Τον ρώτησα, τί γνωρίζει για την ανασκαφή, σχετικά με τά λαγούμια πού άνοιξαν, και μου είπε ότι ή ίδια ή Αγία παρουσιάστηκε σε μερικούς και είπε να γίνει ανασκαφή και μάλιστα να προχωρήσουν μέχρι το πηγάδι. Οι κάτοικοι λένε ότι ως εκ θαύματος φούσκωσε και ξεχείλισε και φανερώθηκε το Εικόνισμα.
Τον ρώτησα, γνωρίζετε άλλα θαύματα να έκανε ή Αγία Μαγδαληνή; Και μου είπε: «Ό αδελφός τού πατέρα μου ερχόταν με ένα ζώο από τά Βασιλικά, έπεσε κάτω και χτύπησε σοβαρά και έμεινε στην Καρήνη της Αγιάσου, γιατί δεν μπορούσε να κινηθεί. Ή γριούλα εκείνη ή κυρά Ελένη πού εξυπηρετούσε την Εκκλησία, είδε σε όραμα την ‘Αγία Μαγδαληνή και της είπε να πάει ό Τακτικός να πάρει τον αδελφό του, γιατί τον έριξε κάτω το άλογο και πρέπει να τον μεταφέρει.
Και πράγματι, πήγε και τον βρήκε σε άθλια κατάσταση.
Το 1964 τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή -διηγείται ή Εύδοξία Χατζηγιάννη, κάτοικος Σκοπέλου Γέρας- κάποιος συμπατριώτης της ό Κοσμάς είχε μεγάλη ευλάβεια και κατέβαινε συχνά και άναβε ένα κεράκι κάτω στην Κατακόμβη στα λαγούμια, όπως συνηθίζουν να λένε. Παρουσιάστηκε μπροστά του ή Αγία Μαγδαληνή, πήρε το κεράκι από το χέρι του, το άναψε και τού είπε: «Να πεις στον Γιάννη τον Τακτικό, αυτό πού σκέπτεται να το κάνει». Είπε αυτά τά λόγια και εξαφανίστηκε. Ό Κοσμάς πήγε αμέσως και μετέδωσε τά λόγια της Αγίας Μαγδαληνής και εκείνος τού απάντησε ότι: «πράγματι σκέπτομαι στα εγκαίνια της Εκκλησίας με πρωτοβουλία δική μου να φροντίσω να φέρω για πρώτη φορά το χέρι της Αγίας Μαγδαληνής από την Ιερά Μονή Σιμωνόπετρας τού Αγίου Όρους».
Στις 16 Μαΐου στις 5 το απόγευμα το έφεραν. Και μέ ενθουσιασμό μου έλεγε ότι πλήθος κόσμου και όλοι οι Ιερείς από όλη τη Γέρα είχαν έλθει και μέ τά εξαπτέρυγα κατέβηκαν κάτω στην αρχή τού χωριού και μέ μεγάλη ευλάβεια το συνόδεψαν και μέ ψαλμωδίες έφθασαν στην Εκκλησία και το έθεσαν οι Άγιοι Πατέρες τού Αγίου Όρους σε προσκύνημα. Στις 17 Μαΐου έγιναν τά εγκαίνια. Παρέμεινε μέχρι τις 20 τού μηνός και χιλιάδες κόσμος το προσκυνούσε. Όταν ήλθε ή ώρα να το πάρουν οι Άγιοι Πατέρες, και πάλι μέ τά εξαπτέρυγα το κατέβασαν. Ή λύπη τους ήταν βαθειά και τά δάκρυά τους έτρεχαν, γιατί ένοιωθαν ότι έχαναν το μεγαλύτερο θησαυρό. Λες και ήταν ζωντανό το χέρι της Αγίας Μαγδαληνής, ήταν ζεστό και ευωδίαζε, επαναλαμβάνουν όλοι.
