Ο χειρισμός της οικονομίας της αποτελεί έναν από τους λόγους που αξίζει η χώρα το σεβασμό όλων μας – αφού είναι η μοναδική που αντιστέκεται στο σύστημα που μας έχει μετατρέψει σε σκλάβους χρέους, καταστρέφοντας παράλληλα τον πλανήτη προς όφελος μίας αχόρταγης για πλούτο και εξουσία ελίτ του 0,01%.
Ανάλυση
Σύμφωνα με ένα πρόσφατο άρθρο (πηγή), το ΑΕΠ της Ρωσίας σημείωσε πραγματική άνοδο 5,8% το πρώτο τρίμηνο του 2018 – τεκμηριώνοντας πως η χώρα δεν έχει μόνο αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το πρόβλημα των αλλεπάλληλων δυτικών κυρώσεων, σε συνδυασμό με τις δριμύτατες αμερικανικές χρηματοπιστωτικές επιθέσεις στο νόμισμα της, στο χρηματιστήριο της και αλλού αλλά, επί πλέον, κατάφερε να αναπτύσσεται με ρυθμούς Κίνας.
Σε πλήρη αντίθεση όμως με αυτά που συμβαίνουν σε πολλές άλλες υπερχρεωμένες βιομηχανικές χώρες, ιδίως στις Η.Π.Α., όπου οι κυβερνήσεις τους προσπαθούν να ωραιοποιήσουν τα αποτελέσματα τους χειραγωγώντας τα οικονομικά μεγέθη με διάφορους τρόπους, ειδικά την ανεργία, η ρωσική κυβέρνηση υποβάθμισε το ρυθμό ανάπτυξης στο 1,3% – όταν η ονομαστική ανάπτυξη ήταν στο 8,2%, ο πληθωρισμός μόλις 2,4%, οπότε η πραγματική ανάπτυξη (=αφαιρουμένου του πληθωρισμού) διαμορφώθηκε χωρίς καμία αμφιβολία στο 5,8%.
Πόσο μάλλον όταν το μέγεθος αυτό επιβεβαιώνεται από πολλούς άλλους δείκτες, όπως από τη βιομηχανική παραγωγή (+1,9% το πρώτο τρίμηνο και +3,2% το πεντάμηνο), από τις εξαγωγές (+26%), από τις επενδύσεις κεφαλαίου (+4,3% μηνιαία κατά μέσον όρο τριμήνου), από τους μισθούς (+12% ή +9,6% αφαιρουμένου του πληθωρισμού), από το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα (+3%) και από την αύξηση των πωλήσεων λιανικής (+2,2%), με την ανεργία μόλις στο 5%. Πρόκειται ουσιαστικά για καταπληκτικά μεγέθη που τεκμηριώνουν πως η ρωσική οικονομία εξελίσσεται με ραγδαίους ρυθμούς – μοναδικούς ίσως στην ιστορία της.
Η μέθοδος τώρα, με την οποία η Ρωσία υποβάθμισε το ρυθμό ανάπτυξης της, ήταν με τη βοήθεια ενός «πετρελαϊκού αποπληθωριστικού δείκτη» – με τον οποίο αφαίρεσε εκείνο το μέρος της ανάπτυξης που οφειλόταν στην αύξηση των τιμών της ενέργειας. Από αυστηρής οικονομικής πλευράς πρόκειται ασφαλώς για ένα μεγάλο λάθος, αφού το ΑΕΠ δεν είναι τίποτε άλλο από τη συνολική αξία των αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται σε μία χώρα – οπότε συμπεριλαμβάνεται η άνοδος των τιμών, επειδή δεν μετράται ο όγκος των αγαθών και υπηρεσιών, αλλά η αξία τους. Άλλωστε η προσπάθειες να εντοπισθούν οι φυσικοί όγκοι πίσω από τις τιμές που προσδιορίζουν το ΑΕΠ (πολλαπλασιαζόμενες με τους όγκους) είναι παρωχημένες – αφού ειδικά στον τομέα των υπηρεσιών η παραγωγή είναι άυλη, οπότε μπορεί να μετρηθεί μόνο σε νομισματικούς όρους.
