Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης
Ο γέροντας μου διηγήθηκε την εξής ιστορία: «Μία φορά είχε έρθει εδώ ένας Ελληνοαμερικάνος γιατρός. Ορθόδοξος ήταν, αλλά δεν είχε πολλά με τη θρησκεία… Ούτε τη νηστεία της Παρασκευής δεν κρατούσε… ούτε πολύ πήγαινε στην Εκκλησία. “Έζησε μία εμπειρία και ήθελε να τη συζητήσει. “Ένα βράδυ, ενώ προσευχόταν στο διαμέρισμά του «άνοιξε ο ουρανός». “Ένα φως τον έλουσε, και χάθηκε το ταβάνι και οι σαράντα όροφοι από πάνω του. Βρισκόταν λουσμένος μέσα στο φως για πολλή ώρα, δεν μπορούσε να υπολογίσει πόσο!
Θαύμασα! Γιατί ένοιωσα και κατάλαβα ότι ήταν «εκ Θεού». Ήταν πραγματικό… Είδε το «άκτιστο φως»[*]. Τι έκανε στη ζωή του; Πώς ζούσε και αξιώθηκε τέτοια θεία πράγματα;
Ήταν παντρεμένος, είχε γυναίκα και παιδιά. Του λέει η γυναίκα του:
«Βαρέθηκα να ασχολούμαι με το σπίτι, θέλω να πηγαίνω καμιά βόλτα». Ε! δεν δούλευε κιόλας, άρχισε να γυρίζει με τις φίλες της και να τον τραβάει κάθε βράδυ έξω. Μετά από λίγο διάστημα, του λέει: «θέλω να βγαίνω μόνη μου με τις φίλες μου». Το δέχτηκε και αυτό για χάρη των παιδιών του. Μετά, «θέλω να πάω μόνη μου διακοπές…» Τι να κάνει; της έδινε και λεφτά και το αυτοκίνητο.
Μετά ζήτησε να της νοικιάσει ένα διαμέρισμα να ζει μόνη της, κουβαλούσε και τους φίλους της εκεί. Της μιλούσε, τη συμβούλευε, «βρε τι θα νοιώθουν τα παιδιά μας;» Τίποτα αυτή. Στο τέλος του πήρε πολλά λεφτά και έφυγε. Στεναχωριόταν!
Μετά από λίγα χρόνια έμαθε ότι είχε καταντήσει πόρνη στα μαγαζιά του Πειραιά!
Στενοχωρήθηκε! Έκλαιγε! Σκεφτόταν να πάει να τη βρει. Τι να της πει όμως;…
Γονάτισε να προσευχηθεί: «Θεέ μου… φώτισε με, τι να πω… τι να κάνω… για να σωθεί αυτή η ψυχή…». Βλέπεις την πονούσε. Ήθελε «να σωθεί αυτή η ψυχή». Ούτε αντρικός εγωισμός, ούτε μνησικακία, ούτε περιφρόνηση… πονούσε για την κατάντια της. Ποθούσε τη σωτηρία της. Τότε άνοιξε ο Θεός τον ουρανό… τον έλουσε με το φως Του.
Βλέπεις;… Βλέπεις;… Αυτός στην Αμερική… σε τι περιβάλλον ζούσε;… Ενώ πόσοι ζούμε μέσα στο Άγιον Όρος, μέσα στους Αγίους, μέσα στη χάρη της Παναγίας και προκοπή δεν κάνουμε!
Δόξα τω Θεώ! Δόξα τω Θεώ!»
[*] «άκτιστο φώς»: Λέγεται άκτιστο, δηλαδή αδημιούργητο, χωρίς αρχή, δηλαδή θεϊκή ενέργεια, Θεός. Υψηλότατοι πνευματικοί ασκητές το ζουν. Ποθητός στόχος της ασκητικής ζωής. Θεωρείται εμπειρία θέωσης. Μετέχει η ανθρώπινη στη Θεία ενέργεια, «…θείας φύσεως κοινωνοί…».