Ό διακαής μου πόθος ήταν όχι μόνο να κτίσω την Εκκλησία Της, αλλά και να γράψω ένα βιβλίο σχετικά μέ την υπέροχη πολιτεία Της πού κρύβει Θειο μεγαλείο. Οι αναμνήσεις μου παραμένουν ζωντανές και ή πνευματική γλυκύτητα πού ένοιωθα μέσα στην Εκκλησία Της ήταν αφάνταστα μεγάλη. Κάθε Δευτέρα είχα καθιερώσει να πηγαίνω από το Πλωμάρι στη Γέρα, γιατί μιλούσα στην Εκκλησία της ‘Αγίας Μαγδαληνής και στη βιβλιοθήκη στην Εκκλησία των Ταξιαρχών Παπάδου έτσι άκουγα πάντα να μιλούν για τά θαύματα της ‘Αγίας Μαγδαληνής. Άλλωστε γνώριζα και ή ίδια πολύ καλά την θαυματουργική Της δύναμη.
Μου διηγήθηκε ό Ευάγγελος Χατζηγιάννης ότι το 1974 είδε ένα όραμα, πώς κατέβηκε στα λαγούμια και είδε σε ένα ορισμένο σημείο της Κατακόμβης να είναι ανοιχτό και να ξανοίγεται ή θάλασσα. Ήταν αμέτρητα καράβια και άκουσε να τού λέει ή ‘Αγία Μαγδαληνή: «Έτσι όπως είναι τά καράβια αυτά, θα πήξει ό κόσμος». Δηλαδή έτσι εξηγούσε στον ύπνο του ότι θα έλθει πολύς κόσμος να προσκυνήσει την Αγία Μαγδαληνή. Του είπε ακόμα: «Ημέρα Παρασκευή και ώρα έκτη». Τότε κατέλαβαν οι Τούρκοι την Κύπρο.
Επίσης μου διηγήθηκε ή Μαρία Πάλλα τά εξής: Το 1942 είχε κάνει ένα στεφάνι στη χάρη Της από λουλούδια και το έβαλαν στην Ωραία Πύλη, τη βοήθησε ό επίτροπος Ευστράτιος Χατζηλενούδας. Ήταν τότε 23 ετών. Είχε πάει στον Ταξιάρχη Μανδαμάδου να προσκυνήσει και στην επιστροφή της έλεγαν ότι έγινε θαύμα και πώς το στεφάνι της Αγίας Μαγδαληνής πού ήταν ξερό άνθισε και έβγαλε λουλούδια. Παρ’ όλο πού είχε πάει πεζή και επέστρεψε πάλι μέ τά πόδια, ξέχασε την κούραση της κι’ έτρεξε να το διαπιστώσει. Μόλις την είδε ή κυρά-Ελένη ή νεωκόρος της Εκκλησίας, της ανακοίνωσε τά συμβάντα, ότι σείστηκε το τέμπλο της Εκκλησίας, πήγαινε και ερχόταν εκείνο το βράδυ, και οι γυναίκες πού δεκαπέντιζαν μέσα, προσευχόταν μέ μεγάλο δέος βλέποντας το θαύμα, ενώ δεν είχε γίνει σεισμός διόλου απ έξω. Το πρωί είδαν ανθισμένο το στεφάνι μέ λουλούδια, ενώ ήταν κατάξερο. Αμέσως πήγε στο σπίτι και είπε στούς γονείς της ότι θα μείνει τρία βράδια στην Αγία Μαγδαληνή, μα δεν μπορούσε να φύγει κι’ έμεινε τρία χρόνια.
Ή κυρά-Ελένη, ή γριούλα πού έμενε μαζί της, είδε μια μέρα την Αγία Μαγδαληνή και της είπε: «Μετά από ένα μεγάλο πόλεμο, ό κόλπος της Γέρας θα γεμίσει από ξένα καράβια». Πάντοτε μου έλεγαν ότι θα έλθει μέρα πού θα έρχεται πολύς κόσμος να προσκυνά τη χάρη της Αγίας Μαγδαληνής. Ή φωτισμένη γριούλα προέβλεψε τον θάνατό της, ήμερα Παρασκευή.
Ή Εκκλησία άρχισε να κτίζεται το 1926 και τελείωσε το 1932 πού έγινε και ή πρώτη Λειτουργία. Ό Χαράλαμπος Καλκατζής πού έσκαβε κατόπιν εντολής της Αγίας Μαγδαληνής, εργάστηκε δυόμιση χρόνια μαζί μέ τούς άλλους στα λαγούμια.