Εις την καλύβην κάτωθεν του Κυριακού των Καυσοκαλυβίων προ πολλών ετών ήλθεν και υπετάγη εις ένα αυστηρόν Έλληνα Γέροντα ο δόκιμος Βούλγαρος ονόματι Ιάκωβος. Ο Ιάκωβος επεθύμει να ζη περισσότερον ασκητικόν βίον και δια τούτο ήρχετο τας νύκτας εις τον Νάρθηκα του Κυριακού (είναι η κεντρική εκκλησία της Σκήτης) και προσηύχετο κάτωθεν της εικόνος της Αγίας Τριάδος.
Μίαν νύκτα, εις καιρόν που ήτο πανσέληνος, εκεί που προσηύχετο ήκουσε βήματα ανθρώπου. Εκρύβη επιτηδείως και είδε να εισέρχεται εις τον Νάρθηκα ένας γυμνός Γέροντας με λευκοτάτην γενειάδα και μαλλιά. Εσταύρωσε την πόρταν της Εκκλησίας, η οποία ήνοιξεν αυτομάτως. Εισήλθεν εις τον ναόν, προσεκύνησεν τας ιεράς εικόνας και επέστρεψεν. Εσταύρωσε πάλιν την πόρταν, η οποία έκλεισε μόνη της με θείαν ενέργειαν και ήρχισε να ανηφορίζη εις τον δρόμον από την Σκήτην προς Κερασιάν.
Ο δόκιμος μοναχός Ιάκωβος, νικηθείς από τον θαυμασμόν και την περιέργειαν, ηκολούθησεν αθορύβως τον άγνωστον εκείνον ερημίτην βήμα προς βήμα. Έφθασαν εις τον Σταυρόν και τότε έστριψαν δεξιά και ηκολούθησαν, ο ένας όπισθεν του άλλου, το μονοπάτι προς την κορυφήν του Άθω.
Όταν ο ερημίτης έφθασεν εις την εκκλησίαν της Παναγίας, ο δόκιμος με ταχύτερον βήμα εφανερώθην έμπροσθεν του, του έβαλε στρωτήν μετάνοιαν και τον παρεκάλεσε, δακρυρροών, να τον παραλάβη μαζί του ως υποτακτικόν.
-Δεν μπορείς, τέκνον μου, να μείνης εδώ, του είπεν ο άγνωστος ερημίτης.
Ο Ιάκωβος επέμενε και έβρεχε το χώμα με τα δάκρυά του.
-Γύρισε πίσω στον Γέροντά σου. Κάνε υπακοή και θα σωθής, του είπε. Όποιος δεν έχει την Θείαν Χάριν, δεν είναι δυνατόν να υπομείνη το μέρος αυτό. Και γνώριζε ότι σε λίγο θα σε πάρη ο Κύριος από αυτή την ζωή.
Κατέβη ο Ιάκωβος, διηγήθη εις τον Γέροντά του τα διατρέξαντα, επήγεν εις τον Πνευματικόν, ητοιμάσθη δια τον θάνατον και μετά τρεις εβδομάδας ανεπαύθη εν Κυρίω. Εφημολογήθη ότι κατά την ανακομιδήν του, μετά τρία έτη, τα οστά του ευωδίαζαν.
ΠΗΓΗ : ΑΡΧΙΜ. ΙΩΑΝΝΙΚΙΟΥ ΚΟΤΣΩΝΗ, ΑΘΩΝΙΚΟΝ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ, Δ΄ ΕΚΔΟΣΙΣ, εκδ. Ι. ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΓ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ, ΚΟΥΦΑΛΙΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 2004, σσ. 47 κ.ε.