Βαρέθηκα να ακούω το «είναι αυτοί αριστεροί»; «Μα κάνουν τέτοια πράγματα οι αριστεροί»; Λες και οι αριστεροί είναι οι μητέρες τερέζες και οι αδελφές του ελέους.
Είναι ώρα να σταματήσει αυτό το παραμύθι και οι εικόνες με την κρατική και παρακρατική βία κατά των Ελλήνων που σε πείσμα των καιρών ακόμα αντιστέκονται, να παραμείνουν ζωντανές. Είναι στο χέρι του καθενός, είτε οργανωμένα είτε μόνος του, να περάσει στην αντεπίθεση και να μην αφήσει πλέον χώρο στο ψέμα, στην παραπληροφόρηση ή στην θλιβερή «επιστροφή στην καθημερινότητα».
Επίσης, θέλω να πω ότι υπάρχει και ζωή έξω από τα social media. Ας μην εξαντλείται ο θυμός μας ή η φαντασία μας εκεί. Αν δεν είμαστε στους δρόμους ο λαός δεν μας βλέπει, έλεγε ένας από τους ηγέτες της Γενιάς της Ταυτότητας. Και επιτέλους δεν μπορώ να καταλάβω αυτήν την εμμονή με τις διάφορες επιστολές διαμαρτυρίας προς τον «αξιότιμον» κύριο πρόεδρο της δημοκρατίας «που δεν κάνει κάτι» ή προς τον «κύριον υπουργόν» που δεν ξέρει ιστορία και δεν μπορώ να καταλάβω αυτό το «κόλλημα» με τον στρατό, την αστυνομία και τις δικαστικές αρχές, και το ατέρμονο παράπονο του «γιατί δεν κάνουν κάτι» ή του «γιατί τα κάνουν αυτά» και την διαπίστωση (!) ότι τελικά υπηρετούν το κράτος και την κυβέρνηση και όχι το έθνος και τον λαό.
Λυπάμαι που θα σας απογοητεύσω, αλλά ναι, είναι κράτος. Είναι υπάλληλοι του κράτους. Δεν λέω ότι δεν υπάρχουν πατριώτες και ευσυνείδητοι άνθρωποι και εκεί. Φυσικά και υπάρχουν. Όπως υπάρχουν και παντού.
Γιατί πρέπει όμως να γίνει «έκκληση» στον στρατό ή στην αστυνομία ή στους δικαστές ή δεν ξέρω και εγώ σε ποιους άλλους, να επέμβουν και να «σώσουν την χώρα»;
Γιατί να μην γίνει έκκληση και σε κάποιον άλλον φορέα του δημοσίου ή σε κάποιους άλλους δημοσίους υπαλλήλους;
Συγκίνηση πάντως και σεβασμός για όσους Έλληνες και Ελληνίδες βρέθηκαν με μια ελληνική σημαία και με την δύναμη της ψυχής τους και της φωνής τους στο Σύνταγμα και στις Πρέσπες. Έχω την εντύπωση (ή την ελπίδα) ότι σχηματίζεται μια καλή μαγιά. Για να δούμε μια εθνική κυβέρνηση θέλει δουλειά πολλή.
Στο βιβλίο του ο Κορνήλιος Κοντρεάνου γράφει και για την λύσσα του κράτους και των μηχανισμών του εναντίον του πατριωτικού χριστιανικού κινήματός του και ακόμα και την βία των αστυνομικών. Δεν έπεσε από τα σύννεφα ποτέ. Ούτε κοίταξε να τους καλοπιάσει. Εκείνο που τον ενδιέφερε ήταν ο λαός. Η ανάσταση του λαού και του έθνους. «Πρέπει να οργανώσουμε ολόκληρη τη νέα γενιά», έγραφε, «να την ανυψώσουμε και να της εμφυσήσουμε το ηρωικό ήθος.
Πρέπει να απομονώσουμε το πολιτικό σύστημα ώστε η νεολαία μας να μην περνά στις τάξεις του. Μόνο με μία πατριωτική κυβέρνηση που θα εκφράζει την εθνική μας συνείδηση, δύναμη και υγεία θα προστατεύσουμε τον λαό μας και θα σταματήσουμε την εισβολή των ξένων. Ο λαός μας δεν πρόκειται να λύσει το πρόβλημα των ξένων εισβολέων αν δεν λύσει πρώτα το πρόβλημα των πολιτικών κομμάτων.
Είμαστε μόνοι.
Πρέπει να συνηθίσουμε σε αυτήν την ιδέα, ότι ανάμεσα στον Θεό και εμάς δεν υπάρχει κανένας να μας βοηθήσει».