Απόσπασμα από το βιβλίο: “Ο πατήρ Παϊσιος μου είπε”, του Αθ. Ρακοβαλή, Εκδόσεις “Ορθόδοξος Κυψέλη”, σελ. 27-29
Ο γέροντας μου διηγήθηκε την εξής ιστορία: «Μία φορά είχε έρθει εδώ ένας Ελληνοαμερικάνος γιατρός. Ορθόδοξος ήταν, αλλά δεν είχε πολλά με τη θρησκεία… Ούτε τη νηστεία της Παρασκευής δεν κρατούσε… ούτε πολύ πήγαινε στην Εκκλησία. “Έζησε μία εμπειρία και ήθελε να τη συζητήσει. “Ένα βράδυ, ενώ προσευχόταν στο διαμέρισμά του «άνοιξε ο ουρανός». “Ένα φως τον έλουσε, και χάθηκε το ταβάνι και οι σαράντα όροφοι από πάνω του. Βρισκόταν λουσμένος μέσα στο φως για πολλή ώρα, δεν μπορούσε να υπολογίσει πόσο!
Θαύμασα! Γιατί ένοιωσα και κατάλαβα ότι ήταν «εκ Θεού». Ήταν πραγματικό… Είδε το «άκτιστο φως»[*]. Τι έκανε στη ζωή του; Πώς ζούσε και αξιώθηκε τέτοια θεία πράγματα;
Ήταν παντρεμένος, είχε γυναίκα και παιδιά. Του λέει η γυναίκα του:
«Βαρέθηκα να ασχολούμαι με το σπίτι, θέλω να πηγαίνω καμιά βόλτα». Ε! δεν δούλευε κιόλας, άρχισε να γυρίζει με τις φίλες της και να τον τραβάει κάθε βράδυ έξω. Μετά από λίγο διάστημα, του λέει: «θέλω να βγαίνω μόνη μου με τις φίλες μου». Το δέχτηκε και αυτό για χάρη των παιδιών του. Μετά, «θέλω να πάω μόνη μου διακοπές…» Τι να κάνει; της έδινε και λεφτά και το αυτοκίνητο.
Μετά ζήτησε να της νοικιάσει ένα διαμέρισμα να ζει μόνη της, κουβαλούσε και τους φίλους της εκεί. Της μιλούσε, τη συμβούλευε, «βρε τι θα νοιώθουν τα παιδιά μας;» Τίποτα αυτή. Στο τέλος του πήρε πολλά λεφτά και έφυγε. Στεναχωριόταν!
Μετά από λίγα χρόνια έμαθε ότι είχε καταντήσει πόρνη στα μαγαζιά του Πειραιά!
Στενοχωρήθηκε! Έκλαιγε! Σκεφτόταν να πάει να τη βρει. Τι να της πει όμως;…
Γονάτισε να προσευχηθεί: «Θεέ μου… φώτισε με, τι να πω… τι να κάνω… για να σωθεί αυτή η ψυχή…». Βλέπεις την πονούσε. Ήθελε «να σωθεί αυτή η ψυχή». Ούτε αντρικός εγωισμός, ούτε μνησικακία, ούτε περιφρόνηση… πονούσε για την κατάντια της. Ποθούσε τη σωτηρία της. Τότε άνοιξε ο Θεός τον ουρανό… τον έλουσε με το φως Του.
Βλέπεις;… Βλέπεις;… Αυτός στην Αμερική… σε τι περιβάλλον ζούσε;… Ενώ πόσοι ζούμε μέσα στο Άγιον Όρος, μέσα στους Αγίους, μέσα στη χάρη της Παναγίας και προκοπή δεν κάνουμε!
Δόξα τω Θεώ! Δόξα τω Θεώ!»
[*] «άκτιστο φώς»: Λέγεται άκτιστο, δηλαδή αδημιούργητο, χωρίς αρχή, δηλαδή θεϊκή ενέργεια, Θεός. Υψηλότατοι πνευματικοί ασκητές το ζουν. Ποθητός στόχος της ασκητικής ζωής. Θεωρείται εμπειρία θέωσης. Μετέχει η ανθρώπινη στη Θεία ενέργεια, «…θείας φύσεως κοινωνοί…».
Απόσπασμα από το βιβλίο: “Ο πατήρ Παϊσιος μου είπε”, του Αθ. Ρακοβαλή, Εκδόσεις “Ορθόδοξος Κυψέλη”, σελ. 27-29