Παρά το ότι λοιπόν οι Η.Π.Α. κάνουν ακριβώς το αντίθετο, «μαγειρεύοντας» ουσιαστικά τα βιβλία τους για να αποκρύψουν τα τεράστια προβλήματα της οικονομίας τους (όλα τα έτη από το 2007 έως σήμερα το ποσόν του νέου αμερικανικού χρέους υπερβαίνει την ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ, ενώ το 2008 και το 2009 ο ρυθμός αύξησης του χρέους ήταν 5,7 και 6,3 φορές μεγαλύτερος του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ – γράφημα, πηγή), καθώς επίσης για να δείξουν πως είναι πιο υγιείς και ισχυρές από ότι είναι, η Ρωσία ακολουθεί μία άλλη κατεύθυνση – εμφανίζοντας πολύ πιο αδύναμη την οικονομία της, με αποτέλεσμα να μην προκαλεί αισιοδοξία στους ξένους επενδυτές. Είναι αλήθεια σωστό κάτι τέτοιο;
Κατά την άποψη μας έχει σχέση εν πρώτοις με μία ακόμη προσπάθεια ανεξαρτητοποίησης της Ρωσίας από το δυτικό σύστημα του χρέους – από τη δικτατορική κυριαρχία των αγορών επάνω στα κράτη και στα πολιτικά τους συστήματα. Εν προκειμένω, είναι σε άμεση συνάρτηση με τις μαζικές εισροές-εκροές κεφαλαίων σε μία οικονομία, λόγω των οποίων δημιουργούνται πρώτα κερδοσκοπικές φούσκες και μετά χρεοκοπεί μία χώρα, από την έλλειψη ξένου συναλλάγματος – ενώ προηγείται μία μεγάλη νομισματική κρίση που καταλήγει σε ύφεση και σε τραπεζική κρίση.
Στη συνέχεια υποχρεούται να ζητήσει τη στήριξη του ΔΝΤ, το οποίο τη λεηλατεί – κάτι που έχει βιώσει η Ρωσία στο παρελθόν (ανάλυση), έχοντας καταφέρει να ξεφύγει με μεγάλες απώλειες (ο πληθυσμός της μειώθηκε κατά 15 εκ.!), λόγω των λαθών της κυβέρνησης των Η.Π.Α., της αύξησης των τιμών της ενέργειας και της ανόδου του προέδρου Putin στην εξουσία. Λογικά λοιπόν δεν θέλει να επαναλάβει τα ίδια λάθη – όπως σήμερα η Αργεντινή, η Βραζιλία, η Τουρκία, η Ν. Αφρική κλπ.
Ένας επόμενος λόγος είναι η προσπάθεια της να αναπτύξει τον πρωτογενή τομέα, τη μεταποίηση και τη βιομηχανία, για να πάψει να αποτελεί μία οικονομία Potemkin – η οποία εξαρτάται από τις εξαγωγές πετρελαίου και πρώτων υλών, καθώς επίσης από τις εισαγωγές όλων των υπολοίπων, κατά το θλιβερό παράδειγμα της Βενεζουέλας και αρκετών άλλων πετρελαιοπαραγωγών κρατών.
Ως εκ τούτου σωστά αφαιρεί την άνοδο των τιμών, δημιουργώντας επί πλέον συναλλαγματικές ρεζέρβες – τις οποίες κάποια στιγμή θα χρειαστεί, όταν πέσουν ξανά οι τιμές, έτσι ώστε να μη βιώσει την τραγωδία του 2014, στην οποία την οδήγησαν οι Η.Π.Α. «πιέζοντας» τις τιμές του πετρελαίου κάτω από τα 30 $ το βαρέλι.
Με την ενέργεια της αυτή πάντως τεκμηριώνεται η ρήση του προέδρου της, σύμφωνα με την οποία «ότι δεν μας σκοτώνει μας κάνει πιο δυνατούς» – ενώ αποτελεί έναν από τους λόγους που αξίζει η χώρα το σεβασμό όλων μας, αφού είναι η μοναδική που αντιστέκεται στο σύστημα που μας έχει μετατρέψει σε σκλάβους χρέους, καταστρέφοντας παράλληλα τον πλανήτη προς όφελος μίας αχόρταγης για πλούτο και εξουσία ελίτ του 0,01%. Ο αγώνας της αυτός, η μάχη καλύτερα που διεξάγει, δεν οφείλεται τόσο στον ηγέτη της, όσο στο λαό της – ο οποίος φαίνεται πως έχει την απαιτούμενη υπερηφάνεια για να μην υποκύπτει στις εξωγενείς πιέσεις που του ασκούνται, με τη βοήθεια οικονομικών εργαλείων.