρανία της δεξιάς όχθης τάσσεται σχεδόν σύσσωμη υπέρ της αντιπολίτευσης και των εθνικιστών. Φυσικά αυτός ο προσανατολισμός, όπως και το διαχωριστικό σύνορο μεταξύ των ψηφοφόρων, είναι εξαιρετικά υποθετικά. Η πραγματική εικόνα είναι εντέλει πολύ πιο περίπλοκη και μπερδεμένη. Όμως είναι βασική η αρχή του διαχωρισμού βάσει του άξονα «Δύση – Νοτιοανατολική χώρα».
Για το διαχωρισμό αυτό υπάρχουν αντικειμενικές προϋποθέσεις. Η ενσωμάτωση της αριστερής όχθης της Ουκρανίας στη σύνθεση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας οδήγησε σε ταχύτερη – σε σχέση με τη δεξιά όχθη – ανάπτυξη της βιομηχανίας. Ενώ η Δυτική Ουκρανία ποτέ δεν υπάχθηκε στις βιομηχανικές εκτάσεις. Εντασσόμενη διαδοχικά στη σύνθεση της «Ρετς Ποσπολίτα», της Αυστρο-ουγγρικής Αυτοκρατορίας, της Πολωνίας διατηρούσε την ιδιαίτερη ταυτότητά της στη βάση του εθνικισμού. Ενώ οι «Ανατολικοί» δεν ενδιαφέρονταν ιδιαίτερα για το εθνικό ζήτημα. Όντας ως επί το πλείστον δίγλωσσοι επέλεγαν και συνεχίζουν να επιλέγουν τη ρωσική, είτε την ουκρανική με αφετηρία τη διευκόλυνση της επικοινωνίας και όχι τις πολιτικές απόψεις. Στη Δύση όμως της Ουκρανίας η πλειονότητα του πληθυσμού μιλά ουκρανικά. Κατανοώντας τη ρωσική ομιλία, ακόμη και γνωρίζοντας να μιλούν στη γλώσσα αυτή σε περίπτωση ανάγκης, οι «Δυτικοί», κατά κανόνα, θεωρούν ως προτεραιότητά τους τη διατήρηση του ουκρανικού πολιτισμού, της ιστορίας και της γλώσσας, επισημαίνει ο Βρετανός ερευνητής Ίταν Μπέργκερ.
Σήμερα οι ανταγωνιστικές διαθέσεις, δυστυχώς, έχουν μόνο ενισχυθεί. Είναι πολύ πιθανό ότι η Ουκρανία θα διασπασθεί. Παρ’ όλη την ποικιλότητα των επιλογών οι εκδοχές είναι μόνο δύο: το τσεχοσλοβακικό και το γιουγκοσλαβικό-σερβικό σενάριο. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πιο διαμετρικά αντίθετες ως προς το περιεχόμενό τους, αλλά επί της ουσίας ίδιες, διαδικασίες.
Εάν η Γιουγκοσλαβία εξαφανίστηκε από τον πολιτικό χάρτη έπειτα από έναν πραγματικό και αιματηρό πόλεμο, η διαίρεση της Τσεχοσλοβακίας ήταν εθελοντική και ειρηνική. Η αλήθεια είναι η δεύτερη επιλογή δεν αποτελεί πάντοτε αποτέλεσμα της πρώτης. Όπως όλα έδειξαν τα γεγονότα ακολούθησαν τη «βελούδινη» οδό εξαιτίας του ότι οι αμοιβαίες αξιώσεις Τσέχων και Σλοβάκων δεν είχαν βαφτεί με πολύ αίμα, όπως στην περίπτωση της Σερβίας. Πέραν αυτού στα Βαλκάνια τα πράγματα δυσκόλευαν από τις θρησκευτικές διαμάχες. Και απ’ αυτήν την άποψη η κατάσταση στην Ουκρανία είναι πιο κοντά στο τσεχοσλοβακικό μοντέλο, ακόμη και παρά το γεγονός ότι οι ανατολικές περιφέρειες ακολουθούν την ορθοδοξία, ενώ οι δυτικές τον καθολικισμό. Πιθανώς ακριβώς γι’ αυτό το λόγο οι εμπειρογνώμονες, που θεωρούν το ζήτημα της διαίρεσης της Ουκρανίας σχεδόν αποφασισμένο, κλίνουν προς μια λιγότερο ή περισσότερο ειρηνική εξέλιξη των γεγονότων. Σε τελική ανάλυση δεν θα επιτρέψουν την ανάπτυξη μιας μεγάλης σύγκρουσης οι δυτικοί και ανατολικοί γείτονες της Ουκρανίας, καθώς το βαλκανικό μάθημα δεν πήγε για την Ευρώπη χαμένο.
Πάντως σημαντικά μεγαλύτερος αριθμός ειδικών θεωρεί τη διάλυση της Ουκρανίας σχεδόν απίθανη. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκει και ο διευθυντής του περιοδικού «Η Ρωσία στη διεθνή πολιτική» Φιόντορ Λουκιάνοφ:
Νομίζω ότι η Ουκρανία δεν θα διασπαστεί. Δεν έχουν σε τί να κομματιαστούν. Η Τσεχοσλοβακία, η Γιουγκοσλαβία και η Σοβιετική Ένωση διαιρέθηκαν βάσει των υπαρχόντων διοικητικών συνόρων τους. Μπορεί να ήταν εντελώς αυθαίρετα αυτά, αλλά υπήρχαν. Αυτό αποτέλεσε και τη δικαιολογία. Η Ουκρανία είναι απολύτως ανομοιογενής, αλλά υπό κάποια έννοια πολύ ακέραιη. Γι’ αυτό και μου φαίνεται ότι δεν υπάρχουν λόγοι να αναμένουμε μια διαίρεση, ή για την ακρίβεια ο διχασμός υπάρχει, αλλά δεν πρόκειται ουδόλως να θεσμοποιηθεί. Πρόκειται για ένα είδος διαλεκτικής, όπου το βασικό κομμάτι της χώρας, για να μιλήσουμε σχηματικά, είναι η Ανατολή, ενώ η εθνική ιδέα βρίσκεται στη Δύση. Και η Ανατολή χωρίς αυτή τη Δύση χάνει τη βάση της, γιατί παρ’ όλ’ αυτά δεν επιθυμεί να γίνει Ρωσία. Εδώ πρόκειται για την περίπτωση, που ο ένας πρέπει να ανέχεται τον άλλον.
Μια πιθανή διάσπαση της Ουκρανίας θα μπορούσε να αποτραπεί από μια συνταγματική μεταρρύθμιση, αποτέλεσμα της οποίας θα ήταν η μετατροπή της χώρας από ενιαίο κράτος σε ομοσπονδία. Αυτό θα δημιουργούσε ένα διάκενο μεταξύ των ανατολικών και των δυτικών περιφερειών. Θα συνέβαινε ένα είδος «κατάψυξης» των υπαρχουσών αντιθέσεων έως να έρθουν καλύτερες εποχές, όπου οι νέες γενιές των Ουκρανών θα αντικρίσουν οι μεν τους δε χωρίς ιστορικές προκαταλήψεις.
πηγή